22 Μαΐου γιορτάζουν…

Μνήμη της Β Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Αυσονίου, επισκόπου Ανγκουλέμης, Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Μαρκιανού η Μαριανού, επισκόπου Ραβέννης, Μνήμη των αγίων μαρτύρων Αιμιλίου και Κάστου, Μνήμη του αγίου μάρτυρος Βασιλίσκου, Μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Δονάτου, επισκόπου Θμούεως, Μνήμη των αγίων μαρτύρων Τιμοθέου, Φαυστίνου και Βενούστου, Μνήμη του αγίου μάρτυρος Κόδρου η Κοδράτου, Μνήμη του αγίου μάρτυρος Μαρκέλλου, Μνήμη της αγίας μάρτυρος Σοφίας, της Ιατρού, Μνήμη της αγίας Ελένης, της πριγκιπίσσης, Μνήμη της αγίας Ελένης, της Ωξέρρης, Μνήμη της αγίας μάρτυρος Ιουλίας, της εν Κορσική, Μνήμη της αγίας μάρτυρος Κουϊτερίας, Μνήμη του οσίου πατρός ημών Ρωμανού, του εν τω όρει Σουμπιάκο της Ιταλίας ασκήσαντος, Μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Βοηθιανού, Μνήμη του οσίου πατρός ημών Κονάλδου, του εξ Ιρλανδίας, Μνήμη της οσίας μητρός ημών Καλής, Μνήμη της αγίας Θεοτόκου, εν Σοφιανοίς, Μνήμη του αγίου μάρτυρος Ιωάννου του Βλαδιμήρου, βασιλέως των Αχριδών, του Θαυματουργού, Μνήμη του αγίου Ιακώβου, του Δικαίου, του εκ Νόβγκοροντ, Μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Ζαχαρίου του Νέου, του Προυσαέως, Μνήμη του αγίου νεομάρτυρος Δημητρίου του Πελοποννησίου, πολιούχου Τριπόλεως, Μνήμη του αγίου οσιομάρτυρος Παύλου, του εν Τριπόλει αθλήσαντος

by Times Newsroom
  • Άγιος Βασιλίσκος
  • Μνήμη της Β’ Αγίας Οικουμενικής Συνόδου
  • Άγιος Παύλος ο Πελοποννήσιος ο Οσιομάρτυρας
  • Αγία Σοφία η Ιατρός
  • Άγιος Ιωάννης ο Βλαδίμηρος ο βασιλεύς και θαυματουργός
  • Άγιος Ζαχαρίας ο Νέος ο Ιερομάρτυρας του Προυσκέως
  • Άγιοι Αιμίλιος και Κάστος οι Αφρικανοί
  • Οσία Καλή
  • Αγία Ελένη της Ωξέρρης
  • Άγιος Ιάκωβος ο Δίκαιος

************************************************************************************************************

  • Άγιος Βασιλίσκος. 

Ο Άγιος Βασιλίσκος, ανιψιός του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Τήρωνος, καταγόταν από το χωριό Χουμιαλά της Αμασείας και μαρτύρησε διά ξίφους επί Μαξιμιανού (285 – 305 μ.Χ.) και άρχοντος Αγρίππα. Συνελήφθη από τον ηγεμόνα της Καππαδοκίας Ασκληπιάδη (ή Ασκληπιόδοτο) με τους στρατιώτες του Ευτρόπιο και Κλεόνικο (τιμάται 3 Μαρτίου), οι οποίοι, επειδή αρνήθηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα, τελειώθηκαν διά μαρτυρικού θανάτου.
Ο Άγιος Βασιλίσκος ρίχθηκε στη φυλακή από τους ειδωλολάτρες με την ελπίδα ότι, με την πάροδο του χρόνου και από τις στερήσεις και κακοπαθήσεις, θα αρνιόταν τον Χριστό, οπότε ο αντίκτυπος από την πράξη του αυτή θα ήταν μέγας μεταξύ των Χριστιανών. Αυτός όμως είχε λάβει την αμετάτρεπτη απόφαση να πεθάνει ως Χριστιανός, έχοντας ως φωτεινό παράδειγμα τον Μεγαλομάρτυρα θείο του, ο οποίος παρέμεινε σταθερός στην ομολογία του, αφού απέκρουσε όλες τις υποσχέσεις και τις απειλές.
Μία ημέρα ο Άγιος πέτυχε, χάρη στην εύνοια των στρατιωτών που τον φύλαγαν, να μεταβεί στον οίκο του, να παρηγορήσει τους γονείς και αδελφούς του και να τους συστήσει εμμονή στη Χριστιανική πίστη.
Όταν πληροφορήθηκε τούτο ο ηγεμόνας Αγρίππας διέταξε να του φορέσουν σιδερένια υποδήματα που έφεραν εσωτερικά καρφιά και να τον οδηγήσουν ενώπιόν του στα Κόμανα. Ερχόμενος προς τον ηγεμόνα, όταν έφθασαν στο χωριό των Δακών, οι στρατιώτες που τον συνόδευαν τον έδεσαν σε ξερό πλάτανο, για να γευματίσουν. Τότε ο Βασιλίσκος, διά της προσευχής του, πέτυχε να αναβλαστήσει ο πλάτανος και από την ρίζα του να αναβλύσει μικρή πηγή. Αφού είδαν το θαύμα αυτό οι στρατιώτες, θαύμασαν και πίστεψαν στον Χριστό.
Όταν έφθασε στα Κόμανα, προσήχθη ενώπιον του Αγρίππα, ο οποίος οδήγησε τον Βασιλίσκο στον ειδωλολατρικό ναό, ελπίζοντας ότι το επίσημο περιβάλλον θα τον ωθούσε να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Βασιλίσκος όμως με θερμή προσευχή πέτυχε την πτώση και συντριβή των ειδώλων. Τότε ο Αγρίππας διέταξε να αποκεφαλισθεί και τα ιερά λείψανά του να ριχθούν στον ποταμό.
Χριστιανοί των Κομάνων ανέσυραν το τίμιο σκήνωμα κρυφά και το ενταφίασαν με ευλάβεια. Αργότερα, από τον ευσεβέστατο άρχοντα των Κομάνων Μαρίνο ανοικοδομήθηκε ναός προς τιμήν του Μάρτυρος, στον οποίο κατετέθησαν και τα ιερά αυτού λείψανα. Η μνήμη του Αγίου Βασιλίσκου επαναλαμβάνεται στις 3 Μαρτίου.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς βασίλειον δῶρον καὶ θῦμα ἅγιον, τῷ Βασιλεῖ τῶν αἰώνων καὶ ἀθλοθέτῃ Θεῷ, δι’ ἀθλήσεως στερρᾶς προσήχθης ἔνδοξε· σὺ γὰρ τὴν πλάνην καθελὼν, στρατιώτης εὐκλεὴς, πανεύφημε Βασιλίσκε, τῆς ἀληθείας ἐδείχθης, Χριστῷ πρεσβεύων ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Βασιλείας μέτοχος ἐπουρανίου, Βασιλίσκε ἔνδοξε, γεγενημένος ἀληθῶς, σῶζε τοὺς πόθῳ βοῶντάς σοι· χαίροις Μαρτύρων σεπτὸν ἐγκαλλώπισμα.

Μεγαλυνάριον
Ἄνθραξ εὐσεβείας ἀναδειχθεὶς, πυρὶ οὐρανίῳ, κατενέπρησας θαυμαστῶς, εἰδώλων τεμένη, θεόφρον Βασιλίσκε, πυρὶ δὲ ζωηφόρῳ, θερμαίνεις ἅπαντας.

  • Μνήμη της Β’ Αγίας Οικουμενικής Συνόδου. 

Μετά την Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας ανεφάνησαν στην Εκκλησία και νέοι αιρετικοί, όπως οι Πνευματομάχοι ή Μακεδονιανοί, υπό τον αιρεσιάρχη Μακεδόνιο Κωνσταντινουπόλεως, οι Ημιαρειανοί, ο Απολινάριος Λαοδικείας, ο Σαβέλλιος Πτολεμαΐδος, ο Μάρκελλος Αγκύρας, ο Φωτεινός Σιρμίου, ο Ευνόμιος Κυζίκου με το διδάσκαλό του Αέτιο, ο Ευδόξιος Κωνσταντινουπόλεως, ο Παύλος Σαμοσατεύς και άλλοι που προσείλκυαν πολλούς οπαδούς.
Το χριστολογικό ζήτημα τέθηκε εξ αιτίας της αιρέσεως του Απολιναρίου Λαοδικείας. Ο Απολινάριος (390 μ.Χ.), όπως και η λεγόμενη Αλεξανδρινή Σχολή, τόνιζε πρωτίστως την ενότητα στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, συχνά εις βάρος της πληρότητας του ανθρώπινου στοιχείου. Δίδασκε ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού, ο οποίος είναι τέλειος Θεός και κατά την Ενανθρώπιση έλαβε μόνο σάρκα («Θεός σαρκοφόρος»), δηλαδή ανθρώπινο σώμα και άλογη ψυχή, όχι όμως και ανθρώπινο νου, γιατί αυτό θα σήμαινε την τελειότητα (ακεραιότητα) της ανθρώπινης φύσεως. Ο Απολινάριος θεωρούσε πως ο Χριστός για την σωτηρία του ανθρώπου είναι ανάγκη να είναι τέλειος Θεός. Για να είναι λοιπόν δυνατή η πλήρης ένωση στον Ένα Χριστό, δίδασκε ότι ο Λόγος του Θεού δεν έλαβε κατά την Ενανθρώπιση τέλεια ανθρώπινη φύση, αλλά μόνο το ανθρώπινο σώμα εμψυχωμένο με ζωική (άλογη) ψυχή και όχι ανθρώπινο νου. Προτιμούσε να χρησιμοποιεί τον όρο «σαρξ», όχι όμως με την βιβλική του σημασία. Επέμενε στη στενή ένωση Θεού και ανθρώπου στον Χριστό, αλλά η ανθρώπινη φύση Του δεν ήταν πλήρης. Την ένωση Λόγου και σαρκός σε μία φύση την χαρακτήριζε «ένωσιν ουσιώδη», «ένωσιν σύνθετον» και «ένωσιν φυσικήν». Η «κολοβωμένη» ανθρώπινη φύση μετά την ένωση πρέπει να θεωρηθεί ότι απορροφήθηκε και χάθηκε μέσα πιο κόλπους του Λόγου, έτσι ώστε ο Χριστός να μην είναι τέλειος άνθρωπος, αλλά μόνο τέλειος Θεός..
Οι Πνευματομάχοι ή Μακεδονιανοί αρνούνταν τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος, θεωρώντας αυτό «κτίσμα και όχι Θεό, ούτε ομοούσιο με τον Πατέρα και τον Υιό». Κατά τον Μέγα Βασίλειο οι Πνευματομάχοι θεωρούνταν όχι μόνο ότι θεομαχούσαν κατά του Θεού και του Υιού και ότι χριστομαχούσαν, αλλά και ότι πνευματομαχούσαν.. Στη διδασκαλία του Απολιναρίου και του Μακεδονίου αντέδρασαν από πολύ νωρίς οι Πατέρες της Εκκλησίας και τον καταδίκασαν πολλές φορές. Η οριστική όμως καταδίκη της αιρετικής τους κακοδοξίας έγινε από τη Β’ Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 381 μ.Χ..
Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος συνήλθε από τον Μάιο μέχρι το τέλος του Ιουλίου του 381 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, μετά από πρόσκληση του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου, προς επίλυση θεολογικών και διοικητικών προβλημάτων. Οι εκατόν πενήντα θεοφόροι Πατέρες, που συμμετείχαν σε αυτήν, προέρχονταν από περιοχές, οι οποίες πολιτικά υπάγονταν στη δικαιοδοσία του αυτοκράτορα που τους συγκάλεσε. Επρόκειτο δηλαδή περί Μεγάλης Συνόδου των Επισκόπων του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, η δε αναγνώρισή της ως της Β’ Οικουμενικής έγινε από την Δ+ Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στη Χαλκηδόνα το 451 μ.Χ., η οποία και αποδέχθηκε το Σύμβολον αυτής ως ισοδύναμο και ισόκυρο με αυτό της Νικαίας.
Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος απέκτησε μεγάλη σημασία για τον Χριστιανισμό προ πάντων διότι συμπλήρωσε το ιερό Σύμβολον της Πίστεως, αφού δογμάτισε ιδίως την Πνευματολογία της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ως και άλλα άρθρα της πίστεως, και έτσι αποτέλεσε ορόσημο στην ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας και μέγα σταθμό ιδίως στο δογματικό καθορισμό της αρχαίας Εκκλησίας. Η σπουδαιότητα της παρούσης Συνόδου και του Συμβόλου αυτής έγκειται κυρίως στην ολοκλήρωση του Τριαδικού δόγματος, διά της θεσπίσεως της Θεότητος και της «ἐκ τοῦ Πατρὸς» εκπορεύσεως του Πνεύματος, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι παραθεωρείται η σημασία της διδασκαλίας αυτής περί Εκκλησίας, βαπτίσματος, αναστάσεως νεκρών και ζωής αιωνίου.
Αυτή κατά πρώτο και κύριο λόγο διετύπωσε πλατύτερα, πληρέστερα και ακριβέστερα το ιερό Σύμβολον της Νικαίας Κωνσταντινουπόλεως, το «Πιστεύω», επειδή τα μεν επτά πρώτα άρθρα συντάχθηκαν υπό της Α’ Οικουμενικής Συνόδου το 325 μ.Χ., εναντίον της μεγάλης αιρέσεως του Αρειανισμού, που συντάραξε επί μακρόν την Εκκλησία, και η οποία αίρεση αρνιόταν τη Θεότητα του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τα δε πέντε τελευταία από τη Β’ Οικουμενική Σύνοδο, εναντίον της Πνευματομαχίας που αρνιόταν τη Θεότητα του Τρίτου Προσώπου της Αγίας Τριάδος και των άλλων ως άνω αιρέσεων. το ιερόν Σύμβολον της Πίστεως, το «Πιστεύω», απαγγέλεται και καθομολογείται από όλους τους Χριστιανούς ως ομολογία πίστεως, ως βαπτιστήριο και ως λειτουργικό κείμενο στη θεία λατρεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία αναγνωρίζει και τιμά αυτό ως έργο των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων.
Εκείνο το οποίο υπογραμμίζει ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης στη Σύνοδο είναι ότι ο Ίδιος ο Κύριος επισυνάπτει το Πνεύμα με τον Πατέρα και τον Υιό, δεδομένου ότι έχει όλα τα χαρακτηριστικά της θείας φύσεως και είναι ζωοποιόν, άγιον, αΐδιον, σοφόν, ευθές, ηγεμονικόν. Αυτή η κοινότητα των Ονομάτων αποδεικνύει ότι ουδεμία διαφορά υπάρχει στην ενέργεια μεταξύ Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος. Η ταυτότητα δε της ενέργειας αποδεικνύει το ηνωμένον της φύσεως. Ουδείς επομένως πρέπει να αρνηθεί την μία Θεότητα των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος. Γι’ αυτό ο ιερός Πατέρας αναγράφει ότι «μία ἐστὶν ἡ ζωὴ ἡμῶν ἡ διὰ τῆς εἰς τὴν Ἁγίαν Τριάδα πίστεως παραγινομένη, ἐκ μὲν τοῦ θεοῦ τῶν ὅλων πηγάζουσα, διὰ δὲ τοῦ Υἱοῦ προϊοῦσα, ἐν δὲ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι τελειουμένη». Στην ερώτηση των Πνευματομάχων πως είναι δυνατόν το Πνεύμα να είναι ισότιμο προς τον Πατέρα και τον Υιό, εφ’ όσον ο Πατέρας μεν είναι Δημιουργός, δι’ Υιού δε τα πάντα εδημιουργήθησαν, απαντά ότι πάντα εκτίσθησαν εν Αγίω Πνεύματι και εξαίρει το συναΐδιον και αχώριστον των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος και υπογραμμίζει ότι εκτός της κατά τάξιν και υπόστασιν διαφοράς «ἐν οὐδενὶ τὸ παρηλλαγμένον καταλαμβάνομεν». Στο Τυπικό της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης η μνήμη της Συνόδου ετελείτο μαζί με την μνήμη της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου την πρώτη Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού (τιμάται 14 Σεπτεμβρίου). Ως εισηγητής της διπλής αυτής εορτής και ποιητής της Ακολουθίας θεωρείται ο Συμεών Θεσσαλονίκης.

  • Άγιος Παύλος ο Πελοποννήσιος ο Οσιομάρτυρας. 

Ο Άγιος Παύλος γεννήθηκε στο χωριό Σοποτό της Επαρχίας Καλαβρύτων και ανατράφηκε με χριστιανοπρέπεια από γονείς φτωχούς μεν, αλλά ενάρετους ορθόδοξους χριστιανούς. Το πρώτο του όνομα ήταν Παναγιώτης. Σε μικρή ηλικία ήλθε στην Πάτρα, όπου έμαθε την τέχνη του σανδαλοποιού και παρέμεινε εκεί εργαζόμενος έντιμα, για 14 χρόνια. Κατόπιν έφυγε από την Πάτρα και ήλθε στα Καλάβρυτα, όπου για την εξάσκηση του επαγγέλματος του, νοίκιασε ένα εργαστήριο. Οι ιδιοκτήτες όμως του εργαστηρίου, απαίτησαν από τον Παναγιώτη περισσότερο νοίκι απ’ ότι συμφώνησαν και τον έκλεισαν στη φυλακή, όπου πιεζόμενος ο μάρτυρας και επάνω στον θυμό του είπε: «Τούρκος να γίνω αν δώσω περισσότερα». Τελικά τους έδωσε το νοίκι που ζητούσαν και αφού βγήκε από τη φυλακή, έφυγε από τα Καλάβρυτα και πήγε στην Τρίπολη, όπου διασκέδαζε στα περίχωρα της με δύο άλλους φίλους του, λέγοντας ότι ήταν Τούρκος.
Η συνείδηση του όμως τον ήλεγξε και έφυγε για το Άγιον Όρος. Εκεί πήγε στην Ιερά Λαύρα του Αγίου Αθανασίου, κοντά σ’ ένα σοφό Πελοποννήσιο γέροντα τον Τιμόθεο, στον όποιο εξομολογήθηκε και έτυχε πνευματικής παρηγοριάς. Αργότερα έγινε μοναχός με το όνομα Παύλος. Μετά με τον γέροντα του Τιμόθεο ήλθε σε Ρώσικο κοινόβιο του Αγίου Όρους, όπου έμεινε τρία χρόνια. Εκεί άναψε και ο πόθος του μαρτυρίου μέσα του. Σε ηλικία 25 ετών πήγε στη Σκήτη της Αγίας Άννας και υποτάχθηκε στον πνευματικό πατέρα Ιερομόναχο Ανανία, στον όποιο εξομολογήθηκε τον πόθο του για το μαρτύριο. Εκεί δοκιμάστηκε για 40 ήμερες πήρε την ευλογία των Πατέρων και αναχώρησε για το μαρτύριο. Έφθασε στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, όπου αγωνίστηκε με νηστεία και προσευχή για 40 ολόκληρες ήμερες. Κατόπιν αναχώρησε για τα Καλάβρυτα και από εκεί πήγε στην Τρίπολη.
Πληροφορήθηκε ότι στο Ναύπλιο βρισκόταν ένας εξάδελφος του εξωμότης και έτσι αναχώρησε για την πόλη αυτή, προκειμένου να διορθώσει τον εξάδελφο του. Παρέλαβε τον εξωμότη αυτόν σαν συνοδίτη, επανήλθε στην Τρίπολη και παρουσιάστηκε στον Μουφτή της πόλης, από τον όποιο έλαβε έγγραφη διαταγή να παραστεί μπροστά στον κριτή, την ήμερα μεγάλης σύναξης πολλών προκρίτων χριστιανών και Αρχιερέων. Στή σύναξη λοιπόν αυτή, ο Παύλος, μπροστά σ’ όλους κήρυξε τη Θεότητα του Χριστού και έκανε δριμύτατο έλεγχο της μουσουλμανικής θρησκείας. Ο κριτής, μπροστά στην αμετάθετη γνώμη του μάρτυρα, τον καταδίκασε να καεί ζωντανός. Κάποιοι Τούρκοι όμως, είπαν ότι ενδέχεται οι χριστιανοί να πάρουν την στάχτη και τα λείψανα του μάρτυρα, ο κριτής μετέβαλε την απόφαση του και έτσι τον αποκεφάλισαν στις 22 Μαΐου 1818 μ.Χ. στην Τρίπολη σε ηλικία είκοσι οκτώ ετών. Το τίμιο λείψανο του το πέταξαν στο χώρο ακαθαρσιών του σπιτιού ενός Τούρκου ηγεμόνα. Το παρέλαβαν όμως κρυφά οι χριστιανοί και αφού το καθάρισαν στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Βαρσών, το ενταφίασαν.
Το μαρτύριο του συνέγραψε ο Ιερομόναχος Ιάκωβος Βερτσάγιας ο Ζακυνθινός, Αγιορείτης του Ρώσικου κοινοβίου. Ναός του Αγίου βρίσκεται στην Τρίπολη και εικόνα του στον ναό των Είσοδίων της Θεοτόκου στην Αθήνα (Καπνικαρέα). Ορισμένοι Συναξαριστές, αυτή τη μέρα και μαζί με τη μνήμη του νέου οσιομάρτυρα Παύλου, αναφέρουν και τη μνήμη του αγίου νεομάρτυρα Μήτρου ή Δημητρίου του Πελοποννήσιου, που η κυρίως μνήμη του είναι την 28η Μαΐου, όπου και η ήμερα του μαρτυρίου του. Αυτό γίνεται, προφανώς διότι και οι δύο τιμώνται στην ίδια πόλη την Τρίπολη της Αρκαδίας, όπου βρίσκονται και τα Ιερά λείψανα τους.

  • Αγία Σοφία η Ιατρός.

Η Αγία Μάρτυς Σοφία ήταν ιατρός και μαρτύρησε δια ξίφους.

  • Άγιος Ιωάννης ο Βλαδίμηρος ο βασιλεύς και θαυματουργός. 

Ο Άγιος Μάρτυς Ιωάννης του Βλαδιμήρου γεννήθηκε τον 10ο αιώνα μ.Χ. στο Βλαδιμίρ της Βουλγαρίας και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Βασιλείου Α’ του Μακεδόνος (867 – 886 μ.Χ.). Ήταν υιός του Νεεμάν, υιού του πρώτου βασιλέως των Αχριδών Συμεών και της Άννης, ευσεβεστάτων Ορθοδόξων Χριστιανών. Από την παιδική του ηλικία ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου από τους γονείς του και τον Επίσκοπο Αχρίδος Νικόλαο.
Ο τσάρος της Βουλγαρίας Σαμουήλ – Στέφανος (940 – 1018 μ.Χ.), θέλοντας να υποτάξει τον Άγιο, τον φυλάκισε. Στη φυλακή, Άγγελος Κυρίου εμφανίσθηκε στον Άγιο και του αποκάλυψε το μαρτυρικό τέλος του, το οποίο δεν θα αργούσε. Μέσα στα πλαίσια των διπλωματικών του ενεργειών ο τσάρος της Βουλγαρίας τον νύμφευσε με την θυγατέρα του Κορσάρα, όμως ο Άγιος διαφύλαξε την παρθενία του.
Αφού κατέστη αυτεξούσιος βασιλέας των Σέρβων, επιδόθηκε με μεγαλύτερο ζήλο στη διάδοση και εδραίωση της Ορθοδόξου πίστεως, αφού όρισε προς τον σκοπό αυτό διδασκάλους και κήρυκες και ίδρυσε ταυτόχρονα μοναστήρια, εκκλησίες και νοσοκομεία. Μεταξύ των μονών που ιδρύθηκαν από αυτόν, ήταν και ευκτήριος οίκος βρισκόμενος μέσα σε δάσος, στον οποίο προσερχόταν καθημερινά και προσευχόταν. Ήταν πράος, δίκαιος, γενναίος και ευσεβής. Από αγάπη προς τον Θεό βοήθησε την Εκκλησία στο έργο της αντιμετωπίζοντας τους αιρετικούς και ιδιαίτερα τους Βογομίλους.
Η αποχή του από κάθε σαρκική συνάφεια με τη βασίλισσα σύζυγό του και οι καθημερινές απουσίες του για προσευχή, γέννησαν σε αυτή την υποψία ότι είχε σχέσεις με ξένες γυναίκες. Εξ αιτίας αυτού τον διέβαλε στον αδελφό της, ο οποίος αποφάσισε να τον φονεύσει. Όταν πέθανε ο τσάρος της Βουλγαρίας Σαμουήλ – Στέφανος, τσάρος στέφθηκε ο υιός του Ραντομίρ. Ο δίδυμος αδελφός του νέου τσάρου, Ιωάννης Βλαδισλάβος, παραπλανώντας τον Άγιο, τον κάλεσε να τον επισκεφθεί. Κατά την επίσκεψή του ο Άγιος Ιωάννης δολοφονήθηκε με ύπουλο τρόπο το 1015 μ.Χ. Η σύζυγός του, μετά το θάνατο του Αγίου, εγκαταβίωσε σε μοναστήρι, όπου ανοικοδόμησε ναό. Ο Άγιος Ιωάννης και μετά το μαρτυρικό θάνατό του εξακολούθησε να ευεργετεί εκείνους που προσέτρεχαν με πίστη προς αυτόν και να θεραπεύει τους ασθενείς.

  • Άγιος Ζαχαρίας ο Νέος ο Ιερομάρτυρας του Προυσκέως. 

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ζαχαρίας γεννήθηκε στην Προύσα από γονείς ευσεβείς και έγινε ιερέας. Κάποια ημέρα μέθυσε και υπό το κράτος της μέθης αρνήθηκε τον Χριστό το 1801 μ.Χ. Αφού συνήλθε από την πλάνη παρουσιάσθηκε στον κριτή και, αφού απέρριψε κατά γης το σαρίκι που φορούσε, ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Αμέσως ο κριτής διέταξε τον εγκλεισμό του στη φυλακή. Ο Άγιος προσευχόταν διαρκώς εξαιτούμενος την εξ ύψους ενίσχυση και θεία βοήθεια. Όταν τον οδήγησαν ενώπιον του κριτού και των αγάδων, ο Ιερομάρτυρας έμεινε με πνευματική ανδρεία ακλόνητος στην πίστη του. Ως εκ τούτου, τον έριξαν και πάλι στην φυλακή, όπου τον βασάνισαν ανηλεώς, τον κτύπησαν και του έβαλαν στο κεφάλι πυρακτωμένο χάλκινο κάλυμμα. Μετά τα βασανιστήρια αυτά τρύπησαν με οξεία κοφτερά καλάμια τα νύχια των ποδιών και των χεριών του Αγίου, αφού εκρίζωσαν και απέσπασαν τα νύχια αυτού.
Οδηγήθηκε και πάλι ενώπιον του κριτού, ομολόγησε με μεγάλη παρρησία ακλόνητη την πίστη του προς τον Χριστό και έλεγξε τη μωαμεθανική θρησκεία. Όταν εκδόθηκε η απόφαση για τον αποκεφαλισμό αυτού, ο Άγιος κλείσθηκε και πάλι στη φυλακή, μήπως πτοούμενος από την καταδίκη και τον φόβο του θανάτου, αρνηθεί την πίστη του. Αφού οδηγήθηκε και πάλι στο κριτήριο, διετράνωσε με γενναιότητα το αμετάθετο της πίστεώς του. Έτσι αποκεφαλίσθηκε το 1802 μ.Χ., σε ηλικία τριάντα οκτώ ετών και έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου ομολογώντας τον επί του Σταυρού λυτρώσαντα τον κόσμο Κύριό μας Ιησού Χριστό.

  • Άγιοι Αιμίλιος και Κάστος οι Αφρικανοί. 

Οι Άγιοι Μάρτυρες Κάστος και Αιμίλιος μαρτύρησαν το 251 μ.Χ. στην Καρχηδόνα επί Σεπτιμίου Σεβήρου. Το μαρτύριό τους αναφέρεται από τον Άγιο Κυπριανό και τον Ιερό Αυγουστίνο.

  • Οσία Καλή. 

Η Οσία Καλή έζησε πριν το 15ο αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από την Ανατολή, δηλαδή τη Μικρά Ασία. Η ακροστιχίδα του Κανόνος της Αγίας μάς πληροφορεί ότι αυτός αποτελεί ποιήμα «τού Κρήτης», δηλαδή κάποιου Αρχιεπισκόπου της Κρήτης. και στα δύο χειρόγραφα που διασώζουν την Ακολουθία της Οσίας δεν αναγράφεται το ορθόν «Τού», αλλά η ερμηνεία του, δηλαδή το όνομα του συγκεκριμένου υμνογράφου «Ανδρέου Κρήτης». Άρα, σύμφωνα με τα χειρόγραφα, ποιητής είναι ο διάσημος για τον Μέγα Κανόνα του, Άγιος Ανδρέας, Αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Αν ο υμνογράφος της Ακολουθίας είναι όντως ο Ανδρέας Κρήτης, τότε και η Οσία πρέπει να έζησε τουλάχιστον πριν την κοίμηση του Αγίου, δηλαδή πριν το 740 μ.Χ. Βέβαια, πίσω από την φράση «Τού Κρήτης» μπορεί να κρύβεται κάποιος άλλος Αρχιερεύς της Κρήτης. Γι’ αυτό έχει προταθεί ως υμνογράφος της Ακολουθίας της Οσίας ο Νικηφόρος Μοσχόπουλος, Μητροπολίτης Κρήτης και «κατ’ επίδοσιν» Μηθύμνης και Πρόεδρος Λακεδαιμονίας. Αυτός έζησε πλησιέστερα στο χρόνο συντάξεως των χειρογράφων (15ος – 16ος αιώνας), δηλαδή το 13ο αιώνα μ.Χ. και στις αρχές του 14ου αιώνος μ.Χ. (Το 1285 μ.Χ. είναι ήδη Μητροπολίτης Κρήτης, ενώ τα τελευταία ίχνη του αναφαίνονται κατά τον Οκτώβριο του 1322 μ.Χ.) και είχε σχέσεις τόσο με τη Λέσβο όσο και με το Σινά. Σ’ αυτή την περίπτωση η Οσία θα πρέπει να έζησε το αργότερο μέχρι το πρώτο ήμισυ του 14ου αιώνος μ.Χ.
Η οικογένεια της Οσίας ήταν πλούσια και η περιουσία της διατέθηκε από την Αγία σε έργα φιλανθρωπίας και ευποιίας. Δεν πρέπει να ήταν μοναχή, διότι αυτό δεν αναφέρεται πουθενά στην Ακολουθία και φιλοξενούσε τους άστεγους και ενδεείς στον οίκο της, αφού ήταν αφιερωμένη στη διακονία των ελαχίστων και πασχόντων αδελφών της. Η Καλή έζησε με σωφροσύνη, παρθενία, άσκηση, νηστείες και αδιάλειπτη προσευχή. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του βίου της είναι η φιλανθρωπία. Κίνητρό της ήταν ο πόθος της να τηρεί τις εντολές του Χριστού, να μιμείται τη θεϊκή ευσπλαχνία και φιλανθρωπία και να εκφράζει με κάθε τρόπο την αγάπη της προς τους συνανθρώπους της.
Στην Ακολουθία της αναφέρονται και θαύματα της Αγίας. Κάποια φορά που ζύμωσε ψωμί, για να το μοιράσει στους φτωχούς, ο Θεός έκανε ώστε να μην λιγοστεύει το ψωμί που της απόμενε, όπως στην Παλαιά Διαθήκη δεν ελαττωνόταν το αλεύρι της χήρα στο Σαρεπτά, παρ’ όλο που τρεφόταν με αυτό ο Προφήτης Ηλίας, η χήρα και τα παιδιά της. Αλλά και μετά την κοίμησή της η Αγία συνέχισε αδιάκοπα να ευεργετεί τους ανθρώπους, χαρίζοντας την θεραπεία πιο ασθενείς με τις ικεσίες της προς τον Κύριο. Είναι τόσα πολλά τα θαύματα των ιάσεων, ώστε ο υμνογράφος κάνει λόγο για «πέλαγος θαυμάτων» και την αποκαλεί «θαυματόβρυτον». Θεραπεύει ποικίλα νοσήματα ψυχών και σωμάτων, αλλά κυρίως ασθένειες επώδυνες, χρόνιες και δυσίατες, ρευματισμούς και αρθρίτιδες, παραλύσεις των αρθρώσεων και παραμορφώσεις των μελών του σώματος. Η μνήμη της Οσίας Καλής αναφέρεται, επίσης, στις 15 Μαΐου και το Σάββατο της Διακαινησίμου.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´. Ὡς τῶν αἰχμαλώτων.
Ὡς τῆς παρθενίας κάλλος θαυμαστὸν καὶ τῶν πεινώντων διατροφή, θεραπεία ἀσθενῶν, τῶν Ὁσίων ἀγλάϊσμα, τῆς εὐποιΐας κανὼν, Καλὴ θαυματόβρυτε, πρέσβευε Χριστῷ τὰ καλὰ δοθῆναι ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος γ´. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐπὶ γῆς ἐβίωσας, νηστείαις καὶ ἀγρυπνίαις, προσευχαῖς σχολάζουσα, μελέταις θείων λογίων, πράξεσι καὶ εὐποιΐαις ἀκοπιάστως· νυν δὲ ζῇς ἐν οὐρανίοις, ἔνθα σχολάζεις θεωρίαις καὶ πρεσβείαις πρὸς τὸν Σωτῆρα ὑπὲρ ἡμῶν, ὦ Καλή.

Κάθισμα
Ἦχος α´. Τὸν τάφον σου, Σωτήρ.
Ὡς ἥλιος ἡμῖν, ἡ ἁγία σου μνήμη, ἀνέτειλε σαφῶς, τὰς ἡμῶν διανοίας φωτίζουσα, πανεύφημε, τῶν θαυμάτων ταῖς λάμψεσι, τῶν τιμώντων σοῦ ἀξιόχρεῳς, παρθένε, τὸ μνημόσυνον τὸ ἱερὸν θείοις ὕμνοις, Καλὴ παμμακάριστε.

Ὁ Οἶκος
Θυγάτηρ μὲν ὤφθης τοῦ πρώτου Ἀδάμ. Τῷ Δευτέρῳ δὲ συνήφθης ἐκ πράξεως, τὰς ἀρετάς, ὥσπερ προῖκα, τούτῳ φέρουσα δαψιλῶς, ἀξιέραστε. Σὺ γὰρ πέφυκας τρανῶς τῶν Παρθένων καύχημα, τῶν ἐλεημόνων τε ἡ ἀρχέτυπος στήλη, ἐν ἐλέει τὸν ἐλεήμονα Νυμφίον σου θεραπεύσασα. Διὰ τοῦτο μεγάλως σὲ ἐδόξασε, διαυγεστάτην πηγὴν ἀναδείξας σε, κρουνοὺς θαυμάτων βρύουσαν καὶ χειμάῤῥους ἰαμάτων ἀενάως ἐκβλύζουσαν. Ἀλλὰ πρέσβευε νῦν πρὸς τὸν Σωτῆρα ὑπὲρ ἡμῶν, ὦ Καλή.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις, τῶν Παρθένων ἡ καλλονή, ἐνδεῶν, ἀπόρων ὁ ἀκένωτος θησαυρός, τῶν δεινῶς πασχόντων ἰάτραινα ἀρίστη, Καλὴ Ὁσιωτάτη, λάμπουσα θαύμασι.

  • Αγία Ελένη της Ωξέρρης. 

Η Αγία Ελένη αναφέρεται στα συγγράμματα του Αγίου Αγαπητού της Ωξέρρης (τιμάται 1 Μαΐου). Ήταν εκείνη που τον διακονούσε, όταν ο Άγιος ήταν ασθενής. Κοιμήθηκε μετά το 418 μ.Χ.

  • Άγιος Ιάκωβος ο Δίκαιος. 

Δεν υπάρχουν επαρκείς αγιολογικές πληροφορίες για τον Άγιο Ιάκωβο τον Δίκαιο, που καταγόταν από το Μποροβίτσι της περιοχής του Νόβγκοροντ, όπου και εργάσθηκε και έζησε κατά Θεόν. Τα ιερά λείψανά του βρέθηκαν την Τρίτη της Διακαινησίμου το 1540 μ.Χ. (η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου εορτάζονται στις 23 Οκτωβρίου).

 

ΠΗΓΗ: http://www.saint.gr

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com