Εγχειρίδιο βιβλιοφιλίας ή η βιβλιοθήκη των αισχρών βιβλίων

by Times Newsroom
  • ΛΟΥΤΣΙΑΝΟ ΚΑΝΦΟΡΑ*

ΓΥΡΩ ΣΤΟ ΕΤΟΣ 790, ο Αιθέριος, επίσκοπος της Όσμα, στην περίπλοκη επιχειρηματολογία του ενάντια στην αίρεση του Ελίπανδου (ο οποίος θεωρούσε ότι ο Χριστός δεν ήταν ακριβώς υιός του Θεού, αλλά ένας άνθρωπος που “υιοθετήθηκε” από αυτόν) προσέφευγε ανάμεσα στα άλλα σε μια μοναδική σύγκριση ανάμεσα στον άνθρωπο και στη βιβλιοθήκη: “per bibliotecam Romo designatur”.

Η βιβλιοθήκη και το βιβλίο ήσαν γι’ αυτόν τον ισπανό επίσκοπο ένα υπόδειγμα (exemplum) χρήσιμο για να κατανοήσουμε καλύτερα τα τρία (κατά τα λεγόμενά του μέρη από τα οποία αποτελείται η ανθρώπινη φύση. Είναι δύσκολο να παρακολουθήσουμε τα σκοτεινά λατινικά του Αιθέριου, αλλά σίγουρα το εύρημά του επιβεβαιώνει μιαν οικειότητα και μιαν υψηλή εκτίμηση του βιβλίου. Αυτός φτάνει σχεδόν ώς το σημείο να παρουσιάζει το βιβλίο σαν μιαν έμψυχη οντότητα, έτσι όπως αντίστροφα παρουσιάζει την ανθρώπινη ύπαρξη σαν μια βιβλιόμορφη οντότητα.

Ένας άλλος λόγιος, ενάμιση αιώνα πριν από τον Αιθέριο, είχε συστηματοποιήσει όλη τη γνώση σε μια αξιόλογη εγκυκλοπαίδεια (Ετυμολογίαι) σε είκοσι βιβλία, το έκτο από τα οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό αφιερωμένο στην επιστήμη των βιβλιοθηκών, που εξεταζόταν σε όλες τις όψεις της. Διαφορετικά από τον Αιθέριο, ο Ισίδωρος ήταν ένας συστηματικός και μεθοδικός νους. Έτσι, στην περίπτωση των βιβλίων, συνέλεξε όλα όσα είναι σωστό να γνωρίζουμε γι’ αυτά: από την απίθανη βιβλιοθήκη του Πεισίστρατου, του τυράννου των Αθηνών, ώς τις συλλογές των συνοδικών κανόνων. Είναι σαφές όμως ότι τα βιβλία είναι γι’ αυτόν πάνω απ’ όλα, αν όχι αποκλειστικά, εκείνα τα ιερά και πατρολογικά. Για την αρχαία μη θρησκευτική φιλολογία έχει μια πολύ γενική ιδέα: αυτή είναι γι’ αυτόν σαν μια “μεγαλειώδης καταστροφή”, όπως ο Χέγκελ αποκαλούσε την Κίνα. Όταν μιλάει για την Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίων, λέει ότι εκεί, “βρέθηκαν εβδομήντα χιλιάδες τόμοι”. Ένας αριθμός που ρίχτηκε εδώ χωρίς να έχει μια συγκεκριμένη ιδέα γι’ αυτόν. Το ότι αυτά τα βιβλία θα μπορούσαν να είναι όχι εβδομήντα αλλά εφτακόσιες χιλιάδες (όπως άλλες πηγές επεσήμαναν) ήταν μια εναλλακτική πιθανότητα που του ήταν ξένη. Στον καιρό του, οι συλλογές βιβλίων ήσαν πολύ μικρότερες. Εξάλλου, ήδη στον τέταρτο μήνα, στον καιρό του τρομερού επισκόπου της Σαλαμίνας Επιφάνιου, που και αυτός ενδιαφερόταν πολύ για τον βιβλιογραφικό εγκυκλοπαιδισμό, τα βιβλία της αρχαίας Αλεξάνδρειας υπολογίζονταν γύρω στις πενηντατέσσερις χιλιάδες. Αριθμός ο οποίος έπειτα είχε μια μεγάλη τύχη και στις αραβικές μεσαιωνικές πηγές.

Μιαν αληθινή και γνήσια εγκυκλοπαίδεια της βιβλιογραφικής γνώσης θα τη συλλάβει, στην περίοδο της πλήρους ακμής του χαλιφάτου της Βαγδάτης, ένας άραβας βιβλιόφιλος και βιβλιογράφος, ο Ιμπν Αλ-Ναντίμ (987-990), ο κατεξοχήν καταλογογράφος, συγγραφέας μιας επιβλητικής συλλογής δεδομένων με τίτλο ακριβώς Ο κατάλογος (Al Fihrist). Στον Fihrist υπάρχουν τσα πάντα: από τα πλαστά ώς τις μεταφράσεις, από τα σπάνια ώς την υλική κουλτούρα. Είναι ένα υπόδειγμα που για πολύ καιρό παρέμεινε ανυπέρβλητο. Στη Δύση, μετά τον αυστηρό Ισίδωρο, δεν υπήρξε τίποτα παρόμοιο. Αργότερα, στον καιρό του Πετράρχη, θα έχουμε ένα ωραίο ρητορικό εγκώμιο –αλλά όχι κάτι παραπάνω από ένα δείγμα καλοσύνης– του βρετανού επισκόπου του Ντίρχαμ και γραμματέα του Βασίλειου της Αγγλίας Ρίτσαρντ ντε Μπούρι (1281-1345), το Φιλόβιβλον (Philobiblon), την πραγματεία της αγάπης για τα βιβλία. Περίφημο κείμενο, μεταφρασμένο στα ιταλικά στις αρχές του αιώνα μας (από τον Μάρκο Μπέσο, το 1914), όπου εμφανίζεται η πολύ γνωστή “Διαμαρτυρία των βιβλίων ενάντια στον πόλεμο”, που πρέπει να έχει εμπνεύσει τον Έρασμο στο Dulce bellum inexpertis.

Ακόμη και στο Βυζάντιο, μια εξαιρετική και κατά τη γνώμη μας μοναδική συλλογή, όπως η λεγόμενη Βιβλιοθήκη του Φωτίου, γεννιέται από μιαν εντελώς διαφορετική ανάγκη και, εκτός από το τυχαίο των υλικών που συγκεντρώνει, φαίνεται να είναι μάλλον μια συλλογή που προορίζεται για ιδιωτική κυκλοφορία, παρά μια εγκυκλοπαίδεια γραμμένη για να πληροφορήσει ένα κοινό αναγνωστών.

Ανεκτικοί στο θρησκευτικό πεδίο και προπάντων άπληστοι για βιβλία, οι χαλίφηδες σίγουρα δεν έκαιγαν τα βιβλία των αιρετικών, αλλά αντίθετα εννοούσαν ένα μοναδικό συγκρητισμό, που άνοιγε τις πόρτες στις πιο ποικίλες χριστιανικές αιρέσεις και στα αντίστοιχα βιβλία. Στο Βυζάντιο, όμως ο Φώτιος, πολύ καλλιεργημένος πατριάρχης, ήταν στόχος μιας νοσηρής τάσης από τη μεριά των υπερορθόδοξων, ακριβώς με την κατηγορία της υπερβολικής και χωρίς διακρίσεις ανάγνωσης. Τον κατηγορούσαν ότι διαβάζει και κάνει και άλλους να διαβάζουν τα βιβλία “της γνώσης που ο Θεός κατέστησε ανόητη” – δηλαδή της κοσμικής επιστήμης – όπως διαβάζουμε σε μια σοβαρή και επίσημη καταδικαστική απόφαση εναντίον του.

Ο Αλ-Ναντίμ θα άξιζε μια θέση στο πλουσιότατο Εγκυκλοπαιδικό εγχειρίδιο της βιβλιοφιλίας, που μόλις εκδόθηκε στο Μιλάνο από τις εκδόσεις Σιλβέστρε Μπονάρ. Εγχειρίδιο που θα μπορούσε να θεωρηθεί δυτικός κληρονόμος και σύγχρονη επανεξέταση του Fihrist. Αλλά ίσως η απουσία αυτή εξηγείται. Το ενδιαφέρον αυτού του εγχειριδίου στρέφεται κυρίως στην ιστορία του βιβλίου με αφετηρία την τυπογραφία, αν και ορισμένα λήμματα, πολύ επιμελημένα, φέρνουν τον αναγνώστη σε επαφή με τις προηγούμενες φάσεις.

Αν η αφετηρία ήταν – όπως θα έπρεπε να είναι – κάθε φορά οι αρχαίοι (για τη Δύση οι Έλληνες), ένα λήμμα, όπως, για παράδειγμα, το λήμμα “Ναυτικά βιβλία” θα έπρεπε να αρχίζει με τα “βιβλία των πλοίων” της αλεξανδρινής περιόδου. Φυσικά, πρόκειται για άλλο πράγμα σε σχέση με τα “ναυτικά βιβλία”. Ήσαν ένα σημαντικό στοιχείο της πολιτικής για την αύξηση της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Από όλα τα πλοία που προσάραζαν στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας ζητούσαν να τους επιτρέψουν να αντιγράψουν τα βιβλία που ενδεχομένως είχαν στο πλοίο. Αυτό είναι ένα δεδομένο από μόνο του ενδιαφέρον, γιατί σημαίνει ότι η συνήθεια να έχουν βιβλία στο πλοίο δεν ήταν καθόλου σπάνια. Εξάλλου, μια πρακτική αυτού του είδους είχε ως αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν στην Αλεξάνδρεια περισσότερα αντίτυπα από τα ίδια κείμενα αλλά διαφορετικής προέλευσης. Ένα θέμα, επομένως, αυτό των πλοίων, που απροσδόκητα σχετίζεται με την κριτική του κειμένου. Δεδομένου ότι η κριτική του κειμένου εδραιώθηκε στην Αλεξάνδρεια και στο ομηρικό κείμενο και μπροστά στη διαφορετικότητα που προσέφεραν τα τόσα ομηρικά αντίγραφα διαφορετικής προέλευσης.

“Κριτική κειμένου” είναι ορθά ένα από τα λήμματα αυτού του εγχειριδίου βιβλιοφιλίας. Εδώ γίνεται λόγος, όπως ήταν αναμενόμενο, για τον μεγάλο Λάχμαν και την εργασία του για το “Νιμπελούγκεν” (Nibelingenlied). Αλλά θα πρέπει να τον θυμόμαστε και – ίσως κυρίως – ως εκδότη της Καινής Διαθήκης, γιατί εδώ η διαφοροποίηση κατά γεωγραφικές περιοχές του κειμένου, ενός κειμένου διαδεδομένου όσο και ο Όμηρος, είναι καθοριστική. Και ο Λάχμαν το είχε κατανοήσει.

Ένα θέμα που επανέρχεται σε διάφορα λήμματα είναι εκείνο της καταδίωξης ενάντια στο βιβλίο: Καταδίωξη του βιβλίου, Βιβλιοφιλία, Βιβλία στην πυρά (πολύ καλά γραμμένο λήμμα), Λογοκρισία, Τύπος (Ελευθερία του τύπου), Index librorum expurgandorum, Index librorum prohibitorum κ.λπ. Πράγματι, η ιστορία του βιβλίου είναι κυρίως η ιστορία της καταστροφής του, όχι εκείνης της φυσιολογικής, που οφείλεται στο χρόνο και στην τύχη, αλλά εκείνης που οι άνθρωποι, σε μια στείρα βίαιη έκρηξη, πραγματοποιούν προς τιμήν μιας δικής τους αλήθειας. Ο Γκαμπριέλ Πενιό, στη ναπολεόντεια εποχή και στο πνεύμα των ελευθεριών που διακηρύχθηκαν από τη “Μεγάλη Επανάσταση”, συνέθεσε και δημοσίευσε το 1806 ένα θαυμάσιο κατάλογο, προφανώς ατελή, αυτού του λειμώδους πυρετού: Dictionnaire critique, littéraire et bibliographique des livres condamnés au feu ou censures, précédé d’un discours sur ces sortes d’ouvrages. Είναι μια πλούσια βιβλιογραφική πηγή, που πρέπει να τη διαβάσουμε σελίδα τη σελίδα, ως ντοκουμέντο που τεκμηριώνει το ανεξάντλητο του ανθρώπινου οίστρου και το ξεροκέφαλο πείσμα των ισχυρών που προσπαθεί να τον χαλιναγωγήσει. (Ακόμη και στις πιο ασήμαντες ή δίχως άλλο μικρότερες ή ελάχιστες εκφράσεις του: όπως εκείνη η μικρή πραγματεία ενός άγνωστου Ντεφόρζ, ο οποίος εξηγούσε “στους ιερείς και στους επισκόπους” τις χαρές του γάμου και τους συνιστούσε να παντρευτούν “μια χριστιανή κοπέλα”, πραγματεία της οποίας αποφασίστηκε κανονικά η “κατάργηση”.)

Η αμφισημία των Καταλόγων των απαγορευμένων βιβλίων έγκειται ακριβώς στην επιμελημένη περιγραφή τους αυτού που προτείνουν να καταργηθεί. Δεν υπάρχει ίσως πιο επιμελημένη βιβλιογραφία (για τους καιρούς στους οποίους εμφανίστηκε) από εκείνη τού Index librorum prohibitorum, που δημοσιεύτηκε στη Μαδρίτη το 1667. Γνωρίζουμε ότι η Ισπανική Ιερά Εξέταση ήταν κάτι πολύ πιο σοβαρό και επαχθές από την παπική. Ε λοιπόν, αυτός ο μεγάλος τόμος, τον οποίο μπορεί κανείς σήμερα να συμβουλευτεί με τέρψη στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ρώμης ή στην Αποστολική Βιβλιοθήκη του Βατικανού, είναι επίσης – ενώ προτίθεται να αποτελέσει το κύριο εργαλείο τής απαγόρευσης – η πιο πλούσια περιγραφή τής απαγορευμένης βιβλιογραφίας.

Πόσο χρησιμεύουν οι απαγορεύσεις;

Ο Ζαν-Κριστόφ Αμπραμοβισί, ο οποίος εξιστόρησε το Le livre interdit, de Théophile de Viau à Sade, που δημοσιεύτηκε πριν από λίγους μήνες, φώτισε ένα μηχανισμό τον οποίο σπάνια σκεφτόμαστε. Ο λογοκριτής, ο οποίος συνεχώς διαβάζει τα έργα που πρέπει να καταπνιγούν για να ανακαλύψει τα ελαττώματά τους και να πλήξει, γίνεται (ή μπορεί να φαίνεται) ένας ευτυχής αναγνώστης απαγορευμένων έργων. Και επομένως, ένας ύποπτος και αυτός ο ίδιος. Αυτό συνέβηκε με τον αβά Γκαράς, τον πρώτο εμπνευστή της λογοκρισίας και επικριτή των βιβλίων τού Θεόφιλου ντε Βιο και του Ραμπελέ, ο οποίος έπειτα δικάστηκε και αυτός με τη σειρά του.

Ο Τάκιτος, ο μεγάλος ιστορικός τού δεσποτισμού, όταν αφηγείται για τη διαταγή που η Σύγκλητος υποχρεώθηκε να εκδώσει, υποκύπτοντας στον Σηιανό και στον Τιβέριο, να καούν τα βιβλία ιστορίας που έγραψε ο φιλοδημοκρατικός Κρεμούτσιο Κόρντο, σχολιάζει: “Ωστόσο τα βιβλία παρέμειναν κρυμμένα και εκδομένα. Δηλαδή θα συνεχίσουν να περνάνε από χέρι σε χέρι. Και τον καιρό που ο Τάκιτος έγραφε τα Χρονικά (δηλαδή σχεδόν μετά από έναν αιώνα) κυκλοφορούσαν ακόμα.

Ο Φράνκο Φορτίνι έγραψε κάποτε (1974) στην εφημερίδα Manifesto για την ισχυρή εντύπωση που ένιωσε στη Μόσχα (εκείνα τα χρόνια), όταν μπόρεσε να παρατηρήσει τη δύναμη που ασκούσαν τα απαγορευμένα βιβλία του Τρότσκι, ακριβώς επειδή ήσαν απαγορευμένα.

Σήμερα το βιβλίο δεν φοβάται προγραφές. Η συντήρηση των βιβλίων γίνεται η κοινή θρησκεία της ανθρωπότητας. Από το Τσινγκουετί στη Μαυριτανία, στη “Βιβλιοθήκη της ερήμου”, ως το Τόμπλιακ, στη Βιβλιοθήκη “Λένιν” της Μόσχας (που αποκαλείται ακόμη έτσι από πολλούς ανθρώπους), η προστασία του βιβλίου είναι ομόφωνη.

Ο κίνδυνος προέρχεται, ενδεχομένως, από τις τεχνολογίες που αξιώνουν να το υποσκελίσουν. Είναι αλήθεια, όπως σημείωνε πρόσφατα ο Σέρτζιο Ρομάνο, ότι δεν μπορούν να “ακυρωθούν” οι τεχνικές προόδου, αλλά πρέπει να επαγρυπνούμε έτσι ώστε να μη χρησιμοποιηθούν με ολέθριο τρόπο. Όπως συμβαίνει όταν η ασυγκράτητη αυτοματοποίηση παράγει ανεπίστροφη ανεργία ή η μανιώδης διάδοση της πληροφορικής οδηγεί στην καταστροφή – όπως έγινε στο Σαν Φρανσίσκο – των χάρτινων βιβλίων, επειδή “χρησιμοποιούνται λίγο”!

Μια σύγχρονη πυρά, που είναι και ένας κακός οιωνός.

__________________________________________

  • Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera στις 19 Ιουνίου 1997.
  • Η μετάφραση του κειμένου έγινε από τον Θανάση Γιαλκέτση για το “Φιλόβιβλον” του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου

Luciano Canfora γεννήθηκε στο Μπάρι το 1942. Σπούδασε ρωμαϊκή ιστορία και ειδικεύτηκε στην κλασσική φιλολογία στη Scuola Normale της Πίζα. Είναι καθηγητής αρχαιοελληνικής και λατινικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο του Μπάρι. Από το 1975 διευθύνει το περιοδικό Quaderni di Storia, ενώ είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής των επιστημονικών περιοδικών Journal of Classical Tradition και Historia y critica, και της επιθεώρησης γεωπολιτικής Limes, καθώς και μόνιμος συνεργάτης της Corriere della Sera. Θεωρείται διεθνώς ένας από τους κορυφαίους ειδικούς στον Θουκυδίδη.

Έργα του στα ελληνικά

  • Canfora, Luciano, H δημοκρατία. Ιστορία μιας ιδεολογίας, Αθήνα : Μεταίχμιο, 2009
  • Συλλογικό έργο (επιμέλεια Κώστας Βούλγαρης), Μετά το ’89. Στους δρόμους της ιστορίας και της λογοτεχνίας, Αθήνα : Γαβριηλίδης, 2007
  • Canfora, Luciano, Κριτική της δημοκρατικής ρητορείας, Αθήνα : Μεταίχμιο, 2005
  • Canfora, Luciano, Ιούλιος Καίσαρας. Ο δημοκρατικός δικτάτορας, Αθήνα : Σαββάλας, 2005
  • Canfora, Luciano, Εμείς και οι αρχαίοι. Γιατί η μελέτη των αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμαίων ωφελεί την ευφυΐα των συγχρόνων, Αθήνα : Μεταίχμιο, 2003
  • Canfora, Luciano, Ιστορίες ολιγαρχικών, Αθήνα : Σαββάλας, 2002
  • Canfora, Luciano, Η θάλασσα της ιστορίας. Πρώτο μάθημα αρχαίας ελληνικής ιστορίας, Αθήνα : Θεμέλιο, 2001
  • Canfora, Luciano, Το μυστήριο Θουκυδίδης, Αθήνα: Σαββάλας, 2001
  • Borgeaud, Philippe, G. Cambiano, L. Canfora, κ.ά., Ο Έλληνας άνθρωπος, Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα, 1996
  • Canfora, Luciano, Ελληνισμός. Ερμηνεία της αλεξανδρινής εποχής, Αθήνα : Αλεξάνδρεια, 1992
  • Canfora, Luciano, Η χαμένη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, Αθήνα : Αλεξάνδρεια, 1989

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com