Έντνα Βίνσεντ Μιλέι (1892 – 1950) Αμερικανίδα λυρική ποιήτρια, θεατρική συγγραφέας, ακτιβίστρια, φεμινίστρια και η πρώτη γυναίκα που έλαβε Βραβείο Πούλιτζερ για την ποίηση

Ήταν επίσης γνωστή για τον αντισυμβατικό, μποεμικό τρόπο ζωής της και τις πολλές της ερωτικές υποθέσεις. Συνήθιζε να χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Nancy Boyd στο πεζογραφικό της έργο.

by Times Newsroom

Η Έντνα Βίνσεντ Μιλέι (Edna St. Vincent Millay, 22 Φεβρουαρίου 1892 – 19 Οκτωβρίου 1950) ήταν Αμερικανίδα λυρική ποιήτρια, θεατρική συγγραφέας, ακτιβίστρια, φεμινίστρια και η πρώτη γυναίκα που έλαβε Βραβείο Πούλιτζερ για την ποίηση. Ήταν επίσης γνωστή για τον αντισυμβατικό, μποεμικό τρόπο ζωής της και τις πολλές της ερωτικές υποθέσεις. Συνήθιζε να χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Nancy Boyd στο πεζογραφικό της έργο.

Η Μιλέι γεννήθηκε στο Ρόκλαντ του Μέιν. Η μητέρα της Κόρα Λουνέλλα (Cora Lounella) ήταν νοσοκόμα ενώ ο πατέρας της Χέντρι Τόλμαν Μιλέι (Hendry Tollman Millay) ήταν δάσκαλος που θα γινόταν αργότερα επιστάτης στο σχολείο του. Το μεσαίο όνομα Βίνσεντ (St.Vincent) δόθηκε σε αυτήν όταν συνέπεσε η γέννησή της με την σωτηρία του θείου που νοσηλευόταν στο Νοσοκομείο Άγιος Βικέντιος της Νέας Υόρκης.

Το 1904 η μητέρας της χώρισε επίσημα με τον πατέρα της για οικονομική ανευθυνότητα, στην πραγματικότητα όμως οι δρόμοι τους είχαν χωρίσει μερικά χρόνια νωρίτερα. Καθώς αγωνιζόταν για τα οικονομικά, η Κόρα και οι τρεις κόρες της – η πρωτότοκη Έντνα (που αργότερα θα επιμένει να την αποκαλούν Βίνσεντ), η Νόρμα και η Κάθλην – μετακομίζουν από πόλη σε πόλη σε σπίτια συγγενών και φίλων.

Αν και φτωχοί, η Κόρα δεν ταξίδεψε ποτέ χωρίς την πλήρη συλλογή της κλασική λογοτεχνία που διέθετε – συμπεριλαμβανομένων των Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Τζον Μίλτον και άλλων – τα οποία διάβαζε με ενθουσιασμό στις κόρες της.

Τέλος, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Κάμντεν του Μέιν, μετακομίζοντας σε ένα μικρό σπίτι, ιδιοκτήτρια του οποίου ήταν μια θεία της Κόρα. Ήταν σε αυτό το μικρό σπίτι, στη μέση του αγρού, όπου η Μιλέι έγραψε τα πρώτα της ποιήματα τα οποία θα της χάριζαν την λογοτεχνική της φήμη.

Η Κόρα δίδαξε στις κόρες της να είναι ανεξάρτητες και να μιλούν με λογική, πράγμα που στο μέλλον θα έφερνε μπελάδες στην Έντνα. Η Μιλέι προτίμησε να ονομάζεται Vincent (Βικέντιος) αντί για Έντνα, το οποίο έβρισκε συνηθισμένο. Ο διευθυντής του σχολείου, προσβεβλημένος από την ειλικρινή στάση της, αρνούνταν να την αποκαλεί Vincent. Αντ’ αυτού την αποκαλούσε με οποιοδήποτε γυναικείο όνομα ξεκινούσε από V.

Στο γυμνάσιο του Κάμντεν η Μιλέι ξεκίνησε την γαλούχηση των λογοτεχνικών της ταλέντων, ξεκινώντας από το λογοτεχνικό περιοδικό του σχολείου, το Megunticook και τελικά έχοντας εκδώσει μερικά από τα ποιήματα της στο δημοφιλές παιδικό περιοδικό St.Nicholas, στο Camden Herald, και στο ανθολόγιο Σύγχρονης Λογοτεχνίας, όλα από την ηλικία των 15 ετών.

Τα Χρόνια στο Κολέγιο

Η σταδιοδρομία και η αναγνωρισιμότητα της Μιλέι ξεκίνησε το 1912 όταν το ποίημα της Renascence (Αναγέννηση) πήρε μέρος στο διαγωνισμό ποίησης στο Lyric Year. Το ποίημα θεωρήθηκε η καλύτερη συμμετοχή από τις 10.000 που πήραν μέρος, και όταν τελικά πήρε την τέταρτη θέση το σκάνδαλο που δημιουργήθηκε ήταν αυτό που έδωσε στη Μιλέι τόση αναγνωρισιμότητα. Ο ποιητής που κατέλαβε την πρώτη θέση, ¨ορικ Τζονς (Orrick Johns) ήταν μεταξύ εκείνων που υποστήριζαν ότι το Renascence ήταν το καλύτερο ποίημα, και δήλωσε ότι “το βραβείο αυτό ήταν πιο πολύ για μένα μια αμήχανη στιγμή παρά ένας θρίαμβος“. Ένας από τους νικητές της δεύτερης θέσης της προσφέρει το χρηματικό έπαθλο των 250 δολαρίων. Αμέσως μετά το σκάνδαλο αυτό, το καλοκαίρι του 1912, στο Whitehall Inn στο Κάμντεν του Μέιν, μια νεαρή γυναίκα με ανοιχτά κόκκινα μαλλιά κλήθηκε να απαγγείλει ποίηση της στους καλεσμένους.”Αll I Could see from where i stood was three long mountains and a wood…”εκείνη ξεκίνησε. Μέχρι τη στιγμή που το Renascence τελείωσε, είχε εντυπωσιάσει μια καλεσμένη, την πλούσια Caroline B. Dow, αρκετά ώστε να ενθαρρύνει τη νεαρή Μιλέι να υποβάλει αίτηση για υποτροφία στο Vassar και με την υπόσχεση ότι θα μπορούσε να προσφέρει χρήματα για οποιαδήποτε άλλα έξοδα.

Πριν από την εισαγωγή της στο Vassar η 21 ετών ποιήτρια πέρασε ένα εξάμηνο προετοιμασίας στο Barnard και στα τέλη του 1913 εγγράφεται στην τάξη του 1917.Οι κανονισμοί της ζωής στο κολέγιο καθώς και τα 3-4 χρόνια προϋπηρεσίας της σε αυτή τη τάξη έκαναν δύσκολη τη προσαρμογή της Μιλέυ στο Vassar. Eίχε αποκτήσει κακή φήμη για την παράβασή πολλών κανόνων του κολεγίου και για τη πειθαρχία της πριν τον καινούργιο πρόεδρο, Hendry Noble MacCracken. Ο πρόεδρος MacCracken τιμωρεί την Μιλέι με επιπλήξεις και περιορισμένα προνόμια για της παραβάσεις της, αλλά πάντα σεβόταν το ταλέντο και την εξυπνάδα που είδε στη νεαρή γυναίκα. Για τον χλευασμός της για την εξουσία η Μιλέυ βρήκε το Vassar, ένα πλούσιο περιβάλλον για να γαλουχήσει το ταλέντο της.Έγινε μια τακτική συνδρομήτρια στην εφημερίδα “The Vassar Miscellany” και μια έξοχη τραγουδοποιός στο χώρο του πανεπιστημίου. Έγραψε το βραβευμένο τραγούδι για την Founder’s Day στο 1916 συνθέτοντας λέξεις για το Baccalaureate Hymn το οποίο τραγουδήθηκε κατά την αποφοίτηση, πέραν του ότι έγραφε τραγούδια για άλλες εκδηλώσεις όπως το άνοιγμα της τάξης της Senior Parlor. Η ποιήτρια ασχολούνταν αρκετά με τη δραματική ζωή στο κολέγιο, γράφοντας και εμφανίζοντας τα σε πολλές παραγωγές. το έργο της The Wall of Dominoes δημοσιεύθηκε στο The Vassar Miscellany και το τελευταίο της έτος πήρε πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο της “The princess marries the Page”. Μετά την αποφοίτησή της το 1917, η Μιλέυ μετακομίζει στη Νέα Υόρκη.

Στη Νέα Υόρκη έζησε σε πολυάριθμα μέρη στη συνοικία του Γκρίνουιτς Βίλατζ, συμπεριλαμβανομένης και μιας κατοικίας που ανήκε στο θέατρο Cherry Lane που ήταν γνωστό ως το μικρότερο στη Νέα Υόρκη. Ήταν εκείνη τη στιγμή που για πρώτη φορά ανεβαίνει η δημοτικότητα της στην Αμερική. Κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ για την ποίησή της το 1923, για το Harp-Weaver και άλλων ποιημάτων της. Ήταν η πρώτη γυναίκα ποιήτρια που τιμήθηκε τόσο για το έργο της. Η φήμη της καταστράφηκε από ποιήμα που η ίδια έγραψε για την υποστήριξη της πολεμικής προσπάθειας συμμάχων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Η Merle Rubin σχολίασε: “Αυτή φαίνεται να δέχτηκε περισσότερα πυρά από τους κριτικούς λογοτεχνίας για την υποστήριξη της δημοκρατίας απ’ ό,τι ο Έζρα Πάουντ, για την υπεράσπιση του φασισμού”.

Το 1943 τιμήθηκε μετ ο μετάλλιο Frost για τη συμβολή της στην αμερικανική ποίηση. Ήταν η έκτη αποδέκτηςτης εν λόγω τιμής και η δεύτερη γυναίκα.

Η Μιλέι διατηρούσε σχέσεις με πολλές φοιτήτριες κατά τη διάρκεια της φοίτησής της στο Vassar, αφού τότε ήταν κολέγιο θηλέων. Τον Ιανουάριο του 1921 ταξίδεψε στο Παρίσι, όπυ και γνώρισε τη γλύπτρια Thelma Wood, με την οποία είχε μια ρομαντική σχέση. Κατά την παραμονή της σε Γκρίνουιτς και Παρίσι είχε πολλές σχέσεις και με άντρες, συμπεριλαμβανομένου και του κριτικού λογοτεχνίας Edmund Wilson, ο οποίος τη ζήτησε σε γάμο το 1920 χωρίς επιτυχία.

Το 1923 παντρεύτηκε τον Eugen Jan Boissevain (Άμστερνταμ 20 Μαϊου 1880 – Βοστόνη, ΜΑ, 29 Αυγούστου 1949), του τότε 43χρονο χήρο της δικηγόρου εργατικού δικαίου και πολεμικής ανταποκρίτριας Inez Milholland. Ο Boissevain υποστήριζε σε μεγάλο βαθμό τη καριέρα της και ανέλαβε την φροντίδα των οικιακών υποχρεώσεων. Ζούσαν κοντα στο Austerlitz, της Νέας Υόρκης, σε μια αγροικία ονόματι Steepletop. Ο γάμος τη Μιλέι με τον Boissevain ήταν ανοιχτός αφού και οι δύο είχαν άλλους εραστές.

Η άλλη σημαντικότερη σχέση τής Μιλέι αυτή τη φορά ήταν με τον κατά 14 χρόνια νεότερο ποιητή George Dillon, για τον οποίο γράφτηκαν μια σειρά από σονέτα της. Η Μιλέι, επίσης, συνεργάζεται με το Dillon στο Flowers Of Evil (Λουλούδια του κακού), μια μετάφραση του έργου Les Fleurs Du Mal (Τα Άνθη του Κακού) του Σαρλ Μπωντλαίρ. Ο Boissevain απεβίωε το 1949 από καρκίνο του πνεύμονα.

Ένα χρόνο αργότερα, στις 19 Οκτωβρίου του 1950, η Μιλέι βρίσκεται νεκρή στο κάτω μέρος της σκάλας του σπιτιού τους, η αιτία όμως της πτώσης που της κόστισε τη ζωή δεν έγινε ποτέ γνωστή.

To 2006, η πολιτεία της Νέας Υόρκης κατέβαλε 1,69 εκατομμύρια δολάρια για την απόκτηση του Steepletop το οποίο άγγιζε τα 230 στρέμματα. Η έκταση αυτή θα ενωθεί με ένα κοντινό διατηρούμενο δάσος. Εισπράξεις από τη πώληση θα χρησιμοποιηθούν για την αγροικία με σκοπό τη δημιουργία μουσείου. Μέρη του Steepletop, συμπεριλαμβανομένου και ενός μονοπατιού το οποίο οδηγεί σο τάφο της ποιήτριας είναι πλέον ανοιχτά για το κοινό. Η Μιλέι αγόρασε το Steepletop με το σύζυγό της το 1925, δυο χρόνια μετά από το Βραβείο Πούλιτζερ για την ποίησή της.

Τα έργα της

Το γνωστότερο ποίημα είναι το First Fig από το A few Figs From Thistles(δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1920)

My candle burns at both ends It will not last the night But ah, my foes, and oh, my friends It gives a lovely light. (Το κερί μου καίει και από τα δύο άκρα, Δεν θα διαρκέσει το βράδυ, Αλλά εχθροί μου και φίλοι μου Δίνει ένα υπέροχο φως)

Η Μιλέι έγραψε το παραπάνω ποίημα το οποίο αρχικά ονομάστηκε My Candle (Κερί μου) στο καφέ Romany Marie στο Greenwich. Μαθηματικοί αναγνώρισαν το σονέτο της Euclid alone has looked on Beauty Bare (1922) ως έκφραση μαθηματικής ομορφιάς και ένα φόρο τιμής στον Ευκλείδη. Ωστόσο, πολλοί θεωρούν το Renascence και το The ballad of the Harp-weaver ως τα ωραιότερα της ποιήματα.

Ο Τόμας Χάρντι κάποτε είχε πει ότι η Αμερική έχει δυο αξιοθέατα, τους ουρανοξύστες και την ποίηση της Μιλέι. Επίσης έγραψε 5 στίχους έμμετρου δράματος νωρίτερα, στη σταδιοδρομία της, συμπεριλαμβανομένου του Two slatterns and a kingThe lamp and the bell (Γραμμένο για το Vassar College) και το The king’s Henchman (αρχικά για όπερα). Ο διασημότερος δραματικός της στίχος είναι το one act play aria da cap γραμμένο για τους provincetown players.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή