Έντβαρντ Γκριγκ (1843 – 1907) Νορβηγός συνθέτης και πιανίστας

Θεωρείται ευρέως ένας από τους κορυφαίους συνθέτες της ρομαντικής περιόδου και η μουσική του είναι μέρος του τυπικού κλασικού ρεπερτορίου παγκοσμίως

by Times Newsroom

Ο Έντβαρντ Γκριγκ (1891), σε πορτρέτο του Εϊλιφ Πέτερσεν

Ο Έντβαρντ Χάγκερουπ Γκριγκ (νορβηγικά: Edvard Hagerup Grieg‎, 15 Ιουνίου 1843, Μπέργκεν – 4 Σεπτεμβρίου 1907, Μπέργκεν) ήταν Νορβηγός συνθέτης και πιανίστας. Θεωρείται ευρέως ένας από τους κορυφαίους συνθέτες της ρομαντικής περιόδου και η μουσική του είναι μέρος του τυπικού κλασικού ρεπερτορίου παγκοσμίως. Η χρήση και η εξέλιξη της νορβηγικής παραδοσιακής μουσικής που έκανε στις δικές του συνθέσεις διέδωσε διεθνώς τη μουσική της Νορβηγίας, καθώς επίσης συνέβαλε στην ανάπτυξη μιας εθνικής ταυτότητας, όπως έκανε ο Γιαν Σιμπέλιους στη Φινλανδία και ο Μπέντριχ Σμέτανα στη Βοημία.

Ο Γκριγκ είναι το πιο διάσημο άτομο από το Μπέργκεν, με πολλά αγάλματά του και πολλά πολιτιστικά ιδρύματα να φέρουν το όνομά του: το μεγαλύτερο κτίριο συναυλιών της πόλης (Αίθουσα Συναυλιών Γκριγκ), η ανώτερη μουσική σχολή της (Ακαδημία Γκριγκ) και η επαγγελματική της χορωδία (Χορωδία Έντβαρντ Γκριγκ). Το Μουσείο Έντβαρντ Γκριγκ στην πρώην κατοικία του στο Τρολντχάουγκεν είναι αφιερωμένο στο έργο του.

Άγαλμα του Έντβαρντ Γκριγκ από τον Iνγκεμπριγκτ Βικ στο Μπέργκεν

Ο Έντβαρντ Χάγκερουπ Γκριγκ γεννήθηκε στο Μπέργκεν της Νορβηγίας (τότε μέρος της Σουηδίας – Νορβηγίας). Γονείς του ήταν ο Αλεξάντερ Γκρηγκ (1806-1875), έμπορος και αντιπρόξενος στο Μπέργκεν και η Γκέσινε Γιούντιτε Χάγκερουπ (1814-1875), δασκάλα μουσικής και κόρη του δικηγόρου και πολιτικού Έντβαρντ Χάγκερουπ. Το οικογενειακό όνομα, αρχικά Greig, συνδέεται με το Σκωτσέζικο Γένος Γκρέγκορ. Μετά τη Μάχη του Κάλλοντεν το 1746 ο προπαππούς του Γκριγκ, Αλεξάντερ Γκριγκ, ταξίδεψε πολύ, εγκαταστάθηκε στη Νορβηγία περίπου το 1770 και έγινε επιχειρηματίας στο Μπέργκεν. Ο πρώτος ξάδερφος του Γκριγκ, από αδελφή του πατέρα του, ήταν ο Καναδός πιανίστας Γκλεν Γκουλντ.

Ο Έντβαρντ Γκριγκ μεγάλωσε σε μια μουσική οικογένεια. Η μητέρα του ήταν η πρώτη του δασκάλα στο πιάνο και τον έμαθε να παίζει σε ηλικία έξι ετών. Ο Γκριγκ σπούδασε σε διάφορα σχολεία, συμπεριλαμβανομένης της Ανώτερης Δευτεροβάθμιας Σχολής Τανκ.

Το καλοκαίρι του 1858 ο Γκριγκ γνώρισε τον περίφημο Νορβηγό βιολιστή Ολε Μπουλ, που ήταν οικογενειακός φίλος. Ο αδερφός του Μπουλ ήταν παντρεμένος με τη θεία του Γκριγκ. Ο Μπουλ αναγνώρισε το ταλέντο του 15χρονου αγοριού και έπεισε τους γονείς του να τον στείλουν στο Ωδείο της Λειψίας, του οποίου το τμήμα πιάνου διεύθυνε Ο Ιγκνατς Μόσελες.

Ο Γκριγκ γράφτηκε στο ωδείο, με αντικείμενο το πιάνο και απόλαυσε τις πολλές συναυλίες και ρεσιτάλ που δίνονταν στη Λειψία. Δεν του άρεσε η πειθαρχία του μαθήματος του ωδείου. Εξαίρεση ήταν το όργανο, που ήταν υποχρεωτικό για τους μαθητές του πιάνου. Σχετικά με τη μελέτη του στο ωδείο έγραψε στον βιογράφο του, Aιμαρ Γκρένβολντ, το 1881: “Πρέπει να παραδεχτώ, σε αντίθεση με τον Σβέντσεν, ότι έφυγα από το Ωδείο της Λειψίας εξίσου αδαής, όπως μπήκα. Φυσικά έμαθα κάτι εκεί, αλλά η ατομικότητα μου ήταν ακόμα ένα κλειστό βιβλίο για μένα.

Την άνοιξη του 1860 επέζησε από δύο απειλητικές για τη ζωή του πνευμονικές παθήσεις, πλευρίτιδα και φυματίωση. Καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής του η υγεία του χειροτέρευε από έναν κατεστραμμένο αριστερό πνεύμονα και σημαντική παραμόρφωση της θωρακικής σπονδυλικής στήλης του. Υπέφερε από πολλές αναπνευστικές λοιμώξεις και τελικά ανέπτυξε πνευμονική και καρδιακή ανεπάρκεια. Διέμεινε πολλές φορές σε ιαματικά λουτρά και σανατόρια τόσο στη Νορβηγία όσο και στο εξωτερικό. Αρκετοί από τους γιατρούς του έγιναν προσωπικοί του φίλοι.

Καριέρα

Το 1861 ο Γκριγκ έκανε το ντεμπούτο του ως πιανίστας συναυλιών στο Κάρλσχαμν της Σουηδίας. Το 1862 ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Λειψία και πραγματοποίησε την πρώτη του συναυλία στην πατρίδα του, όπου το πρόγραμμά του περιελάμβανε την Παθητική σονάτα του Μπετόβεν.

Ο Έντβαρντ Γκριγκ και η Nίνα Χάγκερουπ (σύζυγος και πρώτη εξαδέλφη του) το 1899

Το 1863 ο Γκιγκ πήγε στην Κοπεγχάγη της Δανίας και έμεινε εκεί για τρία χρόνια. Γνώρισε τους Δανούς συνθέτες Γ. Π. E. Χάρτμαν και Nιλς Γκάντε. Γνώρισε επίσης τον συνάδελφό του Νορβηγό συνθέτη Ρίκαρντ Νόρντραακ (συνθέτη του Νορβηγικού εθνικού ύμνου), που έγινε καλός φίλος και πηγή έμπνευσής του. Ο Νόρντραακ πέθανε το 1866 και ο Γκριγκ συνέθεσε ένα επικήδειο εμβατήριο προς τιμήν του.

Στις 11 Ιουνίου 1867 ο Γκριγκ παντρεύτηκε την πρώτη εξαδέλφη του Νίνα Χάγκερουπ (1845–1935), λυρική σοπράνο. Τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε το μοναδικό παιδί τους, η Αλεξάνδρα, που πέθανε το 1869 από μηνιγγίτιδα. Το καλοκαίρι του 1868 ο Γκριγκ έγραψε το Κοντσέρτο για Πιάνο σε A μινόρε, ενώ έκανε διακοπές στη Δανία. Ο Έντμουντ Νέουπερτ παρουσίασε την πρώτη εκτέλεση του κοντσέρτου στις 3 Απριλίου 1869 στο Θέατρο Καζίνο της Κοπεγχάγης. Ο ίδιος ο Γκριγκ δεν μπόρεσε να παραβρεθεί λόγω των δεσμεύσεων του ως μαέστρου στη Χριστιανία (σημερινό Όσλο).

Το 1868 ο Φραντς Λιστ, που δεν είχε ακόμη γνωρίσει τον Γκριγκ, έγραψε μια συστατική επιστολή γι ‘αυτόν στο Νορβηγικό Υπουργείο Παιδείας, με αποτέλεσμα να λάβει μια ταξιδιωτική επιχορήγηση. Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στη Ρώμη το 1870. Κατά την πρώτη επίσκεψη του Γκριγκ, ασχολήθηκαν με τη Σονάτα του Νο. 1 για Βιολί, που άρεσε πολύ στον Λιστ. Κατά τη δεύτερη επίσκεψή του τον Απρίλιο ο Γκριγκ έφερε μαζί του το χειρόγραφο του Κοντσέρτου του για Πιάνο, που ο Λιστ εκτέλεσε χωρίς οπροετοιμασία (συμπεριλαμβανομένης της ενορχήστρωσης). Η ερμηνεία του Λιστ εντυπωσίασε πολύ το κοινό του, αν και ο Γκριγκ του επεσήμανε ευγενικά ότι έπαιξε το πρώτο μέρος πολύ γρήγορα. Ο Λιστ έδωσε επίσης στον Γκριγκ κάποιες συμβουλές σχετικά με την ενορχήστρωση (για παράδειγμα, για να δώσει τη μελωδία του δεύτερου θέματος του πρώτου μέρους σε μια σόλο τρομπέτα).

Το 1874–76 ο Γκριγκ συνέθεσε τη μουσική για την πρεμιέρα του έργου του Χένρικ Ίψεν Πέερ Γκυντ, κατόπιν αιτήματος του συγγραφέα.

Ο Γκριγκ είχε στενούς δεσμούς με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Μπέργκεν (Harmonien) και αργότερα έγινε Μουσικός Διευθυντής της ορχήστρας από το 1880 ως το 1882. Το 1888 ο Γκριγκ συναντήθηκε με τον Τσαϊκόφσκι στη Λειψία και έμεινε κατάπληκτος από το μεγαλείο του.  Ο Τσαϊκόφσκι εκτίμησε πολύ τη μουσική του Γκριγκ, επαινώντας την ομορφιά, την πρωτοτυπία και τη ζεστασιά της.

Στις 6 Δεκεμβρίου 1897 ο Γκριγκ και η σύζυγός του ερμήνευσαν έργα του σε ιδιωτική συναυλία στο Κάστρο του Ουίντσορ για τη Βασίλισσα Βικτώρια και την αυλή της.

Ο Γκριγκ ανακηρύχθηκε δύο φορές επίτιμος διδάκτωρ, πρώτα του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ το 1894 και στη συνέχεια του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης το 1906.

Μεταγενέστερα χρόνια

Μουσείο Έντβαρντ Γκριγκ στο Τρολντχάουγκεν

Η Νορβηγική κυβέρνηση παρείχε στον Γκριγκ σύνταξη καθώς έφτασε στην αντίστοιχη ηλικία. Την άνοιξη του 1903 ο Γκριγκ εξέδωσε εννέα δίσκους γραμμοφώνου 78 σ.α.λ. της μουσικής του στο πιάνο. Όλοι αυτοί οι δίσκοι επανεκδόθηκαν τόσο σε LP όσο και σε CD, παρά την περιορισμένη πιστότητα.

Το 1899 ο Γκριγκ ακύρωσε τις συναυλίες του στη Γαλλία σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την Υπόθεση Ντρέιφους, ένα αντισημιτικό σκάνδαλο που τότε συντάραζε τη γαλλική πολιτική. Σχετικά με αυτό το σκάνδαλο ο Γκριγκ έγραψε ότι ήλπιζε ότι οι Γάλλοι θα μπορούσαν, “Σύντομα να επιστρέψουν στο πνεύμα του 1789, όταν η Γαλλική Δημοκρατία δήλωσε ότι θα υπερασπιστεί τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.” Ως αποτέλεσμα της θέσης του στην υπόθεση αυτή έγινε στόχος πολλών γαλλικών μηνυμάτων μίσους εκείνη την εποχή.

Το 1906 γνώρισε το συνθέτη και πιανίστα Πέρσυ Γκρέινγκερ στο Λονδίνο. Ο Γκρέινγκερ ήταν θαυμαστής της μουσικής του και γρήγορα δημιουργήθηκε μεταξύ μια ισχυρή αλληλοκατανόηση. Σε μια συνέντευξη του 1907 ο Γκριγκ δήλωσε: “Έχω γράψει Νορβηγούς Αγροτικούς Χορούς, που κανείς στη χώρα μου δεν μπορεί να παίξει, και εδώ έρχεται αυτός ο Αυστραλός που τους παίζει όπως έπρεπε να παιχτούν! Είναι μια ιδιοφυΐα που εμείς οι Σκανδιναβοί δεν μπορούμε να κάνουμε παρά να αγαπήσουμε. “

Ο Έντβαρντ Γκριγκ πέθανε στο Δημοτικό Νοσοκομείο του Μπέργκεν της Νορβηγίας, στις 4 Σεπτεμβρίου 1907 σε ηλικία 64 ετών από καρδιακή ανεπάρκεια. Είχε υποφέρει από μια μακρά περίοδο ασθένειας. Τα τελευταία του λόγια ήταν «Λοιπόν, αν πρέπει να γίνει έτσι».

Η κηδεία συγκέντρωσε 30.000 ως 40.000 ανθρώπους στους δρόμους της πόλης του για να τον τιμήσουν. Μετά από επιθυμία του το δικό του Επικήδειο Εμβατήριο προς Τιμή του Ρίκαρντ Νόρντραακ εκτελέστηκε με ενορχήστρωση του φίλου του Γιόχαν Χάλβορσεν, που είχε παντρευτεί την ανιψιά του. Επιπλέον εκτελέστηκε το μέρος Επικήδειο Εμβατήριο από τη Σονάτα για πιάνο No. 2 του Σοπέν. Ο Γκριγκ αποτεφρώθηκε και η στάχτη του ενταφιάστηκε σε κρύπτη σε βουνό κοντά στο σπίτι του, στο Τρολντχάουγκεν. Μετά το θάνατο της συζύγου του η στάχτη της τοποθετήθηκε δίπλα στη δική του.

Ο Έντβαρντ Γκριγκ και η σύζυγός του ήταν Ουνιταριανοί και η Nίνα παρευρέθηκε στην Ουνιταριανή εκκλησία της Κοπεγχάγης μετά το θάνατό του. .

Έναν αιώνας μετά το θάνατό του η κληρονομιά του Γκριγκ εκτείνεται πέρα από το πεδίο της μουσικής. Υπάρχει ένα μεγάλο άγαλμα του στο Σιάτλ, ενώ ένα από τα μεγαλύτερα ξενοδοχεία του Μπέργκεν (την πατρίδα του) ονομάζεται Quality Hotel Edvard Grieg (με πάνω από 370 δωμάτια) και ένας μεγάλος κρατήρας στον πλανήτη Ερμή φέρει το όνομά του.

Moυσική

Από τα πρώτα έργα του Γκριγκ είναι μια συμφωνία (την οποία αργότερα αποκήρυξε) και μια σονάτα για πιάνο. Έγραψε επίσης τρεις σονάτες για βιολί και μια για βιολοντσέλο.

Ο Γκριγκ συνέθεσε επίσης τη μουσική για το έργο του Χένρικ Ίψεν Πέερ Γκυντ, που περιλαμβάνει το περίφημο απόσπασμα με τίτλο “Στην Αίθουσα του Βασιλιά των Βουνών”. Αυτό το μουσικό κομμάτι αναφέρεται στις περιπέτειες του αντιήρωα Πέερ Γκυντ, συμπεριλαμβανομένου του επεισοδίου στο οποίο κλέβει μια νύφη από το γάμο της. Οι θυμωμένοι καλεσμένοι τον κυνηγούν και ο Πέερ πέφτει, χτυπώντας το κεφάλι του πάνω σε βράχο. Ξυπνά σε ένα βουνό που περιβάλλεται από τρολ. Η μουσική του “Στην Αίθουσα του Βασιλιά των Βουνών” συμβολίζει τα θυμωμένα τρολ, που χλευάζουν τον Πέερ και δυναμώνει κάθε φορά που το θέμα επαναλαμβάνεται. Η μουσική τελειώνει με τον Πέερ να δραπετεύει από το βουνό.

Σε μια επιστολή του 1874 προς το φίλο του Φρασντς Μπέγιερ ο Γκριγκ εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για το Χορό της Κόρης του Βασιλιά των Βουνών, ένα από τα μέρη που συνέθεσε για τον Πέερ Γκυντ, γράφοντας “Έχω επίσης γράψει κάτι για τη σκηνή στην αίθουσα του Βασιλιά των βουνών – κάτι που κυριολεκτικά δεν αντέχω να το ακούω, γιατί βρωμάει αγελάδες, υπερβάλλοντα νορβηγικό εθνικισμό και τρολική αυτοϊκανοποίηση! Αλλά έχω μια διαίσθηση ότι η ειρωνεία θα είναι διακριτή. “

Η Σουίτα του Χόλμπεργκ του Γκριγκ γράφτηκε αρχικά για πιάνο και αργότερα διασκευάσθηκε από το συνθέτη για ορχήστρα εγχόρδων. Ο Γκριγκ μελοποίησε στίχους των ποιητών Χάινριχ Χάινε, Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε, Χένρικ Ίψεν, Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, Ράντγιαρντ Κίπλινγκ και άλλων. Ο Ρώσος συνθέτης Νικολάι Μιασκόφσκι χρησιμοποίησε ένα θέμα από τον Γκριγκ για τις παραλλαγές με τις οποίες έκλεισε το Τρίτο Κουαρτέτο Εγχόρδων του. Η Νορβηγίδα πιανίστρια Εβα Κνάρνταλ ηχογράφησε το σύνολο της μουσικής για πιάνο του συνθέτη σε 13 LP για την BIS Records από το 1977 ως το 1980. Οι ηχογραφήσεις επανεκδόθηκαν το 2006 σε 12 μικρούς δίσκους, επίσης από τη BIS Records. Ο ίδιος ο Γκριγκ ηχογράφησε πολλά από αυτά τα έργα πιάνου πριν από το θάνατό του το 1907.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή