I’m going to tell you a secret…

Έχω μία αξιοπρέπεια, της οποίας η μακροημέρευση είναι κάτι περισσότερο από δεδομένη, απ' την στιγμή που έχω συνειδητοποιήσει την αξία του να μιλάς και να γράφεις. Για χρόνια απλώς σκεφτόμουν. Μα ποτέ κανένας φιλόσοφος δεν άλλαξε τον κόσμο

by Times Newsroom

O Rudolf Nureyev, φωτογραφημένος από τον Richard Avedon (Παρίσι, 1961) / πηγή: Τhe Richard Avedon Foundation

  • ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ

Το περιστατικό που θα διηγηθώ με πολύ μεγάλη συντομία, έλαβε χώρα σε δημόσιο νοσοκομείο, κάπου στο πουθενά της Θεσσαλονίκης, οδός τέλους με απελπισίας γωνία. Αν βέβαια το να είσαι Ν.Π.Ι.Δ. σε καθιστά δημόσιο οργανισμό. Έχω κάνει και επίσημη καταγγελία, τόσο στην αρμόδια περιφερειακή υπηρεσία, όσο και στο τμήμα καταγγελιών του εν λόγω νοσοκομείου. Που για να πούμε και την πικρή αλήθεια, δεν έχω καμία υποχρέωση να υποβάλω καταγγελία, είτε επώνυμη, είτε ανώνυμη. Είναι απλώς δικαίωμά μου. Για τους δε καχύποπτους της υπόθεσης, το ελληνικό δημόσιο σύστημα αναγνωρίζει εξίσου και τις ανώνυμες καταγγελίες.

Κατάληξη; Στα σκουπίδια. Ευχαριστούμε για τα όσα μας αναφέρετε, αλλά δεν μπορούν ν’ αποδειχθούν. Κανένα επιχείρημα, δηλαδή. Μόνο άρνηση. Παίρνω το αστικό λεωφορείο υπ’ αριθμόν 28, από το κέντρο της πόλης. Δεν έχει καν ξημερώσει. Και ναι, είμαι κάπως αγχωμένος. Κακώς βέβαια, γιατί ποτέ με το άγχος δεν άλλαξε τίποτα. Απ’ την άλλη, είναι ένα αναμενόμενο συναίσθημα. Και άρα φυσιολογικό. Φτάνω, κάνω εκεί πέρα ό,τι γραφειοκρατικό χρειάζεται, και περιμένω. Τί άλλο; Την σειρά μου. Την σειρά μου να εξευτελιστώ, για την ακρίβεια.

Όσο περιμένω, βλέπω στην άκρη ενός διαδρόμου έναν νεαρό, τότε -πριν μερικά χρόνια, δηλαδή- λίγο μεγαλύτερο από εμένα, ας πούμε στην σημερινή δική μου ηλικία. Είναι ξαπλωμένος και καλυμμένος, με ειδική στολή και κατάλληλο σκέπασμα. Έτοιμος για το χειρουργείο. Το πώς βρέθηκε εκεί, στο ισόγειο του νοσοκομείου παρατημένος σε μια γωνιά, ο θεός κι η ψυχή του. Κάποτε, περνάει μια νοσηλεύτρια, κοιτάζει την καρτέλα του και λέει, δυνατά, για την ακούσει το μισό νοσοκομείο και η κυρα-Λεμονιά από απέναντι, που μαζεύει λάχανα: “Κήλη;”. “Ναι”, απαντάει το αγόρι.

Κι αυτή συνεχίζει: “Έχουμε ένα θέμα με τον αναισθησιολόγο, προς το παρόν. Από στιγμή σε στιγμή, όμως, θα σε βάλουμε μέσα”. Αυτά είναι, σκέφτομαι. Του ‘κανες την καρδιά περιβόλι. Θέμα με τον αναισθησιολόγο, λίγο πριν σε αναλάβει; Και κάτι άσχετο να είναι, το παιδί ήταν που ήταν αγχωμένο, ήδη, πριν απ’ αυτό (βλ. “body language”), φαντάσου μετά. Αλλά φεῦ! Για ποιά φαντασία μιλάς; Εκεί μέσα, το μόνο που θα μπορούσες να φανταστείς είναι η ευλογία λίγου κόκκινου χρώματος, να έρθει με ταχύτητα φωτός και να συνθλίψει την θολούρα του άσπρου-πράσινου ζωντανού νεκροταφείου.

Κι εγώ περιμένω. Παιδάκι τότε, ήμουν δεν ήμουν είκοσι χρονών. Την ώρα που περιμένω, παρατηρώ κίνηση στην αίθουσα μικροεπεμβάσεων, όπου και θα μπω σε λίγο. Λέω ιδέα μου θα ‘ναι, αποκλείεται να μπαινοβγαίνουν εκεί μέσα όλοι αυτοί. Αυτοί οι όλοι αυτοί, λοιπόν, ήταν φοιτητές που παρακολουθούσαν. Όχι, δεν ξέρω τί ακριβώς νόμιζαν πως παρακολουθούν. Όταν το αγόρι που είχε μπει πριν από εμένα τελικώς βγήκε, ήταν εμφανώς καταπονημένο. Σίγουρα πονούσε· ο πόνος δεν κρύβεται. Απ’ την άλλη, ο πόνος σ’ ένα χειρουργείο είναι σχεδόν πάντα αναμενόμενος. Και ως εκ τούτου φυσιολογικός. Δεν είναι, όμως, αυτό το θέμα.

Όταν επιτέλους ήρθε η σειρά μου και μπήκα μέσα, με ρώτησαν αν έχω φάει, ώστε να μην υπάρχει πιθανότητα να λιποθυμήσω από την τοπική αναισθησία. Αν και θα ‘πρεπε να με είχαν ενημερώσει από πριν, κάτι που ποτέ δεν έγινε, φυσικά, είπα “ναι”. Και το έληξα εκεί. Και τότε μου εξήγησαν, με δάκρυα στα μάτια απ’ τα γέλια, ότι το παιδάκι που ήταν μέσα πριν από ‘μένα λιποθύμησε στα χέρια τους. Ολόγυμνο. Ξέχασα βέβαια να πω ότι η συγκεκριμένη επέμβαση απαιτεί απ’ τ’ αγόρια και τους άντρες ν’ απεκδυθούν των από την μέση και κάτω ιματίων τους. Και κανονικά θα ‘πρεπε να τα βγάλεις όλα, μου είπαν αργότερα, γιατί έτσι συνηθίζεται στο χειρουργείο. Όχι ότι είχε μείνει και τίποτα.

Μόνο μια πληγωμένη ελπίδα, που στα γρήγορα κατάφερε να κρυφτεί μέσα σε ό,τι κατάφερε να με καλύπτει ακόμα. Μπαίνω λοιπόν και αντικρύζω καμιά δεκαριά φοιτητές, άντρες και γυναίκες, να στέκονται στην άκρη του κατάλευκου τοίχου, με τα κατακόκκινα μάτια τους καρφωμένα επάνω μου. Όχι, δεν είμαι απειλούμενο είδος. Εκείνη την μέρα, όμως, έτσι αισθάνθηκα. Καταλαβαίνω αμέσως ότι τα πήγαιν’-έλα που προηγουμένως περιέγραψα, εδώ μέσα γινόντουσαν. Αυτοί οι όλοι εκείνοι είναι τώρα μπροστά μου. Μαζί μ’ αυτούς είναι επιπλέον δυο γιατροί και μια νοσηλεύτρια. Και μιλάμε για έναν πολύ μικρό χώρο. Τύπου εξεταστήριο ιατρείου. Σοκαρισμένος από αυτό που αντικρύζω και αγχωμένος ταυτόχρονα, ένα λεπτό δεν στάθηκε ικανό να με κάνει να δω αυτό που ερχόταν.

Δεν προλαβαίνω να παρατηρήσω ότι δεν υπάρχει πουθενά κάποιο διαχωριστικό, απ’ αυτά που σε βοηθούν να βγάζεις τα ρούχα σου, χωρίς τουλάχιστον να σε κοιτάζουν, και ακούω τον Μενούση ανάποδα. Γδύσου, λέει η γιατρός, με την ίδια άνεση που εμείς λέμε σε κάποιον να καθίσει, όταν έρχεται σπίτι μας. Και κανείς δεν κουνιέται να κάνει την παραμικρή έστω κίνηση που θα μπορούσε να με κινητοποιήσει, να με βοηθήσει, να με βγάλει από την δύσκολη θέση να πρέπει να γδυθώ μπροστά σε 14 άτομα. Μπορεί να ήταν και 10, δεν έχει σημασία. Το θέμα είναι ότι ο αριθμός είναι πολύ μεγάλος, για να σταθεί απέναντί του μια και μοναδική μονάδα. Δεν το συζητάω ότι σήμερα όχι μόνο θα ‘φευγα, αλλά πριν φύγω θα τα έσπαγα όλα εκεί μέσα. Για κάποιον όμως ανεξήγητο λόγο, που τον χρεώνω σ’ εμένα και μόνο, έμεινα. Και γδύθηκα.

Για την ακρίβεια, αυτό που έκανα αποκαλείται strip-tease μπροστά σε καμιά δεκαριά επιστήμονες των οπισθίων. Έτσι το βίωσα. Έτσι το λέω. Και μουσική μάλιστα υπήρχε. Ένα ραδιόφωνο στο βάθος έπαιζε κάτι σαβούρες. Καθ’ όλη την διάρκεια της ώρας που έβγαζα τα ρούχα μου, της επέμβασης αλλά και μέχρι τελικώς να ντυθώ εκ νέου, η πόρτα της αίθουσας μικροεπεμβάσεων ήταν ανοιχτή· ή έστω μισάνοιχτη. Να μην παίρνουν μάτι και οι περαστικοί; Κρίμας είναι. Έγιναν κι άλλα βέβαια, που για να τα πω θα πρέπει να ρίξω πολύ το επίπεδο. Κι εδώ γελάς, το ξέρω. Και καλά κάνεις. Ναι, υπάρχει και πιο χαμηλό στάδιο. Και τα χρόνια λοιπόν πέρασαν, αλλά η εικόνα του να πρέπει να γδυθώ, όχι μόνον ενώπιον των άνω του ενός ατόμων, με στοίχειωνε και με στοιχειώνει ακόμα, αν και πλέον αποδυναμωμένη. Όχι γιατί δεν έχει πια σημασία, ή επειδή ξέχασα. Και σημασία έχει, και καθόλου δεν ξέχασα. Απλώς, σήμερα, δεν υπάρχει περίπτωση να ενδώσω σε μια ίδια ή ανάλογη πρόκληση της αξιοπρέπειάς μου.

Είμαι επίσης σίγουρος ότι αυτό έχει συμβεί και σε άλλους νέους ή και μεγαλύτερους άντρες. Κατ’ αρχήν, στο παιδί που ήταν μέσα στο χειρουργείο πριν από εμένα. Δεν γράφω όμως μόνο για τους άντρες. Γράφω απλώς ως άντρας. Το ίδιο μπορεί να έχει συμβεί και να συμβαίνει ακόμα και σήμερα και σε γυναίκες. Εμένα μ’ ενδιαφέρει η προσβολή της αξιοπρέπειας, ειδικώς στο πλαίσιο της υγειονομικής περίθαλψης, καθώς όλοι εξαρτώμαστε απ’ αυτήν. Και είμαι ακόμα πιο σίγουρος ότι αν κάποιοι άντρες το βίωσαν με τον ίδιο αρνητικό τρόπο, όπως εγώ, δεν είναι διατεθειμένοι να το στηλιτεύσουν, ή απλώς να το επικοινωνήσουν. Όχι γιατί δεν θέλουν, αλλά επειδή έμαθαν να πιστεύουν ότι έτσι είναι και τί να κάνουμε. Και εν μέρει τους καταλαβαίνω και τους δικαιολογώ κιόλας, υπό την έννοια ότι δεν είναι εύκολο να καθίσεις κάτω και να καταγράψεις όλες αυτές τις προκλητικές αναμνήσεις, αφού πρώτα αναγκαστείς να τις ξαναφέρεις στον νου σου.

Πρόκειται για εξαιρετικώς αναξιοπρεπή γεγονότα, για τα οποία πολλές φορές δεν βρίσκεις όχι τις κατάλληλες λέξεις, αλλά ούτε καν τον τρόπο ν’ αρθρώσεις λόγο. Έτσι είναι, ναι. Όταν όμως αποφασίσεις να το βγάλεις από μέσα σου, αρχίζεις να εξελίσσεσαι. Πριν το εκφράσω, δημόσια και μη, είχα ενοχές. Σήμερα, νιώθω ακόμα την προσβολή, βαθιά μέσα μου, αλλά ξέρω ότι όσο κι αν οφείλω να έχω γνώση των δικαιωμάτων μου, ως λήπτης υπηρεσιών υγείας, και συνεπώς είναι και ήταν δικό μου θέμα να δεχθώ ή ν’ αρνηθώ να γδυθώ ενώπιον κοινού, άλλο τόσο ξέρω ότι έχω το δικαίωμα να πληροφορούμαι από τους αρμοδίους πάνω στα δικαιώματά μου. Πληροφόρηση που ποτέ δεν υπήρξε. Συμβουλή; Δεν έχω καμία. Έχω όμως μία αξιοπρέπεια, της οποίας η μακροημέρευση είναι κάτι περισσότερο από δεδομένη, απ’ την στιγμή που έχω συνειδητοποιήσει την αξία του να μιλάς και να γράφεις. Για χρόνια απλώς σκεφτόμουν. Μα ποτέ κανένας φιλόσοφος δεν άλλαξε τον κόσμο.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com