Η τέχνη της πιστότητας

Η πιστότητα μιας μετάφρασης δεν είναι κάτι το μηχανικό αλλά απαιτεί εφευρετικότητα και δημιουργικότητα. Η πιστότητα στη μετάφραση είναι μια τέχνη.

by Times Newsroom
  • ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ

Η ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ πρακτική εξετάζει τη λογοτεχνία σχεδόν αποκλειστικά μέσα στο εθνικό της πλαίσιο: με τον Μπροχ δεν ασχολούνται παρά μόνο γερμανιστές, με τον Τζόις μόνο αγγλολόγοι, με τον Προυστ μόνο ρομανιστές. Ανέκαθεν θεωρούσα στενοκέφαλη αυτή την πρακτική. Πώς μπορούμε να κατανοήσουμε την πρωτοτυπία του Μπροχ ή του Προυστ αν δεν ξεκινήσουμε από την υπερεθνική προβληματική του σύγχρονου μυθιστορήματος; Αν ένας φοιτητής θελήσει να γράψει μια διατριβή για τον Γκόμπροβιτς, οι καθηγητές αξιώνουν αυτός να γνωρίζει την πολωνική γλώσσα. Με αυτόν τον πανεπιστημιακό “εθνικισμό” καταδικάζονται όλες οι μελέτες για τον Γκόμπροβιτς, ακόμη και μακριά από την Πολωνία, σε ένα παράξενο διεθνοποιημένο επαρχιωτισμό.

Η απαίτηση να εξετάζουμε το συγγραφέα αποκλειστικά στη μητρική του γλώσσα μαρτυρεί επιστημονική αυστηρότητα ή σχολαστικότητα; Αυτός που δεν το έχει διαβάσει στη δανική γλώσσα δεν έχει το δικαίωμα να συζητάει για το έργο του Κίρκεγκορ; Και όμως δεν είναι εντελώς παράλογο το ερώτημα: ένα λογοτεχνικό έργο μπορεί να μεταφραστεί εξ ολοκλήρου; Μπορεί να μεταφερθεί σε μιαν άλλη γλώσσα όλη η αισθητική πρόθεση του συγγραφέα;

Ιδού το στοίχημα. Το μεγάλο στοίχημα της μετάφρασης. Γιατί η οικουμενική λογοτεχνία δεν μπορεί να υπάρχει, αν δεν υπάρχει η πιστή μετάφραση. Λένε όμως: η μετάφραση είναι σαν γυναίκα, ή πολύ πιστή ή πολύ ωραία. Το πιο ανόητο απόφθεγμα που γνωρίζω. Γιατί η μετάφραση είναι ωραία αν είναι πιστή. Θα μου αντιτείνουν ότι αυτό δεν βρίσκει το απόλυτο ταίρι της σε μιαν άλλη. Ναι, είναι προφανές. Sehnsucht, η περίφημη λέξη της γερμανικής ποίησης δεν σημαίνει ούτε επιθυμία ούτε νοσταλγία και ο μεταφραστής οφείλει να επινοήσει τον πιο κατάλληλο τρόπο για να αποδώσει το νόημά της στα γαλλικά: με μια περίφραση; με ένα πρόσθετο επίθετο; με ένα νεολογισμό;

Η πιστότητα μιας μετάφρασης δεν είναι κάτι το μηχανικό αλλά απαιτεί εφευρετικότητα και δημιουργικότητα. Η πιστότητα στη μετάφραση είναι μια τέχνη. Η δύναμη ενός μυθιστοριογράφου δεν έγκειται μόνο στη φαντασία του, αλλά και στην ικανότητά του για σημασιολογική ακρίβεια. Ο Προυστ, με αυτή την έννοια, δεν είναι λιγότερο απαιτητικός από όσο ο Ντεκάρτ. Οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί γνωρίζουν το μεγάλο μυθιστόρημά του με τον τίτλο Remenbrance of things past. Υπαινικτική αναφορά στο τριακοστό σονέτο του Σαίξπηρ. Ακόμη και ο Σενγκελά δεν θα μπορούσε να επιλέξει ένα πιο όμορφο και πιο κενό τίτλο. Γιατί ο τίτλος του Προυστ είναι ο ακριβής μιας ανθρώπινης κατάστασης και οι λέξεις “recherche”, “temps”, “perdu” είναι αναντικατάστατες. Μόλις ανακάλυψα ότι το Point de lendemain (“Χωρίς αύριο”) του Βιβάν Ντενόν έγινε Nur eine Nacht, “Μόνο μια νύχτα”. Συναισθηματική κοινοτοπία, όπου παρατηρούμε όλη την εκλέπτυνση του γαλλικού τίτλου, η οποία από μια διατύπωση με τραγική απόχρωση κατασκευάζει μιαν ηδονιστική επιταγή. Το μυθιστόρημα του Μπροχ που έχει τίτλο Unschuldigen, δηλαδή “Αθώοι”, φέρει στα γαλλικά τον τίτλο “Ανεύθυνοι”. Το πελώριο παράδοξο του Μπροχ, ο οποίος μιλάει για την ενοχή των αθώων, ακυρώνεται. Σβήνουν το νόημα ενός έργου ήδη από την πρώτη φράση, που είναι ο τίτλος του.

Τις προάλλες παρέλαβα ένα βιβλίο, εκδομένο το 1989, το οποίο με κατέπληξε. Στη νέα μετάφραση των Απάντων τού Φρόιντ προστέθηκε ένας ξεχωριστός τόμος με τίτλο Μεταφράζοντας τον Φρόιντi, όπου οι μεταφραστές εξηγούν την εργασία τους, δικαιολογούν τις επιλογές τους. Μας προσφέρουν για παράδειγμα ένα “Αναλυτικό λεξικό” με μιαν εξηνταριά λέξεις-κλειδιά του Φρόιντ, που περιέχει:σημασιολογική ανάλυση της γερμανικής λέξης, εξέταση των προηγούμενων γαλλικών μεταφράσεών της, τους λόγους που οδήγησαν στη νέα λύση. Είπα στον εαυτό μου:με αυτό το πάθος της ακρίβειας θα έπρεπε να μεταφράζονται όχι μόνο τα μεγάλα δύσκολα έργα αλλά και τα μεγάλα μυθιστορήματα.

Έχω συχνά θυμώσει εναντίον των προδοτικών μεταφράσεων, χωρίς να καταστήσω επαρκώς σαφές το ότι οι υπεύθυνοι δεν είναι υποχρεωτικά οι μεταφραστές. Μόλις διάβασα το εξής:”Συμβαίνει ξένοι συγγραφείς να κατηγορούν τους γάλλους μεταφραστές τους ότι γλυκαίνουν την έκφραση -επομένως και το περιεχόμενο -των έργων τους. Πρέπει να γνωρίζουν αυτοί οι συγγραφείς ότι οι γλυκασμοί δεν είναι υποχρεωτικά φταίξιμο των μεταφραστών. Μερικές φορές αυτοί επιβάλλονται από τους εκδοτικούς οίκους῾ Είναι ο Πιέρ Μπλανσό αυτός που γράφει αυτά τα λόγια σε ένα ενδιαφέρον άρθρο που δημοσιεύτηκε στο τελευταίο τεύχος της επιθεώρησης L’Atelier du romanii.

Ο Μπλανσό αφηγείται έτσι την απίστευτη όσο και συνηθισμένη ιστορία της μετάφρασης του Κλάιστ. Ο εκδότης, ζητώντας ένα κείμενο κομψό, “καλογραμμένο”, ευανάγνωστο, επέβαλε τροποποιήσεις που ο μεταφραστής, πιστός στο παράξενο, τραχύ ύφος του συγγραφέα του, αρνήθηκε να δεχτεί. Θα ακολουθήσουν αντιδικίες, ταλαιπωρίες, ταπεινώσεις (για το μεταφραστή φυσικά, γιατί στο ζεύγος μεταφραστής-εκδότης αυτός είναι ο αδύναμος) και τελικά μια νέα έκδοση του Κλάιστ (που μεταφράστηκε από κάποιον άλλο), η οποία είναι εξίσου λεία και ευανάγνωστη όσο και ελεεινή, πράγμα που ο Μπλανσό το καταδεικνύει, τεκμηριώνοντάς το με παραδείγματα.

Και συνοψίζει ως εξής την κατάσταση που, μπορώ να το επιβεβαιώσω, είναι όλο και πιο συχνή παντού στον κόσμο: “Όταν [ο μεταφραστής] θα παραδώσει το χειρόγραφό του, θα ακούσει να λένε ότι οι “αδεξιότητες” που βρέθηκαν στο κείμενό του απαιτούν τη μαζική παρέμβαση του διορθωτή (ο οποίος επιλέγεται από τον εκδότη)… Όλες αυτές οι αναθεωρήσεις καταλήγουν να κάνουν τους μεταφραζόμενους συγγραφείς να λένε ό,τι να ’ναι… Αν οι φράσεις τους είναι μεγάλες θα τις κόψουν και αν είναι μικρές θα τις τεντώσουν. Θα πολλαπλασιάσουν ανώφελα τα συνδετικά ρήματα αλλά θα αφαιρέσουν τις σημαντικές επαναλήψεις… Οι λόγοι αυτής της λογοκρισίας, αυτής της άγριας νέας συγγραφής; Η ολική υποταγή σε ένα ορισμένο επίμονο ύφος, σε μια γραφή υπεραγοράς, που [ο εκδότης] φαντάζεται ότι είναι η μόνη ικανή να εξασφαλίσει πωλήσεις στο βιβλίο”.

Κείμενο θεμελιώδους σημασίας, επείγουσα έκκληση για να υπερασπιστούμε τη μετάφραση ως τέχνη της πιστότητας, τέχνη χωρίς την οποία η ιδέα του Γκέτε για την οικουμενική λογοτεχνία, που καθιστά τον Προυστ το ίδιο οικείο σε ένα Ισλανδό όσο και σε ένα Γάλλο, δεν θα είχε νόημα.

  • Επιλογή-Μετάφραση κειμένου: Θανάσης Γιαλκέτσης
  • Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη γαλλική εφημερίδα Le Monde, στις 26 Μαΐου 1996
  • ΦΙΛΟΒΙΒΛΟΝ. Εθνικό Κέντρο Βιβλίου

iAndré Bourguignon, Pierre Cotet,  Jean Laplanche, François Robert: Traduire Freud. Paris: Presses Universitaires de France

iiL’Atelier du roman, no 4, Arlea.

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com