Ιστορίες από την Άγκυρα

Ο στόχος αυτούς του κειμένου είναι κυρίως να ενημερώσει με τις προσωπικές μου εμπειρίες μέσω του προγράμματος Erasmus.

by Times Newsroom

Απ’ τον χώρο προσευχής εντός της Θεολογικής σχολής της Άγκυρας

  • Άγγελος Τζίτζιρας

Η Άγκυρα αν και ακούγεται συχνά στις ειδήσεις (συνήθως με αρνητικό τρόπο, λόγω της διαμάχης των δύο χωρών μας), είναι μια περιοχή άγνωστη – σε αντίθεση με περιοχές πιο ανατολικά της, όπως η Καππαδοκία και ο Πόντος. Ο στόχος αυτούς του κειμένου είναι κυρίως να ενημερώσει με τις προσωπικές μου εμπειρίες μέσω του προγράμματος Erasmus.

Βέβαια θα είναι πρώτα χρήσιμο ένα backstory, προτού ξεκινήσουμε με το ταξίδι. Η Θεολογική σχολή του ΑΠΘ έχει κάνει συμφωνίες με διάφορες Θεολογικές σχολές, που ανήκουν στο πρόγραμμα Erasmus, μεταξύ άλλων με τη Θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου της Άγκυρας. Όμως δεν είχε ποτέ συμβεί κάποια ανταλλαγή μεταξύ των δύο σχολών στο παρελθών, καθώς η χριστιανική βάση της Θεολογικής σχολής του ΑΠΘ δε μπορούσε να συνεργαστεί με μια Μουσουλμανική σχολή, όπως αυτή του Πανεπιστημίου της Άγκυρας.

Σε αυτό το σημείο είναι κρίσιμο να υπενθυμίσω πως από το 2016 λειτουργεί η Εισαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών η οποία ανήκει επίσημα στη Θεολογική σχολή του ΑΠΘ, αλλά λειτουργεί αυτόνομα με ξεχωριστά μαθήματα, που δίνουν τεράστια έμφαση στα ζητήματα του Ισλάμ, θεολογικά και μη.

Όταν ξεκίνησα την διαδικασία της αίτησης για Erasmus, πίστευα ότι θα υπήρχαν δεκάδες αιτήσεις για να πάνε κι άλλοι στην Άγκυρα, και ειδικά από την «κατεύθυνση» μου. Όταν όμως τελικά έμαθα, ότι θα είμαι ο πρώτος φοιτητής του ΑΠΘ που θα πάει στην Άγκυρα, και ο πρώτος από την «κατεύθυνση» που θα πάει σε μουσουλμανική χώρα για πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών, σίγουρα ήταν ένα σοκ για μένα, καθώς δεν ήξερα καν πως να προετοιμαστώ ή το τι να κάνω ή το τι μαθήματα να πάρω, καθώς ήταν η πρώτη φορά και των καθηγητών που τους έτυχε να στείλουν φοιτητή σε Θεολογική σχολή της Τουρκίας!

Για να μην τα πολυλογώ, καθώς θα βγει και μεγάλο το κείμενο, φτάνουμε στις μέρες του ταξιδιού, όπου αποφάσισα αντί να πάω με αεροπλάνο και να βγουν μεγάλα τα έξοδα, να πάω με πλοία και ΚΤΕΛ, έτσι ώστε και να βγει πιο οικονομικά αλλά και να δω κάποια μέρη που δεν έχω δει.

Το Κοτζάτεπε Τζαμί, το οποίο αποτελεί και το κεντρικό Τζαμί της Άγκυρας 

Το ταξίδι ξεκίνησε τέλη Ιανουαρίου από Θεσσαλονίκη – Αθήνα και από εκεί στην Μυτιλήνη, το νησί του πατέρα μου, για το οποίο τόσα μου είχε πει αλλά δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να πάω, μπορεί να μην κατάφερα να κάτσω πολύ παρά μία μόνο ημέρα, αλλά σίγουρα είναι ένα νησί που αξίζει να το επισκεφτεί κάποιος.

Από εκεί, στις 2 Φεβρουαρίου παίρνω ένα μικρό ferry boat, με το οποίο μπορεί να πάει κάποιος από Μυτιλήνη στο Αϊβαλί (η αλήθεια είναι ότι ήμουν πολύ τυχερός που δεν ακυρώθηκε καθώς τους χειμερινούς μήνες είναι πολύ δύσκολο ένα τέτοιο ταξίδι). Το Αϊβαλί βέβαια δεν το επέλεξα τυχαία αλλά εσκεμμένα, καθώς ήταν ο τόπος καταγωγής των προ-παππούδων μου από την πλευρά του πατέρα μου, οι οποίοι 100 χρόνια πριν είχαν φύγει από το σπίτι τους για να περάσουν σε μέρη ξένα, για αυτούς, στην Μυτιλήνη. Μεγαλύτερο δράμα είχε η προ-γιαγιά μου, γιατί από Μουσουλμάνα είχε γίνει Χριστιανή για να παντρευτεί τον προπάππου μου και αναγκάστηκε να φύγει από την οικογένεια της και να πάει σε μια χώρα ξένη.

Μόλις έφτασα στο Αϊβαλί και πέρασα τον έλεγχο του διαβατηρίου, έφτασα εμπρός σε δύο ενδιαφέροντα ζητήματα: η μέχρι σήμερα παρουσία της Ελληνικής γλώσσας και του ελληνισμού στο Αϊβαλί, και η κατάσταση της Τουρκικής οικονομίας.

Μόλις βγήκαμε από το λιμάνι, μια κυρία που είχα γνωρίσει μέσα στο πλοίο, με σύστησε σε μια άλλη κυρία μεγάλης ηλικίας (να ήταν γύρω στα 80-90), η οποία βοηθούσε ως μεταφράστρια τους Έλληνες που πήγαιναν στην πόλη. Το ενδιαφέρον δεν ήταν μόνο το ότι ήξερε ελληνικά ,αλλά και το ότι μιλούσε την κρητική διάλεκτο. Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι η καταγωγή της ήταν από τους Τουρκοκρητικούς, οι οποίοι ήταν γηγενείς Μουσουλμάνοι της Κρήτης (όπως οι Βαλαάδες των Γρεβενών για τους οποίους θα μιλήσουμε κάποια άλλη στιγμή και έχει μεγάλο ενδιαφέρον η ιστορία τους). Αλλά και μέσα στο λεωφορείο της πόλης μπορούσε κάποιος να ακούσει τον οδηγό αλλά και άλλο κόσμο να μιλάει ελληνικά και στα στενάκια να υπάρχουν Σύλλογοι Τουρκοκρητικών, με όλους να έχουν ως σύμβολο τους την Κρήτη. Το ξενοδοχείο, στο οποίο ήμουν, ανήκε παλαιότερα σε μια Ελληνική οικογένεια και η ύπαρξη χριστιανικών ορθόδοξων ήταν ακόμη παρούσα, αλλά βέβαια χωρίς να λειτουργούν ως εκκλησίες αλλά ως μουσεία (όπως συμβαίνει και στην Ελλάδα και με τα τζαμιά που έχουμε).

Φτάνουμε βέβαια και στο κρίσιμο θέμα της Τουρκικής οικονομίας, και συγκεκριμένα της λίρας. Όταν πήγα για πρώτη φορά σε κάποιο μαγαζί για να πάρω κανένα σνακ, η διαφορά των τιμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ήταν τεράστια. Βέβαια δε θα πρέπει να ξεχνάμε το ότι μπορεί για εμάς να είναι πιο φτηνά, αλλά για τους ντόπιους είναι πολύ δύσκολη η κατάσταση.

Την επόμενη μέρα το βράδυ έφυγα από το Αϊβαλί με το ΚΤΕΛ για να πάω προς Άγκυρα και η διαφορά μεταξύ των ΚΤΕΛ είναι τεράστια (εκτός από το οικονομικό), καθώς κάποιος θα έφερνε συνεχώς είτε κάποιο κράκερ, είτε κάποιο μπισκότο, νερό, τσάι, κόκα – κόλα, χυμό και όλα αυτά δωρεάν. Επίσης, σε όσα ΚΤΕΛ χρησιμοποίησα υπήρχε σε κάθε θέση μια σαν μικρή τηλεόραση. Τα λεωφορεία που έχουν συνήθως από την μια πλευρά έχει δύο θέσεις και από την άλλη πλευρά μία θέση – κάτι το οποίο είναι και πολύ βολικό, καθώς υπάρχουν και νυχτερινά δρομολόγια με αποτέλεσμα να είναι πιο εύκολο να κοιμηθεί κάποιος εκεί.

Όταν έφτασα στην Άγκυρα, βρήκα μια πόλη στην οποία μόλις είχε στρωθεί το χιόνι με πολύ κρύο και λίγες ώρες πριν την μεγάλη καταστροφή που προκάλεσε ο μεγάλος σεισμός που συνέβη μια μέρα μετά. Στις 6 Φεβρουαρίου θυμάμαι ότι ήμουν ήδη στην Θεολογική σχολή της Άγκυρας συζητώντας με κάποιους καθηγητές για την νέα κατάσταση, την αβεβαιότητα και το πένθος στην οποία βρισκόταν πλέον η χώρα και εκεί που μιλούσαμε συνέβη ένας δυνατός μετασεισμός, ο οποίος ήταν αρκετά αισθητός. Αν σκεφτεί κανείς τις αποστάσεις, τότε μπορεί να αναλογιστεί και την δύναμη του σεισμού.

Την ίδια μέρα έφυγα και από το ξενοδοχείο, στο οποίο βρισκόμουν για να πάω στις εστίες του Πανεπιστημίου (όπου είχα δικαίωμα να πάω ως φοιτητής Erasmus με 40 ευρώ το μήνα για ενοίκιο και άλλα 8 ευρώ το μήνα για βραδινό). Στην αρχή είχα για συγκάτοικο ένα παιδί από την Συρία, αλλά αργότερα καταφέραμε με κάποια παιδιά, που είχαν έρθει με Erasmus, να είμαστε μαζί (ένας από Ιταλία, που έφυγε λίγο αργότερα και ένα άλλο παιδί από Σλοβακία που είμασταν μαζί μέχρι τέλους).

Μετά από κάποιες εβδομάδες αβεβαιότητας μάθαμε πως τα μαθήματα θα γινόντουσαν online λόγω του σεισμού, αλλά μετά από επαφές, που είχα με καθηγητές από το ΑΠΘ, συμφωνήθηκε ότι μπορώ να παραμείνω στην Τουρκία και να συνεχίσω τις σπουδές σαν να γινόντουσαν τα μαθήματα από κοντά.

Οι καθηγητές της Θεολογικής σχολής της Άγκυρας ήταν αρκετά χαρούμενοι, καθώς ήταν η πρώτη φορά που είχαν Έλληνα φοιτητή και ήταν εντυπωσιασμένοι με την ύπαρξη της Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών στο ΑΠΘ καθώς δεν γνώριζαν για την ύπαρξη της!

Από τις δεκάδες συναντήσεις με διάφορους καθηγητές της Σχολής, κρατάω περισσότερο τη γνωριμία μου με μια καθηγήτρια της Θεολογικής σχολής, η οποία ως μητρική της γλώσσα μαζί με τα τουρκικά ήταν τα ρωμέικα (ή όπως αλλιώς είναι γνωστά ως ποντιακά). Ποτέ δεν περίμενα ότι θα είχα την δυνατότητα να έχω μια τέτοια συνάντηση στην Άγκυρα. Βέβαια ήταν πάρα πολύ δύσκολο να συνεννοηθούμε, καθώς η διαφορά μεταξύ των ρωμέικων και των σύγχρονων ελληνικών είναι σχετικά σημαντική.

Αν και τα περισσότερα μαθήματα ήταν Online, υπήρχε ένα που γινόταν από κοντά καθώς δε μπορούσα να βρω εύκολα αρκετά μαθήματα για να έχω όσα χρειάζονται. Και μια καθηγήτρια αποφάσισε να κρατήσει ένα μάθημά της «ανοιχτό» και να το κάνει και ας ήμουν ο μόνος της φοιτητής!! Μια από τις παραδόσεις, που υπάρχουν εκεί και την οποία συνήθισα, είναι ότι μαζί με το μάθημα να πίνουμε και τσάι…

Ως προς τις διαφορές μεταξύ της κατεύθυνσης του ΑΠΘ και της Θεολογικής σχολής της Άγκυρας (ως προς το αγγλικό της πρόγραμμα τουλάχιστον) θα έλεγα ότι 1ον στο ΑΠΘ υπάρχει ένας συνδυασμός εκπαιδευτικής ύλης αγγλικών αλλά και ελληνικών πηγών για την μελέτη του Ισλάμ, ενώ στην Άγκυρα μόνο αγγλικών πηγών και 2ον ότι στο ΑΠΘ (λόγω και της παρουσίας των Μουφτήδων της Θράκης) είναι πιο θεολογική η εκπαίδευση και ο τρόπος προσέγγισης, ενώ στην Άγκυρα πιο κοσμική (λόγω και των μεγάλων μεταρρυθμίσεων του Κεμάλ Ατατούρκ σχετικά με τη θρησκεία).

Ως προς τους τόπους που επισκέφτηκα, δε θα έλεγα ότι ήταν πολλοί αλλά σίγουρα αρκετοί. Τον Μάρτιο (λίγες εβδομάδες μετά την τραγωδία των Τεμπών) πήγα μαζί με κάποια άλλους φοιτητές – Erasmus στο Ικόνιο, όπου μεταξύ άλλων επισκεφτήκαμε τον τάφο του Μεβλάνα Ρούμι αλλά και πολλά τζαμιά της πόλης.

Αρχές Απριλίου, και καθώς ήθελα να τηρήσω την συγκεκριμένη παράδοση, πήγα στην Σμύρνη για το Πάσχα, μια πόλη η οποία διατηρεί μέχρι και σήμερα Εκκλησίες αλλά και μια σημαντική ορθόδοξη κοινότητα (με Έλληνες και Σλάβους), όπου ήταν μια πάρα πολύ ωραία εμπειρία και σίγουρα ήταν ενδιαφέρον το να δω την εξέλιξη της πόλης από τις ιστορίες που ακούμε για το παρελθόν, στο τι συμβαίνει σήμερα.

Γύρω στις 15 Απριλίου πήγα σε ένα χωριό έξω από την Άγκυρα, που ονομάζεται Beypazar, με ένα παιδί από την Καισάρεια (έχει μεγάλο ενδιαφέρον η ιστορία σχετικά με αυτό το παιδί αλλά υπάρχουν κάποια στοιχεία που δεν θεωρώ ότι θα ήταν χρήσιμα να σας μοιραστώ) και εκτός από ό,τι παρατήρησα την ομοιότητα του χωριού με την Άνω Πόλη, είχαμε την δυνατότητα να πάμε σε κάποια παραδοσιακά τζαμιά της περιοχής.

Στο τέλος Απριλίου, όπου ήταν και το τέλος του Ραμαζανιού, είχα την δυνατότητα να πάρω μέρος σε μια λατρευτική πράξη που ονομάζεται ”Ιτικάφ”. Το Ιτικάφ με λίγα λόγια είναι Μουσουλμανική παράδοση με ρίζες της να προέρχονται από τους Σούφι, όπου οι πιστοί μένουν στο τζαμί για κάποιες μέρες όταν το Ραμαζάνι φτάνει στο τέλος του και έχουν διάφορες θεολογικές συζητήσεις και προσεύχονται. Είχα την δυνατότητα να πάρω μέρος για ένα βράδυ, και μπορώ να πω ότι ήταν μια καταπληκτική εμπειρία, και ως προς τις σπουδές μου αλλά και προσωπικά -θεολογικά (αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι ελάχιστοι συμμετέχουν στο Ιτικάφ και λίγοι νηστεύουν πραγματικά, σε αντίθεση με όσα συνήθως μπορεί να ακούμε για μια πιο Ισλαμική Τουρκία).

Η προεκλογική περίοδος στην Τουρκία σίγουρα ήταν έντονη, αλλά και πάρα πολύ ενδιαφέρουσα, παρά τους κινδύνους της. Δίπλα από το σπίτι μου, λίγες μέρες πριν τις εκλογές, η Ενωμένη Αντιπολίτευση, γνωστή και ως «τραπέζι των 6», έκανε μια μεγάλη εκδήλωση με ομιλητές τον Δήμαρχο της Άγκυρας Μανσούρ Γιαβάς, Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, την Πρόεδρο του Καλού Κόμματος Μεράλ Ακσενέρ και τον υποψήφιο για την Προεδρία αλλά και πρόεδρο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος Κεμάλ Κιλιστάρογλου. Αν και εκεί πάνε με «ώρα ΠΑΣΟΚ», καθώς οι ομιλίες ξεκίνησαν ώρες μετά την ώρα που είχε κανονιστεί η εκδήλωση, το κλίμα σίγουρα ήταν τελείως διαφορετικό από ό,τι στις προεκλογικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα.

Όσοι είχαν πάει, είχαν φτιάξει τα δικά τους πλακάτ και πανό. Οι υποστηρικτές όλων των κομμάτων του «τραπεζιού των 6» ήταν εκεί με τα δικά του σημαιάκια και πλακάτ, ενώ η ατμόσφαιρα πριν τις ομιλίες ήταν σαν να βρισκόταν κανείς σε κλαμπ παρά σε πολιτική ομιλία, ενώ δεν έπεφτε καρφίτσα από τον κόσμο που είχε.

Αν και στον πρώτο γύρο η Αντιπολίτευση είχε έναν σχετικά ήπιο λόγο, στον δεύτερο γύρο προσπάθησε να πάρει ψήφους από την ακροδεξιά με απαράδεκτο τρόπο. Συγκεκριμένα ένα από τα κεντρικά πανό της αντιπολίτευσης στους δρόμους έλεγε: «Εμείς θα διώξουμε τους Σύριους από τις γειτονιές». Σίγουρα δεν θα το περίμενε κανείς αυτό από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, που επίσημα ανήκει στην ομάδα των Ευρωσοσιαλιστών μαζί με το ΠΑΣΟΚ.

Προγράμματα σαν το Erasmus σε χώρες διπλανές μας είναι πάρα πολύ σημαντικά, καθώς μας βοηθούν στο να καταλάβουμε το πως λειτουργούν οι κοινωνίες για τις οποίες νομίζουμε ότι ξέρουμε κάποια πράγματα. Επίσης είναι σημαντικό να αναφέρω ότι ακόμη και ομάδες όπου ο Ερντογάν προσπαθεί να κυνηγήσει και να εξαφανίσει (π.χ. Γκιουλενιστές) συνεχίζουν και υπάρχουν μέχρι και σήμερα στην Τουρκία αλλά όχι τόσο φανερά όσο ήταν πιο παλιά. Για το τέλος κράτησα μια ωραία ιστορία. Είχα πάει με το παιδί από την Σλοβακία, που ανέφερα πιο πάνω, σε μια τουριστική περιοχή της Άγκυρας παρόμοια με την Άνω Πόλη, και ένα μαγαζί με σουβενίρ πουλούσε μια εικόνα της Παναγίας, η οποία ήταν γραμμένη στα αραβικά.

Ο καταστηματάρχης παρατήρησε ότι την κοιτούσαμε και ήρθε να μας εξυπηρετήσει. Ξεκινήσαμε την συζήτηση και όταν έμαθε, ότι ήρθα από την Ελλάδα στην Τουρκία με αγκάλιασε και είπε «’κανείς μας δεν θέλει τον πόλεμο, αυτά τα πράγματα τα θέλουν μόνο όσοι έχουν την εξουσία», και θα έλεγα ότι είναι πολύ σημαντικό το να θυμόμαστε, το ότι μπορεί να υπάρχουν συγκρούσεις μεταξύ των κρατών, αλλά πολλές φορές δεν είναι ευθύνη των απλών ανθρώπων αλλά κάποιων κυβερνήσεων.

  • Μέλος του Τομέα Παιδείας ΠΑΣΟΚ, Φοιτητής στην Εισαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών του ΑΠΘ,  Υποψήφιος κοινοτικός σύμβουλος Άνω Πόλης – Ομάδα για την Θεσσαλονίκη 

Υ.Γ.

Για το περιεχόμενο του Προγράμματος θα επανέλθω…

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com