Μαρκ Τουέιν: Ο «πατέρας» του Τομ Σόγιερ

Ο Τομ Σόγιερ είναι αληθινός γιατί αποτυπώνει τον χαρακτήρα και την διαδρομή του λογοτεχνικού του πατέρα, του Μαρκ Τουέιν, του κατεξοχήν συγγραφέα της περιπέτειας. Ενός ανθρώπου που έζησε ταξιδεύοντας, έχοντας αληθινή του πατρίδα το κατάστρωμα ενός πλοίου η μία άμαξα.

by ΗΛΙΑΣ ΛΙΑΜΗΣ
  • ΗΛΙΑΣ ΛΙΑΜΗΣ

Ο Τομ Σόγιερ υπήρξε διεθνώς ο αναπόσπαστος ήρωας κάθε παιδικής βιβλιοθήκης σε όλη την διάρκεια του εικοστού αιώνα. Αυτό το χαμίνι του Μισισιπή έγινε ο αόρατος φίλος και χιλιάδων Ελληνόπουλων, έστω και αν οι Νότιες Πολιτείες της Αμερικής δεν θυμίζουν σε τίποτε το ελληνικό τοπίο. Όμως, όπως καθετί το αυθεντικό, έτσι και ο ήρωας αυτός έγινε πρόσωπο παγκόσμιο, όχι μόνο για την κρίσιμη ηλικία της πρώτης εφηβείας αλλά για την κάθε ηλικία που νοσταλγεί το πρώτο ξεπέταγμα των φτερών της ψυχής. Ο Τομ Σόγιερ είναι το αγόρι εκείνο που ανοίγει για πρώτη φορά την πόρτα της πατρικής αυλής και κοιτάει έκθαμβο τον μεγάλο κόσμο. Ο Τομ Σόγιερ είναι ο κάθε ενήλικας που διψάει να ανοίξει πάλι μία άλλη πόρτα προς έναν καινούργιο, φρέσκο, μεγάλο κόσμο και να αφήσει πίσω του όλα εκείνα που τον δένουν με τις συμβάσεις και την ρουτίνα.

Ο Τομ Σόγιερ είναι αληθινός γιατί αποτυπώνει τον χαρακτήρα και την διαδρομή του λογοτεχνικού του πατέρα, του Μαρκ Τουέιν, του κατεξοχήν συγγραφέα της περιπέτειας. Ενός ανθρώπου που έζησε ταξιδεύοντας, έχοντας αληθινή του πατρίδα το κατάστρωμα ενός πλοίου η μία άμαξα.

Για τους μεγάλους Αμερικανούς συγγραφείς που ομόφωνα αναγνωρίζουν την καταλυτική επίδραση του στην εξέλιξη της αμερικανικής λογοτεχνίας, ο Μαρκ Τουέιν είναι ένας πραγματικός πρέσβης της Αμερικής από τα μέσα του 19ου αιώνα ως τις αρχές του εικοστού. Της Αμερικής που θέλει να υπερβεί τις φυλετικές διακρίσεις, της Αμερικής τον νέων ιδεών, της γοητείας για την περιπέτεια, της εξερεύνησης και της κατάκτησης. Οι ιστορικοί της λογοτεχνίας βρίσκουν στο έργο του μοτίβα του Δον Κιχώτη ενώ όλοι συμφωνούν πως, όση δύναμη έχει ο Σαίξπηρ να βυθομετρά την ψυχή των ηρώων του έτσι και ο Μαρκ Τουέιν είχε τη δύναμη να βυθομετρά την ψυχή των χαμινιών που υπήρξαν παιδικοί του φίλοι και που δεν τους αποχωρίστηκε, μέσω των έργων του, ποτέ.

Γεννήθηκε το 1835 στη Φλόριντα της πολιτείας Μιζούρι κοντά στον ποταμό Σάλι, πού, καμιά εκατοστή μίλια παρακάτω, χύνεται στον Μισισιπή. Το αληθινό του όνομα ήταν Σάμιουελ Λάγκχορν Κλέμενς. 27 χρόνια μετά το μετέτρεψε σε Μαρκ Τουέιν , που, στην γλώσσα των πιλότων του Μισισιπή, όπως υπήρξε και ο ίδιος στα νιάτα του, σημαίνει «δύο οργιές βάθος».

Η οικογένειά του είχε σαν βασικό χαρακτηριστικό τον ρομαντισμό, την ονειροπόληση και την απέραντη καλοσύνη. Ο πατέρας του Τζον Κλέμενς καταστράφηκε επανειλημμένως, περισσότερο εξαιτίας της αφέλειας και της ευπιστίας του προς τους εκάστοτε συνεταίρους του, παρά από ανικανότητα. Την ευγένεια και την καλοσύνη της μητέρας του δεν την ξέχασε ποτέ και την αναζήτησε στο πρόσωπο της αγαπημένους του συζύγου Ολίβια, στην οποίαν αφοσιώθηκε ολόψυχα. Όπως ο ίδιος ομολογούσε, καμία σελίδα δεν βγήκε από το σπίτι χωρίς να εξεταστεί από την Λίβι, όπως την αποκαλούσε. Είναι βέβαιον πως, πολλές φορές, ήταν αυτή που τον προστάτευσε από ακραίες εκφράσεις και ριζοσπαστικές ιδέες που θα τον εξέθεταν. Όταν πέθανε, ο ίδιος έγραψε:

«Ήταν η ζωή μου και τώρα έχει φύγει. Ήταν τα πλούτη μου και τώρα είμαι φτωχός. Σαν χαμογελούσε, ο ήλιος έδιωχνε τα σύννεφα και τα σκοτάδια».

Ο γάμος αυτός, είναι γεγονός πως του χάρισε μία άνετη ζωή σε ένα υπέροχο σπίτι που υπάρχει μέχρι σήμερα ως μουσείο στο Στάνφορντ των Ηνωμένων Πολιτειών. Μέχρι τότε, ο Μαρκ Τουέιν υπήρξε ένας εύθυμος και ανέμελος τυχοδιώκτης με συχνή εναλλαγή επαγγελμάτων και διαρκείς αποτυχίες. Ξεκίνησε με επιχειρηματικές δραστηριότητες, δούλεψε ως πιλότος πλοίων στο Μισισιπή, πολέμησε για λίγο στον αμερικανικό εμφύλιο και κατέληξε χρυσοθήρας στην Καλιφόρνια. Όπως γράφει ο ίδιος, «αφού απέτυχα σε όλες μου τις προσπάθειες, στράφηκα προς τη λογοτεχνία».

Άρχισε να γράφει όταν προσελήφθη ως δημοσιογράφος της εφημερίδας Σακραμέντο Γιούνιον που τον έστειλε πέρα από τις θάλασσες, στη Χονολουλού. Η εξόρμηση αυτή προκάλεσε έναν λογοτεχνικό οίστρο, πλημμυρισμένο από τις παιδικές του αναμνήσεις αλλά και τις εμπειρίες του στα ταξίδια, δίνοντας του αστείρευτα θέματα όχι μόνο συγγραφής αλλά και διαλέξεων. Σε ένα πλήθος λογοτεχνικών σελίδων, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζουν τα δύο διασημότερα έργα του ο Τομ Σόγιερ ο Χώλκμπερυ Φιν, περιγράφεται η νοσταλγία του για τα νεανικά χρόνια της μποέμικης ζωής του. Τα δύο έργα εκδόθηκαν το 1876 και το 1884 αντίστοιχα. Η φυγή του Χοκ με τον μαύρο σκλάβο Τζιμ, που θεωρείτο έγκλημα για την εποχή του και θα τον έθετε αμέσως εκτός νόμου, ήταν για αυτόν ένα σύμβολο του ανατρεπτικού χαρακτήρα του. Δεν είναι όμως μόνον η περιπέτεια που έκανε τα βιβλία του Μαρκ Τουέιν αγαπητά. Είναι και το ιδιότυπο χιούμορ του. Αυτό το καταπληκτικό μαγευτικό χιούμορ που σημείωνε τη μεγαλύτερη επιτυχία κατά τις διαλέξεις του και πού ήξερε να το χειρίζεται όσο κανείς άλλος.

Έλεγε:

«Πρέπει να κάνεις και να λες πράγματα με τη μεγαλύτερη σοβαρότητα, προσποιούμενος ότι δεν καταλαβαίνεις την κωμικότητα τους».

Ο ίδιος όμως ήξερε καλά ποια είναι η πηγή του χιούμορ. Γνώριζε όπως και στην περίπτωση του Μολιέρου, πως η κωμωδία στο θέατρο έρχεται να απαλύνει τον πόνο και της δυστυχίας της προσωπικής ζωής:

«Η κρυφή πηγή του χιούμορ δεν βρίσκεται στη χαρά αλλά στον πόνο. Τη στιγμή που αστράφτει το χιούμορ, η σκληρότητα μέσα μας υποχωρεί και αφήνει να περάσει μία ακτίνα ηλίου».

Το οξύ του χιούμορ συνοδευόταν από έναν έντονο θρησκευτικό και κοινωνικό αντικομφορμισμό:

«Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην περιφρονεί όλα τα άλλα έθνη. Η υποκρισία, η κακία, η σκληρότητα, η εκδίκηση, η διαστροφή, ο βιασμός υπήρξαν και είναι ακόμη ο κανόνας σε όλους τους λαούς της γης. Πάνω από όλους τους άλλους είναι οι Γάλλοι».

Αλλά και στους Άγγλους δεν επιφύλαξε καλύτερη μεταχείριση. Μπροστά στο μνημείο που η βασίλισσα Βικτωρία έβαλε να κτίσουν στη μνήμη του συζύγου της πρίγκιπα Αλβέρτου, ο Μαρκ Τουέιν αναφώνησε: «Το ωραιότερο μνημείο του κόσμου προς δόξαν της μετριότητας».

Παρόλα αυτά, προτιμούσε να μένει στην Ευρώπη, επειδή η ζωή εκεί ήταν φθηνότερη και οι διαλέξεις του πληρώνονταν πλουσιοπάροχα. Ήταν διαρκώς προσκαλεσμένος στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Γηραιάς Ηπείρου όπου τον υποδέχονταν με βασιλικές τιμές και του απένειμαν, σε λαμπρές τελετές, τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα.

Έσβησε ένα πρωινό του 1910, στα 75 του χρόνια, στην αμερικάνικη γη, που στα 5 τελευταία χρόνια της ζωής του δεν την είχε εγκαταλείψει ούτε μία στιγμή.

Πηγή: www.pemptousia.gr

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή