Πατερναλιστικός αντι-ιμπεριαλισμός

Η στρατοπεδική λογική φαντάζεται τον κόσμο διαιρεμένο σε δύο στρατόπεδα: ένα επιθετικό και ιμπεριαλιστικό, καθοδηγούμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και ένα αντιιμπεριαλιστικό αποτελούμενο από τους «αντιπάλους» της Αμερικής

by Times Newsroom
  • SHERI BERMAN*

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη απειλή για την ειρήνη στην Ευρώπη από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και τους πολέμους στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Η διατήρηση της ειρήνης σε όλο τον κόσμο είναι ένας από τους πρωταρχικούς στόχους της Αριστεράς και συνεπώς η απάντησή της σε αυτή την κρίση έχει κομβική σημασία. Δυστυχώς, ένα τμήμα της Αριστεράς είναι ακόμα προσκολλημένο σε μια παθολογία, η οποία αποδυνάμωσε τόσο ηθικά όσο και πολιτικά την Αριστερά ήδη όσο διαρκούσε ο Ψυχρός Πόλεμος: στη «στρατοπεδική λογική». Η στρατοπεδική λογική φαντάζεται τον κόσμο διαιρεμένο σε δύο εχθρικά στρατόπεδα: ένα επιθετικό και ιμπεριαλιστικό, καθοδηγούμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και ένα αντιιμπεριαλιστικό, αποτελούμενο από τους «αντιπάλους» της Αμερικής.

Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αυτή η μανιχαϊκή κοσμοαντίληψη είχε ήδη οδηγήσει τμήματα της Αριστεράς να εκλογικεύουν ή να παραγνωρίζουν τα εγκλήματα που διαπράττονταν από τη Σοβιετική Ένωση, από την Κίνα ή από άλλους εχθρούς των Ηνωμένων Πολιτειών. Και μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, μια ορισμένη Αριστερά παρέμεινε σταθερή σε αυτή τη θεώρηση του κόσμου, στην οποία οι απαντήσεις στα παγκόσμια γεγονότα επηρεάζονται περισσότερο από αυτό στο οποίο αντιτασσόμαστε (τις Ηνωμένες Πολιτείες) και όχι από αυτό για το οποίο θα έπρεπε να παλεύουμε, δηλαδή τις προοδευτικές αρχές.

Αυτή η αντίληψη οδήγησε ορισμένους από την Αριστερά να ενοχοποιούν τις Ηνωμένες Πολιτείες για την εισβολή στην Ουκρανία, καθώς αυτές υποτίθεται ότι είχαν απειλήσει τη Ρωσία μέσω της «επεκτατικής ώθησης» του ΝΑΤΟ. Σε αυτή τη θέση υπάρχουν προφανή προβλήματα εμπειρικού χαρακτήρα. Ας αφήσουμε στην άκρη το γεγονός ότι ο Πούτιν έχει στα τελευταία χρόνια ποδοπατήσει πολλές διεθνείς συμφωνίες που εγγυούνταν την κυριαρχία της Ουκρανίας.

Αν εξετάσουμε τη χρονική στιγμή αυτής της επέμβασης, δεν βρίσκουμε συσχέτιση με αληθινά και σοβαρά σχέδια εταιρικής σχέσης με το ΝΑΤΟ. […] Το να ενοχοποιούμε για την εισβολή στην Ουκρανία την επιθυμία ένταξης στο ΝΑΤΟ είναι παράδοξο και απρόσφορο για όποιον το υποστηρίζει, καθώς βασίζεται σε μιαν αρχή στην οποία συνήθως η Αριστερά αντιτίθεται σφοδρά: στην αρχή δηλαδή ότι μεγάλες και ισχυρές χώρες, όπως η Ρωσία, έχουν το δικαίωμα σε μια «σφαίρα επιρροής», ενώ μικρότερες και αδύναμες χώρες, όπως η Ουκρανία, δεν έχουν το δικαίωμα να καθορίζουν αυτόνομα τις συμμαχίες τους ούτε τις πολιτικές τους τύχες· θα έπρεπε, με δυο λόγια, να αποδέχονται να είναι «πολίτες δεύτερης κατηγορίας» μέσα στην κοινότητα των κρατών (όπως παρατήρησε κάποιος, αυτό αποτελεί τον «αντιιμπεριαλισμό των ηλιθίων»).

Η στρατοπεδική λογική οδήγησε τμήματα της Αριστεράς να συμπαραταχθούν με πρόσωπα που ουσιαστικά αντιτίθενται στις προοδευτικές αρχές. Για παράδειγμα, οι οπαδοί της στρατοπεδικής λογικής αναφέρονται συχνά στα επιχειρήματα των «ρεαλιστών» στις διεθνείς σχέσεις, όπως ο Τζον Μερσχάιμερ και ο Χένρι Κίσινγκερ· δύο ρεαλιστές οι οποίοι, διαφορετικά από τους όψιμους αριστερούς οπαδούς τους, μπορούν τουλάχιστον να υπερηφανεύονται ότι υπήρξαν πάντα έντιμοι και συνεπείς στο να δικαιολογούν τις αρπακτικές ενέργειες των μεγάλων δυνάμεων, ανεξάρτητα από το ποιος τις διέπραττε.

Οι ρεαλιστές πιστεύουν ότι –για να αναφέρουμε την έκφραση του Θουκυδίδη- «οι ισχυροί κάνουν αυτό που θέλουν, ενώ οι αδύναμοι υποφέρουν όπως μπορούν». Αυτή η προσέγγιση οδήγησε μιαν ορισμένη Αριστερά σε μια στάση δυτικού πατερναλισμού απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο. Όπως αναφέρουν οι Πολωνοί καθηγητές Γιαν Σμολένσκι και Γιαν Ντούτκιεβιτς, «προκαλεί αμηχανία το να παρακολουθούμε την ατέλειωτη παρέλαση διανοουμένων και ειδικών, οι οποίοι εξηγούν με συγκατάβαση την κατάσταση στην Ουκρανία και στην Ανατολική Ευρώπη, παραγνωρίζοντας συχνά τις θέσεις που διατυπώνονται στις ίδιες αυτές περιοχές, αντιμετωπίζοντάς τες ως αντικείμενα και όχι ως υποκείμενα της ιστορίας, και οι οποίοι ισχυρίζονται ότι κατανοούν πλήρως τη λογική και τα κίνητρα των ρωσικών ενεργειών».

Αυτή η Αριστερά καταλήγει να θεωρεί δεδομένο ότι ο «επεκτατισμός» του ΝΑΤΟ καθοδηγείται από τις επιθετικές και ιμπεριαλιστικές βλέψεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δυτικής Ευρώπης και όχι από τις επιθυμίες των ίδιων των κατοίκων των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Μια άλλη Πολωνή μελετήτρια, η Ζόσια Μπρομ, χρησιμοποίησε πιο έντονες εκφράσεις εναντίον όσων παριστάνουν τους «παντογνώστες» της Ανατολικής Ευρώπης, ο «οριενταλισμός» των οποίων τους οδηγεί να ισχυρίζονται ότι κατανοούν τα συμφέροντα των ανατολικοευρωπαϊκών λαών περισσότερο και καλύτερα από όσο μπορούν να τα κατανοήσουν οι ίδιοι: «Όταν εσείς λέτε: “Να πάει να γαμ… το ΝΑΤΟ” ή “Στοπ στον νατοϊκό επεκτατισμό”, αυτό που νιώθω εγώ είναι ότι δεν σας ενδιαφέρει καθόλου η ασφάλεια και η ευημερία των φίλων μου της Ανατολικής Ευρώπης, των συγγενών μου, των συντρόφων μου. Ή μήπως έχετε απλώς αποφασίσει, όπως το έχετε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν με όλες εκείνες τις χώρες απέναντι στις οποίες τρέφατε ένα αίσθημα υπεροχής, ότι θα είσαστε εσείς και οι ηγέτες σας εκείνοι που θα μοιράσουν τα χαρτιά, με τα οποία εμείς θα υποχρεωθούμε να παίξουμε;».

Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η απέχθεια απέναντι στην αμερικανική εξωτερική πολιτική οδήγησε μιαν ορισμένη Αριστερά να υιοθετήσει μια στρατοπεδική θεώρηση του κόσμου, που προχωρούσε πιο πέρα από τη δικαιολογημένη κριτική στις Ηνωμένες Πολιτείες, φτάνοντας ως την εκλογίκευση των –συχνά χειρότερων- εγκλημάτων των αντιπάλων των ΗΠΑ. Παρά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την έλευση του πολύ διαφορετικού πολυπολικού κόσμου, στον οποίο ζούμε σήμερα, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία καθιστά σαφές ότι αυτή η στάση συνεχίζει να «μολύνει» τμήματα της Αριστεράς, οδηγώντας τα ως το σημείο να διατυπώνουν διανοητικά αδύναμα και υποκριτικά επιχειρήματα, για να δικαιολογήσουν τις ενέργειες ενός επιθετικού δικτάτορα.

Με αυτόν τον τρόπο, οι οπαδοί της στρατοπεδικής λογικής δίνουν τη δυνατότητα στους αντιπάλους της Αριστεράς να φανερώνουν τις αδυναμίες, την υποκρισία και τα πρόδηλα αντιαμερικανικά αισθήματα που βρίσκονται πίσω από τα επιχειρήματά τους. Και όχι μόνον αυτό, αλλά αποφεύγουν έτσι να αντιμετωπίσουν τις απολύτως κρίσιμες διεκδικήσεις, που η Αριστερά θα έπρεπε να προωθεί με όλες τις δυνάμεις της: ειρήνη, δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα και δικαιοσύνη.

*Η Σέρι Μπέρμαν [Sheri Berman] είναι καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Το ακόλουθο κείμενο είναι απόσπασμα άρθρου της, που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο socialeurope.

i: Δύο σημαντικά βιβλία της Σέρι Μπέρμαν κυκλοφορούν και στη γλώσσα μας: «Η πολιτική εξέλιξη της νεότερης Ευρώπης» (Δώμα 2021), και «Το πρωτείο της πολιτικής: Η σοσιαλδημοκρατία και η Ευρώπη του 20ού αιώνα» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2014).

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com