Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν (1399 ή 1400 – 1464) πρώιμος Φλαμανδός ζωγράφος

Όσα έργα του έχουν διασωθεί αποτελούνται κυρίως από θρησκευτικά τρίπτυχα, πίνακες βωμών (altarpieces) καθώς και μονά ή δίπτυχα πορτρέτα που ζωγράφισε ύστερα από ανάθεση

by Times Newsroom

Ο Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν (Rogier van der Weyden, 1399 ή 1400 – 18 Ιουνίου 1464) ήταν πρώιμος Φλαμανδός ζωγράφος. Όσα έργα του έχουν διασωθεί αποτελούνται κυρίως από θρησκευτικά τρίπτυχα, πίνακες βωμών (altarpieces) καθώς και μονά ή δίπτυχα πορτρέτα που ζωγράφισε ύστερα από ανάθεση. Αν και ο βίος του ήταν σε γενικές γραμμές ομαλός, ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένος ως καλλιτέχνης και διεθνώς διάσημος. Τα έργα του εξάχθηκαν – ή υφαρπάχθηκαν – στην Ισπανία και στην Ιταλία. Ανάμεσα σε άλλες, έλαβε παραγγελίες από τον Φίλιππο Γ΄ τον Καλό, Ολλανδούς ευγενείς και ξένους πρίγκηπες.

Μέχρι το τελευταίο ήμισυ του 15ου αιώνα είχε εκτοπίσει σε δημοτικότητα τον Γιαν βαν Άικ. Η φήμη του, εν τούτοις, κράτησε μόνο μέχρι τον 17ο αιώνα και, κυρίως λόγω αλλαγής στις προτιμήσεις των φιλότεχνων, είχε σχεδόν ξεχαστεί μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα. Η φήμη του σταδιακά αποκαταστάθηκε κατά τα επόμενα 200 χρόνια και σήμερα είναι γνωστός, μαζί με τον φαν Άικ και τον Ρομπέρ Καμπέν ως ο τρίτος μεγάλος, με χρονολογική σειρά, ανάμεσα στους μεγάλους πρώιμους Φλαμανδούς καλλιτέχνες (Vlaamse Primitieven) και ως ο καλλιτέχνης του 15ου αιώνα με τη μεγαλύτερη επίδραση στους επερχόμενους. Ο Κάρελ φαν Μάντερ έγραψε ότι η μεγάλη καλλιτεχνική συμβολή του Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν έγκειται στις ιδέες του, τη σύνθεσή του και την απεικόνιση των ψυχικών εκφράσεων μέσω του πόνου, της ευτυχίας ή του θυμού και την αποτύπωση αυτής της ψυχικής κατάστασης ως βασικού σημείου του έργου του.

Λίγα είναι τα βέβαια γνωστά γεγονότα του βίου του φαν ντερ Βάιντεν. Πέρα απ’ αυτά, τα υπόλοιπα έχουν γίνει γνωστά από δευτερογενείς πηγές και ορισμένα από αυτά είναι αμφισβητήσιμα. Εν τούτοις, οι πίνακες που τού αποδίδονται είναι γενικώς αποδεκτοί ως δικοί του, παρά την τάση που εμφανίστηκε κατά τον 19ο αιώνα να αποδίδονται δικά του έργα σε άλλους καλλιτέχνες.

Ο φαν ντερ Βάιντεν εργαζόταν με βάση πραγματικά μοντέλα και οι παρατηρήσεις του είναι οξείες, αν και συχνά ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του προσώπου των μοντέλων του είναι λίγο ιδεατά και χαρακτηρίζονται ως “αγαλματώδη”, ιδιαίτερα στα τρίπτυχά του. Όλες οι μορφές έχουν πλούσια, θερμά χρώματα και συμπαθητική έκφραση, ενώ είναι γνωστός για το εκφραστικό πάθος και τον νατουραλισμό του. Τα πορτρέτα του τείνουν να είναι ημίσωμα και σε προφίλ κατά το ήμισυ και προκαλούν την ίδια συμπάθεια με τις μορφές στα τρίπτυχά του. Ο φαν ντερ Βάιντεν χρησιμοποιούσε ασυνήθιστα μεγάλο εύρος χρωμάτων και ποικίλων τόνων: Στις πιο τέλειες δημιουργίες του ο ίδιος χρωματικός τόνος δεν επαναλαμβάνεται σε κανένα άλλο σημείο του καμβά – ακόμη και το λευκό του εμφανίζει ποικιλία τόνων.

Πρώιμος βίος και μαθητεία

Λόγω της απώλειας των αρχείων το 1695 και εκ νέου το 1940, λίγα επιβεβαιωμένα γεγονότα της ζωής του καλλιτέχνη έχουν διασωθεί. Ο Rogelet de le Pasture (Ροζελέ της βοσκής) γεννήθηκε στην Τουρναί του σημερινού Βελγίου το 1399 ή το 1400. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ανρί ντε λα Παστύρ (Henri de le Pasture) και η μητέρα του Ανιές ντε Βατρελό (Agnes de Watrélos). Νυμφεύτηκε γύρω στα 1426 την Ελιζαμπέτ Χόφφερτ (Elisabeth Goffaert) και αναγορεύτηκε σε επίσημο ζωγράφο των Βρυξελλών το 1436. Τότε άλλαξε το όνομά του από τη γαλλική στη φλαμανδική μορφή, ονομαζόμενος φαν ντερ Βάιντεν. Η οικογένεια Παστύρ είχε εγκατασταθεί στην Τουρναί, όπου ο πατέρας του καλλιτέχνη εργαζόταν ως κατασκευαστής μαχαιριών (maître-coutelier).

Το 1426 ο Ρόχιερ νυμφεύτηκε την Ελιζαμπέτ, κόρη του κατασκευαστή παπουτσιών των Βρυξελλών Γιαν Χόφφερτ (Jan Goffaert) και της συζύγου του Κάτελυν φαν Στόκεμ (Cathelyne van Stockem). Ο Ρόχιερ και η Ελίζαμπετ απέκτησαν τέσσερα παιδιά: Ο Κορνήλιος (γενν. 1427) έγινε Καρτουσιανός μοναχός, η Μαργκαρέτα γεννήθηκε το 1432. Πριν της 21 Οκτωβρίου 1435 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, όπου και γεννήθηκαν τα μικρότερα παιδιά τους: Ο Πίιτερ το 1437 και ο Γιαν το 1438. Ο Πίιτερ έγινε ζωγράφος και ο Γιαν χρυσοχόος.

Από τις 2 Μαρτίου 1436 ο Ρόχιερ απέκτησε τον τίτλο του ζωγράφου της πόλης των Βρυξελλών (stadsschilder), τίτλο με ιδιαίτερο κύρος, καθώς οι Βρυξέλλες αποτελούσαν, εκείνη την εποχή, τη σημαντικότερη πόλη εγκατάστασης της λαμπρής αυλής των Δουκών της Βουργουνδίας. Με την εγκατάστασή του στην πόλη ο Ρόχιερ άρχισε να χρησιμοποιεί τη φλαμανδική εκδοχή του ονόματός του: Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν (Rogier van der Weyden), ακριβή φλαμανδική μετάφραση του Ροζιέ ντε λα Παστύρ.

Ρ. φαν ντερ Βάιντεν: Πορτρέτο γυναίκας με κεφαλόδεσμο

Ελάχιστα είναι γνωστά για την εκπαίδευσή του ως ζωγράφου. Οι αρχειακές πηγές της Τουρναί καταστράφηκαν ολοσχερώς κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχαν όμως μερικά μεταγραφεί κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα. Οι πηγές για τον πρώιμο βίο του καλλιτέχνη προκαλούν σύγχυση και έχουν οδηγήσει τους λογίους σε διαφορετικές ερμηνείες. Είναι γνωστό ότι το δημοτικό συμβούλιο της Τουρναί προσέφερε οκτώ στάμνες με κρασί προς τιμήν κάποιου “Maistre Rogier de le Pasture” στις 17 Νοεμβρίου 1426. Όμως, στις 5 Μαρτίου του επόμενου έτους τα αρχεία της Συντεχνίας των ζωγράφων του Αγίου Λουκά αναφέρουν ότι κάποιος “Rogelet de le Pasture” προσχώρησε στο εργαστήριο του Ρομπέρ Καμπέν, μαζί με τον Ζακ Νταρέ (Jacques Daret). Τα αρχεία δείχνουν ότι ο ντε λα Παστύρ είχε ήδη καθιερωθεί ως ζωγράφος. Μόλις πέντε χρόνια αργότερα, την 1η Αυγούστου 1432, ο ντε λα Παστύρ έλαβε τον τίτλο του “Διδασκάλου” (Maistre) της ζωγραφικής.

Αυτή η τελευταία καταγραφή περί της μαθητείας του μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι κατά τη δεκαετία του 1420 η Τουρναί βρισκόταν σε κρίση, καθώς οι Συντεχνίες δεν λειτουργούσαν κανονικά. Η τελευταία καταγραφή μπορεί να είναι απλά μια νομική τυπικότητα. Από την άλλη, ο Ζακ Νταρέ ήταν γύρω στα 20 και ζούσε κι εργαζόταν στο εργαστήριο του Καμπέν επί τουλάχιστον μια δεκαετία.

Το τρίπτυχο Μπρακ, περ. 1452, Μουσείο του Λούβρου)

Είναι πιθανόν ο Ρόχιερ να απέκτησε τον “ακαδημαϊκό” τίτλο του “Διδασκάλου” πριν γίνει ζωγράφος και ότι το κρασί τού δόθηκε για να τιμήσει την αποφοίτησή του. Οι εξελιγμένες και “πολυμαθείς” εικονογραφικές και συνθετικές ιδιότητες των πινάκων που τού αποδίδονται χρησιμεύουν ορισμένες φορές ως επιχείρημα υπέρ αυτής της υπόθεσης.

Η κοινωνική και διανοητική κατάσταση του Ρόχιερ στον κατοπινό του βίο ξεπέρασαν αυτές ενός απλού τεχνίτη της εποχής. Γενικά, ο στενός στυλιστικός σύνδεσμος μεταξύ των τεκμηριωμένων έργων του Ζακ Νταρέ και των πινάκων που αποδίδονται στον Ρομπέρ Καμπέν και τον φαν ντερ Βάιντεν είναι το κύριο επιχείρημα υπέρ της άποψης ότι ο Ρόχιερ διετέλεσε μαθητής του Καμπέν.

Αναγνώριση στις Βρυξέλλες

Εργαστήριο του Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν: Το όνειρο του Πάπα Σέργιου

Η τελευταία αναφορά του Ροζιέ ντε λα Παστύρ στα οικονομικά αρχεία της Τουρναί, στις 21 Οκτωβρίου 1435, τον αναφέρει ως “διαμένοντα στις Βρυξέλλες” (demeurrant à Brouxielles). Την ίδια εποχή, η πρώτη αναφορά στο όνομα “Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν” τον τοποθετεί ως επίσημο ζωγράφο των Βρυξελλών. Ακριβώς αυτή η αναφορά είναι που ταυτίζει τον Ροζιέ ντε λα Παστύρ με τον Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν. Η θέση του ζωγράφου της πόλης δημιουργήθηκε ειδικά για τον φαν ντερ Βάιντεν και δεν δημιουργήθηκε εκ νέου μετά τον θάνατό του. Συνδέθηκε με την τεράστια ανάθεση της δημιουργίας τεσσάρων σκηνών της “Κρίσεως” στη “Χρυσή Αίθουσα” του Δημαρχείου των Βρυξελλών.

Πολλαπλές ιδιοκτησίες και επενδύσεις καταγράφονται και μαρτυρούν την υλική του ευμάρεια. Τα πορτρέτα των Δουκών της Βουργουνδίας, των συγγενών και των αυλικών τους, καταμαρτυρούν στενό σύνδεσμό του με την ελίτ της Φλαμανδίας. Όσο σταδιακά γινόταν όλο και πλουσιότερος, προσέφερε γενναιόδωρα για την ανακούφιση των φτωχών. Περαιτέρω επιβεβαίωση των φιλανθρωπιών του είναι η θέση του διοικητή του νοσοκομείου και του φιλανθρωπικού ιδρύματος Ter Kisten στη μονή των Beguines στις Βρυξέλλες μεταξύ 1455 και 1457.

Το τρίπτυχο Miraflores πιθανότατα τού ανατέθηκε από τον βασιλέα Χουάν Β΄ της Καστίλης, καθώς αυτός το δώρησε στη μονή Miraflores το 1445. Κατά το 1450 ο φαν ντερ Βάιντεν είναι πιθανόν να έκανε ένα προσκύνημα στη Ρώμη, γεγονός που τον έφερε σε επαφή με Ιταλούς καλλιτέχνες και προστάτες των τεχνών. Ο Οίκος των Έστε και η οικογένεια των Μεδίκων του παράγγειλαν πίνακες. Ύστερα από παρεμβάσεις τόσο του Δούκα της Βουργουνδίας όσο και τον δελφίνο (διάδοχο) και μετέπειτα βασιλέα της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΑ΄ ο φαν ντερ Βάιντεν πείστηκε και αποδέχθηκε την παράκληση της Δούθισσας του Μιλάνου Μπιάνκα Μαρία Βισκόντι να μεταβεί ο ζωγράφος της αυλής της Τσανέττο Μπουγκάτι (Zanetto Bugatti) στις Βρυξέλλες, προκειμένου να μαθητεύσει στο εργαστήριο του καλλιτέχνη. Η διεθνής φήμη του ζωγράφου είχε προοδευτικά αυξηθεί και κατά τις δεκαετίες του 1450 και του 1469 ανθρωπιστές λόγιοι όπως οι Νικόλαος Κουζάνος Φιλάρετος (Antonio di Pietro Averlino) και Μπαρτολομέο Φάτσιο αναφέρονταν σε αυτόν με υπερθετικά: “Ο μεγαλύτερος, ο πλέον ευγενής” των ζωγράφων”.

Ο φαν ντερ Βάιντεν απεβίωσε στις 18 Ιουνίου 1464 στις Βρυξέλλες και τάφηκε στο παρεκκλήσιο της Αγίας Αικατερίνης του καθεδρικού ναού των Αγίων Μιχαήλ και Γκουντούλφου.

Προσδιορισμός

Κανένα έργο δεν μπορεί να αποδοθεί στον φαν ντερ Βάιντεν με βεβαιότητα, αν στηριχθεί κανείς στις αρχειακές μαρτυρίες του 15ου αιώνα. Εν τούτοις, ο ιστορικός τέχνης Λορν Κάμπελ (Lorne Campbell) έχει δηλώσει ότι τρεις καλώς τεκμηριωμένοι πίνακές του είναι γνωστοί, αλλά καθένας από αυτούς έχει τεθεί εν αμφιβόλω ή υποεκτιμηθεί. Το καλύτερα τεκμηριωμένο έργο του είναι η “Αποκαθήλωση”, που σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Πράδο της Μαδρίτης. Ο Κάμπελ υποδεικνύει ότι η προέλευση του πίνακα μπορεί να ιχνηλατηθεί από ορισμένες λεπτομέρειες του 16ου αιώνα. Αρχικά είχε τοποθετηθεί στην εκκλησία Notre-Dame-hors-des-Murs (η Παναγία εκτός των τειχών) του Λέουβεν, αργότερα απεστάλη στον βασιλέα της Ισπανίας. Δυστυχώς, το πλοίο με το οποίο μεταφερόταν βυθίστηκε, αλλά ευτυχώς ο πίνακας επέπλευσε, ενώ η προσεγμένη συσκευασία του είχε ως αποτέλεσμα να υποστεί μικρές μόνο ζημιές. Ο Μίχιελ Κόξι (Michiel Coxie) δημιούργησε ένα αντίγραφο του αριστουργήματος αυτού και το αντίγραφο δωρήθηκε στους κατοίκους του Λέουβεν για να αντικαταστήσει το πρωτότυπο που είχε σταλεί στην Ισπανία. Το τρίπτυχο της Παρθένου ή τρίπτυχο του Miraflores, το οποίο από το 1850 βρίσκεται στην Gemäldegalerie του Βερολίνου δωρήθηκε το 1445 από τον Ιωάννη Β΄ της Καστίλης στη μονή Miraflores κοντά στο Μπούργκος και στην πράξη δωρεάς αναγράφεται ως “έργο του μεγάλου και διάσημου Flandresco Rogel“. Η Σταύρωση, που βρίσκεται σήμερα στο Εσκοριάλ, δωρήθηκε στη μονή Καρτουσιανών του Σχουτ (Scheut) έξω από τις Βρυξέλλες. Στον “αιτιολογημένο κατάλογό” του (catalogue raisonné) εργων του φαν ντερ Βάιντεν, ο Βέλγος ιστορικός τέχνης Ντιρκ ντε Φος (Dirk de Vos) συμφωνεί με τον Κάμπελ σχετικά με την αυθεντικότητα των πινάκων αυτών.

Η μαθητεία του φαν ντερ Βάιντεν υπό τον Καμπέν ενστάλαξε ορισμένες ανησυχίες, πιο συγκεκριμένα την προσέγγισή του στο γυναικείο κάλλος, το οποίο συχνά εκφράζεται τόσο με την κομψή μορφή του μοντέλου όσο και των ενδυμάτων του. Και οι δύο καλλιτέχνες διέτασσαν τα μοντέλα τους ανάμεσα σε αδρές διαγώνιες γραμμές, οι οποίες αποτυπώνονται είτε στους κεφαλόδεσμους είτε στις πτυχές των κουρτινών ή υφασμάτων του περιβάλλοντος. Και οι δύο τόνιζαν τη ζωντάνια των μοντέλων τους, τοποθετώντας τα σε σκούρο επίπεδο φόντο, ενώ το ισχυρό φως προερχόταν από την εγγύς αριστερή πλευρά. Ο Κάμπελ συγκρίνει τον “Εσταυρωμένο ληστή” του Καμπέν με την “Αποκαθηλωση” του Βάιντεν που βρίσκεται στο Πράδο ως προς τη συναισθηματική απεικόνιση της αγωνίας.

Εσταυρωμένος Ληστής του Ρομπέρ Καμπέν

Η Αποκαθήλωση (περ. 1435), λάδι σε ξύλο βαλανιδιάς, 220 × 262 cm. Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη

Πράγματι, η ομοιότητα εκτείνεται σε τέτοιο βαθμό (παρόμοια σύγκριση μπορεί να γίνει με το πορτρέτο γυναίκας του Καμπέν με το πορτρέτο γυναίκας του φαν ντερ Βάιντεν του Βερολίνου), ώστε τα έργα του Καμπέν για ένα διάστημα αποδίδονταν ως δημιουργήματα της πρώιμης σταδιοδρομίας του φαν ντερ Βάιντεν.

Ο Αλμπέρ Σατελέ καταδεικνύει πώς οι επερχόμενες γενεές ιστορικών τέχνης συγχέουν και μπερδεύουν την “ταυτότητα” του φαν ντερ Βάιντεν, αποδίδοντάς του, εσφαλμένα, έργα άλλων καλλιτεχνών. Αυτή η σύγχυση ανάγεται αρχικά σε ένα γεωγραφικό σφάλμα: Ο Τζόρτζιο Βαζάρι, στο έργο του Vite de’ più eccellenti pittori, scultori e architettori (Βίοι των πλέον εξαίρετων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων) αναφέρει ότι ο καλλιτέχνης “Rugiero da Brugia” ζούσε στη Μπρυζ. Ο Κάρελ φαν Μάντερ, ο οποίος γνώριζε ότι ο φαν ντερ Βάιντεν διέμενε στις Βρυξέλλες, διάβασε το κείμενο του Βαζάρι και πίστεψε ότι υπήρχαν δύο καλλιτέχνες με το ίδιο όνομα, και γι’ αυτό εμφανίζονται, καθένας ξεχωριστά, στο βιβλίο του Schilder-boeck (βιβλίο των ζωγράφων) του 1604. Ο Σατελέ εξηγεί πώς ο αρχειονόμος Αλφόνς Βάλτερς (Alphonse Walters) ανακάλυψε, στις Βρυξέλλες, ότι υπήρχε κάποιος Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν, αλλά είχε αποβιώσει νωρίτερα σχετικά με τη χρονολογία που αναγραφόταν στο Schilder-boeck. Αυτό οδήγησε τον Άλφρεντ Μίχιελς (Alfred Michiels) να ισχυριστεί ότι υπήρχαν δύο ζωγράφοι με το όνομα Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν, ο πατέρας και ο γιος.

Μεγαλύτερη σύγχυση προέκυψε κατά το τέλος του 19ου αιώνα, όταν οι Ουίλιαμ Μπόντε και Χούγκο φον Τσούντι απέδωσαν μια ομάδα έργων στον αποκαλούμενο “Δάσκαλο του Φλεμάλ” (Maître de Flémalle). Παρά τις αποκλίσεις αυτά τα έργα είναι παρόμοια με αυτά του φαν ντερ Βάιντεν κι έτσι πιστευόταν ότι ο Ρόχιερ ήταν ο “Δάσκαλος του Φλεμάλ”. Μόνο το 1913 ο Ζορζ Ιλέν ντε Λόο (Georges Hulin de Loo) κατέδειξε ότι αυτά τα έργα στην πραγματικότητα είχαν φτιαχτεί από τον δάσκαλο του Βάιντεν, Ρομπέρ Καμπέν. Υπήρξε ακόμη μια διχογνωμία σχετικά με το αν υπήρχε μόνον ένας Ρόχιερ φαν ντερ Βάιντεν ή δύο καλλιτέχνες, με τον δεύτερο να είναι ο Ροζιέ ντε λα Παστύρ από την Τουρναί, μέχρι που ο Έρβιν Πανόφσκυ (Erwin Panofsky) συνέγραψε το έργο του Early Netherlandish Painting (Πρώιμη Ολλανδική ζωγραφική) το 1953 στο οποίο αποφαινόταν ότι υπήρχε μόνον ένας ζωγράφος με δύο ονόματα.

Έργο

Δίπτυχο: Η Σταύρωση με την Παρθένο και τον Άγιο Ιωάννη τον Ευαγγελιστή να θρηνούν (περ. 1460)

Σχετικά λίγα έργα έχουν αποδοθεί στον φαν ντερ Βάιντεν σε σχέση με τη μακροσκελή του σταδιοδρομία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν αντιπαραγωγικός, περισσότερο σημαίνει ότι πολλά έργα του έχουν χαθεί. Εν τούτοις, διέθετε πολύ καλά καθορισμένο στυλ και όσα έργα τού έχουν αποδοθεί κατά κανόνα είναι αποδεκτά ως δικά του.

Πιθανή αυτοπροσωπογραφία του φαν ντερ Βάιντεν. Λεπτομέρεια από την ταπισερί Trajan and Herkinbald Tapestry, προ του 1461, Ιστορικό Μουσείο Βέρνης

Ο φαν ντερ Βάιντεν δεν άφησε αυτοπροσωπογραφίες. Έχει υποδειχτεί ότι έφτιαξε μια αυτοπροσωπογραφία του σε ένα από τα τρίπτυχα της “Κρίσης”, το οποίο στη συνέχεια αντιγράφηκε στην ταπισερί της Βέρνης. Ένα σχέδιο που φέρει την εγγραφή Recueil d’Arras λέγεται ότι απεικονίζει τον φαν ντερ Βάιντεν. A drawing with the inscription ‘Recueil d’Arras’ is also said to depict Van der Weyden.

Πολλά από τα πιο σημαντικά του έργα καταστράφηκαν κατά τα τέλη του 17ου αιώνα. Ο φαν ντερ Βάιντεν αναφέρεται για πρώτη φορά σε ιστορικά αρχεία το 1427 όταν, σχετικά αργά στο βίο του, σπούδασε ζωγραφική με τον Καμπέν κατά την περίοδο 1427-32 και σύντομα εκτόπισε τον δάσκαλό του και, αργότερα, ακόμα και τον επηρέασε. Μετά τη μαθητεία του αναγορεύτηκε σε “Δάσκαλο” στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της Τουρναί. Μετακόμισε στις Βρυξέλλες όπου σύντομα απέκτησε φήμη για τις τεχνικές του ικανότητες αλλά και για τη συναισθηματική χρήση γραμμών και χρωμάτων. Ολοκλήρωσε την “Αποκαθήλωση” το 1435 και, όπως ο ίδιος επιδίωκε, καθιερώθηκε με αυτήν ως ένας από τους πλέον περιζήτητους καλλιτέχνες στη βόρεια Ευρώπη, ενώ το έργο ακόμη θεωρείται το αριστούργημά του.

Το θραύσμα της “Αναγινώσκουσας Μαγδαληνής” που βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου περιγράφεται από τον Κάμπελ ως ένα από τα αριστουργήματα της τέχνης του 15ου αιώνα και το κατατάσσει ως το πλέον σημαντικό έργο της αρχής της σταδιοδρομίας του Βάιντεν. Από τη δεκαετία του 1970 αυτό το έργο έχει συνδεθεί με δύο μικρές κεφαλές, της Αγίας Αικατερίνης και του Αγίου Ιωσήφ, που βρίσκονται στο Μουσείο Καλούστ Γκιουλμπεκιάν της Λισαβόνας. Σήμερα είναι ευρέως αποδεκτό ότι αυτά τα τρία θραύσματα προέρχονται από το ίδιο μεγάλο τρίπτυχο, που απεικόνιζε την “Παρθένο με το Βρέφος και Αγίους”, που εν μέρει καταγράφεται σε ύστερης χρονολογίας σχεδίασμα που σήμερα βρίσκεται στη Στοκχόλμη. Σε απροσδιόριστη χρονολογία, προ του 1811, αυτό το τρίπτυχο “κόπηκε” στα τρία αυτά θραύσματα.

Ένα από τα κάποτε πιο διάσημα έργα του, “Η δίκη των Trajan και Herkinbald”, το οποίο επιβίωσε ως τα τέλη του 17ου αιώνα, αποτελούνταν από τέσσερις μεγάλους πίνακες, που αναπαριστούσαν τη “Δίκη του Trajan” και τη “Δίκη του Herkinbald”. Το έργο παραγγέλθηκε από την πόλη των Βρυξελλών για τη “χρυσή αίθουσα” του Δημαρχείου της πόλης. Ο πρώτος και ο τρίτος πίνακας έφεραν υπογραφή, με τον πρώτο να έχει χρονολογηθεί το 1439. Οι υπόλοιποι τρεις ολοκληρώθηκαν προ του 1450. Καταστράφηκαν κατά τον γαλλικό βομβαρδισμό των Βρυξελλών το 1695, αλλά είναι γνωστοί από πολλές περιγραφές τους που διασώθηκαν και από ένα μερικό αντίγραφό τους σε ταπισερί (σήμερα στο Ιστορικό Μουσείο της Βέρνης) αλλά και από ορισμένα αντίγραφά τους τόσο σε σχέδια όσο και σε πίνακες. Οι πίνακες αυτοί πιθανώς είχαν διαστάσεις 4,5 μ. καθένας, δηλ. τεράστιες για πίνακες σε πάνελ σύμφωνα με τα μέτρα της εποχής. Χρησίμευαν ως “παραδείγματα δικαιοσύνης” για τους αντιδημάρχους της πόλης, οι οποίοι σε αυτή την αίθουσα συζητούσαν θέματα σχετικά με το δίκαιο. Τα έργα επαινέθηκαν και περιγράφηκαν από μια σειρά σχολιαστών μέχρις ότου καταστράφηκαν, ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγονται οι Άλμπρεχτ Ντύρερ (1520), Τζόρτζιο Βαζάρι (1568), Γιαν Φερμέλεν ή Μολάνους (περ. 1570-80) και Φιλίππο Μπαλντινούτσι (1688).

Στα πορτρέτα που αναλάμβανε, ο φαν ντερ Βάιντεν τυπικά κολάκευε αυτούς που πόζαραν. Συχνά εξιδανίκευε ή μαλάκωνε τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους, προσδίδοντάς τους ομορφιά ή ενδιαφέρον ή ευφυΐα, χαρακτηριστικά που ίσως στην πραγματικότητα δεν διέθεταν. Συχνά έφτιαχνε τα μάτια μεγαλύτερα, έκανε πιο απαλές τις γραμμές του προσώπου και πιο θεληματικό το σαγόνι, σε σχέση με το πραγματικό πρόσωπο. Μεταξύ των πιο γνωστών πορτρέτων του ήταν αυτά του Φιλίππου του Καλού, της τρίτης συζύγου του Ισαβέλλας της Πορτογαλίας και του γιου τους Καρόλου του Τολμηρού.

Επιδράσεις

Αποκαθήλωση – Μαθητής του Ρ. φαν ντερ Βάιντεν

Η σθεναρή, λεπτή και εκφραστική ζωγραφική του φαν ντερ Βάιντεν και οι δημοφιλείς θρησκευτικές απεικονίσεις του άσκησαν σημαντική επίδραση στην ευρωπαϊκή ζωγραφική, όχι μόνο στη Γαλλία και στη Γερμανία, αλλά επίσης και στην Ιταλία και στην Ισπανία. Ο Έρβιν Πανόφσκυ περιγράφει πώς ο φαν ντερ Βάιντεν εισήγαγε νέες αντιλήψεις στη θρησκευτική εικονογραφία με τη ζωγραφική του. Απεικόνιζε τους προστάτες του ως συμμετέχοντες σε θρησκευτικά γεγονότα και συνδύαζε ημιποτρέτα της Παναγίας με πορτρέτα ατόμων που προσεύχονταν για να δημιουργήσει δίπτυχα. Επαναδιαμόρφωσε και έκανε δημοφιλές το θέμα του Αγίου Ιερώνυμου που αφαιρεί το αγκάθι από το πόδι του λιονταριού. Από τους πιο ένθερμους οπαδούς του ήταν ο Χανς Μέμλινγκ, αν και δεν έχει αποδειχτεί ότι σπούδασε με δάσκαλο τον φαν ντερ Βάιντεν. Ο καλλιτέχνης άσκησε επίσης μεγάλη επίδραση στον Γερμανό ζωγράφο και χαράκτη Μάρτιν Σόνγκαουερ, του οποίου τα έργα κυκλοφόρησαν σε όλη την Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες του 15ου αιώνα. Έτσι, έμμεσα τα έργα του Σόνγκαουερ βοήθησαν να διαδοθεί το στυλ του φαν ντερ Βάιντεν. Ο Ντελέντα αναγράφει ότι, με εξαίρεση τον Πέτρους Κρίστους, μαθητή του Γιαν βαν Άικ, ίχνη της τέχνης του φαν ντερ Βάιντεν μπορούν ν’ ανιχνευτούν σε όλους τους καλλιτέχνες του 15ου αιώνα, σε ποικίλο βαθμό.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή