Τζορτζ Όργουελ (1903 – 1950) Βρετανός συγγραφέας

Το έργο του χαρακτηρίζεται από ξεκάθαρο πεζό λόγο, συνειδητότητα των κοινωνικών ανισοτήτων, αντίθεση στα ολοκληρωτικά καθεστώτα και αφοσίωση στο δημοκρατικό σοσιαλισμό.

by Times Newsroom

Ο Έρικ Άρθουρ Μπλερ (Eric Arthur Blair, 25 Ιουνίου 1903 – 21 Ιανουαρίου 1950), γνωστός περισσότερο με το συγγραφικό του ψευδώνυμο Τζορτζ Όργουελ, ήταν Βρετανός συγγραφέας, λογοτέχνης και δημοσιογράφος. Το έργο του χαρακτηρίζεται από ξεκάθαρο πεζό λόγο, συνειδητότητα των κοινωνικών ανισοτήτων, αντίθεση στα ολοκληρωτικά καθεστώτα και αφοσίωση στο δημοκρατικό σοσιαλισμό.

Συχνά ταξινομείται ως ένας από Άγγλους συγγραφείς του 20ού αιώνα με τη μεγαλύτερη επιρροή και ως ένας από τους πιο σημαντικούς χρονικογράφους της Αγγλικής κουλτούρας της γενιάς του. Ο Όργουελ έγραψε κριτικές λογοτεχνίας, ποίηση, μυθιστορήματα και πολεμικές ανταποκρίσεις. Είναι διάσημος για το δυστοπικό μυθιστόρημα 1984 (1949) και την αλληγορική νουβέλα Η Φάρμα των Ζώων (1945). Το βιβλίο του Φόρος Τιμής στην Καταλωνία (1938), είναι μία καταγραφή των εμπειριών του από τον Ισπανικό Εμφύλιο και είναι ευρέως αναγνωρισμένο, όπως και τα πολυάριθμα δοκίμιά του πάνω σε θέματα πολιτικής, λογοτεχνίας, γλώσσας και πολιτιστικά. Το 2008, οι Times, τον κατέταξαν ως δεύτερο στη λίστα με τους “50 κορυφαίους Βρετανούς συγγραφείς από το 1945“.

Το έργο του Όργουελ συνεχίζει να επηρεάζει τη μαζική και πολιτική κουλτούρα και ο όρος Οργουελικός, περιγραφικός ολοκληρωτικών και απολυταρχικών πρακτικών, εντάχθηκε στο λεξιλόγιο μαζί με αρκετούς από τους νεολογισμούς του, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων: Ψυχρός πόλεμοςΜεγάλος ΑδελφόςΑστυνομία ΣκέψηςΔωμάτιο 101Διπλή σκέψη και Έγκλημα σκέψης.

Από τον Όργουελ μάλιστα, έχει δημιουργηθεί το επίθετο οργουελικός με το οποίο περιγράφεται μια κατάσταση πραγμάτων που ο συγγραφέας προσδιόρισε ως καταστροφική για την ευημερία μιας ελεύθερης και ανοικτής κοινωνίας. Χαρακτηρίζεται από δρακόντειο έλεγχο μέσω προπαγάνδας, παρακολούθησης, παραπληροφόρησης, άρνησης της αλήθειας και αυταρχικών πολιτικών. Συχνά, αυτό περιλαμβάνει καταστάσεις που περιγράφονται στο βιβλίο του 1984.

Οι New York Times έχουν χαρακτηρίσει τον όρο ως «το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο επίθετο που προέρχεται από το όνομα ενός σύγχρονου συγγραφέα».

Τα πρώτα χρόνια

Ο Έρικ Άρθουρ Μπλερ γεννήθηκε στο Μοτιάρι της Βρετανοκρατούμενης Ινδίας το 1903, γιος κατώτερου διοικητικού υπαλλήλου. Η οικογένειά του επέστρεψε στην Αγγλία το 1911.

Ο προπάππους του, Τσαρλς Μπλερ, ήταν ένας εύπορος κύριος από το Ντόρσετ, που νυμφεύθηκε τη Λαίδη Μαίρη Φέιν, θυγατέρα του Τόμας Φέιν, 8ου Κόμη του Ουέστμορλαντ και ήταν εισοδηματίας, καθότι γαιοκτήμονας φυτειών στην Τζαμάικα. Ο παππούς του, Τόμας Ρίτσαρντ Άρθουρ Μπλερ, ήταν κληρικός. Αν και οι τίτλοι ευγενείας κληροδοτήθηκαν στις επόμενες γενεές, δε συνέβη το ίδιο και με την οικονομική ευμάρεια. Ο ίδιος ο Έρικ Μπλερ, περιέγραφε την οικογένειά του, ως «κατώτερο μέρος της ανώτερης και μεσαίας τάξης». Ο πατέρας του, Ρίτσαρντ Ουόλμσλεϊ Μπλερ, εργάστηκε στην Ινδική Δημόσια Υπηρεσία, στο Τμήμα Οπίου. Η μητέρα του, Άιντα Μέιμπελ Μπλερ (το γένος Λιμουζέν), μεγάλωσε στο Μουλμέϊν της Βιρμανίας, όπου ο Γάλλος πατέρας της είχε αναμιχθεί σε κερδοσκοπικές δραστηριότητες. Ο Έρικ είχε δύο αδελφές, την Μάρτζορι, 5 ετών μεγαλύτερή του και την Έιβριλ, 5 ετών μικρότερή του. Όταν ήταν ενός έτους, η μητέρα του, τον πήγε μαζί με τη μεγαλύτερη αδερφή του στην Αγγλία. Το σπίτι των προγόνων του στο Μοτιάρι της Ινδίας έχει ανακηρυχθεί προστατευόμενο μνημείο ιστορικής σημασίας.

Το 1904 η Άιντα Μπλερ εγκαταστάθηκε με τα παιδιά της στο Χένλεϊ-ον-Τεμζ στο Όξφορντσιρ. Ο Έρικ μεγάλωσε στη συντροφιά της μητέρας του και των αδερφών του και πέρα από μία σύντομη επίσκεψη το καλοκαίρι του 1907, δεν ξαναείδε τον πατέρα του Ρίτσαρντ Μπλερ μέχρι το 1912. Το ημερολόγιο που διατηρούσε η μητέρα του από το 1905, διηγείται μία ανατροφή με έντονη κοινωνική δραστηριότητα και καλλιτεχνικές ανησυχίες.

Η οικογένεια μετακόμισε στο Σίπλεϊκ πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου ο Έρικ έπιασε φιλίες με την οικογένεια Μπάντικομ, ειδικά με την κόρη τους, την Τζασίντα. Όταν πρωτοσυναντήθηκαν, στεκόταν ανάποδα με το κεφάλι του σε ένα χωράφι. Όταν τον ρώτησε γιατί, απάντησε «Σε προσέχουν πιο εύκολα αν στέκεσαι κατακόρυφα στο κεφάλι σου, παρά κανονικά». Η Τζασίντα και ο Έρικ διάβαζαν και έγραφαν ποίηση και ονειρεύονταν να γίνουν διάσημοι συγγραφείς. Είπε ότι μπορεί να έγραφε ένα βιβλίο στο ύφος της Σύγχρονης Ουτοπίας του Χ. Τζ. Ουέλς. Σε αυτή τη χρονική περίοδο, διασκέδαζε ψαρεύοντας, κυνηγώντας και παρατηρώντας πουλιά με τα αδέρφια της Τζασίντα.

Όταν έγινε 5 ετών, ο Έρικ εστάλη μαθητής στο σχολείο της γυναικείας μονής του Χένλεϊ-ον-Τεμζ, όπου φοιτούσε και η αδερφή του Μάρτζορι. Επρόκειτο για μία Ρωμαιοκαθολική μονή που λειτουργούσαν Γαλλίδες Ουρσουλίνες μοναχές, που είχαν εξοριστεί από τη Γαλλία, αφότου είχε απαγορευτεί η θρησκευτική εκπαίδευση το 1903. Η μητέρα του ήθελε να λάβει μόρφωση σε ιδιωτικό σχολείο, αλλά δεν μπορούσαν να πληρώσουν τα δίδακτρα και χρειαζόταν να κερδίσει υποτροφία. Ο αδερφός της Άιντα Μπλαιρ, Σαρλ Λιμουζέν, συνέστησε το Σχολείο του Αγίου Κυπριανού, στο Ίστμπορν, στο Ανατολικό Σάσεξ. Ο Λιμουζέν, που ήταν επαγγελματίας παίκτης του γκολφ, γνώριζε τόσο το σχολείο όσο και το διευθυντή του, μέσω της Βασιλικής Λέσχης Γκολφ του Ίστμπορν, όπου είχε κερδίσει αρκετές διοργανώσεις, το 1903 και το 1904. Ο διευθυντής ανάλαβε να βοηθήσει τον Μπλερ να κερδίσει την υποτροφία και σύναψε μία ιδιωτική οικονομική συμφωνία με τους γονείς του για να πληρώσουν μόνο τα μισά δίδακτρα. Το Σεπτέμβριο του 1911 ο Έρικ εγγράφηκε στο σχολείο του Αγίου Κυπριανού, όπου παρακολουθούσε μαθήματα για τα επόμενα πέντε χρόνια, επιστρέφοντας στο σπίτι μόνο κατά τις διακοπές. Δε γνώριζε τίποτε για τα μειωμένα δίδακτρα αν και αντελήφθη ότι προερχόταν από φτωχή οικογένεια. Ο Μπλαιρ μισούσε το σχολείο και πολλά χρόνια αργότερα έγραψε το δοκίμιο “Such, Such Were the Joys“, που εκδόθηκε μετά θάνατον, με θέμα τα χρόνια του εκεί. Στου Αγ. Κυπριανού όμως ο Μπλερ συνάντησε και τον Σίριλ Κόννολι, που αργότερα έγινε αξιοσημείωτος συγγραφέας και ως εκδότης του Ορίζοντα, δημοσίευσε πολλά από τα δοκίμια του Όργουελ.

Ο Μπλερ έγραψε δύο ποιήματα που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Χένλεϊ εντ Σάουθ Όξφορντσαϊρ Στάνταρ, ως μέρος σχολικών εργασιών. Ήρθε δεύτερος πίσω από τον Κόννολι στη διεκδίκηση του Βραβείου Ιστορίας Χάροου, δέχθηκε εύφημο μνεία για την εργασία του από τον εξωτερικό σχολικό αξιολογητή και τελικά κέρδισε υποτροφίες για τα κολλέγια Ουέλινγκτον και Ίτον.

Τον Ιανουάριο του 1917 ο Μπλερ, έλαβε θέση στο Ουέλλινγκτον, όπου παρέμεινε για το εαρινό εξάμηνο. Το Μάιο του 1917 διατέθηκε ακαδημαϊκή θέση για υπότροφους στο Ίτον. Σπούδασε στο Ήτον ως το Δεκέμβριο του 1921, οπότε και έφυγε σε ηλικία 18,5 ετών. Ο Όργουελ ανέφερε στην παιδική του φίλη, Τζασίντα Μπάντικομ, ότι το Ουέλινγτον ήταν «άθλιο», αλλά ότι στο Ίτον ένιωθε «ευτυχισμένος και σε πνευματική εγρήγορση». Ο βασικός καθηγητής του ήταν ο Α.Σ.Φ. Γκάου, ακαδημαϊκός επισκέπτης από το Κολέγιο Τρίνιτυ, του Κέμπριτζ, που του έδινε και επαγγελματικές συμβουλές. Ο Μπλερ διδάχτηκε Γαλλικά από τον Άλντους Χάξλεϊ. Ο Στίβεν Ράνσιμαν, που ήταν μαζί με τον Μπλαιρ στο Ίτον, παρατήρησε ότι ο Όργουελ και οι σύγχρονοί του εκτιμούσαν το λογοτεχνικό ταλέντο του Χάξλεϊ. Ο Κόνολι ακολούθησε τον Μπλερ στο Ίτον, αλλά επειδή σπούδαζαν σε διαφορετικά έτη, δε σχετίζονταν.

Οι ακαδημαϊκές επιδόσεις του Μπλερ υποδηλώνουν ότι αμελούσε τις σπουδές του. Οι γονείς του δεν είχαν τους οικονομικούς πόρους να τον στείλουν στο πανεπιστήμιο, χωρίς άλλη υποτροφία, συμπεραίνοντας από τις φτωχές του επιδόσεις, ότι δε θα μπορούσε να κερδίσει μία ακόμη. Ο Ράνσιμαν επεσήμανε τη ρομαντική αντίληψη που έτρεφε για την Ανατολή και η οικογένειά του αποφάσισε ότι ο Μπλαιρ θα έπρεπε να καταταγεί στην Αυτοκρατορική Αστυνομία, πρόδρομο της Ινδικής Αστυνομίας. Για αυτό έπρεπε να δώσει εισαγωγικές εξετάσεις. Εκείνη την περίοδο ο πατέρας του είχε αποσυρθεί στο Σάουθγουολντ του Σάφολκ. Ο Μπλερ γράφτηκε σε προπαρασκευαστικό σχολείο στο Κρέγκχερστ και «ξεσκόνισε» τους κλασικούς, τα Αγγλικά και την Ιστορία. Ο Μπλερ πέρασε στις εξετάσεις, ερχόμενος 7ος ανάμεσα σε 29 επιτυχόντες.

Αστυνομικός στη Μπούρμα

Η γιαγιά του Μπλερ, από τη μεριά της μητέρας του ζούσε στο Μουλμέιν, οπότε ο ίδιος επέλεξε να τοποθετηθεί στη Βιρμανία. Το 1922, επιβαίνοντας στο S.S. Herefordshire, έπλευσε μέσω της Διώρυγας του Σουέζ και της Κεϊλάνης προς την Βιρμανία για να ενταχθεί στην Ινδική Αυτοκρατορική Αστυνομία.

Το 1922 διορίστηκε αξιωματούχος στην αστυνομία της Βιρμανίας, απ’ όπου παραιτήθηκε έξι χρόνια μετά, αμφισβητώντας το ρόλο του στην αποικιακή διοίκηση, την οποία οι ντόπιοι δεν αποδέχτηκαν ποτέ. Ένα μήνα αργότερα, έφτασε στο Ρανγκούν και ταξίδεψε στην Αστυνομική σχολή στο Μάνταλεϊ. Μετά από μία σύντομη θητεία στο Μέμιο, έναν βασικό σταθμό στους λόφους της Βιρμανίας, τοποθετήθηκε στο μεθοριακό φυλάκιο της Μυαούνγκμυα στο δέλτα του ποταμού Ιραουάντυ στις αρχές του 1924.

Δουλεύοντας ως αυτοκρατορικός αστυνομικός έγινε ιδιαίτερα υπεύθυνος, ενώ οι περισσότεροι από τους συνομήλικούς του ήταν ακόμα στο πανεπιστήμιο στην Αγγλία. Όταν τοποθετήθηκε ανατολικότερα στο Δέλτα του Τουάντε ως υπο-περιφερειακός αξιωματικός, ήταν υπεύθυνος για την ασφάλεια περίπου 200.000 ανθρώπων. Στο τέλος του 1924, πήρε προαγωγή ως βοηθός επιθεωρητή περιφέρειας και τοποθετήθηκε στο Σίριαμ κοντά στο Ρανγκούν. Εκεί βρισκόταν το διυλιστήριο της εταιρίας πετρελαίου της Βιρμανίας. Όμως η πόλη ήταν κοντά στο Ρανγκούν, ένα κοσμοπολίτικο λιμάνι και ο Μπλερ πήγαινε στην πόλη όσο πιο συχνά μπορούσε, “για να ξεφυλλίσει βιβλία στο βιβλιοπωλείο, να φάει καλομαγειρεμένο φαγητό και να ξεφύγει απο την βαρετή ρουτίνα της αστυνομικής ζώης“. Τον Σεπτέμβριο του 1925 πήγε στο Ινσέιν, την έδρα της φυλακής του Ινσέιν και τη δεύτερη μεγαλύτερη φυλακή της Βιρμανίας. Εκεί, έκανε μεγάλες συζητήσεις για κάθε πιθανό θέμα με την Ελάιζα Μαρία Λάνγκφορντ-Ρέι (που αργότερα παντρεύτηκε τον Κάζι Λέντουπ Ντόρτζι). Αυτή εντόπισε πάνω του την “αίσθηση της απόλυτης εντιμότητας στις παραμικρές λεπτομέρειες.”

Τον Απρίλιο του 1926 μετακόμησε στο Μουλμέιν, όπου ζούσε η γιαγιά του (από την πλευρά της μητέρας του). Στο τέλος του ίδιου έτους, τοποθετήθηκε στην Καθά, στην Άνω Βιρμανία, όπου προσβλήθηκε από δάγκειο πυρετό το 1927. Πήρε αναρρωτική άδεια και πήγε στην Αγγλία τον Ιούλιο. Τον Σεπτέμβριο του 1927 ενώ έκανε διακοπές μαζί με την οικογένεια του στην Κορνουάλη, επανεκτίμησε τη ζωή του. Αποφασίζει να μην επιστρέψει στη Βιρμανία, να παραιτηθεί από την Ινδική Αυτοκρατορική Αστυνομία και να γίνει συγγραφέας. Άντλησε από τις εμπειρίες του ως αστυνομικός στη Βιρμανία για το μυθιστόρημα “Μέρες της Βιρμανίας” (1934) και για τα δοκίμια “Η Κρεμάλα” (1931) και “Πυροβολώντας έναν ελέφαντα” (1936).

Στην Βιρμανία, ο Μπλερ είχε αποκτήσει την φήμη του παρία. Περνούσε πολύ χρόνο μοναχός του, διαβάζοντας ή αναζητώντας δραστηριότητες, όπως εκκλησιασμό στην εθνοτική κοινότητα των Καρέν. Ένας συνάδελφός του, ο Ρότζερ Μπίντον, θυμόταν (σε εκπομπή του BBC το 1969), ότι «ο Μπλερ μάθαινε γρήγορα την τοπική γλώσσα και πριν φύγει από τη Βιρμανία, μπορούσε να μιλήσει με Βιρμανούς ιερείς σε άπταιστα Βιρμανικά».

Λονδίνο και Παρίσι

Έκτοτε έζησε για καιρό φτωχική ζωή στο Παρίσι και το Λονδίνο, αλλάζοντας περιστασιακά επαγγέλματα και συναναστρεφόμενος με περιθωριακούς. Επρόκειτο για μια συνειδητή από μέρους του απόρριψη του αστικού τρόπου ζωής, που συνοδεύτηκε από την πολιτική του ωρίμανση. Ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του αναρχικό.

Στην Αγγλία εγκαταστάθηκε στο σπίτι της οικογένειας στο Σάουθγουολντ. Εκεί συνάντησε και τους παλιούς τους φίλους. Επίσης επισκέφτηκε τον παλιό του δάσκαλο, Γκάου, στο Κέμπριτζ, ώστε να του ζητήσει συμβουλές για το πώς να γίνει συγγραφέας.

Αρχές φθινοπώρου, του 1927, μετακόμισε στο Λονδίνο. Η Ρουθ Πίτερ, μια οικογενειακή φίλη, τον βοήθησε να βρει κατάλυμα. Μέχρι το τέλος του 1927 εγκαταστάθηκε στην οδό Πορτομπέλο. Μάλιστα, σε αυτό το μέρος σήμερα βρίσκεται μια πινακίδα όπου τιμά την παρουσία του εκεί. Η συμμετοχή της Πίτερ στο κίνημα θα τον βοηθούσε να ανέβει στην εκτίμηση της κυρίας Μπλερ. Η Πίτερ συμπαθούσε το γράψιμο του Μπλερ, εντόπιζε αδυναμίες στην ποίησή του και τον συμβούλευε να γράψει για όσα ήξερε.

Τα βιβλία του Οι αλήτες του Παρισιού και του Λονδίνου (1933), Μέρες της Βιρμανίας (1934), Η κόρη του παπά (1935) και Ο δρόμος προς την αποβάθρα του Γουίγκαν (1937), δίνουν το χρονικό της περιόδου αυτής και καταγράφουν την εξέλιξη των ιδεών του.

Ισπανικός Εμφύλιος

Από τις κορυφαίες στιγμές της ζωής του ήταν η συμμετοχή του στον ισπανικό Εμφύλιο. Στρατευμένος αρχικά στη δημοκρατική πολιτοφυλακή, πολέμησε και τραυματίστηκε όντας μέλος της ταξιαρχίας “Λένιν” του P.O.U.M, ενώ συγκρούστηκε αργότερα με το σταλινικό PCE κατά τις τραγικές Ημέρες της Βαρκελώνης. Στο βιβλίο του Πεθαίνοντας στην Καταλωνία (1938) αποτύπωσε μοναδικά τις εμπειρίες και τη δράση του.

Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος

Με την έκρηξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου τοποθετήθηκε διευθυντής της Ινδικής Υπηρεσίας του BBC, απ’ όπου αποχώρησε το 1943. Ως λογοτεχνικός συντάκτης, εν συνεχεία, στην εφημερίδα Tribune, διαμόρφωσε πολιτικές θέσεις με σοσιαλιστική κατεύθυνση, διαφοροποιημένος ωστόσο από την επίσημη γραμμή των Εργατικών. Στην περίοδο αυτή ανήκουν μερικά από τα καλύτερα δοκίμιά του.

Ωριμότητα

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έγραψε τα δύο βιβλία που του χάρισαν τη μεγάλη του φήμη. Το 1944 ολοκλήρωσε τη Φάρμα των Ζώων, πολιτική αλληγορία εμπνευσμένη από τη Ρωσική Επανάσταση και τη σταλινική περίοδο της ΕΣΣΔ. Το βιβλίο τον έκανε πλούσιο και διάσημο. Το 1949 κυκλοφόρησε το τελευταίο του έργο, το περίφημο 1984, κορυφαία ίσως στιγμή του συγγραφέα και πολιτικού στοχαστή. Με τη δράση τοποθετημένη στο μελλοντικό τότε έτος 1984, σκιαγραφεί αριστουργηματικά όσο και εφιαλτικά το ολοκληρωτικό αστυνομικό κράτος, όπου τα πάντα εξελίσσονται υπό την παρακολούθηση του Μεγάλου Αδελφού.

Παρότι ο Όργουελ ήταν αριστερών πολιτικών πεποιθήσεων, η απέχθεια του απέναντι σε όλες τις μορφές ολοκληρωτισμού (και ιδιαίτερα απέναντι στον σταλινισμό), ήταν ευδιάκριτη. Φοβούμενος ότι μέλη του αγγλικού εργατικού κόμματος τρέφουν φιλοσοβιετικά αισθήματα, κατέθεσε στο τμήμα ερευνών πληροφοριών (Information Research Department) παρακλάδι του υπουργείου εξωτερικών, μια λίστα η οποία περιελάμβανε 135 ονόματα στα οποία συμπεριλαμβανόταν και επιφανείς προσωπικότητες όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν.

To 1950, λίγο πριν τον θάνατό του, μακριά από το αγαπημένο του νησί Τζούρα, ο Βρετανός λογοτέχνης απαγόρευσε ρητά τη συγγραφή της βιογραφίας του, κάτι που τελικά δεν τηρήθηκε από τους πολυάριθμους βιογράφους του.

Ο Τζορτζ Όργουελ πέθανε τον Ιανουάριο του 1950 σε νοσοκομείο του Λονδίνου, σε ηλικία 47 ετών.

Το 1958 η χήρα του Σόνια σε συνεργασία με τον Ίαν Άνγκους επιμελήθηκε και εξέδωσε σε τέσσερις ογκώδεις τόμους το σύνολο σχεδόν των δοκιμίων, των άρθρων, των βιβλιοκρισιών, των επιστολών αλλά και των ημερολογίων που κράτησε κατά καιρούς ο Όργουελ.

Έργα

τα Μυθιστορήματα
  • 1934: Burmese days («Οι μέρες της Μπούρμα»)
—μτφ. Στέφανος Ροζάνης (εκδ. “ΔΩΔΩΝΗ“, 1978)
—μτφ. Νίκος Β. Αλεξίου, (εκδ. “ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ“, 1980)
  • 1935: A clergyman’s daughter («Η κόρη του παπά»)
—μτφ. Αμίκα Λυκιαρδοπούλου (εκδ. “ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ“, 1984)
—μτφ. Ανδρέας Σοκοδήμος (εκδ.”ΚΑΚΤΟΣ“, 2005)
  • 1936: Keep the aspidistra flying
—μτφ. Δημήτρης Κωστελένος, ως «Κρατήστε σφιχτά τον μικροαστισμό σας» (εκδ. “ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ“, α’ έκδοση, 1979)
—μτφ. Ανδρέας Σοκοδήμος, ως «Η παγίδα του χρήματος» (εκδ.”ΚΑΚΤΟΣ“, 2004)
  • 1939: Coming up for air («Ανάσες»)
    —μτφ. Πάνος Τομαράς (εκδ. “Αίολος”, 2021)
  • 1945: Animal farm -(«Η Φάρμα των Ζώων»)
—μτφ. αγνώστου (εικονογράφηση Φωκίων Δημητριάδης, εκδ. ”Ασπιώτη – ΕΛΚΑ”, 1951)
—μτφ. Μανώλης Γιαλουράκης (εκδ. “Ωρόρα”, 1970)
—μτφ. Σάκης Σταύρου (εκδ. “Δαμιανός”, 196;)
—μτφ. Νίνα Μπάρτη (εκδ. ”Γαλαξίας”, 1971)
—μτφ. Νέστορας Χούνος (εκδ. “Άγκυρα”, 1976)
—μτφ. Κυριάκος Ντελόπουλος (εκδ. ”Εγνατία”, 1978)
—μτφ. Κατερίνα Χριστοδούλου (εκδ. “ΓΡΑΜΜΑΤΑ“, 2001)
—μτφ. Νίκος Καταπόδης (εκδ. “Ζαχαρόπουλος”, 2001)
—μτφ. Ντόρα Λαΐνη – Ζαγκούρογλου. (εκδ. “Αργοναύτης”, 2013)
—μτφ. Αλέξης Καλοφωλιάς, (εκδ. “Μίνωας”, 2020)
—μτφ. Κατερίνα Σχινά (εκδ. “Μεταίχμιο”, 2021)
—μτφ. Αύγουστος Κορτώ (εκδ. “Ψυχογιός”, 2021)
—μτφ. Τζένη Κουσουνέλου (εκδ. “Καρακώτσογλου”, 2021)
  • 1949:Nineteen Eighty-Four, («Χίλια εννιακόσια ογδόντα τέσσερα»)
—μτφ. Φιλιώ Κομώτη (εκδ. “Καμπανάς”, 1970)
—μτφ. Νίνα Μπάρτη (εκδ. “ΚΑΚΤΟΣ“, 1978)
—μτφ. Ανδρόνικος Κάπα (Ανδρέας Κάππα σε επανεκδόσεις) (εκδ. “Clip Books”, 2013)
—μτφ. Ιωάννης Μαραθάκης (εκδ. “Αργοναύτης”, 2020)
—μτφ. Αλέξης Καλοφωλιάς, (εκδ. “Μίνωας”, 2020)
—μτφ. Νίκος Καταπόδης (εκδ. “Ζαχαρόπουλος”, 2021)
—μτφ. Μαρία Καρβέλα (εκδ. “Ωκεανίδα”, 2021)
—μτφ. Κατερίνα Σχινά (εκδ. “Μεταίχμιο”, 2021)
—μτφ. Αύγουστος Κορτώ (εκδ. “Ψυχογιός”, 2021)
—μτφ. Χριστιάννα Σακελλαροπούλου (εκδ. “Λιβάνης”, 2021)
—μτφ. Ανδρέας Παππάς (εκδ. “Πατάκης”, 2021)
—μτφ. Διονύσιος Ψιλόπουλος (εκδ. “Άμμων”, 2021)
—μτφ. Γιώργος Καράμπελας (εκδ. “Εστία”, 2021)
—μτφ. Πάνος Τομαράς (εκδ. “Οξύ”, 2021)
—μτφ. Τζένη Κουσουνέλου (εκδ. “Καρακώτσογλου”, 2021)
άλλα έργα
  • Down and out in Paris and London, 1933
—μτφ. Δημήτρης Κωστελένος, ως «Οι αλήτες του Παρισιού και του Λονδίνου» (εκδ. “ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ“, 1978)
—μτφ. Αλέξης Καλοφωλιάς, ως «Οι άθλιοι του Παρισιού και του Λονδίνου» (εκδ. “ΑΣΒΟΣ“, 2010)
  • The road to Wigan Pier (Ο δρόμος προς την αποβάθρα του Γουίγκαν, 1937)
—μτφ. Τασούλα Καραϊσκάκη, ως «Στις φάμπρικες του Γουήγκαν Πάιαρ» (εκδ. “ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ“, 1979)
—μτφ. Ανδρέας Σοκοδήμος (εκδ.”ΚΑΚΤΟΣ“, 2004)
  • Homage to Catalonia (Φόρος τιμής στην Καταλονία, 1938)
—μτφ. Κλαίρη Καλαϊτζίδου, ως «Πεθαίνοντας στην Καταλωνία» (εκδ. “ΚΑΚΤΟΣ“, 1979)
—μτφ. Νίκος Β. Αλεξίου, (εκδ. “ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ“, 1980)
—μτφ. Αλέξης Καλοφωλιάς, (εκδ. “Μίνωας”, 2020)
  • A Nice Cup of Tea (1946)
  • Shooting an Elephant (1936) —μτφ. Νίκος Κούρκουλος, ως «Πυροβολώντας έναν ελέφαντα» (εκδ. “Ναυτίλος”, 2018)
  • A Hanging (Ένας απαγχονισμός, 1931)
  • The Lion and The Unicorn: Socialism and the English Genius (1941) —μτφ. Χρύσα Τσαλικίδου, ως «Το λιοντάρι και ο μονόκερος: σοσιαλισμός και αγγλικό πνεύμα » (εκδ. “Εξάντας”, 2003)
  • Looking Back on the Spanish War (Ξανακοιτάζοντας τον Ισπανικό πόλεμο, 1943)
  • Notes on Nationalism (Σημειώσεις για τον Εθνικισμό, 1945) —μτφ. Ανδρέας Παππάς, ως «Για τον εθνικισμό» (εκδ. “Πατάκης”, 2016)
  • Decline of the English Murder (Η παρακμή του αγγλικού εγκλήματος, 1946)
  • Reflections on Gandhi (Στοχασμοί για τον Γκάντι, 1949)
  • The Prevention of Literature (1946)
Ποιήματα
  • Awake! Young Men of England
  • Kitchener
  • The Lesser Evil
  • A Little Poem
  • Our Minds are Married, But we are Too Young
  • The Pagan
  • Poem From Burma

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com