Νέα Αθηναΐκή σχολή. Ένα φωτεινό μετέωρο για το σήμερα.

Η χορεία λοιπόν, όλων εκείνων των σημαντικών μορφών του Παλαμά, του Δροσίνη, του Σουρή βεβαίως, του Πολέμη μα και πόσων άλλων σημαντικότατων ποιητικών φωνών εκείνης της δεύτερης εποχής που τέμνει και καθορίζει τον ποιητικό λόγο στην Ελλάδα, η εποχή της πνευματικής της ενηλικίωσης θα έλεγε κανείς παρασταίνοντας την ιστορική αυτή περίοδο με την ζωή ενός και μόνον ανθρώπου, χαράζει βαθύτατα στην συλλογική ψυχή και καθορίζει δίχως καμιά αφμιβολία τον ορισμό τού τι μπορεί να σημαίνει ποίηση για μια χώρα και μια κοινωνία.

by Times Newsroom

Γ. Ροϊλός, Οι ποιητές (π. 1919). Λάδι σε μουσαμά, 130 εκ. x 170 εκ. Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός». Μεγάλοι ποιητές της γενιάς του 1880. Στα δεξιά της σύνθεσης απεικονίζεται ο Α. Προβελέγγιος να διαβάζει κάποιο ποίημά του, ενώ από τα αριστερά προς τα δεξιά διακρίνονται οι Γεώργιος Στρατήγης, Γεώργιος Δροσίνης, Ιωάννης Πολέμης, Κωστής Παλαμάς, Γεώργιος Σουρής και Αριστομένης Προβελέγγιος.

ΠΑΝΟΣ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ*

Σε αμέσως προηγούμενο κείμενό μου, μιά αναφορά στους πρωτομάστορες του ποιητικού λόγου, στην αμέσως μετεπαναστατική Ελλάδα η οποία αναζητούσε εναγωνίες την ταυτότητα της και διαμέσου των γραμμάτων, αναφέρθηκε ως εντελώς γενικά στην προσπάθεια εκείνων των πρωτοπόρων, οι οποίοι έδρασαν σε εποχές τόσο μακρινές από την δική μας, με μέσα πρωτόλεια μα με διάθεση να διαμορφώσουν ένα πολιτιστικό πρόσωπο όπου θα μπορούσε να σταθεί αξιοπρεπώς στον νέο κόσμο που έρχονταν.

Η αναφορά μου αυτή, είχε το περισσότερο τον χαρακτήρα μιάς ηθικής υποχρέωσης προς όλους εκείνουν οι οποίοι σήμερα είναι στην πλειοψηφία τους λησμονημένοι και η μοναδική αναφορά στο όνομα τους, συμβαίνει είτε απο σημερινούς μελετητές της εποχής τους, είτε από κάποιους ανθρώπους ως ο υποφαινόμενος, ο οποίος τους θεωρεί πολύ σημαντικούς όσον αφορά την διαμόρφωση της έννοιας του ποιητικού λόγου, σε μιά χώρα η οποία έχει χάσει από πολύ καιρό τον δρόμο της (αν και ποτέ ακολούθησε έναν δικό της δρόμο, είναι η πικρή αλήθεια) στα λογοτεχνικά πράγματα με ύστατη και τρομερή συνέπεια, την σχεδόν αποστροφή της μεγάλης μερίδας του λαού μας για όλα αυτά που ονομάζουμε νεοελληνικά γράμματα.

Μπορεί όλοι αυτοί λοιπον σήμερα και λόγω του εμπόδιου της γλώσσας που χρησιμοποίησαν, να παραμένουν στις σκονισμένες προθήκες βιβλιοθηκών και να αποτελούν σχεδόν μουσειακό αντικείμενο μελέτης και έκθεμα εντελώς ξένος με τις δικές μας παραστάσεις, όμως τούτο δεν συμβαίνει (τουλάχιστον σε αυτόν τον βαθμό) με την νέα Αθηναΐκή σχολή. Όσους δηλαδή λογοτέχνες έγραψαν και έδρασαν ποικιλοτρόπως επηρεάζοντας και το κοινωνικό γίγνεσθαί της εποχής τους, εξάλλου οι περισσότεροι είναι και γέννημα της εποχής τους με τις τόσες αλλαγές από τα 1880 ως και τις απαρχές του προηγούμενου αιώνα με κύριο εκπρόσωπο και “γενάρχη” τον Κωστή Παλαμά.

Το με διαφορά φάσης ως μεταγγίστηκε απο την Ευρώπη, κίνημα του Ρομαντισμού ήδη από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, πέφτει σε μιά βαθύτατη παρακμή, υφολογικά, θεματολογικά, μορφολογικά και γενικότερα ποιοτικά σε σημείο ώστε οι ίδιοι οι ποιητές της πρώτης εκείνης σχολής οι πριν τα 1880, να εμπαίζουν το κατάντημα της ποίησης. Όλα τούτα τα οποία συντελούνται στα νεοελληνικά γράμματα, μαζί με την δυναμική όπου αναπτύσει η δημοτική γλώσσα έναντι της καθαρεύουσας, κάτι που θα καταλήξει στο περίφημο “γλωσσικόν ζήτημα”, καταδεικνύουν εμφανώς πως η αλλαγή, ο συντονισμός με την κοινωνία εκ μέρους των λογίων αποτελεί όχι μόνον μιά αδιόρατη ηθική υποχρέωση, αλλά και ένα επιβαλλόμενο εκ των συνθηκών, καθήκον.

Πέρα λοιπόν από το μεταβατικό εκείνο στάδιο όπου ο ποιητικός λόγος περνά από την καθαρεύουσα στην δημοτική και αυτό αντικατοπτρίζεται και στην λογοτεχνική παραγωγή της εποχής, έρχεται ο καιρός όπου ο νέος αυτός φέρελπις “θίασος” των λογίων των μετά το 1880, έρχεται για να επιβληθεί στα γράμματα και να απλώσει τον ποιητικό λόγο στην μεγάλη κοινωνία με όργανό του, την δημοτική γλώσσα. Γλώσσα κατανοητή, εύληπτη από τον λαό, μιά κατάσταση που θα έλεγε κανείς γεφυρώνει το χάσμα αναμεταξύ πνευματικών ανθρώπων και απλών ανθρώπων της καθημερινότητας, και τότε ένας κοινός κώδικας επικοινωνίας αρχίζει να αναπτύσεται,  ο οποίος τόσο λείπει στις μέρες μας και συντελλεί πάρα πολύ στην πολιτισμική ασυνέχεια που παρατηρείται και σήμερα. Ιδιαιτέρως θα έλεγε κανείς, σήμερα.

Η χορεία λοιπόν, όλων εκείνων των σημαντικών μορφών του Παλαμά, του Δροσίνη, του Σουρή βεβαίως, του Πολέμη μα και πόσων άλλων σημαντικότατων ποιητικών φωνών εκείνης της δεύτερης εποχής που τέμνει και καθορίζει τον ποιητικό λόγο στην Ελλάδα, η εποχή της πνευματικής της ενηλικίωσης θα έλεγε κανείς παρασταίνοντας την ιστορική αυτή περίοδο με την ζωή ενός και μόνον ανθρώπου, χαράζει βαθύτατα στην συλλογική ψυχή και καθορίζει δίχως καμιά αφμιβολία τον ορισμό τού τι μπορεί να σημαίνει ποίηση για μια χώρα και μια κοινωνία.

Οι ποιητές εκείνης της συγκεκριμένης γενιάς, έρχονται για να μείνουν. Δεν αποτελούν μοναχικούς στοχαστές που προσπαθούν σε μιά γλώσσα σχεδόν μη αντιληπτή από τον πολύ κόσμο να περάσουν τα όποια μηνύματα τους, αλλά τουναντίον με την δημοτική ως κύριο όπλο και γλωσσικό όργανο τους μα και με το μεγάλο τους ταλέντο, καθοδηγούν, διδάσκουν, περιγράφουν συναισθήματα, οραματισμούς κοινωνικούς και πατριωτικούς, χαμογελώντας με ύφος σκωπτικό, στην ανωριμότητα και την γελοιότητα του καιρού τους που όπως σε κάθε εποχή ενυπάρχει εντός της κοινωνίας και γενικώς προσδίδουν στην κορωνίδα της λογοτεχνικής έκφρασης που θεωρώ πάντοτε την ποίηση, την αξία και την σημασία που θα πρέπει να έχει για όλους και κυρίως τους αναγνώστες – δέκτες, την θέση που της αξίζει.

Έτσι δημιουργούνται αριστουργήματα γραμμένα σε καθαρή δημοτική. Έτσι περνιέται το σαφές μήνυμα πως η λογοτεχνία και ιδιαίτερα η ποίηση, δεν είναι προνόμιο των λίγων, αλλά απόλαυση των πολλών, έτσι ο λαός βρίσκει τον ακριβή εκφραστή του σε ό,τι θα ήθελε να πεί ο ίδιος αλλά είτε δεν μπορεί να το εκφράσει, είτε δεν μπορεί ίσως ακόμη ακόμη και να το διανοηθεί. Και είναι αλήθεια πως εκείνη η δεύτερη σχολή για τον ποιητικό λόγο στην αμέσως μετεπεναστατική Ελλάδα, είναι μία από τις μοναδικές στιγμές όπου ο λαός και το πνεύμα συνταυτίζονται, η μεταξύ τους διαφορά κατανοήσεως και συναντιλήεψεως γεφυρώντεται στέρεα και δίχως καμά αμφιβολία. Και ίσως αυτό πέρα από την όποια αριστουργηματική όντως γραφή, είναι και θα είναι το κυρότερο επίτευγμα όλης αυτής της γενιάς των νέων τότε λογοτεχνών οι οποίοι δίδαξαν ήθος, ευπρέπεια έκφρασης, μεγαλοσύνη και επιβλήθηκαν με την αξία τους η οποία μόνον ως δεδομένη δύναται να θεωρείται

Αργότερα δυστυχώς τούτο το αγεφύρωτο κενό θα επανέλθει. Ο λαός θα ξεχωρίσει από το πνεύμα και πάλι στις επόμενες δεκαετίες και ιδιαίτερα σήμερα η λεγόμενη θολοκουλτούρα θα έρθει να θολώσει έτι περαιτέρω τα νερά μιάς κατάστασης βαλτώδους εδώ και πάρα πολλά χρόνια, ιδιαιτέρως στα ποιητικά μας πράγματα. Κατάστασης η οποία συμπεριφέρεται στον λαό ως “πλέμπα” η οποία αδυνατεί να κατανοήσει τα δήθεν βαθυστόχαστα νοήμτα των δήθεν πνευματικών ανθρώπων. Και είναι τούτη η μεγάλη μας ευθύνη στην οποίαν επιμένω πάντα με μιά τάση σχεδόν εμμονική. Το πώς θα επαναγεφυρώσουμε και θα πληρώσουμε, το πολιτισμικό μας κενό με όσους δεν γράφουν και όσους δεν διαβάζουν.

Διότι αυτό που θα πρέπει να απασχολεί όλους εμάς που γράφουμε και που διαβάζουμε στις μέρες μας, δεν είναι όσοι μας διαβάσουν, και μας ακούνε στις ολιγάριθμες συνήθως παρουσιάσεις των βιβλίων μας και στις μικρές ομηγύρεις των ανθρώπων που μας ακολουθούν,    αλλά όσοι δεν μας διαβάζουν και δεν μας παρακολουθούν επουδενί λόγο. Και γιατι δεν μας διαβάζουν.

Όσοι εκ των πνευματικών ανθρώπων τού σήμερα αναζητούν πράγματι ειλικρινείς απαντήσεις σε τούτο το πολιτισμικό μας χάσμα, ας ψάξούν πίσω στην λογοτεχνική μας ιστορία, το τι έπραξαν και το πώς κινήθηκαν όλα τούτα τα φωτεινά μετέωρα της νέας Αθηναΐκης σχολής.. Ίσως εκεί να υπάρχει το κλειδί που να ξεκλειδώνει τα προβλήματα των καιρών μας όσον αφορά το βαθύτατο λογοτεχνικό τέλμα στο οποίο έχουμε καταπέσει, πρωτίστως εμείς οι δήθεν πνευματικοί άνθρωποι του καιρού μας, οι οποίοι δυστυχώς, δυστυχέστατα, ουδεμία σημασία φαίνεται να έχουν για την μεγάλη μας κοινωνία.

*Ο Πάνος Χατζηγεωργιάδης είναι Μουσικοσυνθέτης, Λογοτέχνης και Δημοσιογράφος, καθώς επίσης μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ», της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών και του Συλλόγου «ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΙ ΕΔΩ:

Ποιητικές φωνές του Μεσοπολέμου. Η περίπτωση της Μαρίας Πολυδούρη

Η νεκροφιλία ως ψυχική διάθεση με αφορμή την λογοτεχνία και την ζωή του 19ου αιώνα και ως αρχετυπική συμπεριφορά

Οι πρωτομάστορες του ποιητικού λόγου

Ποιητικές φωνές του Μεσοπολέμου. Η περίπτωση του Ναπολέoντος Λαπαθιώτη

«La Dame aux Camélias» Οι αρχετυπικές αναφορές στο έργο του Αλέξανδρου Δουμά υιού

Η Πύρρειος νίκη του άκρατου δημοτικισμού

Η ατομική ευθύνη εις το έργον του Περικλέους Γιαννόπουλου

ΠΕΡΙΑΝΔΡΟΥ ΑΡ.5, ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ

 

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com