Ο Δημήτριος Ε. Γαλάνης (Αθήνα, 17 Μαΐου 1879 – Παρίσι, 20 Μαρτίου 1966) ήταν χαράκτης, από τους πρωτοπόρους στο είδος του στον ελληνικό καλλιτεχνικό κόσμο. Ασχολήθηκε επίσης εκτενώς με τη γελοιογραφία και τη ζωγραφική.
Αν και γεννήθηκε στην Αθήνα το 1882, ο πατέρας του, ο φιλόλογος Εμμανουήλ Γαλάνης που καταγόταν από την Κύμη, τον έγραψε στα μητρώα του Δήμου Κύμης με έτος γεννήσεως το 1879. Το 1895 16 μόλις ετών, έπαιρνε μισθό απο την “Ακρόπολη” για τις γελοιογραφιες του. Από το 1897 έως το 1899 σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο της Αθήνας, με δάσκαλο στο σχέδιο τον Νικηφόρο Λύτρα.
Με υποτροφία μιας γαλλικής σατυρικής επιθεώρησης για το σκίτσι του με θέμα Ο Κατακλυσμός του Νώς στην παριζιάνικη εφημερίδα “Le Journal” , το 1900 πήγε στη Γαλλία για να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού με πρώτο δάσκαλο τον Φερνάν Κορμόν (Fernand Cormon), ζωγράφο ακαδημαϊκής νοοτροπίας.
Από το 1902, ο Γαλάνης άρχισε να σχεδιάζει γελοιογραφίες για διάφορα σατιρικά έντυπα της εποχής, όπως τα περιοδικά L’Assiette au Beurre, Le Cri de Paris, Gil Blas, Le Rire και Le Canard Sauvage. Κατά την περίοδο 1907–1909, ο Γαλάνης έζησε στη Γερμανία, όπου εργάσθηκε ως γελοιογράφος για τα γερμανικά περιοδικά Simplicissimus και Lustige Blätter. Την ίδια εποχή, φιλοτέχνησε και διαφημιστικές αφίσες.
Το 1904, παρουσίασε έργα του σε τέσσερις ομαδικές εκθέσεις και έτσι άρχισε να γίνεται γνωστός στο φιλότεχνο κοινό της γαλλικής πρωτεύουσας. Την ίδια εποχή συνδέθηκε φιλικά με τον ποιητή Ζαν Μορεάς (γαλλικό ψευδώνυμο του Ιωάννη Α. Παπαδιαμαντόπουλου) και τους καλλιτέχνες Αντρέ Ντεραίν, Ανρί Ματίς και Αριστίντ Μαγιόλ. Το 1912 παρουσίασε έργα του στην έκθεση των κυβιστών της ομάδας «Χρυσή Τομή» (La Section d’or). Δύο χρόνια αργότερα συμμετείχε με τρεις τοπιογραφίες στην ετήσια Έκθεση των Ανεξαρτήτων (Salon des Indépendants).
Με την έναρξη του Α΄ Παγκ. Πολέμου, κατατάχθηκε ως εθελοντής στη Λεγεώνα των Ξένων και έλαβε μέρος στη μάχη της Μάρνης. Το 1918 βρέθηκε να υπηρετεί ως διερμηνέας με τα γαλλικό εκστρατευτικό σώμα στην Ελλάδα. Εξαιτίας της υπηρεσίας του στην Λεγεώνα των Ξένων απέκτησε την γαλλική υπηκοότητα. Είχε ήδη νυμφευθεί την Γαλλίδα Στεφανί-Ζυλί Μπουβιέ (Stéphanie-Julie Bouvier) από το Αιξ της Προβηγκίας, και είχε αποκτήσει μαζί της τον μοναχογιό του Ζαν-Σεμπαστιάν (Jean-Sébastien Galanis, 1910–1940).
Με το τέλος του πολέμου, επέστρεψε στο Παρίσι για να στραφεί αποκλειστικά προς τη χαρακτική· αρχικά στην ξυλογραφία και κατόπιν στην οξυγραφία. Το 1920 ολοκλήρωσε το έργο του Καθισμένο γυμνό και παρουσίασε έργα του σε εκθέσεις δίπλα μαζί με τον Ματίς και τον Μπρακ. Τον επόμενο χρόνο παρουσίασε έργα του παρέα με άλλα μεγάλα ονόματα της εποχής όπως ο Χουάν Γκρι, ο Πικάσσο, ο Ντυφύ και ο Σαγκάλ.
Έχοντας ήδη καθιερωθεί ως χαράκτης, ο Γαλάνης στην συνέχεια εξέθεσε έργα του στο Λονδίνο, τις Βρυξέλλες και την Νέα Υόρκη. Παράλληλα άρχισε να ασχολείται συστηματικά με την διακόσμηση βιβλίων με χαρακτικά έργα. Πολλά από τα βιβλία που διακόσμησε παρουσιάσθηκαν σε διάφορες εκθέσεις κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου.
Το 1929, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου προσκάλεσε τον Γαλάνη στην Ελλάδα για να αναλάβει την Έδρα της Χαρακτικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, αλλά ο Γαλάνης δεν δέχθηκε για προσωπικούς λόγους. (Την συγκεκριμένη έδρα την κατέλαβε τελικά ο Γιάννης Κεφαλληνός.)
Από το 1930 αφιερώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στη χαρακτική. Κατά το διάστημα 1930–1937 δίδασκε χαρακτική στο εργαστήριό του στο Παρίσι. Σε αυτό το εργαστήριο, έλαβαν μαθήματα και πολλοί νέοι Έλληνες καλλιτέχνες, όπως ο Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Πολύκλειτος Ρέγκος, η Μ. Ραφτοπούλου, ο Α. Βασιλικιώτης, ο Κ. Ηλιάδης κ.ά.
Ως χαράκτης, ο Γαλάνης ασχολήθηκε και με τον σχεδιασμό γραμματοσήμων. Το πιο γνωστό του έργο για τους φιλοτελιστές είναι μία σειρά από τέσσερα γραμματόσημα με θέμα την Διεθνή Έκθεση του Παρισιού του 1937. Η συγκεκριμένη σειρά σχεδιάσθηκε το 1936, κατόπιν παραγγελίας από τα Γαλλικά Ταχυδρομεία.
Το 1940, η οικογένεια του Γαλάνη πέρασε μία μεγάλη δοκιμασία. Ο μοναχογιός του, που ήταν πλοίαρχος του εμπορικού ναυτικού, νυμφευμένος και πατέρας μιας μικρής κόρης, με την πτώση της Γαλλίας στους Γερμανούς, κατατάχθηκε στο Γαλλικό Πολεμικό Ναυτικό που διέφυγε με τις δυνάμεις του Ντε Γκωλ. Στις 27 Νοεμβρίου του 1940, το πλοίο στο οποίο υπηρετούσε ο Ζαν-Σεμπαστιάν Γαλάνης χτυπήθηκε από γερμανικό υποβρύχιο στον Ατλαντικό Ωκεανό, και ο νεαρός ναυτικός χάθηκε για πάντα στη θάλασσα. Το χτύπημα ήταν πολύ σκληρό για την οικογένεια Γαλάνη, που ζούσε στο γερμανοκρατούμενο Παρίσι.
Μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας, το 1945, ο Γαλάνης εκλέχθηκε καθηγητής στην Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού και την ίδια χρονιά έγινε ισόβιο μέλος της γαλλικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών (Académie des Beaux-Arts). Το 1950 εκλέχθηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Το έργο του
Έργα του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές, στη συλλογή του Τελλόγλειου Ιδρύματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στην Εθνική Πινακοθήκη, στην Πινακοθήκη Αβέρωφ, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, στις πινακοθήκες του Δήμου Αθηναίων και του Δήμου Ρόδου, κ.ά.
Το 2008 έργο του πωλήθηκε σε δημοπρασία ως πλαστό.
Στα γαλλικά είναι γνωστός ως Démétrios ή Démétrius Galanis και στα αγγλικά ως Demetrios Galanis.
Βιβλιογραφία
- Δημήτρης Σ. Αθανασόπουλος, Δ. Γαλάνης, 1879-1966: Σχεδίασμα εισαγωγής στο έργο του. Εκδόσεις «Το Όχημα», Αθήνα 1982. (Τυπώθηκε με ευκαιρία έκθεση έργων του Δ. Γαλάνη στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών το 1982.)
- Εμμανουήλ Μαυρομμάτης, Η χαρακτική και η ζωγραφική του Δημήτρη Γαλάνη, 1879-1966. Διογένης, Αθήνα 1983. (Διδακτορική διατριβή που υποστηρίχθηκε στην Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών το 1982.)
- Γιώργος Πετρέας, Ο Γαλάνης: Ο άνθρωπος, ο καλλιτέχνης, ο πατριώτης. Δίφρος, Αθήνα 1955. (Β΄ έκδοση από τις εκδόσεις Δρομών, Αθήνα 2004, ISBN 960-8330-18-1.)
- Παπαδανιήλ Αρίσταρχος Ελληνική Πολιτική Γελοιογραφία, εκδόσεις SYLLIPSIS
- Γιάννης Κουτσοχέρας, Δημήτρης Γαλάνης – Τα χέρια του φίλου μου. Περιοδικό “ΕΙ”, τ.13 1996, σ. 14&30-31