Η Τυνησία είναι ο ένατος μεγαλύτερος εξαγωγέας ρούχων στην ΕΕ, με περισσότερες από 1.530 εταιρείες να βρίσκονται προσκολλημένες εκεί, αντιπροσωπεύοντας το 31% της κλωστοϋφαντουργίας της χώρας.
Τα χέρια χιλιάδων εργατών κλωστοϋφαντουργίας –οι περισσότεροι γυναίκες– αφού πάρουν μέτρα και ράψουν, πριν πακετάρουν διακοσμούν τα δημιουργήματά τους με τις ετικέτες Armani, Moncler, Lacoste, Calvin Klein και άλλες.
Στη συνέχεια, τα φορτηγά μεταφέρουν τα έτοιμα ρούχα στο λιμάνι της Τύνιδας και από κει αποστέλλονται στα μεγάλα ευρωπαϊκά λιμάνια και στη συνέχεια σε καταστήματα στη Γαλλία, την Ιταλία, τη Γερμανία και την Ισπανία.
Όπως αναφέρει ο πρόεδρος της Τυνησιακής Ομοσπονδίας Κλωστοϋφαντουργίας και Ένδυσης (FTTH), Haithem Bouagila η Τυνησία είναι «κοντά στην Ευρώπη» τα μεταφορικά είναι φθηνά και έχει «μεγάλη παράδοση στον χώρο».
Ωστόσο, όπως καταδεικνύει ρεπορτάζ του γαλλικού Reporterre η μεταφορά της βιομηχανίας fast-fashion δεν είναι δίχως κοινωνικό κόστος.
«Οι ξένοι επιχειρηματίες επιλέγουν την Τυνησία για τη φθηνή εργασία της, εις βάρος των κοινωνικών και περιβαλλοντικών δικαιωμάτων», σχολιάζει ο πρόεδρος του Τυνησιακού Φόρουμ για Οικονομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα (FTDES) Mounir Hocine.
Η βιομηχανία βασίζεται κυρίως σε ένα φτωχά αμειβόμενο εργατικό δυναμικό γυναικών. Πρόκειται για μισθό λιγότερο από 600 δηνάρια το μήνα, γύρω στα 179€. Η ουρά των εργαζομένων που αναζητούν νομική βοήθεια από το FTDES για καταχρηστικές καταστάσεις γίνεται μεγαλύτερη, λέει ο Mounir Hocine.
«Τα δάχτυλά μου γίνονται μπλε»
Ενδεικτικά, το Reporterre αναφέρει την περίπτωση της Μίριεμ στην πόλη Ksibet El-Mediouni η οποία όταν απολύθηκε εν μια νυχτί, μέσα στη πανδημία, ανακάλυψε ότι δεν είχε δικαιώματα και καμία διαπραγματευτική δύναμη. Οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης δεν περιλαμβάνονταν στη σύμβασή της. Το εργοστάσιό της, στο Μοναστήρ δεν ηταν καν εγγεγραμμένο!
Στη συνέχεια αναγκάστηκε να ράβει στη ραπτομηχανή της πανιά καθαρισμού. Με τη βοήθεια μιας πρωτοβουλίας της FTDES και των Lawyers Without Borders (ASF) διανέμονται στα πολυκαταστήματα της Τυνησίας έχοντας έτσι στόχο να βοηθηθούν αυτοί οι εραζόμενοι που απολύθηκαν απροειδοποίητα να επανενταχτούν.
Για να αγοράσουν τα φτηνά μοντέρνα ρούχα τους οι Ευρωπαίοι, οι Τυνήσιοι βιώνουν ένα εργασιακό μεαίωνα. Η πτώση της παραγωγικότητας, συχνά λόγω ασθένειας, ατυχήματος ή απλώς ηλικίας οδηγούν ακόμα και γυναίκες στα 40 τους χρόνια στην ανεργία!
«Τα νεότερα χέρια είναι πιο γρήγορα», λέει η Μεριέμ, η οποία βρέθηκε άνεργη στα 40 της. «Θα έπαιρνε λίγο χρόνο για να χαλαρώσουν τα δικά μου μετά από δεκαπέντε χρόνια δουλειάς». Η αδερφή της συμφωνεί: «Τα δάχτυλά μου συχνά γίνονται μπλε από τις επαναλαμβανόμενες κινήσεις».
«Περίπου το 65% αυτών των γυναικών αρρωσταίνουν λόγω της δουλειάς τους. Υποφέρουν κυρίως από μυοσκελετικές διαταραχές», εξηγεί η Mounir Hocine. Λέει ότι η «ασθένεια της κλωστοϋφαντουργίας» αντιπροσωπεύει μεγάλο βάρος στις κρατικές δαπάνες.
«Ο τομέας λειτουργεί σαν μια ρωσική κούκλα», παρατηρεί , πρόεδρος της Γενικής Ομοσπονδίας Κλωστοϋφαντουργίας, Ένδυσης, Υποδημάτων και Δερμάτων της UGTT ο Habib Hazemi. Ο Adel Tekaya, πρόεδρος της Utica, του άλλου κλάδου της ένωσης εργοδοτών στο Μοναστήρι, επιβεβαιώνει ότι «το να βρεθεί ο υπεύθυνος στην αλυσίδα είναι πολύ περίπλοκο, αν όχι αδύνατο».
Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο, δεδομένου ότι ο μέσος όρος ηλικίας ενός εργοστασίου κλωστοϋφαντουργίας σπάνια υπερβαίνει τα εννέα χρόνια, καθώς μετά από αυτό το διάστημα παύουν τα φορολογικά προνόμια για τις εταιρείες. «Λαμβάνουν μέτρα για να μετεγκατασταθούν ξανά ή να ξανανοίξουν με διαφορετικό όνομα. Με αυτόν τον τρόπο, κανείς δεν ευθύνεται για την κοινωνική και περιβαλλοντική ζημιά που αφήνουν πίσω τους», λέει ο Mounir Hocine.
Μια τεράστια χωματερή
Το δεύτερο μοιραίο αποτύπωμα αυτών των εταιρειών είναι η περιβαλλοντική ζημιά που αφήνουν πίσω τους. Για, τα τοπικά εργοστάσια χρησιμοποιούν τον κόλπο νότια του Μοναστίρ ως χωματερή στην οποία ρίχνουν χημικές ουσίες όπως βαφές, οξικό οξύ, απορρυπαντικά και υπεροξείδιο του υδρογόνου.
Οι τοπικοί επιχειρηματίες χρησιμοποιούν μια ιδιαίτερη διαδικασία φινιρίσματος που περιλαμβάνει πολλά χημικά και τεράστια κατανάλωση νερού: μεταξύ 55 και 72 λίτρων ανά τζιν, σύμφωνα με το FDTES.
Το 2022, 11 εκατομμύρια ζευγάρια τζιν εξήχθησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 85% από αυτούς είχε υποβληθεί σε αυτή τη θεραπεία.
Αν και ο πρόεδρος του FTTH διαβεβαίωσε το Reporterre ότι «οι μεγάλες εταιρείες της περιοχής διαθέτουν όλες τις απαραίτητες πιστοποιήσεις και κλειστό κύκλο που επιτρέπει την επαναχρησιμοποίηση του νερού», ωστόσο όπως αναφέρει το γαλλικό δημοσίευμα, η θάλασσα απέναντι από την πόλη Ksibet είναι σίγουρα θολή.
«Πριν από 30 χρόνια, αυτό ήταν ένα φυτώριο για πολλά είδη ψαριών της Μεσογείου. Σήμερα δεν έχει μείνει τίποτα», σχολιάζει ένας εργαζόμενος στο λιμάνι του Ksibet El-Mediouni, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας
Πηγή In.gr