ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΙΑΝΗΣ
ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ
Σκοτάδι. Κρατάω ένα μεγάλο φακό. Ρίχνω το φως μου καταπάνω του. Ανατριχιάζω. Στο φως του φακού το σκοτάδι φαίνεται πιο πυκνό, πιο τρομαχτικό. Είναι μια οντότητα αυτό το σκοτάδι; Είναι μια μαύρη τρύπα που ρουφάει το φως; Είμαι μπροστά ή μέσα στη μαύρη τρύπα; Με έχει ρουφήξει μαζί με το φακό;
Σκέπτομαι άρα δε με ρούφηξε καμία τρύπα. Ονειρεύομαι; Κλείνω και ξανανοίγω τα μάτια μου για επανεκκίνηση. Χαμένος κόπος. Το σκοτάδι είναι εκεί και εγώ είμαι μόνος. Δεν υπάρχει άνθρωπος, γάτα, σκύλος ή παπαγάλος. Ακόμα κι ο φακός έχει εξαφανιστεί. Μια μπύρα, ένα τσιγάρο για παρηγοριά. Τίποτα.
Θα παρηγορηθώ από το σκοτάδι. Θα πιω και θα καπνίσω σκοτάδι. Το σκοτάδι με έκανε ποιητή. Επιτέλους.