Γιώργος Σκιάνης: “Το ξωτικό”

Το ξωτικό μου έδειξε ότι στη ζωή πρέπει να αποφασίζουμε και να κάνουμε αμέσως αυτό που θεωρούμε σωστό...

by ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΙΑΝΗΣ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΙΑΝΗΣ  

ΤΟ ΞΩΤΙΚΟ


Η Αντούσια πήρε θέση δίπλα στον έτοιμο για νανούρισμα παππού, καθισμένη στο καρεκλάκι της.

-Λοιπόν παππού, θα μου δώσεις εκείνο το βραβείο που μου έλεγες;

-Σου έχω τάξει βραβείο;

Η Αντούσια αγανάχτησε:

-Παππού, τόσο γρήγορα ξεχνάς τι τάζεις; Εσύ δε μου έλεγες μη τάξεις σε άγιο κερί…

-Και σε παιδί κουλούρι.

-Δε θέλω κουλούρι παππού. Κουλούρι τρώω έτσι κι αλλιώς.

Ο παππούς, πάντα ξαπλωμένος και με κλειστά τα μάτια έσκασε ένα χαμόγελο:

-Δε ξέχασα την υπόσχεση. Θα πάρεις το βραβείο της καλύτερης νανουρίστριας.

-Ναι αλλά τις ιστορίες τις λες εσύ παππού. Έτσι νανουρίζεσαι.

-Σωστά. Μόνο που αν δεν ήσουν εσύ σε ποιον θα έλεγα τις ιστορίες μου;

-Πες την ιστορία λοιπόν και τα λέμε μετά για το βραβείο. Αλλά μη μου την πεις πολύ κοιμισμένα. Βάλε λίγο…

-Χρώμα στη φωνή μου. Ξέρω. Στο τέλος όμως θα κάνω fade out.

-Τι είναι πάλι αυτό; Όλο αστεία μου κάνεις παππού και δε μ’ αρέσει.

-Τέλος πάντων. Θα προσπαθήσω. Χρώμα θέλεις, χρώμα θά ‘χεις. Όταν ήμουνα λοιπόν νέος, πέρασα μια φάση μυστική στη ζωή μου. Έψαχνα την επαφή με το Θεό.

-Με το Θεό; Εσύ δεν ήσουνα κομμουνιστής παππού;

-Με το Θεό, με το Σύμπαν, ήθελα μια επικοινωνία πάνω από την ανθρώπινη. Έχουν και οι κομμουνιστές αυτές τις στιγμές, της ανασφάλειας και της αδυναμίας.

-Περίεργο. Νόμιζα πως ήσουνα ήρωας παππού.

-Κι εγώ αυτό νόμιζα. Δεν ήμουνα όμως. Η ψυχή μου ήταν ανήσυχη. Έπαιρνα σβάρνα λοιπόν τα μοναστήρια, έκανα τάματα και περπατούσα χιλιόμετρα για να τα εκπληρώσω.

-Πρέπει να κάνω κι εγώ χιλιόμετρα; Μα είμαι μικρή.

-Εσύ θα κάνεις αυτό που ζητάει η ψυχούλα σου. Είμαι σίγουρος για σένα γιατί…

-Είμαι το καλύτερο παιδί του κόσμου. Αυτό είναι ψέμα παππού και δεν πρέπει να λέμε ψέματα. Η μαμά λέει ότι κάνω αταξίες και είμαι γκρινιάρα.

-Και λοιπόν; Τι παιδάκι θα ήσουνα χωρίς αταξίες και γκρίνια; Όπως και νά ‘χει, τότε αυτά έκανα. Μια μέρα λοιπόν, ήταν Κυριακή πρωί και όπως κάθε Κυριακή εκείνο τον καιρό ανηφόριζα για το μοναστήρι της Πεντέλης. Εκεί που ήταν η ναυτική βάση και τώρα είναι το ωραίο παρκάκι που πηγαίνουμε βόλτες…

-Και που μπορεί να γίνει ακόμη καλύτερο παππού. Έτσι δε μου λες;

-Έτσι. Τέλος πάντων, δεν αφήνεις τίποτα να πέσει χάμω. Στο σημείο αυτό λοιπόν βλέπω δίπλα μου μια μικρόσωμη σκυλίτσα που πρέπει να ήταν και έγκυος. Η σκυλίτσα ήταν απίστευτα άσχημη, αλλόκοτη, σαν ξωτικό.

-Τρόμαξες που την είδες παππού;

-Καθόλου. Ήταν πολύ συμπαθητική. Τα αυτιά της ήταν όρθια και μυτερά, δυσανάλογα μεγάλα για το μικρό της σώμα, το τρίχωμά της ήταν λίγο και φαγωμένο, το χρώμα της ήταν θαμπό άσπρο με κάτι μαύρες βούλες σαν της ύαινας και το σουλούπι της ήταν σαν κογιότ.

-Τι είναι το κογιότ;

-Τα κογιότ είναι σαν τα τσακάλια. Ας πούμε μικροί λύκοι. Ζουν στην Αμερική. Όταν πεινάσουν μπαίνουν και στις πόλεις και τρώνε μικρά ζώα. Οι άνθρωποι τα κυνηγούν.

-Είναι τόσο κακά τα κογιότ παππού;

-Τι να σου πω; Πεινασμένα είναι. Κι εμείς δεν τρώμε κρέας;

-Ναι. Τα κογιότ είναι πιο κακά από τους ανθρώπους;

-Αχ βρε Αντούσια. Ένας γερο-παππούς είμαι, όχι κανένας σοφός. Δε ξέρω να σου απαντήσω.

-Τότε συνέχισε την ιστορία.

-Η μικρή σκυλίτσα που λες, το ξωτικό, μου έκανε παρέα σε όλη τη διαδρομή. Όταν φτάναμε σε σταυροδρόμι, έλεγχε τη διάβαση και περνούσε με ασφάλεια. Μέχρι να φτάσουμε πάνω, την είχα αγαπήσει. Δεν είχα ξαναδεί τόσο λογικό και συναισθηματικό ζώο.

-Και μετά; Τι έγινε με το ξωτικό παππού; Το πήρες στο σπίτι σου;

-Θα το έπαιρνα σίγουρα. Όμως, λίγο πριν φτάσουμε στο μοναστήρι, ακούστηκαν πολλά γαυγίσματα από σκυλιά. Πρέπει να ήταν κοπάδι.

-Και τι έγινε;

-Πριν να το καταλάβω το ξωτικό εξαφανίστηκε. Ίσως έφυγε για να γλιτώσει από την αγέλη. Ίσως ήταν φίλοι της και πήγε να τους συναντήσει.

-Λυπήθηκες παππού;

-Λυπήθηκα αλλά αμέσως σκέφτηκα ότι μία τόσο έξυπνη σκυλίτσα έκανε αυτό που ήταν σωστό για κείνη και για τα σκυλάκια που θα γεννούσε.

-Αυτή ήταν η ιστορία; Πολύ λυπητερή παππού.

-Καθόλου. Το ξωτικό μου έδειξε ότι στη ζωή πρέπει να αποφασίζουμε και να κάνουμε αμέσως αυτό που θεωρούμε σωστό.

-Εγώ παππού θεωρώ πως είναι σωστό να μου πεις επιτέλους ποιο είναι το βραβείο μου.

-Χμ. Θα έλεγα ότι το καλύτερο βραβείο θα ήταν ένα σκυλάκι. Ένα όμορφο μικρό σκυλάκι.

-Τέλειο βραβείο παππού. Όμως δε θέλω ένα όμορφο σκυλάκι. Θέλω ένα σκυλάκι καλό και σοφό σαν το ξωτικό.

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com