Η σωκρατική μέθοδος προέρχεται από τον Σωκράτη, τον γνωστό φιλόσοφο που έζησε στην Αθήνα περίπου το 400 π.Χ. και ο οποίος περνούσε την ημέρα του στην αγορά ενθαρρύνοντας τους νέους άνδρες της Αθήνας να εξετάζουν την εγκυρότητα κοινώς αποδεκτών αληθειών. Ο Σωκράτης διατυπώνοντας ερωτήσεις προσπαθούσε να βοηθήσει τους μαθητές να κατανοήσουν το θέμα, να βρουν την απάντηση και να καταλήξουν σε ένα συμπέρασμα, χωρίς να τους καθοδηγεί και να τους οδηγεί άμεσα στην απάντηση. Ο Σωκράτης επέλεγε ερωτήσεις, που οι μαθητές είχαν την ικανότητα να απαντήσουν, αν και μέχρι εκείνη τη στιγμή μπορεί να μην είχαν συνειδητοποιήσει και να μην είχαν τη δυνατότητα να σκεφτούν λογικά.
Στο πλαίσιο της γνωσιακής- συμπεριφορικής προσέγγισης (CBT), ο θεραπευτής χρησιμοποιεί τις σωκρατικές ερωτήσεις παρέχοντας ένα ισότιμο πλαίσιο με τον πελάτη. Έτσι, θεραπευτής και θεραπευόμενος έχουν τις ίδιες δυνατότητες, εφόσον αυτά που γνωρίζει ο πελάτης έρχονται στην επιφάνεια. Υπήρχαν στο μυαλό του αλλά δεν τα είχε σκεφτεί ή τα είχε ξεχάσει. Οι θεραπευόμενοι ενθαρρύνονται να χρησιμοποιήσουν όσα γνωρίζουν και να ανακαλύψουν διάφορες εναλλακτικές οπτικές και λύσεις σε θέματα που τους αφορούν.
Μια σωκρατική ερώτηση προϋποθέτει να μπορεί ο θεραπευόμενος να απαντήσεις και να μπορεί μέσα από αυτή την απάντηση να αποκαλύψει νέες προοπτικές. Μέσα από τις ερωτήσεις ο θεραπευόμενος οδηγείται στον εντοπισμό πληροφοριών σχετικά με το θέμα που συζητά με τον θεραπευτή και βρίσκει διάφορες οπτικές που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν τις είχε σκεφτεί.
Παραδείγματα σωκρατικών ερωτήσεων που βοηθούν τον θεραπευόμενο να βρει απαντήσεις για τον εαυτό του είναι οι εξής:
«Αν αυτή η αρνητική σκέψη ήταν αλήθεια, τι θα σήμαινε για μένα; Γιατί θα με αναστάτωνε;»
«Τι κάνατε όταν συνέβη αυτό;»
«Όταν το σκέφτηκες αυτό, τι σήμαινε για σένα;»
«Είχες κάποια άλλα συναισθήματα;»
Οι σωκρατικές ερωτήσεις ενθαρρύνουν τους θεραπευόμενους να ανασκοπούν τα δεδομένα που οι ίδιοι κατέχουν και να εξάγουν τα δικά τους συμπεράσματα.
Επίσης, οι σωκρατικές ερωτήσεις χρησιμοποιούνται για αξιολόγηση και διαμόρφωση των γνωσιών, όπου αναζητούνται οι βασικές γνωσίες, τα συναισθήματα και οι συμπεριφορές του θεραπευόμενου, για εκπαίδευση του θεραπευόμενου, ώστε να αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεται, για πρόκληση των μη βοηθητικών γνωσιών, για να σκεφτεί ο θεραπευόμενος ένα σύνολο από πιθανές προοπτικές, για επίλυση προβλημάτων και εξεύρεση λύσεων, ώστε να υπάρξει ακρίβεια και δημιουργικότητα στην επίλυση προβλημάτων και για επινόηση συμπεριφορικών δοκιμασιών, ώστε ο θεραπευόμενος που έχει αποκτήσει μια νέα οπτική να την αναπτύξει και να την ελέγξει.
Πηγή: Westbrook, D., Kennerly, H. & Kirk, J. (2012). Εισαγωγή στη γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία. Εκδόσεις Πεδίο.
_________________________________________________________________
Κουραβάνας Νικόλαος, Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.
Posted by Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc