Πολ Φεγεράμπεντ (1924 – 1994) Αυστριακός φιλόσοφος της επιστήμης γνωστός για την εργασία του ως καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ

Ο Φεγεράμπεντ έγινε διάσημος λόγω της αναρχικής του άποψης για την επιστήμη και της απόρριψης ύπαρξης καθολικών μεθοδολογικών κανόνων. Αποτελεί ισχυρή προσωπικότητα στην φιλοσοφία της επιστήμης αλλά και στην κοινωνιολογία της επιστημονικής γνώσης.

by Times Newsroom

Ο Πολ Φεγεράμπεντ (Paul Karl Feyerabend, 13 Ιανουαρίου 1924 – 11 Φεβρουαρίου 1994) ήταν Αυστριακός φιλόσοφος της επιστήμης γνωστός για την εργασία του ως καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας, όπου και εργάστηκε για τρεις δεκαετίες (1958 – 1989). Περιπλανήθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του και βρέθηκε στην Αγγλία, ΗΠΑ, Νέα Ζηλανδία, Ιταλία, Γερμανία και τέλος Ελβετία. Στα έργα του συμπεριλαμβάνεται το σημαντικό Against Method (που δημοσιεύθηκε το 1975), το Science in a Free Society (που δημοσιεύθηκε το 1978) και το Farewell to Reason (μια συλλογή από εργασίες που δημοσιεύτηκαν το 1987). Ο Φεγεράμπεντ έγινε διάσημος λόγω της αναρχικής του άποψης για την επιστήμη και της απόρριψης ύπαρξης καθολικών μεθοδολογικών κανόνων. Αποτελεί ισχυρή προσωπικότητα στην φιλοσοφία της επιστήμης αλλά και στην κοινωνιολογία της επιστημονικής γνώσης.

Ο Πωλ Φεγεράμπεντ γεννήθηκε το 1924 στη Βιέννη, όπου και παρακολούθησε το δημοτικό σχολείο και γυμνάσιο. Σε αυτήν την περίοδο ανέπτυξε την συνήθεια της ανάγνωσης, το ενδιαφέρον για το θέατρο και άρχισε μαθήματα τραγουδιού. Όταν αποφοίτησε από το γυμνάσιο τον Απρίλιο του 1942, απορροφήθηκε εργασιακά στη γερμανική Arbeitsdienst. Μετά τη βασική εκπαίδευση στο Pirmasens της Γερμανίας, διορίστηκε σε μια μονάδα στην Quelern en Bas, κοντά στη Βρέστη (Γαλλία). Ο Φεγεράμπεντ περιέγραψε τις εργασίες που εκτελούσε κατά την περίοδο αυτή με τον εξής μονότονο τρόπο: “περιδιαβαίναμε στην ύπαιθρο, σκάβαμε τάφρους και τις γεμίζαμε πάλι”. Μετά από μια σύντομη απουσία, κατετάγη στο στρατό και δήλωσε εθελοντής στη σχολή αξιωματικών. Στην αυτοβιογραφία του έγραψε ότι ήλπιζε πως ο πόλεμος θα είχε τελειώσει έως ότου ολοκλήρωνε την εκπαίδευσή του ως αξιωματικός. Αυτό δεν έγινε όμως. Το Δεκέμβριο του 1943 υπηρέτησε ως αξιωματικός στο βόρειο τμήμα του Ανατολικού Μετώπου, του απονεμήθηκε ο σιδηρός σταυρός, και έφτασε στο αξίωμα του υπολοχαγού . Μετά την υποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων και την επέλαση του Κόκκινου στρατού, ο Φεγεράμπεντ χτυπήθηκε από τρεις σφαίρες ενώ ρύθμιζε την κυκλοφορία. Διαπιστώθηκε ότι μια από τις σφαίρες τον είχε χτυπήσει στη σπονδυλική στήλη. Ως συνέπεια αυτού, έπρεπε να περπατάει με μπαστούνι για το υπόλοιπο της ζωής του και να υποφέρει από σοβαρούς πόνους. Πέρασε το υπόλοιπο του πολέμου αναρρώνοντας από τα τραύματά του.

Μεταπολεμική/Φοιτητική περίοδος

Όταν ο πόλεμος τελείωσε, ο Φεγεράμπεντ εργάστηκε προσωρινά στην Apolda όπου έγραφε για το θέατρο. Επηρεάστηκε από τον μαρξιστή θεατρικό συγγραφέα Μπέρτολντ Μπρεχτ και του έγινε πρόταση από τον Μπρεχτ να γίνει βοηθός του στην Κρατική Όπερα του Ανατολικού Βερολίνου αλλά αρνήθηκε την προσφορά. Παρακολούθησε διάφορα μαθήματα στην Ακαδημία της Βαϊμάρης και επέστρεψε στην Βιέννη για να μελετήσει ιστορία και κοινωνιολογία. Δυσαρεστημένος όμως, σύντομα ασχολήθηκε με την φυσική, όπου συναντήθηκε με τον Φήλιξ Έρενχαρτ (Felix Ehrenhaft), ένα φυσικό του οποίου τα πειράματα επηρέασαν τις μετέπειτα απόψεις του για τη φύση της επιστήμης. Ο Φεγεράμπεντ άλλαξε το αντικείμενο των σπουδών του μεταπηδώντας στην φιλοσοφία και υπέβαλε τη διατριβή του επί της μεθόδου της ερευνητικής παρατήρησης. Στην αυτοβιογραφία του, περιέγραψε τις φιλοσοφικές απόψεις του κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ως “αυστηρά εμπειρικές”. Το 1948 παραβρέθηκε στην πρώτη συνεδρίαση του διεθνούς θερινού σεμιναρίου της Austrian College Society στο ‘Αλπμπαχ (Alpbach). Εκεί γνώρισε αρχικά τον Καρλ Πόπερ, ο οποίος είχε τόσο “θετική” όσο και “αρνητική” επίδραση πάνω του. Το 1949 αποτέλεσε ιδρυτικό μέλος του Kraft Circle. Το 1951, του χορηγήθηκε υποτροφία για σπουδές από το British Council υπό την επίβλεψη του Βίτγκενστάιν. Ωστόσο, ο Βίτγκενστάιν πέθανε προτού ο Φεγεράμπεντ μετακομίσει στην Αγγλία. Ο Φεγεράμπεντ επέλεξε στη συνέχεια ως επόπτη του τον Popper, και το 1952 παρακολούθησε σπουδές στο London School of Economics. Στην αυτοβιογραφία του, εξηγεί ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ήταν επηρεασμένος από τον Πόππερ: Μετά από αυτό, ο Φεγεράμπεντ επέστρεψε στη Βιέννη και συμμετείχε σε διάφορα έργα όπως τη μετάφραση του Open Society and its Enemies (Popper Karl), μία έκθεση σχετικά με την ανάπτυξη των ανθρωπιστικών σπουδών στην Αυστρία, καθώς και σε πολλά άρθρα για μία εγκυκλοπαίδεια.

Ακαδημαϊκή περίοδος

Το 1955, ο Φεγεράμπεντ έλαβε το διορισμό του ως ακαδημαϊκό στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ στην Αγγλία, όπου θα έδινε διαλέξεις για τη φιλοσοφία της επιστήμης. Αργότερα εργάστηκε ως καθηγητής στο πανεπιστήμια των Μπέρκλεϊ, Ώκλαντ, Σάσσεξ, Γέιλ, Λονδίνο, Βερολίνο και στη Ζυρίχη. Στο διάστημα αυτό, ανέπτυξε μια κριτική θεώρηση για την επιστήμη, την οποία περιέγραψε αργότερα ως “αναρχική” ή “ντανταϊστική” τονίζοντας την απόρριψη της δογματικής χρήσης των κανόνων, μια θέση που συμβιβάζεται με τη σύγχρονη ορθολογιστική νοοτροπία στη φιλοσοφία της επιστήμης. Στο London School of Economics, συνάντησε έναν συνάδελφο του Πόππερ, τον Ίμρε Λάκατος (Imre Lakatos) με τον οποίο σχεδίαζε να γράψει μία διαλογική έκδοση στην οποία ο Λάκατος θα υπερασπιζόταν μια ορθολογική οπτική της επιστήμης και ο Φεγεράμπεντ θα ασκούσε αντιπαράθεση. Αυτή η οργανωμένη από κοινού δημοσίευση τερματίστηκε εξαιτίας του αιφνίδιου θανάτου του Λάκατος το 1974. Το Against Method έγινε γνωστό ως κριτική στις σύγχρονες φιλοσοφικές απόψεις της επιστήμης και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Στην αυτοβιογραφία του, αποκαλύπτει ότι η δύναμη των γραπτών του στέρησε ένα μεγάλο κομμάτι από τον εαυτό του: Υπέφερε με κατάθλιψη για περισσότερο από ένα χρόνο.

Μετακινήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια το 1958 και έγινε πολίτης των ΗΠΑ. Μετά τις ακαδημαϊκές του διαλέξεις σε Λονδίνο, Βερολίνο και Γέιλ, δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Ώκλαντ στη Νέα Ζηλανδία το 1972 και το 1974 και τελικά επέστρεψε στην Καλιφόρνια. Κατά τη δεκαετία του 1980 ενάλλασσε έδρες μεταξύ Ζυρίχης και Μπέρκλεϊ, και άφησε το Μπέρκλεϊ οριστικά τον Οκτώβριο του 1989 για να βρεθεί αρχικά στην Ιταλία και τελικά στη Ζυρίχη. Μετά τη συνταξιοδότησή του το 1991, ο Φεγεράμπεντ συνέχισε να δημοσιεύει συχνά επιστημονικά άρθρα και ασχολήθηκε με την αυτοβιογραφία του. Μετά από μια σύντομη περίοδο νοσηλείας με όγκο στον εγκέφαλο, πέθανε το 1994 στη Κλινική Genolier στην Γενεύης.

Σκέψη

Φιλοσοφία της επιστήμης

Φύση της επιστημονικής μεθόδου

Στα βιβλία του Against Method και Science in a Free Society ο Φεγεράμπεντ υπερασπίστηκε την ιδέα ότι δεν υπάρχουν μεθοδολογικοί κανόνες που χρησιμοποιούνται πάντοτε από τους επιστήμονες. Αντιπαρατάχτηκε απέναντι σε οποιαδήποτε μεμονωμένη κανονιστική επιστημονική μέθοδο με την αιτιολογία ότι μια τέτοια μέθοδος θα μπορούσε να περιορίσει τις δραστηριότητες των επιστημόνων και επομένως να περιορίσει την επιστημονική πρόοδο . Κατά την άποψή του, η επιστήμη θα ωφελούνταν περισσότερο από μια “δόση” θεωρητικού αναρχισμού. Επίσης, πίστευε ότι ο θεωρητικός αναρχισμός ήταν επιθυμητός, δεδομένου ότι ήταν πιο ανθρωπιστικός σε σχέση με άλλα είδη οργάνωσης, καθώς δεν επέβαλε αυστηρούς κανόνες για τους επιστήμονες.

Γιατί δεν είναι δυνατόν η επιστήμη όπως την ξέρουμε σήμερα, ή η “αναζήτηση της αλήθειας” όπως προτιμά η παραδοσιακή φιλοσοφία, να δημιουργήσει ένα τέρας; Δεν είναι δυνατόν μια αντικειμενική προσέγγιση που φωλιάζει επί προσωπικών συνδέσεων μεταξύ των εξεταζόμενων οντοτήτων να βλάψει τους ανθρώπους, να τους μετατρέψει σε άθλιους, εχθρικούς, φαρισαϊκούς μηχανισμούς χωρίς γοητεία και χιούμορ; “Δεν είναι δυνατόν”, ρωτά τον Κίρκεγκαρντ, “ότι η δράση μου ως αντικειμενικός [ή κριτικο-ορθολογικός] παρατηρητής της φύσης να εξασθενίσει τη δύναμή μου ως άνθρωπο;” Υποψιάζομαι ότι η απάντηση σε πολλά από αυτά τα ερωτήματα είναι καταφατική και πιστεύω ότι μια μεταρρύθμιση των επιστημών που καθιστά τα ερωτήματα αυτά πιο αναρχικά και υποκειμενικά (με την έννοια του Κίρκενγκαρντ) είναι επειγόντως αναγκαία. (Against Method. σ 154).

Η θέση του Φεγεράμπεντ είχε αρχικά θεωρηθεί ριζοσπαστική για τη φιλοσοφία της επιστήμης, επειδή υπονοεί ότι η φιλοσοφία δεν μπορεί να επιτύχει ούτε την παροχή μιας γενικής περιγραφής της επιστήμης, ούτε την επινόηση μιας μεθόδου για τη διαφοροποίηση των προϊόντων της επιστήμης από αυτά των μη επιστημονικών φορέων, όπως οι μύθοι. (Η θέση επίσης του Φεγεράμπεντ υπονοεί ότι οι φιλοσοφικές κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να αγνοηθούν από τους επιστήμονες, αν επιθυμούν να θέσουν ως στόχο την πρόοδο.)

Για να υποστηρίξει τη θέση του ότι οι μεθοδολογικοί κανόνες γενικά δεν συμβάλλουν στην επιστημονική επιτυχία, παρέχει παραλληλισμούς του ισχυρισμού ότι η (καλή) επιστήμη λειτουργεί σύμφωνα με καθορισμένο τρόπο. Πήρε μερικά παραδείγματα επεισοδίων στον τομέα της επιστήμης που γενικά θεωρούνται αναμφισβήτητες περιπτώσεις προόδου (π.χ. η επανάσταση του Κοπέρνικου), και έδειξε ότι όλοι οι κοινοί περιοριστικοί κανόνες της επιστήμης παραβιάζονται υπό τέτοιες συνθήκες. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι η εφαρμογή τέτοιων κανόνων σε παρόμοιες ιστορικές καταστάσεις, στην πραγματικότητα θα είχαν αποτρέψει την οποιαδήποτε επιστημονική επανάσταση.

Ένα από τα κριτήρια αξιολόγησης των επιστημονικών θεωριών που ο Φεγεράμπεντ απορρίπτει είναι το κριτήριο της Συνέπειας. Επισημαίνει ότι με το να υπάρχει ο ισχυρισμός πως οι νέες θεωρίες είναι συνεπείς με παλιές θεωρίες δίνεται ένα παράλογο πλεονέκτημα στην παλαιότερη θεωρία. Δημιουργείται το λογικό άλμα ότι το να υπάρχει συμβατότητα με παλαιωμένη θεωρία δεν αυξάνει το κύρος ή την αλήθεια της νέας θεωρίας ως εναλλακτικής λύσης που καλύπτει το ίδιο περιεχόμενο. Με αυτή τη συλλογιστική, αν κάποιος έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα στις δύο θεωρίες ίσης ερμηνευτικής δύναμης, το να επιλέξει αυτό που είναι συμβατό με μία παλαιότερη, παραποιημένη θεωρία είναι σα να κάνει μια αισθητική και όχι μια λογική επιλογή. Η οικειότητα μιας τέτοιας θεωρίας θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί περισσότερο ελκυστική για τους επιστήμονες, δεδομένου ότι δεν θα ήταν υποχρεωμένοι να αγνοήσουν τόσες πολλές αγαπημένες προκαταλήψεις. Ως εκ τούτου, αυτή η θεωρία μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει ένα “αθέμιτο πλεονέκτημα”.

Ο Φεγεράμπεντ ήταν επίσης επικριτικός ως προς την αρχή της Διαψευσιμότητας . Υποστήριξε ότι καμία ενδιαφέρουσα θεωρία δεν μπορεί να είναι πάντα σύμφωνη με όλα τα σχετικά στοιχεία. Αυτό θα απέκλειε τη χρήση του αφελούς παραποιητικού κανόνα που λέει ότι οι επιστημονικές θεωρίες πρέπει να απορρίπτονται, εάν δεν συμφωνούν με γνωστά γεγονότα. Ο Φεγεράμπεντ χρησιμοποιεί πολλά παραδείγματα, αλλά η “Αντικατάσταση” στην κβαντική μηχανική παρέχει ένα παράδειγμα σκόπιμο και προκλητικό, ταιριαστό με το ύφος του Φεγεράμπεντ: “Η διαδικασία αυτή συνίσταται στη διασταύρωση αποτελεσμάτων με ορισμένους υπολογισμούς και την Αντικατάστασή τους από μια περιγραφή του τι στην πραγματικότητα παρατηρείται σιωπηρά. Έτσι πρέπει κάποιος να παραδεχτεί ότι η θεωρία αυτή υπολείπεται με την έννοια ότι μια νεότερη αρχή έχει μόλις ανακαλυφθεί” (Against Method σ 61). Τέτοιες ανάλαφρες αναφορές δεν αποτελούν κριτική στην πρακτική των επιστημόνων.

Ο Φεγεράμπεντ δεν υποστηρίζει ότι οι επιστήμονες δεν κάνουν χρήση της αντικατάστασης ή οποιασδήποτε άλλης εγγενούς μεθόδου. Αντιθέτως, υποστηρίζει ότι τέτοιες μέθοδοι είναι απαραίτητες για την πρόοδο της επιστήμης για διάφορους λόγους. Ένας από αυτούς τους λόγους είναι ότι η πρόοδος στην επιστήμη είναι άνιση. Για παράδειγμα, στην εποχή του Γαλιλαίου, η οπτική θεωρία δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε φαινόμενα που παρατηρήθηκαν με τη βοήθεια τηλεσκοπίων. Έτσι, οι αστρονόμοι που χρησιμοποίησαν τηλεσκοπική παρατήρηση έπρεπε να χρησιμοποιούν εξειδικευμένους κανόνες έως ότου μπορέσουν να δικαιολογήσουν τις υποθέσεις τους με όρους της οπτικής θεωρίας.

Άλλη μια αιχμή κριτικής του Φεγεράμπεντ ήταν ως προς κάθε κατευθυντήρια γραμμή που είχε στόχο να κρίνει την ποιότητα των επιστημονικών θεωριών, δημιουργώντας συγκρίσεις με γνωστά γεγονότα. Θεωρούσε ότι η προηγούμενη θεωρία θα μπορούσε να επηρεάσει τις νατουραλιστικές ερμηνείες των φαινομένων που είχαν παρατηρηθεί. Οι επιστήμονες κάνουν κατ’ ανάγκη σιωπηλές παραδοχές κατά τη σύγκριση των επιστημονικών θεωριών με πραγματικά περιστατικά που παρατηρούν. Τέτοιου είδους υποθέσεις πρέπει να μεταβληθούν προκειμένου να γίνει η νέα θεωρία συμβατή με τις παρατηρήσεις. Το κυριότερο παράδειγμα της επιρροής των νατουραλιστικών ερμηνειών που δόθηκε από τον Φεγεράμπεντ ήταν το θεώρημα του πύργου. Το θεώρημα του πύργου ήταν μια από τις βασικές ενστάσεις κατά της θεωρίας μετατόπισης του εδάφους.

Οι αριστοτελικοί υπέθεταν ότι μια πέτρα που πέφτει από τον πύργο και προσγειώνεται ακριβώς κάτω από αυτόν δείχνει ότι η γη βρίσκεται στάσιμη. Πίστευαν ότι, αν η Γη κινείται ενώ η πέτρα έπεφτε, η πέτρα θα είχε “μείνει πίσω”. Τα αντικείμενα θα έπεφταν διαγώνια αντί για κάθετα. Εφόσον αυτό δεν συμβαίνει, σκέφτηκαν ότι ήταν προφανές ότι η γη δεν κινείται. Αν κάποιος χρησιμοποιούσε αρχαίες θεωρίες για την ώθηση και την σχετική κίνηση, η θεωρία του Κοπέρνικου φαίνεται όντως ότι ήταν παραπλανημένη από το γεγονός ότι τα αντικείμενα πέφτουν κατακόρυφα στη Γη. Η παρατήρηση αυτή απαιτεί μια νέα ερμηνεία ώστε να γίνει συμβατή με τη θεωρία του Κοπέρνικου. Ο Γαλιλαίος ήταν σε θέση να κάνει μια τέτοια αλλαγή για τη φύση της ώθησης και της σχετικής κίνησης. Προτού τέτοιες θεωρίες στοιχειοθετηθούν, ο Γαλιλαίος έπρεπε να κάνει χρήση εξειδικευμένων μεθόδων και να προχωρήσει επαγωγικά. Έτσι μια εξειδικευμένη υπόθεση στην πραγματικότητα έχει μια θετική λειτουργία: προσωρινά σχηματίζει μια νέα θεωρία συμβατή με τα γεγονότα μέχρι η θεωρία να μπορεί να υποστηριχθεί από άλλες θεωρίες.

Ο Φεγεράμπεντ σχολίασε την υπόθεση του Γαλιλαίου ως εξής:

Η εκκλησία κατά την εποχή του Γαλιλαίου ήταν πολύ πιο πιστή στη λογική από ότι ο ίδιος ο Γαλιλαίος και έλαβε επίσης υπόψη τις ηθικές και κοινωνικές επιπτώσεις της θεωρίας του τελευταίου. Η ετυμηγορία της κατά του Γαλιλαίου, ήταν λογική και δίκαιη και η αναθεώρησή της μπορεί να νομιμοποιηθεί μόνο υποκινούμενη από κίνητρα πολιτικού καιροσκοπισμού.

Συνολικά, αυτά τα σχόλια μέμφονται της εισαγωγής των θεωριών που είναι ασυμβίβαστες με τα καθιερωμένα γεγονότα. Επιπλέον, ένα πλουραλιστικό μοντέλο μεθοδολογίας που περιλαμβάνει την πραγματοποίηση συγκρίσεων μεταξύ οποιωνδήποτε θεωριών, σε κάθε περίπτωση πιέζει τους κατηγορούμενους να βελτιώσουν την διάρθρωση της κάθε θεωρίας. Με τον τρόπο αυτό, η επιστημονική πολυφωνία βελτιώνει την κριτική δύναμη της επιστήμης.

Σύμφωνα με τον Φεγεράμπεντ, νέες θεωρίες ήρθαν να γίνουν δεκτές όχι εξαιτίας της συμφωνίας τους με την επιστημονική μέθοδο, αλλά επειδή οι υποστηρικτές τους έκαναν χρήση κάποιου τεχνάσματος – ορθολογικού, ρητορικού ή άσεμνου – προκειμένου να προωθήσουν τους σκοπούς τους. Χωρίς μία σταθερή ιδεολογία, ή την εισαγωγή θρησκευτικών τάσεων, η μόνη προσέγγιση που δεν ανακόπτει την πορεία (με όποιο ορισμό κι αν ερμηνευτεί) είναι η προσέγγιση του “όλα επιτρέπονται”: “Η προσέγγιση αυτή δεν αποτελεί δική μου αρχή… αλλά τρομοκρατική υπερθεμάτιση ενός ορθολογιστή που κοιτά πιο προσεκτικά την ιστορία.” (Φεγεράμπεντ, 1975).

Ο Φεγεράμπεντ εξέτασε την πιθανότητα της ασυμμετρίας, αλλά ήταν διστακτικός στην εφαρμογή της έννοιας. Έγραψε ότι “είναι σχεδόν αδύνατον να δοθεί ένας σαφής ορισμός της [ασυμμετρίας]” (Against Method. σ 225), διότι αφορά συγκεκαλυμμένες ταξινομήσεις και σημαντικές εννοιολογικές αλλαγές. Ήταν επίσης επικριτικός ως προς την προσπάθεια να συλληφθεί η ασυμμετρία σε ένα λογικό πλαίσιο, αφού θεωρούσε την ασυμμετρία ως φαινόμενο εκτός του τομέα της λογικής. Στο δεύτερο παράρτημα του Against Method (σ. 114), αναφέρει: “ποτέ δεν είπα… ότι ανά δύο οι αντίπαλες θεωρίες είναι ασύμμετρες…

Αυτό που υποστήριξα ήταν ότι ορισμένες θεωρίες, οι λεγόμενες καθολικές θεωρίες ή μη-άμεσες θεωρίες, αν ερμηνευτούν με έναν ορισμένο τρόπο, δεν θα μπορούσαν να συγκριθούν εύκολα.” Η ασυμμετρία δεν απασχολούσε τον Φεγεράμπεντ ιδιαίτερα, διότι πίστευε ότι ακόμη και όταν οι θεωρίες είναι συμμετρικές (δηλαδή μπορούν να συγκριθούν), το αποτέλεσμα της σύγκρισης δεν πρέπει να αποκλείει κατ ‘ανάγκη καμία θεωρία. Αναδιατυπώνοντας: όταν οι θεωρίες είναι ασύμμετρες, δεν μπορεί να αποκλείσει η μία την άλλη, και όταν οι θεωρίες είναι συμμετρικές πάλι δεν μπορεί να αποκλείσει η μια την άλλη. Οι εκτιμήσεις (α)συμμετρίας, επομένως, δεν έχουν σημαντική επίδραση στο σύστημα του Φεγεράμπεντ και μπορούν, περισσότερο ή λιγότερο, να αποσιωπηθούν.

Στο Against Method ο Φεγεράμπεντ ισχυρίστηκε ότι η φιλοσοφία του Λάκατος για τα ερευνητικά προγράμματα είναι στην πραγματικότητα “μεταμφιεσμένος αναρχισμός”, επειδή δεν συντάσσει εντολές για τους επιστήμονες. Ο Φεγεράμπεντ παιχνιδιάρικα αφιέρωσε το Against Method στον “Ίμρε Λάκατος: Φίλο και συνεργάτη-αναρχικό”. Μια ερμηνεία είναι ότι η φιλοσοφία του Λάκατος για τα μαθηματικά και την επιστήμη βασίστηκε στις δημιουργικές μεταμορφώσεις της ιστοριογραφικής ιδέας του Έγκελ, ο οποίος ήταν στενά συνδεδεμένος με το δάσκαλο του Λάκατος στην Ουγγαρία Γκέοργκ Λούκατς. Η συζήτηση του Φεγεράμπεντ με τον Λάκατος για την επιστημονική μέθοδο θυμίζε τη συζήτηση του Λούκατς (μέντορα του Φεγεράμπεντ) και του Μπρεχτ πάνω στην αισθητική αρκετές δεκαετίες νωρίτερα.

Ο ορθολογικός και πολυγραφής δοκιμιογράφος φιλόσοφος Ντέιβιντ Στόουβ (David Stove) υποστήριξε ότι ο Φεγεράμπεντ με το φιλοσοφικό του έργο ήταν υπεύθυνος για την “υπονόμευση των λογικών εκφράσεων”. Ασκούσε πρακτική λήστευσης λογικών δηλώσεων από τη λογική τους δυναμική υπάγοντας τες σε γνωσιολογικά πλαίσια. Για παράδειγμα, αντί να πει πως “το P είναι μια απόδειξη για το Q” θα έλεγε “Υπάρχει η γενική πεποίθηση των επιστημόνων ότι το P είναι μια απόδειξη για το Q”. Αυτό δημιουργούσε αυτό που ο Στόουβ ανέφερε ως “λογική δήλωση-φάντασμα”: δίνοντας την εντύπωση ότι αφορά σοβαρές δηλώσεις λογικής, ενώ κάτι τέτοιο δεν ισχύει – αυτό που ισχύει είναι κοινωνιολογικές ή ιστορικές αξιώσεις που αντέχουν στην κριτική με λογικές βάσεις.

Η παρακμή του φυσικού φιλόσοφου

Ο Φεγεράμπεντ άσκησε κριτική στην έλλειψη της γνώσης για φιλοσοφία που επέδειξε η γενιά των φυσικών που προέκυψε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο: Η υποχώρηση της φιλοσοφίας σε ένα “επαγγελματικό” καβούκι είχε καταστροφικές συνέπειες. Η νεότερη γενιά φυσικών, ο κύκλος των Ρίτσαρντ Φάινμαν, Τζούλιαν Σβίνγκερ, κλπ., μπορεί να είναι πολύ λαμπρή, μπορεί να είναι πιο έξυπνη από τους προκατόχους της, (από τους Νιλς Μπορ, Αϊνστάιν, Έρβιν Σρέντινγκερ, Λούντβιχ Μπόλτσμαν, Ερνστ Μαχ και ούτω καθεξής) αλλά είναι πολιτιστικά άγρια, στερείται φιλοσοφικού βάθους – και αυτό είναι το σφάλμα της ίδιας της ιδέας του επαγγελματισμού που τώρα υπερασπίζεται.

Ο ρόλος της επιστήμης στην κοινωνία

Ο Φεγεράμπεντ περιγράφει την επιστήμη ως ουσιαστικά αναρχική, παθιασμένη με τη δική της μυθολογία και δημιουργό αξιώσεων για την αλήθεια πέρα από τις ικανότητες της. Ήταν ιδιαίτερα αγανακτισμένος με τη συγκαταβατική στάση πολλών επιστημόνων προς τις εναλλακτικές παραδόσεις. Για παράδειγμα, πίστευε ότι οι αρνητικές απόψεις για την αστρολογία και την αποτελεσματικότητα του χορού της βροχής δεν δικαιολογούνταν από την επιστημονική έρευνα, και απέρριπτε την κυρίως αρνητική στάση των επιστημόνων απέναντι σε τέτοια φαινόμενα ως ελιτίστικη ή ρατσιστική. Κατά τη γνώμη του, η επιστήμη έχει γίνει μέθοδος καταστολής ιδεολογίας, παρά το γεγονός ότι αναμφισβήτητα ξεκίνησε ως μια απελευθερωτική κίνηση. Πίστευε ότι μια πλουραλιστική κοινωνία θα πρέπει να προστατεύεται από την υπερβολική επιρροή της επιστήμης, όπως προστατεύεται από άλλες ιδεολογίες.

Ξεκινώντας από το επιχείρημα ότι μία ιστορική παγκόσμια επιστημονική μέθοδος δεν υπάρχει, ο Φεγεράμπεντ ισχυρίστηκε ότι η επιστήμη δεν αξίζει το προνομιακό καθεστώς που χαίρει στη δυτική κοινωνία. Αφού οι επιστημονικές απόψεις δεν προκύπτουν από τη χρήση μιας καθολικής μεθόδου που εγγυάται την υψηλή ποιότητα των συμπερασμάτων, πίστευε ότι δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα υπέρ της αποτίμησης των επιστημονικών ισχυρισμών και αιτημάτων από άλλες ιδεολογίες, όπως π.χ. η θρησκεία. Ο Φεγεράμπεντ υποστήριξε επίσης ότι τα επιστημονικά επιτεύγματα, όπως οι προσεληνώσεις, δεν είναι λόγος να δοθεί στην επιστήμη το προνόμιο του ειδικού καθεστώτος. Κατά την άποψή του, δεν ήταν δίκαιο να χρησιμοποιούνται επιστημονικές παραδοχές για το ποια προβλήματα αξίζουν επίλυση, προκειμένου να κρίνει το βάσιμο των άλλων ιδεολογιών. Επιπλέον, η επιτυχία των επιστημόνων συμπεριλαμβάνει παραδοσιακά μη επιστημονικά στοιχεία, όπως την έμπνευση από μυθικές ή θρησκευτικές πηγές.

Με βάση αυτά τα επιχειρήματα, ο Φεγεράμπεντ υπερασπίστηκε την ιδέα ότι η επιστήμη πρέπει να διαχωρίζεται από το κράτος με τον ίδιο τρόπο που θρησκείας και κράτους χωρίζονται σε μια σύγχρονη κοσμική κοινωνία (Against Method 3rd ed. σ 160). Οραματίστηκε μια “ελεύθερη κοινωνία” στην οποία “όλες οι παραδόσεις έχουν ίσα δικαιώματα και ίση πρόσβαση στα κέντρα εξουσίας” (Science in a Free Society, σ 9). Για παράδειγμα, οι γονείς θα πρέπει να είναι σε θέση να προσδιορίσουν το ιδεολογικό πλαίσιο της εκπαίδευσης των παιδιών τους, αντί να έχουν περιορισμένες επιλογές λόγω επιστημονικών προτύπων.

Σύμφωνα με τον Φεγεράμπεντ, η επιστήμη πρέπει επίσης να υπόκειται σε δημοκρατικό έλεγχο: όχι μόνο πρέπει τα θέματα που διερευνώνται από τους επιστήμονες να καθορίζονται από λαϊκή εκλογή, αλλά και οι επιστημονικές παραδοχές και τα συμπεράσματα θα πρέπει επίσης να εποπτεύονται από επιτροπές απλών ανθρώπων. Πίστευε ότι οι πολίτες πρέπει να χρησιμοποιούν τις προσωπικές τους αρχές όταν λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με τα θέματα αυτά. Απέρριψε την άποψη ότι η επιστήμη είναι ουσιαστικά “ορθολογική” με το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει ενιαία κοινά αποδεκτό “λογικό” συστατικό που ενώνει όλες τις επιστήμες αλλά αποκλείει άλλους τρόπους σκέψης (Against Method 3rd ed. σ 246).

Φιλοσοφία του νου

Μαζί με μια σειρά από φιλόσοφους του μέσου 20ου αιώνα (Γουίλφρεντ Σέλλαρς, Γουίλαρντ φαν Ορμαν Κουάιν, Ρίτσαρντ Ρόρτι, κ.α. ), ο Φεγεράμπεντ επηρέασε την ανάπτυξη του εξαλειπτικού υλισμού, μιας ριζοσπαστικής θέσης στη φιλοσοφία του νου που υποστηρίζει ότι η απλή, βασισμένη στην κοινή λογική, αίσθηση της κατανόησης του νου (αυτό που οι πραγματιστές ονομάζουν “λαϊκή ψυχολογία”) είναι ψευδής. Περιγράφεται περιληπτικά από έναν σύγχρονο υπερασπιστή του, τον Πωλ Τσέρτσλαντ (Paul Churchland), ως εξής: “εξαλειπτικός υλισμός είναι η άποψη ότι η αντίληψη της κοινής λογικής των ψυχολογικών φαινομένων, αποτελεί μια ριζικά εσφαλμένη θεωρία. Μια θεωρία τόσο θεμελιωδώς ελαττωματική που τόσο οι αρχές όσο και η οντολογία της θεωρίας τελικά μετατοπίζονται και μειώνονται με μη ομαλό τρόπο, με τη βοήθεια της ολοκληρωτικής νευροεπιστήμης”.

Σε τρία σύντομα επιστημονικά άρθρα που δημοσιεύθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ο Φεγεράμπεντ προσπάθησε να υπερασπιστεί τον πραγματισμό απέναντι στην υπόθεση ότι ο νους δεν μπορεί να είναι ένα φυσικό πράγμα. Ο Φεγεράμπεντ υποστήριξε ότι η κοινή, λογική κατανόηση του νου ήταν ασύμμετρη με την (πραγματιστική) επιστημονική άποψη, αλλά ότι παρόλα αυτά θα έπρεπε να προτιμούν την πραγματιστική όταν αναφέρονται σε γενικές μεθοδολογικές βάσεις.

Η άποψή του επί του προβλήματος νους-σώμα θεωρείται ευρέως ένα από τα σημαντικότερα κληροδοτήματα του Φεγεράμπεντ. Ακόμα κι αν ο Φεγεράμπεντ ο ίδιος φαίνεται να έχει παραιτηθεί στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η θεωρία αυτή υιοθετήθηκε από τον Ρίτσαρντ Ρόρτι και πιο πρόσφατα, από την Πατρίτσια Τσέρτσλαντ και τον Πωλ Τσέρτσλαντ.

Άλλα έργα

Ορισμένα από τα δημοσιευμένα άρθρα του Φεγεράμπεντ αφορούν τον τρόπο με τον οποίο η αντίληψη των ανθρώπων για την πραγματικότητα επηρεάζεται από διάφορους κανόνες. Στο τελευταίο βιβλίο του, το οποίο άφησε ημιτελές όταν πέθανε, μιλάει για το πώς η αίσθησή μας για την πραγματικότητα διαμορφώνεται και περιορίζεται: Το Conquest of Abundance: A Tale of Abstraction versus the Richness of Being θρηνεί για την τάση που έχουμε να θεσμοθετούμε αυτούς τους περιορισμούς.

Το τελευταίο βιβλίο φιλοσοφία που κατάφερε να τελειώσει ήταν το The Tyranny of Science (συγγραφή 1993, έκδοση Μάρτιος 2011). Σε αυτό ο Φεγεράμπεντ αμφισβητεί ορισμένους σύγχρονους μύθους για την επιστήμη, μεταξύ άλλων το μύθο ότι “η επιστήμη είναι επιτυχής”. Ισχυρίζεται ότι μερικές πολύ βασικές παραδοχές σχετικά με την επιστήμη είναι απλώς ψευδείς και ότι σημαντικό μέρος της επιστημονικής ιδεολογίας δημιουργήθηκε με βάση τις επιφανειακές γενικεύσεις που οδήγησαν σε παράλογες παρανοήσεις σχετικά με τη φύση της ανθρώπινης ζωής. Μακριά από την επίλυση των πιεστικών προβλημάτων της εποχής μας, η επιστημονική θεωρία δοξάζει εφήμερες γενικότητες με κόστος να έρθει αντιμέτωπη με τις πραγματικές ενδείξεις που δίνουν νόημα στη ζωή.

Στην αυτοβιογραφία του εστίασε όλο το νόημα της ζωής του στην αγάπη: “Έτσι θα ήθελα να γίνει, η αγάπη και όχι η διάνοια να επιζήσει.”

Δημοφιλείς επιρροές

Το βιβλίο On the Warrior’s Path παραθέτει κομμάτια δοκιμίων του Φεγεράμπεντ, τονίζοντας τις ομοιότητες μεταξύ της επιστημολογίας και της κοσμοθεωρίας του Bruce Lee”.

Επιλεγμένη Εργογραφία

Βιβλία

  • Against Method: Outline of an Anarchistic Theory of Knowledge (1975), ISBN 0-391-00381-X, ISBN 0-86091-222-1, ISBN 0-86091-481-X, ISBN 0-86091-646-4, ISBN 0-86091-934-X, ISBN 0-902308-91-2 (First edition in M. Radner & S. Winokur, eds., Analyses of Theories and Methods of Physics and Psychology, Minneapolis: University of Minnesota Press, 1970.)
  • Science in a Free Society (1978), ISBN 0-8052-7043-4
  • Realism, Rationalism and Scientific Method: Philosophical papers, Volume 1 (1981), ISBN 0-521-22897-2, ISBN 0-521-31642-1
  • Problems of Empiricism: Philosophical Papers, Volume 2 (1981), ISBN 0-521-23964-8, ISBN 0-521-31641-3
  • Farewell to Reason (1987), ISBN 0-86091-184-5, ISBN 0-86091-896-3
  • Three Dialogues on Knowledge (1991), ISBN 0-631-17917-8, ISBN 0-631-17918-6
  • Killing Time: The Autobiography of Paul Feyerabend (1995), ISBN 0-226-24531-4, ISBN 0-226-24532-2
  • Conquest of Abundance: A Tale of Abstraction versus the Richness of Being (1999), ISBN 0-226-24533-0, ISBN 0-226-24534-9
  • Knowledge, Science and Relativism: Philosophical Papers, Volume 3 (1999), ISBN 0-521-64129-2
  • For and Against Method: Including Lakatos’s Lectures on Scientific Method and the Lakatos-Feyerabend Correspondence with Imre Lakatos (1999), ISBN 0-226-46774-0, ISBN 0-226-46775-9
  • The Tyranny of Science (2011), ISBN 0-745-65189-5, ISBN 0-745-65190-9

Άρθρα

  • “Linguistic Arguments and Scientific Method”. TELOS 03 (Spring 1969). New York: Telos Press
  • “How To Defend Society Against Science”. Radical Philosophy no. 11, Summer 03 1975.

Βιβλιογραφία

  • Νικολακόπουλος Παντελής, «Η μεθοδολογία του κ. Feyerabend». Δευκαλίων 38 (1985), 211-227.
  • Γαβρόγλου Κώστας, «Μερικές σκέψεις για τις ‘φυσικές ερμηνείες’ του Feyerabend», Δευκαλίων 38 (1985), 181-191.
  • Daniele Bolelli, “On the Warrior’s Path: Philosophy, Fighting, and Martial Arts Mythology”, Frog Books (2003), ISBN 1583940669
  • Gonzalo Munévar, Beyond Reason: Essays on the Philosophy of Paul Feyerabend, Boston Studies in the Philosophy of Science (1991), ISBN 0-792-31272-4
  • Eric Oberheim, Feyerabend’s Philosophy (2006), ISBN 3-110-18907-0
  • John Preston, Gonzalo Munévar and David Lamb (ed.), The Worst Enemy of Science? Essays in memory of Paul Feyerabend (2000), ISBN 0-195-12874-5
  • John Preston, Feyerabend: Philosophy, Science and Society (1997), ISBN 0-745-61675-5, ISBN 0-745-61676-3

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή