“Πολεμικό νοσοκομείο” Χρυσού – Η περίθαλψη στην Επανάσταση

Η μάχη όμως της Πέτρας σήμανε το τέλος του Αγώνα. Σχεδόν σύγχρονα είχε τελειώσει κι ο προορισμός τού “οσπιταλιού”. Το Φεβρουάριο του 1830 το βρίσκουμε ακόμα σε δράση, αλλά ολότελα παραμελημένο. Ο Χορτάκης μάταια φτάνει στο Άργος για να φροντίσει γι’ αυτό κι οι αναφορές του στους αρμοδίους πάνε στα χαμένα.

by Times Newsroom

Γνωστό είναι ότι η νοσοκομειακή περίθαλψη κατά την Ελληνική Επανάσταση, ήταν σχεδόν άγνωστη. Μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα του ενός χεριού τα νοσοκομεία που είχαν ιδρυθεί για να εξυπηρετούν τους τραυματίες και κακοπαθημένους αγωνιστές. Τα γνωστότερα ήταν του Ναυπλιού, της Χίου και του Μεσολογγιού. Το τελευταίο το διεύθυνε ο Γερμανός γιατρός Έλστερ με ακούραστο συνεργάτη το Μάγιερ.

Στην Ανατολική Ρούμελη προς το τέλος πια του Αγώνα, βρίσκουμε και κει ένα “πολεμικό νοσοκομείο” όπως το λέγανε τότε. Ήταν στο χωριό Χρυσό, στη δυτική πλαγιά του Παρνασσού, κοντά στους Δελφούς.

Σατις σύγχρονες ιστορίες δεν αναφέρεται σε καμιά. Μονάχα μερικά έγγραφα που βρίσκονται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, μας δίνουν σχετικές πληροφορίες. Σ’ αυτά θα βασιστώ, για να δώσω όσο μπορώ, τη δράση του “πολεμικού νοσοκομείου Χρυσού”.

Στα 1828 το πιο μεγάλο μέρος του πολέμου είχε μεταφερθεί στην Ανατολική Ρούμελη κι η ανάγκη ενός νοσοκομείου ήταν άμεση. Το Γενάρη του 1828 ιδρύθηκε το απαραίτητο αυτό νοσοκομείο στο χωριό Χρυσό. Μη νομίσετε όμως πως στεγάστηκε σε ιδιαίτερο κτήριο, όπως γίνεται σήμερα Χρησιμοποιήθηκαν διάφορα χρυσαϊτικα σπίτια. Το νοσοκομείο είχε δυο γιατρούς. Δυστυχώς μόνο το όνομα του ενός ανακάλυψα. Του Νικόλα Χορτάκη. Και ποια η προπολεμική του δράση αφήνω τον ίδιο να μας πει, από κάποια του αναφορά:

“Ήλθα εις το στρατόπεδον αμέσως εις την αρχήν τού εις Δαμαλά Οργανισμού του δια προτροπής και διαταγής τού σεβαστού Κυβερνήτου , ός τις διαβαίνων δια της Βορουσίας ήκουσεν εις το Βερολίνονi, από τους εκεί ιατρούς, και μάλιστα από τον αρχίατρον του Βασιλέως της Βορουσίας, ενός των διδασκάλων μου, πολλά καλά περί της διαγωγής και της παιδείας και εμού, και του άλλου ιατρού του Νοσοκομείου, εν ώ ημείς τότε διετρίβαμεν εις την Ελλάδα, τούτο μας το είπε μόνος ο σεβαστός ημών Κυβερνήτης. Και τούτο εβεβαιώθη η εξοχότης του ακόμη περισσότερον όταν, κατ’ αίτησίν του, τον παρρησιάσαμεν δυο διατριβάς μας μίαν περί πανώλης και άλλην περί της υγείας των στρατοπέδων”.

Ήταν λοιπόν ένας απ’ τους καλά σπουδασμένους Έλληνας γιατρούς κι αυτό το απέδειξε και στα μετέπειτα χρόνιαii.

Επιστάτης – οικονομικός διευθυντής, όπως θα λέγαμε σήμερα – ήταν ο Θεόδωρος Φραγκ. Όλη όμως την επίβλεψη του νοσοκομείου είχε ο αρχίατρος Blondeau που ήταν διορισμένος στο στρατόπεδο του Δημητρ. Υψηλάντη, με μιστό 500 γρόσια κάθε μήνα (μιστός 260+240 “σιτιρέσιο”).

Η κατάσταση όμως του νοσοκομείου βρισκόταν σε κακά χάλια. Ο ίδιος ο Χορτάκης την περιγράφει σε έκθεσή του στον Αυγουστίνο Καποδίστρια πληρεξούσιο τοποτηρητή της Κυβερνήσεως, χωρίς να παραλείπει και τις εκδουλεύσεις:

Η παρούσα του πολεμικού Νοσοκομείου κατάστασις με αναγκάζει πρώτην φοράν να αναφερθώ προς την εξοχότητά σας, ην βέβαιος ότι και εν τω μέσω των πολλών και μεγάλων ασχολιών σας, δεν θέλετε παραδράμει τα του Νοσοκομείου. Η σύστασις πολεμικού Νοσοκομείου είναι πράγμα νέον εις την Ελλάδα και δείγμα της καλής των Ελληνικών πραγμάτων μεταρρυθμίσεως, ανάγκη πάσα όμως είναι να μη λείπουν όσα είναι αναγκαία εις επιτυχίαν του σκοπού, δια τον οποίον εσυστήθη, βεβαιωθήτε όμως ότι και ήτο και είναι μέχρι του νυν ατελέστατον. Εις το Νοσοκομείον τούτο ευτύχησαν να θεραπευθώσιν από πάθη πολυχρόνια και χιλιάρχοι, και πλήθος πολλών αξιωματικών, και απλών στρατιωτών, αλλ’ όμως κρίνω αναγκαίον να σας ομολογήσω ότι όλοι έδειξαν μεγίστην αγανάκτησιν και δυσαρέσκειαν δια την έλλειψιν των προς ανακούφισιν των δεινών των αναγκαίων, ενώ εξ εναντίας δεν ηδύναντο να εκφρασθώσιν αρκούντως την προς τους θεαραπευτάς των ευγνωμοσύνην των· τούτο δύναται να πληροφορηθή ευκόλως ός τις θέλει. Ανάγκη λοιπόν εξοχώτατε, αν πρέπει να υπάρχη εις το Στρατόπεδον Νοσοκομείον πραγματικώς, και όχι με το όνομα μόνον, να προμηθεύονται τακτικώς τα προς εκπλήρωσιν των χρειών του Νοσοκομείου αναγκαία χρήματα, τα οποία μας λείπουσι κατά το παρόν, να ετοιμασθώσι στρώματα και σκεπάσματα τουλάχιστον δια τους οάσχοντας από οξέα πάθη. Να αγορασθώσι μερικά χάλκινα αγγεία διαφόρου μεγέθους εις κατασκευήν φαγητών, καταπλασμάτων, να προμηθευθώσιν ιατρικά και τα λοιπά. Ενώ όμως μας λείπουσι σχεδόν όλα ταύτα, άλλο χειρότερον, οι νεοερχόμενοι άρρωστοι δεν έχωσι μήτε ψωμί, τας μερίδας των αρρώστων τας οποίας ελαμβάναμεν συνήθως από την αποθήκην των τροφών εις την Σκάλαν των Σαλόνων δεν εξεύρομεν πόθεν θα τας λαμβάνομεν εις το εξής, αφ’ ου η αποθήκη των τροφών μετέβη από την Σκάλαν των Σαλόνων εις άλλο μέρος. Τας ελλείψεις ταύτας είμαι βέβαιος ότι η Εξοχότης σας, θέλετε δόσει πληρεξουσιότητα εις την επί της οικονομίας επιτροπήν, και μάλιστα εις τον Στρατιωτικόν Έφορον, άνδρα τίμιον και φιλάνθρωπον να εφορεύση το Νοσοκομείον, προμηθεύων τα αναγκαία, και προσέχων εις την καλήν των πραγμάτων διεύθυνσιν. Με όλας τας ελλείψεις έχομεν κατά το παρόν εις το Νοσοκομείον περί τους πεντήκοντα αρρώστους και πληγωμένους, εκ τούτων δυο εκατοντάρχους και διαφόρους αξιωματικούς”.

Το γιατρό Χορτάκη συμπληρώνουν οι άρρωστοι – γνωστοί αγωνιστές – με αναφορά τους κι αυτοί στον Αυγουστίνα :

…Το νοσοκομείον, Εξοχώτατε, ευτύχησε να έχη ιατρούς, σπουδαίους και φιλανθρώπους, αλλά δεν αρκεί μόνον η παιδεία και επιμέλεια των ιατρών εις θεραπείαν των πασχόντων, ανάγκη πάσα να μη λείπωσι και όσα αναγκαιούν εις ανάπαυσιν και τροφήν των και εις ταχείαν ίασιν των πληγών των. Βεβαιωθήτε όμως ότι όλα σχεδόν λείπουσιν, όλοι όσον αν είναι επικίνδυνοι αι πληγαί και τα πάθη μας είμεθα ηναγκασμένοι να κοιτώμεθα επάνω εις το σανίδι σκεπασμένοι με την πολλάκις, ξεσχισμένην κάπαν μας, πολλοί εξ ημών ταλαιπωρούμενοι από λέραν και ψύραν, είναι ανάγκη να υποφέρωμεν, επειδή δεν υπάρχει μήτε υποκάμισον, μήτε βρακί εις το Νοσοκομείον, δια να αλλάξωμεν έως να μας παστρέψουν και να ζεματίσουν τα παλαιόρουχά μας. Χρήματα δια να προμηθεύονται η ανήκουσα εις καθέναν τροφή, και όλα τα λοιπά αναγκαία, καθώς φαίνεται λείπουσι. Και το χείριστον, λείπει κατά το παρόν και το ψωμί αυτό και πολλοί εξ ημών στερούμενοι χρημάτων, δεν εξεύρουσι πώς να καθησυχάσωσι την πείναν των. Όλα ταύτα και τα τοιαύτα ελπίζομεν ότι η Εξοχότης σας ως πατήρ μας φιλόστοργος, θέλετε τα διορθώσει, δια να ευρίσκωμεν ύστερον από τόσα δεινά τα οποία υποφέρομεν, ολίγον ανάπαυσιν, όταν πληγωθώμεν ή αρρωστήσωμεν. Τούτο παρεκίνησε πολλούς εξ ημών, οι οποίοι προ ολίγων ημερών επληγώθησαν εις τας Θήβας, να τυραννηθώμεν πέντε ολοκλήρους ημέρας, από την βροχήν, από τον άνεμον, από τους πόνους των πληγών μας, αι οποίαι είχαν βρωμήσει εις το διάστημα τούτο, με την ελπίδα να έλθωμεν ενταύθα δια να εύρωμεν ανάπαυσιν, και θεραπείαν”.

Με τόση απλότητα και ειλικρίνεια περιγράφανε την κατάστασή τους οι άρρωστοι του Νοσοκομείου Χρυσού. Κι όταν ο στρατάρχης Υψηλάντης επισκέφτηκε το νοσοκομείο, έκπληκτος στάθηκε μπροστά; στην αθλιότητα. “Εδώ φθάσας, εύρον το Νοσοκομείον εις κατάστασιν τοιαύτην οποίαν δεν ημπορεί το όντι να πιστεύση τις, όταν δεν την ιδή. Παρεκτός των άλλων ελλείψεων κατήντησαν οι πληγωμένοι και ασθενείς να υστερούνται και την ημερούσιον τροφήν των”, γράφει κι αυτός στον Αυγουστίνο. Απ’ το ίδιο το έγγραφό του, μαθαίνουμε ότι στέλνει τον “αρχιατρό” Βλοντώ “εξεπίτηδες δια να παρουσιάση προς την Εκλαμπρότητά Σας και ειδικώτερον τας χρείας αυτού του καταστήματος”.

Είναι αλήθεια ότι ο Αυγουστίνος Καποδίστριας ενδιαφέρθηκε για το “οσπιτάλιο” –όπως το ανέφερε στα έγγραφά του– κι έστειλε 3.000 γρόσια στον προσωρινό Διοικητή Λειβαδιάς, Θανάση Λιδωρίκη, για τις ανάγκες των αρρώστων.

***

Πέρασαν κοντά δυο χρόνια κι οι νοσηλευόμενοι ξακολουθήσανε να βρίσκονται σκορπισμένοι στα σπίτια του Χρυσού. Οι Χρυσαϊτες που πρόθυμα είχαν δώσει τα σπίτια τους, προσωρινώς όμως, για τις ανάγκες του αγώνα, αρχίσανε να δυσανασχετούν. Δικαιολογημένα, αφού ήταν αναγκασμένοι σ’ όλο αυτό το διάστημα να βρίσκονται ξεσπιτωμένοι. Μα φαίνεται ότι κι οι άρρωστοι δεν είχαν περιοριστεί σε απλή φιλοξενία, αλλά ας δούμε καλύτερα τι γράφει ο δημογέροντας Χρυσού, Αναγνώστης Αθανασίου:

“Σας ειδοποιούμεν, έως ώρας, ότι δοκιμάζομεν παρά του Νοσοκομείου, από τους Στρατιώτας, όπου μας έπιασαν όλα τα οσπήτια μας και κατοικούν αυτοί, και ημάς μας εύγαλαν έξω, και όλο ένα έρχονται από κάθε χιλιαρχίαν, και πλέον περισσότερον δεν βαστούμεν, λοιπόν ημείς δοκιμάζομεν εκείνα όπου ποτέ δεν εδοκιμάσαμεν, δεν μας άφησαν καμμίαν κόταν, και τους βλέπομεν και πάμε γιρέβοντας και μας υβρίζουν, τέτζερη, στρώματα δεν μας άφισαν και κάθε ημέραν και ώραν να μας ζητούν ζώα και τα παίρνουν και σηκώνουν το ζαερέν από την Σκάλαν και από εκεί να τα πηγαίνουν εις τους μίλους. Ηξεύρετε όμως εδώ και εις το εξής πλέον δημογέροντας δεν στέκω εξ αιτίας των Στρατιωτών και κοντά από τους πολίτας οπού φωνάζουν δια τα ζώα τους και δια κάθε άλλα έως ώρας ημπορεί να είναι έως 150 στρατιώτας, και αν πιάση και η βροχή πρέπει να μας πιάσουν όλον το χωριό, εξ αιτίας όπου τα σπιτάλια δεν κρατούν τρέχουν και θέλετε βεβαιωθεί και από ανθρώπους του πολιτάρχου οπού είναι εδώ. Ημείς βλέπομεν πολλούς υγιείςοπού κάθονται εδώ χωρίς να έχουν καμμίαν δουλίαν”.

Στο μεταξύ ο Θ. Φραγκ, ο οικονομικός διευθυντής του νοσοκομείου, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να καλυτερεύσει την επισιτιστική κατάσταση των αρρώστων και των σπιτιών. Μεταφέρω ένα απόσπασμα από αναφορά του προς τον Αντρέα Μεταξά, μέλος του γεν. Φροντιστηρίου :

Να προστάξητε πόθεν να λάβωμεν κεραμίδια δια να σκεπάσωμεν τα σπίτια του νοσοκομείου διότι οι άρρωστοι πάσχουν πολλά από το κρύον. Προσέτι να διατάξητε να γίνωσιν και άλλο ένα ή δυο σπίτια, διότι ο αριθμός των αρρώστων υπερβαίνει τον αριθμό των κρεβατίων τα οποία κατά το παρόν έχομεν. Να μας δοθή πανί δια δώδεκα βρακοπουκάμισα δια να αλλάζουν όσοι έρχονται από το στρατόπεδον καταματωμένοι και καταλερωμένοι. Καναβάτζα δια τριάντα στρώματα, λινόν πανί, ή να αγοραστούν παλαιά λινά υποκάμισα ή χαυλίο δια να κάμωμεν ξαντόν, βούτυρον οκάδες εκατόν δια να δίδωμεν εις τους αρρώστους ενίοτε, όταν η χρεία το καλεί. Σαπούνι και λάδι όσον γνωρίζετε, τρεις τεντζερέδες πρώτον δεύτερον και τρίτον, δυο μουλάρια δια να φέρουν τα αναγκαία ξύλα εις το νοσοκομείον. Να διατάξητε να μας έλθουν πέντε κάσαις οκάδες άλας από την Δομπραίναν διότι εδώ το αγοράζομεν προς δέκα παράδες την οκά. Δυο αναγκαίαις κλειδωνιαίς δια την αποθήκην”.

Και συνεχίζει την αναφορά του ο Φραγκ ζητώντας διάφορα άλλα χρειώδη για το νοσοκομείο, τελειώνοντας : “Όταν γίνουν όλα ταύτα, τότε υπάρχει Έθνος, υπάρχει νοσοκομείον, και όχι με μύξαις βάφουν αυγά· διότι αδίκως και παραλόγως χάνονται οι άνθρωποι”.

Το ενδιαφέρον του όμως ο Φραγκ αυτό, το πλήρωσε με ένα καλό ξυλοκόπημα από τους αρρώστους. “Οι άρρωστοι και πληγωμένοι προφασιζόμενοι ότι κατεφρονούντο και ηδικούντο εις όσον έπρεπε να δόση και να κάμη προς αυτούς, εφώρμησαν κατ’ αυτού και τον ητίμασαν με ραβδισμούς πολλούς”, γράφει ο Χορτάκης. Αυτό στάθηκε αφορμή να εγκαταλείψει το Νοέμβρη του 1829 ο Φραγκ το Νοσοκομείο.

Οι Χρυσαϊτες εξακολουθούσαν να διαμαρτύρονται και με άλλη τους αναφορά ζητούσαν να δοθεί ένα τέλος στην αδικία που τους γίνονταν επιστρέφοντάς τους τα σπίτια τους.

Η μάχη όμως της Πέτρας σήμανε το τέλος του Αγώνα. Σχεδόν σύγχρονα είχε τελειώσει κι ο προορισμός τού “οσπιταλιού”. Το Φεβρουάριο του 1830 το βρίσκουμε ακόμα σε δράση, αλλά ολότελα παραμελημένο. Ο Χορτάκης μάταια φτάνει στο Άργος για να φροντίσει γι’ αυτό κι οι αναφορές του στους αρμοδίους πάνε στα χαμένα.

“Προβάλω δι’ αναφοράς εις την Επιτροπήν ότι το Νοσοκομείον είναι εις ενέργειαν, και ότι εκτός των αρρώστων όσοι ευρίσκονται εις το Νοσοκομείον προστρέχουν καθ’ εκάστην νέοι, και είναι ανάγκη να κάμη αντικείμενον εργασιών της και τα του Νοσοκομείου και να μας δόση την περί τούτου απόφασίν της και με απεκρίθη ότι, θέλει γίνει σκέψις περί τούτου μετά τον οργανισμόν των ταγμάτων και να προσμένω… Το Νοσοκομείον καθώς ανέφερα, είναι ακόμη εις ενέργειαν, ο ιατρός και ο επιστάτης απλήρωτοι έως τώρα περιμένουσι με ανοικτόν στόμα τους μισθούς των και την περί του Νοσοκομείου απόφασιν. Κατά τα οποία έλαβα γράμματά των, συρρέουσιν άρρωστοι πανταχόθεν από το τάγμα τού Χορμόβα, από το σώμα τού Φαρμάκη, του Ράγγου, και αν είναι αληθές ότι μετέβησαν μερικά τάγματα εξ της Ναυπάκτου εις Θερμοπύλας, είμαι βέβαιος ότι ο αριθμός των αρρώστων εις το Νοσοκομείον είναι μεγάλος· δόσατε λοιπόν, παρακαλώ, εκλαμπρότατε, και περί του Νοσοκομείου την απόφασίν σας όσον τάχιστα”. Μ’ αυτά τα παρακλητικά λόγια αναφερότανε ο Χορτάκης στον Υπουργό.

Είναι αλήθεια ότι ο υπουργός την απάντηση έδωσε “όσον τάχιστα”. Σε σχέδιο στην ίδια αναφορά βρίσκονται γραμμένα τούτα : “2277 Ν. Χορτάκης ιατρός. Να παρουσιασθή μόνος του, ετελείωσε”. Με περιφρόνηση και τόσο ολιγόλογα βάζανε τέλος στις υπηρεσίες του Χορτάκη και στο “οσπιτάλιο” που φαίνεται ότι οριστικά πια από τότε διαλύεται. Χαρτί μεταγενέστερο ούτε ένα δεν σώζεται για να μας βεβαιώσει ότι ξακολούθησε να βρίσκεται σε ενέργεια το “Πολεμικό Νοσοκομείο Χρυσού”, αυτό που δυο χρόνια είχε προσφέρει τις υπηρεσίες του στον Αγώνα.

Σημειώσεις

iΒορουσία είναι η Ανατολική Πρωσία.

iiΒιογραφία του Ν. Χορτάκη, βλέπε Κ. Κοντογιάννη, περιοδ. “Μέλισσα”, Αθήναι 1864, σελ. 561-570.

________________________________

Πρώτη δημοσίευση: ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Έτος ΚΕ΄, τόμος 49ος, τεύχος 570, 1 Απριλίου 1951

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή