Τζορτζ Σι Σκοτ (1927 – 1999) Αμερικανός ηθοποιός

...βραβευμένος με Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1970 Πάττον, ο θρύλος της Νορμανδίας (Patton), όπου υποδύθηκε το θρυλικό στρατηγό του Β' Παγκοσμίου Πολέμου Τζορτζ Σμιθ Πάττον

by Times Newsroom

Στην ταινία του Στάνλεϊ Κούμπρικ S.O.S Πεντάγωνο καλεί Μόσχα (1964)

Ο Τζορτζ Σι Σκοτ (George Campbell Scott, 18 Οκτωβρίου 1927 – 22 Σεπτεμβρίου 1999) ήταν Αμερικανός ηθοποιός, βραβευμένος με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1970 Πάττον, ο θρύλος της Νορμανδίας (Patton), όπου υποδύθηκε το θρυλικό στρατηγό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου Τζορτζ Σμιθ Πάττον. Ο ηθοποιός είναι επίσης γνωστός για τη συμμετοχή του στις ταινίες Ανατομία ενός εγκλήματος (Anatomy of a Murder, 1959)Ο κόσμος είναι δικός Μου (The Hustler, 1961)S.O.S. Πεντάγωνο καλεί Μόσχα (Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb, 1964)Πετούλια (Petulia, 1968)Ένα τρελό…τρελό νοσοκομείο (The Hospital, 1971) και Χριστουγεννιάτικα κάλαντα (A Christmas Carol, 1984). Πέρα από την κινηματογραφική του πορεία ο ηθοποιός είχε επίσης επιτυχημένη θεατρική καριέρα.

Ο Τζορτζ Κάμπελ Σκοτ γεννήθηκε στο Γουάιζ της Βιρτζίνια το 1927. Γονείς του ήταν η Έλενα Άγκνες Σλεμπ και ο Τζορτζ Ντιούι Σκοτ, υπάλληλος της εταιρίας αυτοκινήτων Buick. Η μητέρα του απεβίωσε πριν ο ηθοποιός κλείσει τα οκτώ του χρόνια και τον μεγάλωσε ο πατέρας του. Έχοντας ως είδωλό του τον Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ο Σκοτ φιλοδοξούσε να γίνει συγγραφέας κι έγραψε πολλά διηγήματα όντας ακόμη μαθητής του Λυκείου, χωρίς όμως να εκδώσει κανένα. Ως ενήλικας επιχείρησε πολλές φορές να γράψει κάποιο μυθιστόρημα, αλλά δεν κατάφερε να ολοκληρώσει κανένα με ικανοποιητικό αποτέλεσμα.

Ο Τζορτζ Σι Σκοτ στην ταινία του 1961 Ο Κόσμος Είναι Δικός Μου (The Hustler)

Ο Σκοτ κατετάγη στους πεζοναύτες, όπου υπηρέτησε από το 1945 εώς και το 1949. Ενώ υπηρετούσε τη θητεία του, του ανατέθηκε να διδάξει αγγλική λογοτεχνία στο Ινστιτούτο Πεζοναυτών της Ουάσινγκτον, ενώ επίσης ανέλαβε το ρόλο του ραδιοφωνικού εκφωνητή. Ήταν επίσης φύλακας των στρατιωτικών τελετών στο Εθνικό Νεκροταφείο του Άρλινγκτον. Χρόνια αργότερα δήλωσε ότι τα καθήκοντά του στο Άρλινγκτον τον ώθησαν στο αλκοόλ. Αφού ολοκλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία γράφτηκε στο πανεπιστήμιο του Μιζούρι όπου σπούδασε δημοσιογραφία κι έπειτα ενδιαφέρθηκε για την υποκριτική. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο το 1953.

Ο Σκοτ ξεκίνησε τη θεατρική του πορεία με τη συμμετοχή του στο Shakespeare Festival της Νέας Υόρκης. Το 1958 έλαβε βραβείο Obie για τις ερμηνείες του στις θεατρικές παραστάσεις: Children of Darkness (όπου συμπρωταγωνίστησε με τη μελλοντική του σύζυγο Κολίν Ντιχέρστ), Όπως αγαπάτε και Ριχάρδος Γ’ (όπου ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο και για τον οποίο οι κριτικοί δήλωσαν ότι επρόκειτο για τον πιο άγριο Ριχάρδο όλων των εποχών). Την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε στο Μπρόντγουεϊ λαμβάνοντας θετικές κριτικές για την εμφάνιση του στο θεατρικό του Σολ Λέβιτ The Andersonville Trial. Το θεατρικό πραγματευόταν τη στρατιωτική δίκη του διοικητή μιας κακόφημης φυλακής κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου κι ο Σκοτ υποδυόταν τον δημόσιο κατήγορο. Η ερμηνεία του έγινε αντικείμενο αναφοράς από το περιοδικό Time. Το 1970 ο ηθοποιός σκηνοθέτησε τηλεταινία βασισμένη στο θεατρικό αυτό με πρωταγωνιστές τους Γουίλιαμ Σάτνερ, Ρίτσαρντ Μπέισχαρτ και Τζακ Κάσιντι (ο οποίος έλαβε υποψηφιότητα για Έμμυ για την ερμηνεία του στο ρόλο του δικηγόρου υπεράσπισης).

Ο Σκοτ συνέχισε τις εμφανίσεις του στο Μπρόντγουεϊ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60. Ανέλαβε επίσης τη σκηνοθεσία μερικών θεατρικών έργων. Η εμπορικότερη από τις θεατρικές παραστάσεις στις οποίες εμφανίστηκε ήταν το έργο του Νιλ Σάιμον Σουίτα στο Πλάζα το 1968. Το θεατρικό αποτελείται από τρία διαφορετικά μονόπρακτα που διαδραματίζονται στον ίδιο χώρο, ενώ ο Σκοτ ανέλαβε διαφορετικό ρόλο στο καθένα από αυτά. Το έργο προβλήθηκε για 1.097 παραστάσεις.

Ο ηθοποιός πέρασε επίσης και από το χώρο της τηλεόρασης. Το 1961 εμφανίστηκε στο πλευρό των Λόρενς Ολίβιε και Τζούλι Χάρις στην τηλεταινία The Power and the Glory, ενώ ένα χρόνο αργότερα εμφανίστηκε σε ένα επεισόδιο της σειράς του NBC The Virginian όπου απήγγειλε το ποίημα του Όσκαρ Ουάιλντ The Ballad Of Reading Gaol. Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε επίσης στο ιατρικό δράμα The Eleventh Hour. To 1965 συμπρωταγωνίστησε με την Σίσιλι Τάισον στη δραματική σειρά East Side, West Side.

Με την Τζοάν Γούντγουορντ στην ταινία Ένας καταπληκτικός ντετέκτιβ (They Might Be Giants) (1971)

Ο Τζορτζ Σι Σκοτ έλαβε παγκόσμια αναγνωρισιμότητα με την εμφάνισή του στο δικαστικό δράμα του Ότο Πρέμινγκερ Ανατομία ενός εγκλήματος (Anatomy of a Murder, 1959). Ο ρόλος του δικηγόρου υπεράσπισης του χάρισε την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου. Δυο χρόνια αργότερα εμφανίστηκε στο πλευρό του Πωλ Νιούμαν στην ταινία Ο κόσμος είναι δικός μου (The Hustler, 1961) κι έλαβε μια ακόμη υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου. Όταν ανακοινώθηκε ότι ήταν υποψήφιος για το βραβείο, ο ηθοποιός δεν αποδέχτηκε την υποψηφιότητά του. Το 1963 ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Τζον Χιούστον Οι 5 ύποπτοι (The List of Adrian Messenger), ενώ το 1966 συνεργάστηκε για άλλη μια φορά με τον σκηνοθέτη αναλαμβάνοντας το ρόλο του Αβραάμ στην επική ταινία Η Βίβλος (The Bible: In The Beginning). Στο ρόλο της Σάρας εμφανίστηκε η Άβα Γκάρντνερ, με την οποία σύναψε ερωτική σχέση για μικρό χρονικό διάστημα.

Το 1964, ο ηθοποιός ανέλαβε το ρόλο του στρατηγού Μπακ Τέρτζιντσον στην ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ S.O.S. Πεντάγωνο καλεί Μόσχα (Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb, 1964). Σε συνέντευξή του για το DVD της ταινίας ο ηθοποιός αποκάλυψε ότι ο Κιούμπρικ γύριζε την κάθε σκηνή πολλές φορές κι ότι του ζητούσε να δώσει τόνο υπερβολής στην ερμηνεία του. Στο τέλος ο σκηνοθέτης χρησιμοποίησε τις σκηνές στις οποίες ο Σκοτ εμφανιζόταν να ερμηνεύει τον ρόλο του χωρίς την αίσθηση του ορίου, κάτι το οποίο ο ηθοποιός απεχθανόταν.

Το 1968 συμπρωταγωνίστησε με την Τζούλι Κρίστι στην ταινία του Ρίτσαρντ Λέστερ Πετούλια (Petulia, 1968), ενώ το 1970 έλαβε ίσως τον πιο αξιομνημόνευτο κινηματογραφικό του ρόλο στην ταινία του Φράνκλιν Τζέι Σάφνερ Πάττον, ο θρύλος της Νορμανδίας (Patton, 1970). Ο ηθοποιός μελέτησε για καιρό τη ζωή του στρατηγού Τζωρτζ Πάττον, είδε ντοκιμαντέρ πάνω στη ζωή του και συνάντησε άτομα του κοντινού του περιβάλλοντος κι ο ρόλος του του χάρισε υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, την οποία για μια ακόμη φορά δεν αποδέχτηκε.

Ο ηθοποιός έστειλε επιστολή στην Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών λέγοντας ότι δεν ήθελε να βρίσκεται σε συναγωνισμό με άλλους ηθοποιούς. Επίσης δήλωσε για την τελετή των Όσκαρ ότι του θυμίζει παρέλαση κρέατος κι ότι δε θέλει να έχει καμιά ανάμειξη με το θεσμό. Ο ηθοποιός παρ’ όλα αυτά έλαβε το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, αλλά δεν ήταν παρόντας στην τελετή για να το παραλάβει. Δεκαέξι χρόνια αργότερα ο ηθοποιός συμπρωταγωνίστησε με την Εύα Μαρί Σέιντ στη συνέχεια της ταινίας με τίτλο The last days of Patton και εξιστορούσε τις τελευταίες μέρες της ζωής του αμφιλεγόμενου αυτού στρατηγού.

(George Campbell Scott, 18 Οκτωβρίου 1927 – 22 Σεπτεμβρίου 1999) ήταν Αμερικανός ηθοποιός, βραβευμένος με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του 1970 Πάττον, ο θρύλος της Νορμανδίας (Patton), όπου υποδύθηκε το θρυλικό στρατηγό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου Τζορτζ Σμιθ Πάττον. Ο ηθοποιός είναι επίσης γνωστός για τη συμμετοχή του στις ταινίες Ανατομία ενός εγκλήματος (Anatomy of a Murder, 1959)Ο κόσμος είναι δικός Μου (The Hustler, 1961)S.O.S. Πεντάγωνο καλεί Μόσχα (Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb, 1964)Πετούλια (Petulia, 1968)Ένα τρελό…τρελό νοσοκομείο (The Hospital, 1971) και Χριστουγεννιάτικα κάλαντα (A Christmas Carol, 1984). Πέρα από την κινηματογραφική του πορεία ο ηθοποιός είχε επίσης επιτυχημένη θεατρική καριέρα.

Ο Τζορτζ Κάμπελ Σκοτ γεννήθηκε στο Γουάιζ της Βιρτζίνια το 1927. Γονείς του ήταν η Έλενα Άγκνες Σλεμπ και ο Τζορτζ Ντιούι Σκοτ, υπάλληλος της εταιρίας αυτοκινήτων Buick. Η μητέρα του απεβίωσε πριν ο ηθοποιός κλείσει τα οκτώ του χρόνια και τον μεγάλωσε ο πατέρας του. Έχοντας ως είδωλό του τον Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ο Σκοτ φιλοδοξούσε να γίνει συγγραφέας κι έγραψε πολλά διηγήματα όντας ακόμη μαθητής του Λυκείου, χωρίς όμως να εκδώσει κανένα. Ως ενήλικας επιχείρησε πολλές φορές να γράψει κάποιο μυθιστόρημα, αλλά δεν κατάφερε να ολοκληρώσει κανένα με ικανοποιητικό αποτέλεσμα.

Ο Σκοτ κατετάγη στους πεζοναύτες, όπου υπηρέτησε από το 1945 εώς και το 1949. Ενώ υπηρετούσε τη θητεία του, του ανατέθηκε να διδάξει αγγλική λογοτεχνία στο Ινστιτούτο Πεζοναυτών της Ουάσινγκτον, ενώ επίσης ανέλαβε το ρόλο του ραδιοφωνικού εκφωνητή. Ήταν επίσης φύλακας των στρατιωτικών τελετών στο Εθνικό Νεκροταφείο του Άρλινγκτον. Χρόνια αργότερα δήλωσε ότι τα καθήκοντά του στο Άρλινγκτον τον ώθησαν στο αλκοόλ. Αφού ολοκλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία γράφτηκε στο πανεπιστήμιο του Μιζούρι όπου σπούδασε δημοσιογραφία κι έπειτα ενδιαφέρθηκε για την υποκριτική. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο το 1953.

Ο Σκοτ ξεκίνησε τη θεατρική του πορεία με τη συμμετοχή του στο Shakespeare Festival της Νέας Υόρκης. Το 1958 έλαβε βραβείο Obie για τις ερμηνείες του στις θεατρικές παραστάσεις: Children of Darkness (όπου συμπρωταγωνίστησε με τη μελλοντική του σύζυγο Κολίν Ντιχέρστ), Όπως αγαπάτε και Ριχάρδος Γ’ (όπου ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο και για τον οποίο οι κριτικοί δήλωσαν ότι επρόκειτο για τον πιο άγριο Ριχάρδο όλων των εποχών). Την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε στο Μπρόντγουεϊ λαμβάνοντας θετικές κριτικές για την εμφάνιση του στο θεατρικό του Σολ Λέβιτ The Andersonville Trial. Το θεατρικό πραγματευόταν τη στρατιωτική δίκη του διοικητή μιας κακόφημης φυλακής κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου κι ο Σκοτ υποδυόταν τον δημόσιο κατήγορο. Η ερμηνεία του έγινε αντικείμενο αναφοράς από το περιοδικό Time. Το 1970 ο ηθοποιός σκηνοθέτησε τηλεταινία βασισμένη στο θεατρικό αυτό με πρωταγωνιστές τους Γουίλιαμ Σάτνερ, Ρίτσαρντ Μπέισχαρτ και Τζακ Κάσιντι (ο οποίος έλαβε υποψηφιότητα για Έμμυ για την ερμηνεία του στο ρόλο του δικηγόρου υπεράσπισης).

Ο Σκοτ συνέχισε τις εμφανίσεις του στο Μπρόντγουεϊ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60. Ανέλαβε επίσης τη σκηνοθεσία μερικών θεατρικών έργων. Η εμπορικότερη από τις θεατρικές παραστάσεις στις οποίες εμφανίστηκε ήταν το έργο του Νιλ Σάιμον Σουίτα στο Πλάζα το 1968. Το θεατρικό αποτελείται από τρία διαφορετικά μονόπρακτα που διαδραματίζονται στον ίδιο χώρο, ενώ ο Σκοτ ανέλαβε διαφορετικό ρόλο στο καθένα από αυτά. Το έργο προβλήθηκε για 1.097 παραστάσεις.

Ο ηθοποιός πέρασε επίσης και από το χώρο της τηλεόρασης. Το 1961 εμφανίστηκε στο πλευρό των Λόρενς Ολίβιε και Τζούλι Χάρις στην τηλεταινία The Power and the Glory, ενώ ένα χρόνο αργότερα εμφανίστηκε σε ένα επεισόδιο της σειράς του NBC The Virginian όπου απήγγειλε το ποίημα του Όσκαρ Ουάιλντ The Ballad Of Reading Gaol. Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε επίσης στο ιατρικό δράμα The Eleventh Hour. To 1965 συμπρωταγωνίστησε με την Σίσιλι Τάισον στη δραματική σειρά East Side, West Side.

Ο Τζορτζ Σι Σκοτ έλαβε παγκόσμια αναγνωρισιμότητα με την εμφάνισή του στο δικαστικό δράμα του Ότο Πρέμινγκερ Ανατομία ενός εγκλήματος (Anatomy of a Murder, 1959). Ο ρόλος του δικηγόρου υπεράσπισης του χάρισε την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου. Δυο χρόνια αργότερα εμφανίστηκε στο πλευρό του Πωλ Νιούμαν στην ταινία Ο κόσμος είναι δικός μου (The Hustler, 1961) κι έλαβε μια ακόμη υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου. Όταν ανακοινώθηκε ότι ήταν υποψήφιος για το βραβείο, ο ηθοποιός δεν αποδέχτηκε την υποψηφιότητά του. Το 1963 ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Τζον Χιούστον Οι 5 ύποπτοι (The List of Adrian Messenger), ενώ το 1966 συνεργάστηκε για άλλη μια φορά με τον σκηνοθέτη αναλαμβάνοντας το ρόλο του Αβραάμ στην επική ταινία Η Βίβλος (The Bible: In The Beginning). Στο ρόλο της Σάρας εμφανίστηκε η Άβα Γκάρντνερ, με την οποία σύναψε ερωτική σχέση για μικρό χρονικό διάστημα.

Το 1964, ο ηθοποιός ανέλαβε το ρόλο του στρατηγού Μπακ Τέρτζιντσον στην ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ S.O.S. Πεντάγωνο καλεί Μόσχα (Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb, 1964). Σε συνέντευξή του για το DVD της ταινίας ο ηθοποιός αποκάλυψε ότι ο Κιούμπρικ γύριζε την κάθε σκηνή πολλές φορές κι ότι του ζητούσε να δώσει τόνο υπερβολής στην ερμηνεία του. Στο τέλος ο σκηνοθέτης χρησιμοποίησε τις σκηνές στις οποίες ο Σκοτ εμφανιζόταν να ερμηνεύει τον ρόλο του χωρίς την αίσθηση του ορίου, κάτι το οποίο ο ηθοποιός απεχθανόταν.

Το 1968 συμπρωταγωνίστησε με την Τζούλι Κρίστι στην ταινία του Ρίτσαρντ Λέστερ Πετούλια (Petulia, 1968), ενώ το 1970 έλαβε ίσως τον πιο αξιομνημόνευτο κινηματογραφικό του ρόλο στην ταινία του Φράνκλιν Τζέι Σάφνερ Πάττον, ο θρύλος της Νορμανδίας (Patton, 1970). Ο ηθοποιός μελέτησε για καιρό τη ζωή του στρατηγού Τζωρτζ Πάττον, είδε ντοκιμαντέρ πάνω στη ζωή του και συνάντησε άτομα του κοντινού του περιβάλλοντος κι ο ρόλος του του χάρισε υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, την οποία για μια ακόμη φορά δεν αποδέχτηκε.

Ο ηθοποιός έστειλε επιστολή στην Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών λέγοντας ότι δεν ήθελε να βρίσκεται σε συναγωνισμό με άλλους ηθοποιούς. Επίσης δήλωσε για την τελετή των Όσκαρ ότι του θυμίζει παρέλαση κρέατος κι ότι δε θέλει να έχει καμιά ανάμειξη με το θεσμό. Ο ηθοποιός παρ’ όλα αυτά έλαβε το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, αλλά δεν ήταν παρόντας στην τελετή για να το παραλάβει. Δεκαέξι χρόνια αργότερα ο ηθοποιός συμπρωταγωνίστησε με την Εύα Μαρί Σέιντ στη συνέχεια της ταινίας με τίτλο The last days of Patton και εξιστορούσε τις τελευταίες μέρες της ζωής του αμφιλεγόμενου αυτού στρατηγού.

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com