19 Απριλίου γιορτάζουν…

Παφνουτίου ιερομάρτυρος, Αγίου μάρτυρος Θεοδώρου και των συν αυτώ μαρτυρησάντων Φιλίππης, Διοσκόρου, Σωκράτους και Διονυσίου, Αγίων μαρτύρων Ερμογένους, Γαίου, Εξπεδίτου, Αριστονίκου, Ρούφου και Γαλατά, Αγίου ιερομάρτυρος Παφνουτίου του Ιεροσολυμίτου και των συν αυτώ αθλησάντων πεντακοσίων τεσσαράκοντα εξ μαρτύρων, Αγίου μάρτυρος Διονυσίου, Αγίου μάρτυρος Καλλιμάχου, Αγίου μάρτυρος Ευσεβίου, Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Γεωργίου, επισκόπου Πισιδίας, Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Τρύφωνος, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Οσίου πατρός ημών Συμεών, ηγουμένου της μονής Φιλοθέου του Αγίου Όρους

by Times Newsroom
  • Μεγάλο Σάββατο – Η ταφή του Κυρίου
  • Άγιος Παφνούτιος ο Ιεροσολυμήτης, Ιερομάρτυρας
  • Άγιος Θεόδωρος ο Μάρτυρας και οι συν αυτώ Φιλίππα, Διόσκορος, Σωκράτης και Διονύσιος
  • Άγιος Αγαθάγγελος ο Εσφιγμενίτης
  • Όσιος Γεώργιος ο Ομολογητής Επίσκοπος Πισιδίας
  • Άγιος Τρύφων Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
  • Όσιος Συμεών ηγούμενος Ιεράς μονής Φιλοθέου Αγίου Όρους ο Μονοχίτων και Ανυπόδητος
  • Αγία Ασινέθ του Γκορίτσκι
  • Άγιος Αλπέγιος
  • Άγιος Βίκτωρ ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Γκλαζώφ
  • Όσιος Σεβαστιανός του Καραγκάντα
  • Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Μωυσή του Θαυματουργού
*******************************************************************************************************
  • Μεγάλο Σάββατο – Η ταφή του Κυρίου

Το Σάββατο, αφού συγκεντρώθηκαν οι αρχιερείς και οι φαρισαίοι στο Πόντιο Πιλάτο, τον παρακάλεσαν να ασφαλίσει τον τάφο του Ιησού για τρεις ημέρες διότι, καθώς έλεγαν, «έχουμε υποψία μήπως οι μαθητές Του, αφού κλέψουν την νύχτα το ενταφιασμένο Του σώμα κηρύξουν έπειτα στο λαό ως αληθινή την ανάσταση την οποία προείπε ο πλάνος εκείνος, όταν ακόμη ζούσε· και τότε θα είναι η τελευταία πλάνη χειρότερη της πρώτης». Αυτά αφού είπαν στον Πόντιο Πιλάτο και αφού πήραν την άδεια του, έφυγαν και σφράγισαν τον τάφο τοποθετώντας εκεί για ασφάλεια του κουστωδία, δηλαδή στρατιωτική φρουρά.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ, ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελὼν τὸ ἄχραντόν σου Σῶμα, σινδόνι καθαρᾷ, εἱλήσας καὶ ἀρώμασιν, ἐν μνήματι καινῷ κηδεύσας ἀπέθετο.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Ταῖς Μυροφόροις Γυναιξί, παρὰ τὸ μνῆμα ἐπιστάς, ὁ Ἄγγελος ἐβόα·Τὰ μύρα τοῖς θνητοὶς ὑπάρχει ἁρμόδια, Χριστός, δὲ διαφθορᾶς ἐδείχθη ἀλλότριος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’.
Τὴν ἄβυσσον ὁ κλείσας, νεκρὸς ὁρᾶται, καὶ σμύρνῃ καὶ σινδόνι ἐνειλημμένος, ἐν μνημείῳ κατατίθεται, ὡς θνητὸς ὁ ἀθάνατος. Γυναῖκες δὲ αὐτὸν ἦλθον μυρίσαι, κλαίουσαι πικρῶς καὶ ἐκβοῶσαι· Τοῦτο Σάββατόν ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον, ἐν ᾧ, Χριστὸς ἀφυπνώσας, ἀναστήσεται τριήμερος.

Ὁ Οἶκος
Ὁ συνέχων τὰ πάντα ἐπὶ σταυροῦ ἀνυψώθη, καὶ θρηνεῖ πᾶσα ἡ Κτίσις, τοῦτον βλέπουσα κρεμάμενον γυμνὸν ἐπὶ τοῦ ξύλου, ὁ ἥλιος τὰς ἀκτῖνας ἀπέκρυψε, καὶ τὸ φέγγος οἱ ἀστέρες ἀπεβάλλοντο, ἡ γῆ δὲ σὺν πολλῷ τῷ φόβῳ συνεκλονεῖτο, ἡ θάλασσα ἔφυγε, καὶ αἱ πέτραι διερρήγνυντο, μνημεῖα δὲ πολλὰ ἠνεῴχθησαν, καὶ σώματα ἡγέρθησαν ἁγίων Ἀνδρῶν. ᾍδης κάτω στενάζει, καὶ Ἰουδαῖοι σκέπτονται συκοφαντῆσαι Χριστοῦ τὴν Ἀνάστασιν, τὰ δὲ Γύναια κράζουσι· Τοῦτο Σάββατόν ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον, ἐν ᾧ Χριστὸς ἀφυπνώσας, ἀναστήσεται τριήμερος.

  • Άγιος Παφνούτιος ο Ιεροσολυμήτης, Ιερομάρτυρας. 
Ο Άγιος Παφνούτιος έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.). Όταν αυτός κήρυξε διωγμό κατά των χριστιανών, ο έπαρχος Αρριανός ξεκίνησε να συλλάβει τον Παφνούτιο μέσα στίς ερημιές της Αιγύπτου, όπου ζούσε. Αλλά αυτός έρχεται και συναντά μόνος του τον Αρριανό, που διέταξε να βασανισθεί ο Παφνούτιος επί τόπου. Ξέσχισαν τις σάρκες του μέχρι του σημείου να φαίνονται τα εντόσθια του. Ο Παφνούτιος προσευχήθηκε και, εντελώς θαυματουργικά, οι πληγές του έκλεισαν με αποτέλεσμα να πιστέψουν στο Χριστό οι δύο στρατιώτες που τον βασάνισαν. Ο Αρριανός αποκεφάλισε τους δύο στρατιώτες, και τον Παφνούτιο τον έριξε στη φυλακή. Εκεί, συνάντησε 40 προκρίτους που ήταν έγκλειστοι γιατί καθυστερούσαν τους φόρους προς το δημόσιο, και κατάφερε να τους κάνει χριστιανούς. Το έμαθε ο Αρριανός και οργισμένος τους έκαψε όλους ζωντανούς, αλλά ο Παφνούτιος με θαύμα έγινε άφαντος από τα μάτια του. Και, αφού εν τω μεταξύ έφερε πολλούς στη χριστιανική πίστη, παρουσιάζεται μόνος του στον Αρριανό, που διέταξε να τον κομματιάσουν. Και ενώ ο Αρριανός πήγε να τον δει κομματιασμένο νεκρό, τα κομμάτια του σώματος ενώθηκαν και ο Παφνούτιος, ζωντανός μπροστά του, του λέει: «Με γνωρίζεις, Αρριανέ; Όλα αυτά τα περί εμέ θαυμάσια, πραγματοποιεί ο Κύριος μου Ιησούς Χριστός, δια να ελέχθη η ασέβεια σου, δια να εννοήσης ότι, πολέμων προς αυτόν, λακτίζεις προς κέντρον, δια να καταλάβεις ότι λατρεύεις κωφά και τυφλά είδωλα κατασκευασμένα από ύλην άναίσθητον». Το θαύμα έγινε αφορμή να πιστέψει ένα ολόκληρο τάγμα στρατιωτών. Στην απελπισία του ο Αρριανός, έστειλε τον Παφνούτιο στη Ρώμη, όπου έλαβε σταυρικό θάνατο. Η Εκκλησία τιμά την μνήμη τους και στις 25 Σεπτεμβρίου.
Ἀπολυτίκιον(Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Θυσίαν τὴν ἔνθεον, πιστῶς προσφέρων Θεῶ, ὡς θῦμα εὐπρόσδεκτον, προσανηνέχθης αὐτῶ, ἀθλήσεως ἄνθραξιν ὅθεν ὡς ἱερέα, καὶ στερρὸν Ἀθλοφόρον, ἔδειξε σὲ ὁ Κτίστης, χαρισμάτων ταμεῖον ἐξ ὧν καὶ ἠμὶν Παράσχου, ἱερομάρτυς Παφνούτιε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Παφνούτιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Αἱμάτων ῥοαῖς, στολήν σου τὴν ὑπέρτιμον, φοινίξας λαμπρῶς, Παφνούτιε μακάριε, χαρμοσύνως ἔδραμες, πρὸς ναόν κραυγάζων τὸν οὐράνιον· Τῆς ζωῆς σὺ Σῶτερ πηγή, ὁ πᾶσι βλυστάνων, οἰκτιρμῶν ποταμούς.
  • Άγιος Θεόδωρος ο Μάρτυρας και οι συν αυτώ Φιλίππα, Διόσκορος, Σωκράτης και Διονύσιος.  
Ο Άγιος Θεόδωρος έζησε στα χρόνια του βασιλιά Αντωνίνου (138-161) και ηγεμόνα Θεοδότου. Καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας και ήταν πολύ ευσεβής. Από το ζήλο του για την ευσέβεια, κατέστρεφε είδωλα, ξόανα και ειδωλολατρικούς ναούς. Συνελήφθη όμως και υπέστη φρικτά βασανιστήρια. Τον άπλωσαν σε πυρακτωμένη σχάρα και έπειτα τον έδεσαν πίσω από άγρια άλογα, τα όποια τον έσυραν σε μεγάλη ανώμαλη εδαφική απόσταση. Κατόπιν τον έριξαν μέσα στο καμίνι της φωτιάς, μαζί με δύο στρατιώτες που είχαν πιστέψει στον Χριστό, τον Σωκράτη και τον Διονύσιο. Στη συνέχεια τον φυλάκισαν και τελικά τον σταύρωσαν και τον τρύπησαν με βέλη. Και μετά τρεις ήμερες αγωνιωδών βασανιστηρίων επάνω στο σταυρό παρέδωσε τη μακάρια ψυχή του. Η Αγία Φιλίππα, μητέρα του Αγίου Θεοδώρου, μετά τον σταυρικό θάνατο του υιού της, ομολόγησε τον Χριστό ως Θεό αληθινό και μαρτύρησε διά ξίφους. Τέλος, ο Άγιος Διόσκορος ήταν Ιερέας των ειδώλων στα χρόνια του βασιλιά Άντωνίνου (138-160) και ήλθε στη χριστιανική πίστη διά των θαυμάτων του Θεοδώρου και μαρτύρησε δια πυρός.
  • Άγιος Αγαθάγγελος ο Εσφιγμενίτης. 

Ο Άγιος Αγαθάγγελος (κατά κόσμον Αθανάσιος) καταγόταν από την πόλη Αίνο της Θράκη και ο πατέρας του ονομαζόταν Κωνσταντίνος, η δε μητέρα του Κρυσταλλία. Από μικρός έμεινε ορφανός από πατέρα και εξαιτίας της φτώχιας του πήγε ναύτης σε ένα τούρκικο πλοίο στο οποίο ο πλοίαρχος τον πίεζε να δεχθεί τον μουσουλμανισμό. Κάποια νύχτα, ενώ το πλοίο βρισκόταν στο λιμάνι της Σμύρνης, προφασιζόμενος ότι θέλει να πάει για κάποια υπόθεσή του στην πόλη, διέταξε τον νέο να προπορευθεί κρατώντας φανάρι, για να του φωτίζει τον δρόμο. Έτσι προχωρώντας τον οδήγησε στο τούρκικο νεκροταφείο, όπου, κρατώντας τη μαχαίρα του, τον απείλησε πως, αν δεν γίνει μουσουλμάνος, θα τον σφάξει. Ο άγιος φοβήθηκε και είπε ότι δέχεται. Αμέσως τότε εκείνος, μέσα στη νύχτα, τον οδήγησε στον δικαστή, όπου ομολόγησε και περιετμήθει αμέσως.

Μετά από λίγες ημέρες αρρώστησε βαριά και φοβούμενος μήπως πεθάνει στην άρνηση μόλις ανέρρωσε ζήτησε άδεια από τον πλοίαρχο και πήγε στην πατρίδα του. Μετά από λίγο καιρό επειδή πάλι κινδύνευσε να φονευθεί από τον πλοίαρχο, έφυγε μετανοημένος και πήγε στο Άγιο Όρος και εισήλθε στη Μονή του Εσφιγμένου, αφού έγινε δεκτός από τον ηγούμενο Ευθύμιο. Εκεί, εκάρη μοναχός και ονομάστηκε Αγαθάγγελος.

Μετά από λίγο καιρό, ο Άγιος Αγαθάγγελος, πήρε την απόφαση να μαρτυρήσει για τον Χριστό και αφού προετοιμάστηκε κατάλληλα, με την επίβλεψη του γέροντος Γερμανού, αναχώρησε από το Άγιον Όρος και πήγε στη Σμύρνη, όπου δημόσια αποκήρυξε τον μουσουλμανισμό. Με εντολή του δικαστή τον άρπαξαν οι βάναυσοι οπλοφόροι και χτυπώντας τον, τον έκλεισαν στη φυλακή με τα πόδια στην ποδοκάκη και βαριά αλυσίδα στον λαιμό. Όσοι Χριστιανοί βρέθηκαν στη φυλακή τον ευλαβούνταν ως μάρτυρα. Ο Μητροπολίτης Σμύρνης, με την παράκληση του ηγουμένου Ευθυμίου, παράγγειλε σε όλους τους ιερείς και όλους τους Χριστιανούς της Σμύρνης και έκαναν θερμή δέηση υπέρ του μάρτυρα.

Την νύχτα της Παρασκευής τον έφεραν πάλι στο κριτήριο. Ο άγιος έμεινε στέρεος στην ομολογία, οπότε διατάχθηκε ο δι’ αποκεφαλισμού θάνατός του. Με φωνές και αλαλαγμούς οι δήμιοι τον οδήγησαν στο τόπο της εκτέλεσης, όπου και αποκεφαλίστηκε στις 19 Απριλίου 1818 μ.Χ., ήμερα Σάββατο και ώρα πέμπτη, σε ηλικία 19 χρονών (κατά άλλους ο Άγιος μαρτύρησε το 1819 μ.Χ. σε ηλικία 24 χρονών). Ο λαός της Σμύρνης αγόρασε το λείψανο του νεομάρτυρα και το μετέφερε με τιμές στο ναό του Αγίου Γεωργίου. Το λείψανο του ενταφιάστηκε στον τάφο του νεομάρτυρα Δήμου, που μαρτύρησε στη Σμύρνη το 1763 μ.Χ. (βλέπε 10 Απριλίου). Η αγία και θαυματουργική κάρα του νεομάρτυρα Αγαθάγγελου, καθώς και το δεξί του χέρι, το δεξί του πόδι και μια πλευρά του, αποδόθηκαν τιμής ένεκεν στη Μονή Εσφιγμένου το 1844 μ.Χ., κατόπιν αιτήσεως της.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀσκήσεως νάμασι, καταρδευθεῖς τὴν ψυχήν, Μαρτύρων ἐξήστραψας, μαρμαρυγᾶς φωταυγεῖς, σοφὲ Ἀγαθάγγελε, ὅθεν ἐν ἀμφοτέροις, ἀκριβῶς διαπρέψας, ἤσχυνας τοὺς ἐξ Ἄγαρ, τὸν Χριστὸν μεγαλύνας. Αὐτὸν οὒν ὁσιομάρτυς, ἠμὶν ἰλέωσαι.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῶν Ὁσίων ζηλωτὴν καὶ ὁμοδίαιτον καὶ τῶν Μαρτύρων μιμητὴν καὶ ἰσοστάσιον Ἀνυμνοῦμέν σε συμφώνως Ὁσιομάρτυς· Φερωνύμως γὰρ ἐφάνης νέος ἄγγελος Ἀγαθῶν ἀγγελιῶν τῶν ὑπὲρ ἔννοιαν τοῖς βοῶσί σοι· χαίροις μάκαρ Ἀγαθάγγελε.
Μεγαλυνάριον
Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ὅλως ἀνεφλέχθης, τῇ ἀγάπῃ τοῦ Ἰησοῦ· ὅθεν καὶ ἀθλήσας, αὐτοῦ βλέπεις τὸ κάλλος, ὡς πάλαι ἐπεθύμεις, ὦ Ἀγαθάγγελε.
  • Όσιος Γεώργιος ο Ομολογητής Επίσκοπος Πισιδίας.  
Ο Όσιος Γεώργιος έζησε κατά τους χρόνους της εικονομαχίας και εξελέγη Επίσκοπος Πισιδίας. Προσκληθείς μαζί με άλλους Επισκόπους στην Κωνσταντινούπολη, όπου επρόκειτο να επιβληθεί η κατάργηση των ιερών εικόνων, στην Σύνοδο του 754 μ.Χ., αντιστάθηκε σθεναρά στα εντάλματα των κρατούντων εικονομάχων και στην ασέβειά τους. Για τον λόγο αυτό εξορίσθηκε από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε’ τον Κοπρώνυμο (741-775 μ.Χ.) και ευρισκόμενος στην εξορία κοιμήθηκε. Για τους αγώνες του υπέρ της ορθοδόξου πίστεως ονομάσθηκε Ομολογητής.
  • Άγιος Τρύφων Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης. 
Μετά το θάνατο του Πατριάρχη Στεφάνου του Β’, διάδοχος του εκλέχθηκε τον Δεκέμβριο του 928 ο μοναχός Τρύφων. Ο Τρύφωνας μόναζε σε κάποια μονή της Μικρός Ασίας και διακρινόταν για την ευλάβεια και την αγιότητα του. Η Εκκλησία τον προτίμησε, γιατί είχε μεγάλα ηθικά πλεονεκτήματα. Αλλά ο αυτοκράτορας Ρωμανός ο Λεκαπηνός, τάχθηκε και αυτός υπέρ της εκλογής του, με κάποια σκοπιμότητα όμως. Σκεφτόταν δηλαδή ότι θα του ήταν εύκολο μετά από κάποιο χρόνο, να πείσει τον Τρύφωνα σε παραίτηση, για να αναδείξει άντ’ αυτού Πατριάρχη το γιο του Θεοφύλακτο. Γι’ αυτό και βοήθησε τον Τρύφωνα στο έργο του για την Εκκλησία, με πολλές ελεημοσύνες και δωρεές σε μοναστήρια και πτωχοκομεία. Ανυπόμονος όμως καθώς ήταν ο Ρωμανός, το 931 που ο γιος του ήταν μόλις 15 ετών, είπε στον Πατριάρχη να παραιτηθεί, για ν’ αναλάβει το θρόνο ο γιος του. Ο Τρύφωνας φυσικά δεν συμφώνησε, διότι το βασιλοπαίδι ήταν ανήλικο και θα δημιουργούσε φοβερό σκάνδαλο και κηλίδα στην Εκκλησία. Τότε ο Ρωμανός έβαλε τον τότε μητροπολίτη Καισαρείας Θεοφάνη, που ο λαός για την αναισχυντία του τον φώναζε «χοιρινό», και με δόλιο τρόπο απέσπασε την υπογραφή του ανυποψίαστου Τρύφωνα σε λευκό χαρτί. Από πάνω συνέταξαν την παραίτηση του, και έτσι κατόρθωσαν να τον διώξουν και να βάλουν στη θέση του τον 16ετή Θεοφύλακτο, που άφησε επαίσχυντη μνήμη με τη σκανδαλώδη διαγωγή του. Ο Άγιος Τρύφων αποσύρθηκε σε μονή, όπου έζησε οσιακά για άλλους τρεις μήνες και κοιμήθηκε με ειρήνη.
  • Όσιος Συμεών ηγούμενος Ιεράς μονής Φιλοθέου Αγίου Όρους ο Μονοχίτων και Ανυπόδητος. 

Ο όσιος Συμεών ο Μονοχίτων και Ανυπόδητος, γεννήθηκε στο χωριό Βαθύρεμα Αγιάς από πατέρα ιερέα – τον παπά Ανδρέα, δάσκαλο του κρυφού σχολειού και την Αικατερίνη. Από μικρό παιδί έδειχνε σημεία αρετής και αγιότητος. Έμαθε τα ιερά βιβλία και βοηθούσε τον πατέρα του, ψέλνοντας στις ιερές ακολουθίες.

Ο φιλότουρκος κοτσαμπάσης του χωριού θέλησε να τον παντρέψει με την κόρη του Τριανταφυλλιά, απειλώντας τον πατέρα του πως, αν δε συναινέσει ο γιος του, θα τον πάρει το παιδομάζωμα. Έτσι με τη βία, μια βραδιά στο σπίτι του, παντρεύει το Συμεών με την κόρη του, με ξένο παπά. Στο χρόνο επάνω γέννησε η γυναίκα του ένα αγοράκι, το οποίο ονόμασαν Δημήτρη. Όμως ο Συμεών ήταν βαθιά λυπημένος κι έδειχνε συλλογισμένος. Στον πεθερό του, που τον ρωτά, ομολογεί πως δεν είναι δικό του το παιδί και πως δε γνώρισε την Τριανταφυλλιά ως γυναίκα. Αφού κανείς δε τον πίστεψε αποφασίζεται ο δια πυρός θάνατός του. Κι ενώ στην πλατεία ετοιμάστηκε η φωτιά, ο Συμεών ζήτησε για τελευταία φορά να δει τη σύζυγό του μπροστά στον κόσμο. Πλησίασε το γιο του Δημητράκη και το ρώτησε ποιος ήταν ο πατέρας του. Το παιδί παραδόξως μιλώντας έδειξε για πατέρα του τον Αγροφύλακα του χωριού κι έτσι ο Συμεών αθωώθηκε.

Στην αρχή μόνασε στη μονή Οικονομείον ή Κομνήνειο Κισσάβου, ζώντας «με αυστηράν νηστείαν, άμετρον αγρυπνίαν, ολονύκτιον στάσιν, ανυπόδητος και μονοχίτων, φέρων μόνο εν πτωχικόν ένδυμα παλαιόν και εσχισμένον», όπου χειροτονείται διάκονος. Την ίδια ζωή συνεχίζει στο Άγιον Όρος στη μονή Μ. Λαύρας, όπου χειροτονείται ιερέας. Οι μοναχοί μιας άλλης μονής της Φιλοθέου έρχονται και τον παρακαλούν να αναλάβει την πνευματική καθοδήγησή τους. Ο Συμεών δέχτηκε κι επέβαλε αυστηρή τάξη και πειθαρχία. Όμως κάποιοι μοναχοί δε θέλησαν να μπουν σε υπακοή, στασίασαν και την Κυριακή του Πάσχα τον έδεσαν σ’ ένα κυπαρίσσι έξω από την εκκλησία της μονής, τον έδειραν πολύ και τον φυλάκισαν στον πύργο της μονής. Με τη βοήθεια όμως ενός μοναχού αφήνοντας το Άγιον Όρος πηγαίνει στο μοναχοστόλιστο Πήλιο στην περιοχή του Φλαμουρίου. Εκεί «έμεινε τρεις χρόνους κάτω από μηλέαν τινά, εταλαιπωρείτο δε σφοδρώς κατά τον χειμώνα από το άμετρον ψύχος, το δε θέρος πάλιν εδεινοπάθει από τον καύσωνα και την υπερβολικήν θερμότητα του ηλίου». Στη συνέχεια έκτισε την περιώνυμη μονή της Αγίας Τριάδος Φλαμουρίου, στην οποία συνάχθηκε πλήθος μοναχών. Κατόπιν περιόδευσε ιεραποστολικά ως πρόδρομος κι αυτός του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, την Αγιά, τον Τύρναβο, την Ελασσόνα, τη Λαμία, τα Σέρβια, τα Γρεβενά, τα Άγραφα, τη Θήβα, την Αθήνα, την Εύβοια και την Ήπειρο, όπου «εκήρυττε παρρησία και χωρίς φόβον τον λόγον του Θεού». Στην Εύβοια μάλιστα τον κατηγόρησαν ότι προσπαθεί να κάνει χριστιανούς τους Τούρκους και ο πασάς αποφάσισε να τον κάψουν στην πλατεία. Λέγεται μάλιστα πως και ο ίδιος βοηθούσε στο σωρό των ξύλων. Όταν όμως ο πασάς τον είδε ανυπόδητο, φτωχό με παλιόρασα μπροστά του, τον ευλαβήθηκε και τελικά τον άφησε ελεύθερο.

Όταν επέστρεψε στο Φλαμούρι βρήκε νέους μοναχούς. Έτσι ήταν επιτακτική η ανάγκη να χτιστεί γρήγορα μοναστήρι. Μην έχοντας χρήματα μετέβη στην Κωνσταντινούπολη να ζητήσει από τον Πατριάρχη τη σχετική άδεια και υλική συνδρομή. Εκεί στον προθάλαμο του Πατριάρχη τον βλέπει κάποιος Τούρκος αξιωματικός, που είχε υπηρετήσει στο χωριό του, το Βαθύρρεμα Αγιάς, κι ενθυμούμενος την αγιότητά του, τρέχει στον Σουλτάνο Σουλεϊμάν το Μεγαλοπρεπή, του οποίου η κόρη ήταν σοβαρά άρρωστη και του μιλά για το Συμεών. Ο Συμεών τη θεραπεύει με θαυματουργικό τρόπο κι ο Σουλτάνος για να τον ευχαριστήσει του δίνει τα κοσμήματα της κόρης του, που έγινε καλά και όλα τα οικοδομικά υλικά που ήταν αναγκαία για το χτίσιμο του μοναστηριού, τα έστειλε με καράβια στο Φλαμούρι Πηλίου. Έτσι χτίστηκε η ιερά μονή Μεταμορφώσεως Φλαμουρίου, επί Πατριαρχείας Καλλινίκου του Γ΄ του Ζαγοριανού. Ο ναός είναι πεντάτρουλος σταυροειδής βασιλική – αθωνικού τύπου.

Στις 19 Απριλίου του 1594 μ.Χ. σε ηλικία υπεράνω των 100 ετών επισκέπτεται την Πόλη κι εκεί ανεπαύθη εν Κυρίω κι ενταφιάστηκε στη Χάλκη των Πριγκηποννήσων. Οι μαθητές του από τη μονή Φλαμουρίου κατά την ανακομιδή του πήραν τα τίμια λείψανά του και τα έφεραν στη μονή του, όπου μέχρι σήμερα θαυματουργούν. Ιερότατο κειμήλιο της μονής σήμερα η τιμία κάρα του Αγίου Συμεών, που με πολλή ευλάβεια φυλάσσουν οι πατέρες και κυρίως ο νυν ηγούμενος της μονής π. Συμεών.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ροαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἐκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας καί γέγονας φωστήρ, τῆ οἰκουμένη λάμπων τοῖς θαύμασι, Συμεών Πατήρ ἡμῶν Ὅσιε, πρεύσβευε Χριστῶ τῶ Θεῶ, σωθῆναι τᾶς ψυχᾶς ἡμῶν.
  • Άγιος Alphege
Ο Άγιος Ιερομάρτυς Alphege (Αλπέγιος) από μικρή ηλικία ακολούθησε τον μοναχικό βίο και έγινε μοναχός στη μονή του Μπαθ της Αγγλίας. Αργότερα διετέλεσε ηγούμενος της μονής και διακρίθηκε για την αυστηρότητα του βίου του και τους ασκητικούς του αγώνες. Το έτος 984 μ.Χ. εξελέγη Επίσκοπος του Ουίντσεστερ, όπου απέσπασε τον σεβασμό για τις πολλές αρετές του, ιδιαίτερα δε για την αγάπη και την φιλανθρωπία του προς τους φτωχούς και τους ενδεείς. Τόσο πολύ φρόντισε για τους φτωχούς, ώστε επί των ημερών του κανένας επαίτης δεν βρισκόταν στην επαρχία του. Μετά από είκοσι δύο έτη αρχιερατείας, ανέλαβε, χωρίς να το επιθυμεί, το θρόνο της Καντουαρίας κατά τους δυσχειμέρους χρόνους των Δανικών και Νορβηγικών επιδρομών. Έφθασε μάλιστα στο σημείο να προσφέρει εκουσίως τον εαυτό του ως όμηρο στους κατακτητές, για να σώσει το ποίμνιό του. Υπέστη πολλά βασανιστήρια και τέλος αποκεφαλίσθηκε το έτος 1012 μ.Χ.
  • Άγιος Βίκτωρ ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Γκλαζώφ. 

Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Βίκτωρ, Επίσκοπος Γκλάζωφ, κατά κόσμον Κωνσταντίνος Αλεξάνδροβιτς Οστροβίντωφ, διετέλεσε βικάριος της επαρχίας Βιάτσκαγια και γεννήθηκε στις 20 Μαΐου του 1875 μ.Χ. στο χωριό Ζολοτόε της περιφέρειας Σαρατόβσκαγια. Ο πατέρας του ήταν ιεροψάλτης και η οικογένειά του τον ανέθρεψε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου.

Ο Κωνσταντίνος φοίτησε αρχικά στην ιερατική σχολή του Σαράτωβ και στην συνέχεια στην ιερατική ακαδημία του Καζάν. Φοιτητής, ακόμη, κείρεται μοναχός με το όνομα Βίκτωρ. Το έτος 1903 μ.Χ. αποφοιτά από την εκκλησιαστική ακαδημία ως διδάκτωρ της Θεολογίας και διορίζεται υπεύθυνος του ναού Τρόιτσκι της πόλεως Χβαλίνσκ. Από το 1905 μ.Χ. έως το 1908 μ.Χ. ο Βίκτωρ κατέχει την θέση του ιερομονάχου της ιεραποστολής των Ιεροσολύμων και μετά το 1908 μ.Χ. γίνεται επιθεωρητής της ιερατικής σχολής της πόλεως του Αρχαγγέλσκ.

Μετά από λίγο μετατίθεται στην πρωτεύουσα και διορίζεται ως ιερομόναχος της Λαύρας του Αγίου Αλεξάνδρου Νέφσκιυ. Το 1910 μ.Χ. γίνεται αρχιμανδρίτης και αναλαμβάνει καθήκοντα ηγουμένου της μονής Αγίας Τριάδος του Ζελενέτσκ, που βρίσκεται στην επαρχία της Αγίας Πετρουπόλεως. Στην δύσκολη περίοδο του εμφυλίου πολέμου, από τις 21 Φεβρουαρίου έως τον Δεκέμβριο του έτους 1919 μ.Χ., ο αρχιμανδρίτης Βίκτωρ εκτελεί τα καθήκοντα του υπευθύνου της Λαύρας του Αγίου Αλεξάνδρου.

Το έτος 1919 μ.Χ. ο Άγιος Βίκτωρ συλλαμβάνεται στην Αγία Πετρούπολη, σε λίγο όμως αποφυλακίζεται. Τον Ιανουάριο του 1920 μ.Χ. χειροτονείται Επίσκοπος Ουρζούμσκι και βικάριος της επαρχίας Βιάτσκαγια. Την ίδια χρονιά το στρατοδικείο της επαναστάσεως της επαρχίας Βιάτσκαγια καταδικάζει τον αρχιερέα Βίκτωρα σε φυλάκιση μέχρι το τέλος του πολέμου με την Πολωνία, όμως σε πέντε μήνες αποφυλακίζεται. Λόγω των έντονων διαδηλώσεών του συλλαμβάνεται και πάλι στις 12 Αυγούστου του 1922 μ.Χ. και εκτοπίζεται για τρία χρόνια στην περιοχή του Ναρίμ. Μετά την απελευθέρωσή του, το έτος 1924 μ.Χ., του αφαιρείται το δικαίωμα παραμονής σε μεγάλες πόλεις. Ο Επίσκοπος επιστρέφει στη Βιάτκα και την ίδια χρονιά διορίζεται Επίσκοπος του Γκλαζώφ και προσωρινός διοικητής της επαρχίας Βιάτσκαγια και Όμσκαγια. Στις 14 Μαΐου του 1926 μ.Χ. συλλαμβάνεται και πάλι κατηγορείται για οργάνωση παράνομου επαρχιακού γραφείου και εκτοπίζεται για τρία χρόνια με αφαίρεση του δικαιώματος παραμονής, όχι μόνο σε μεγάλες πόλεις, αλλά και στην επαρχία Βάτσκαγια. Έτσι μένει πλέον στην πόλη Γκλάζοβο. Τον Σεπτέμβριο του 1926 μ.Χ. του ανατίθεται η διοίκηση της γειτονικής επαρχίας Βότκινσκαγια και της επαρχίας Ιζέβσκαγια.

Τον Οκτώβριο του 1927 μ.Χ. ο Επίσκοπος Βίκτωρ απευθύνεται στον Μητροπολίτη Σέργιο, με επιστολή στην οποία τον προειδοποιεί για τις κακές συνέπειες του συμβιβασμού με τους άθεους. Μετά από αυτό μετατίθεται στο Σάντρινσκ με δικαίωμα διοικήσεως της επαρχίας Αικατερινμπούργκσκαγια. Ο Επίσκοπος Βίκτωρ αρνήθηκε να υπακούσει στην απόφαση της Συνόδου και δεν έφυγε για το Σάντρινσκ.

Ο Άγιος απέρριπτε την ιδέα της «νόμιμης υπάρξεως της Εκκλησίας» μέσω της δημιουργίας μιας Κεντρικής Διοικήσεως αναγνωρισμένης από την εξουσία, η οποία δήθεν θα εξασφάλιζε την εξωτερική ηρεμία της Εκκλησίας. Αυτό το σχέδιο υποταγής της Εκκλησίας στην εξουσία το θεωρούσε ως αλλοτρίωση και μέσο το οποίο μετέτρεπε την Εκκλησία από οίκο του Θεού σε μια κοσμική οργάνωση της εξουσίας.

Τον Μάρτιο του 1928 μ.Χ. ο Άγιος αποστέλλει νέα επιστολή προς τους ιερείς, μα σκοπό να τους προφυλάξει από την ιδέα της βίαιης ενώσεως της Εκκλησίας (με τρόπο που θα μετατραπεί σε κομματική οργάνωση) με την κρατική εξουσία. «Το θέμα μας», έγραφε, «ευρίσκεται όχι στην αποχώρηση από την Εκκλησία, αλλά στην υπεράσπιση της αλήθειας».

Στις 22 Μαρτίου του 1928 μ.Χ. συλλαμβάνεται στο Γκλάζωφ και καταδικάζεται σε τρία χρόνια φυλακίσεως σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Καθ’ όλη την διάρκεια της παραμονής του στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως της νήσου Σολόφσκι εργάζεται ως λογιστής, λειτουργεί κρυφά και χειροτονεί με άλλους Επισκόπους, Αρχιερείς για την Εκκλησία.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του στρατοπέδου απαγορευόταν η μακριά ενδυμασία και όλοι οι κρατούμενοι έπρεπε να κουρευτούν. Ο Επίσκοπος Βίκτωρ αρνήθηκε να υπακούσει σε αυτή τη διάταξη. Έτσι τον έκλεισαν στην απομόνωση, διά της βίας τον ξύρισαν και έκοψαν τα μαλλιά του τραυματίζοντάς τον στο πρόσωπο, και κόντυναν τα ενδύματά του.

Το έτος 1931 μ.Χ., μετά την αποφυλάκισή του, διαμένει στο χωριό Ουστ – Τσίλμα της βόρειας Ρωσίας. Όμως σε μερικούς μήνες, το 1932 μ.Χ., συλλαμβάνεται πάλι και εξορίζεται αυτή την φορά στην Αυτονομία των Κόμι, στη Σιβηρία. Εδώ, στο χωριό Νέριτσα, έζησε τρία χρόνια. Ο Άγιος βοηθούσε τους χωρικούς στις δουλειές και συζητούσε μαζί τους για την πίστη. Συχνά απομακρυνόταν στο δάσος και προσευχόταν. Αγωνιζόμενος για την αλήθεια ο Επίσκοπος Βίκτωρ δέχθηκε όλα τα βάσανα με πνευματική χαρά και υπομονή, μιμούμενος τους Μάρτυρες της πρώτης Εκκλησίας και διατηρώντας μια αξιοθαύμαστη πνευματική ηρεμία και ειρήνη. Κοιμήθηκε το έτος 1934 μ.Χ. από πνευμονία. Στις 18 Ιουνίου του έτους 1997 μ.Χ. τα ιερά λείψανά του βρέθηκαν άφθαρτα στο κοιμητήριο του χωριού Νέριτσα, παρόλο που έμειναν ενταφιασμένα σε βαλτώδες έδαφος περί τα εξήντα τρία χρόνια. Μεταφέρθηκαν στη Μόσχα και στις 2 Δεκεμβρίου του 1997 μ.Χ. πραγματοποιήθηκε η επίσημη μετακομιδή τους στο γυναικείο μοναστήρι της πόλεως Βιάτκα.

  • Όσιος Σεβαστιανός του Καραγκάντα. 
Ο Όσιος Σεβαστιανός του Καραγκάντα, κατά κόσμον Στέφανος Βασίλεβιτς Φομίν, γεννήθηκε το έτος 1884 μ.Χ. στην επαρχία Ορέλ της Ρωσίας. Το 1906 μ.Χ. εισήλθε στη μονή της Όπτινα και εκάρη μοναχός με το όνομα Σεβαστιανός. Το 1923 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος και το 1927 μ.Χ. πρεσβύτερος. Διακόνησε στην περιοχή Καραγκάντα του Καζακστάν και κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1966 μ.Χ.
  • Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Μωυσή του Θαυματουργού

Η κυρίως μνήμη του Αγίου τιμάται την 25η Ιανουαρίου. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για το γεγονός.

Σχετικά Άρθρα

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή