-
Ακάθιστος Ύμνος
-
Όσιος Γεώργιος ο εν Μαλεώ
-
Όσιος Ζωσιμάς
-
Άγιοι Θεόδουλος και Αγαθάπους
-
Αγία Φερφούθη μετά της αδελφής και ανιψιάς της
-
Όσιος Πόπλιος
-
Όσιος Πλάτων ηγούμενος της Μονής Στουδίου
-
Όσιοι Θεωνάς. Συμεών και Φερβίνος
-
Όσιος Θεωνάς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
-
Όσιος Ιωσήφ ο Πολύαθλος
-
Άγιος Ισίδωρος Επίσκοπος Σεβίλλης
-
Όσιος Ζωσιμάς εκ Ρωσίας
-
Όσιος Ιωσήφ
-
Σύναξη της Παναγίας της Θεοσκέπαστης στην Άνδρο
-
Σύναξη της Παναγίας της Ακαθής στην Σχοινούσα
-
Σύναξη της Παναγίας της Πλατσανής στην Οία της Σαντορίνης
-
Σύναξη της Παναγίας «Ρόδον Αμάραντον» στον Πειραιά
- Όσιος Θεωνάς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης.
Ο Άγιος Θεωνάς Α’, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, μαθητής του Αγίου Ιακώβου του Νεομάρτυρα, «τίνα μὲν εἶχε πατρίδα ἐπὶ τὴ γῆ, ἢ τίνας γονεῖς, ἢ μὲ ποὶον τρόπον ἐγένετο ἀρχιερεὺς τῆς Θεσσαλονίκης, ἀπὸ ἱστορίαν ἔγγραφον ἢ παραδοσὶν τινά, δὲν ἐμάθομεν» μαρτυρεί ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, συγγραφέας του Βίου του Αγίου. Μια παράδοση θέλει τον Άγιο Θεωνά Μυτιληναίο και γι’ αυτό πολλοί νεότεροι ερευνητές τον αποκαλούν Λέσβιο, είτε γιατί καταγόταν από την Λέσβο, είτε γιατί παρέμεινε εκεί ως πνευματικός, στο Πλωμάρι.
Ο Άγιος Θωνάς ίσως να γεννήθηκε κατά το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνα μ.Χ. Αγνοούνται όλα τα σχετικά με την ζωή του πριν από την μετάβασή του στο Άγιον Όρος. Καταρχήν ασκήτεψε στη Μονή Παντοκράτορος, ως Πρεσβύτερος. Αργότερα όμως εγκατέλειψε, για να συγκαταριθμηθεί στη συνοδεία του Αγίου Ιακώβου του Νεομάρτυρα (τιμάται 1 Νοεμβρίου), ο οποίος μόναζε σε μία τοποθεσία πάνω από τη Μονή Ιβήρων, στο μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου. Κατά το έτος 1518 μ.Χ. ο Άγιος Ιάκωβος με την συνοδεία έξι μαθητών του, μεταξύ αυτών και του Θεωνά, εγκατέλειψε την Σκήτη του Προδρόμου και κατέφυγε στα ενδότερα του Άθωνος, αλλά μετά από μία οπτασία ο Γέροντας αποφάσισε να εξέλθουν από το Άγιον Όρος. Έτσι την Παρασκευή της Διακαινησίμου του έτους 1518 μ.Χ., ο Άγιος Ιάκωβος και η συνοδεία του εγκατέλειψαν το Άγιον Όρος. Αφού διήλθαν από την περιοχή της Θεσσαλονίκης και ακολούθησαν την οδό προς την Θεσσαλία, πέρασαν από το κάστρο της Πέτρας (Πλαταμώνος) και τα Μετέωρα και εγκαταστάθηκαν στη μονή του Τιμίου Προδρόμου, στη Δερβεκίστα (Ανάληψη) της Αιτωλίας, όπου και διέμειναν επί ένα έτος.
Ο Άγιος Θεωνάς ήταν ο πιστότερος και καλύτερος μαθητής του Ιακώβου. Για τον λόγο αυτό εστάλη προς τον Επίσκοπο Άρτας, Ακάκιο, προκειμένου να εξασφαλίσει ενταλτήριο γράμμα για την απρόσκοπτη πνευματική εργασία στους Χριστιανούς της περιοχής. Επειδή όμως ο Άγιο Ιάκωβος σύντομα κατέστη λαοφιλής και σημειοφόρος, ο Επίσκοπος Άρτας Ακάκιος τον φθόνησε. Έτσι αποδέχθηκε τις συκοφαντίες κάποιων ψευδομοναχών και διέβαλε τον Άγιο Ιάκωβο στους Τούρκους ως επαναστάτη. Ο μπέης των Τρικάλων απέστειλε στρατιώτες, οι οποίοι συνέλαβαν τον Ιάκωβο και δύο μαθητές του, τον διάκονο Ιάκωβο και τον μοναχό Διονύσιο και τους μετέφεραν στα Τρίκαλα, όπου παρέμειναν στη φυλακή για σαράντα ημέρες. Εκεί επισκέφθηκαν τον Ιάκωβο και δύο άλλοι μαθητές του, ο Θεωνάς και ο Μαρκιανός και τον ρώτησαν για την τύχη της μονής και των αδελφών μετά τον θάνατό του. Τότε ο Ιάκωβος προφήτευσε ότι αυτοί θα εγκαταλείψουν τη μονή και θα συγκεντρωθούν σε κάποιο μοναστήρι κοντά στην Θεσσαλονίκη. Απέστειλε μάλιστα και επιστολή στους μαθητές του, με την οποία όριζε τον Άγιο Θεωνά ως διάδοχο και ηγούμενο της μονής Προδρόμου.
Την 1η Νοεμβρίου του έτους 1519 μ.Χ. ο Άγιος Ιάκωβος και οι δύο μαθητές του, Ιάκωβος και Διονύσιος, αφού βασανίσθηκαν φρικτά στο Διδυμότειχο και στην Αδριανούπολη αντίστοιχα, απαγχονίστηκαν. Τα ιερά σκηνώματα των τριών Νεομαρτύρων αγοράσθηκαν από τους Χριστιανούς και ενταφιάσθηκαν στο χωριό Αρβανιτοχώρι, πέντε χιλιόμετρα έξω από την Αδριανούπολη.
Σύμφωνα με την προφητεία του Αγίου Ιακώβου, μετά τον θάνατό του, ο Άγιος Θεωνάς και η συνοδεία της Δερβεκίστας εγκατέλειψαν το επόμενο έτος τη μονή και μετέβησαν στο Άγιον Όρος, στη μονή της Σιμωνόπετρας. Από κάποιο Αρτινό ιερέα πληροφορήθηκαν για τους τάφους των Αγίων και φρόντισαν για την ανακομιδή των ιερών λειψάνων τους. Μετά από λίγο, το έτος 1522 μ.Χ., «οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἁγίου καὶ διὰ τὴν ἔνδειαν τῶν ἀναγκαίων, καὶ μᾶλλον διὰ τὴν προφητείαν τοῦ Ἁγίου ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὴν Σιμωνόπετραν», μαζί με τα άγια λείψανα των τριών Νεομαρτύρων και ήλθαν στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Εγκαταστάθηκαν στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας, «τὸ ὁποῖον ἦτο τότε, μονύδριον μικρότατον, παλαιότατον καὶ σεσαθρωμένον, ἀνοικοδόμησαν ἐκ βάθρων καὶ ἱκανὰ κελλία ἔκτισαν διὰ τοὺς ἀδελφούς, χάριτι Θεοῦ συνήχθησαν ἕως ἑκατὸν πεντήκοντα ἀδελφοί, οἵτινες διῆγον κοινοβιακὴν ζωήν».Ως ηγούμενος της μονής της Αγίας Αναστασίας μαρτυρείται ο Άγιος Θεωνάς σε διάφορες πηγές, μέχρι το 1535 μ.Χ. Η ανάρρηση του Αγίου στο μητροπολιτικό θρόνο της Θεσσαλονίκης θα πρέπει να συνέβη μετά το έτος αυτό, διότι μέχρι το 1535 μ.Χ. Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ήταν ο Ιωάσαφ και σε έγγραφο του έτους 1538 μ.Χ. αναφέρεται ο Άγιος Θεωνάς ως Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
Η παρουσία του Αγίου στο θρόνο της Θεσσαλονίκης δεν ήταν πολύχρονη, διότι μαρτυρείται ως Μητροπολίτης το Μάιο του 1541 μ.Χ., ενώ τον Απρίλιο του 1542 μ.Χ. αναφέρεται ως κεκοιμημένος πλέον. Συνεπώς θα πρέπει αν κοιμήθηκε περί τα μέσα του έτους 1541 μ.Χ.
Το ιερό λείψανο του Αγίου Θεωνά, αμέσως μετά την κοίμησή του, μεταφέρθηκε με τρόπο θαυμαστό και ενταφιάσθηκε στη μονή της Αγίας Αναστασίας. Το έτος 1821 μ.Χ. μεταφέρθηκε στη Σκόπελο και από εκεί στη μονή Εσφιγμένου του Αγίου Όρους και εκ νέου στη μονή της Αγίας Αναστασίας, όπου φυλάσσεται με ευλάβεια μέχρι σήμερα. Η μνήμη του στη μονή της Αγίας Αναστασίας εορτάζεται την Δ’ Κυριακή των Νηστειών.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. δ’.
Ορθοδοξίας οδηγέ, ευσεβείας διδάσκαλε και σεμνότητος, των μοναστών η καλλονή, αρχιερέων θεόπνευστον εγκαλλώπισμα, Θεωνά πατήρ ημών όσιε, Θεσσαλονίκης το καύχημα, λύρα του πνεύματος, ικέτευε δια παντός σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὁσιότητι βίου Πάτερ κοσμούμενος, Θεσσαλονίκης ἐδείχθης ἀρχιεράρχης σοφός, καὶ ποίμην ἀληθινὸς Ἁγίῳ Πνεύματι, θεοφόρε Θεωνᾶ, Ἐκκλησίας καλλονή, δοχεῖον τοῦ Παρακλήτου. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Θεσσαλονίκης ποιμὴν ἐνθεώτατε, καὶ πρεσβευτὰ πρὸς Θεὸν ἡμῶν μέγιστε, σοφὲ Θεωνᾶ ἀεὶ πρέσβευε, πάσης ἀνάγκης λυτροῦσθαι καὶ θλίψεως, τοὺς πόθῳ τιμῶντάς σε Ἅγιε.
Μεγαλυνάριον
Ἔλαμψας ἐν Ἄθῳ ἀσκητικῶς, καὶ τὸν ὑπὲρ λόγον, ἠξιώθης θεωριῶν· ἔνθεν ψήφῳ θείᾳ, ποιμὴν Θεσσαλονίκης, ἐδείχθης θεοφόρος, Θεωνᾶ Ἅγιε.
- Όσιος Γεώργιος ο εν Μαλεώ.
Από νεαρή ηλικία αγάπησε ολόψυχα τον Κύριο. Επειδή όμως οι γονείς του, παρά τη θέληση του, θέλησαν να τον παντρέψουν, ο Γεώργιος έγινε μοναχός και επιδόθηκε με όλη του τη δύναμη σε κάθε είδους άσκηση, δηλαδή νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών και άλλα. Πολλοί που προσέτρεχαν στον Όσιο, φωτίζονταν και επέστρεφαν δια της μετανοίας στον Χριστό. Αλλά επειδή ήταν πολλοί αυτοί πού τον επισκέπτονταν, δεν τον άφηναν ήσυχο να προσευχηθεί και ο Όσιος αποσύρθηκε στο όρος Μαλαιό όπου ησύχαζε. Αλλά και εκεί μαζεύτηκε πλήθος Μοναχών, τους οποίους ο όσιος καθοδηγούσε με προσευχή και άσκηση. Τόσο δε πρόκοψε στην αρετή, ώστε έγινε ξακουστός και θαυμαστός και στους άρχοντες, ακόμα και στους βασιλείς, στους οποίους είχε γράψει πολλές και αξιόλογες συμβουλευτικές επιστολές για διάφορα ζητήματα. Το τέλος της επίγειας ζωής του, προείπε ο Όσιος πρίν τρία χρόνια. Έτσι αφού ασθένησε για λίγο, μάζεψε τους μοναχούς του όρους Μαλαιό και αφού τους έδωσε θείες συμβουλές παρέδωσε τη δίκαια ψυχή του στον Θεό, πού τόσο αγάπησε από βρέφος.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖον Γεώργιον, δικαιοσύνης καρπούς, πλουσίως ἐξήνεγκας, δι’ ἐνάρετου ζωῆς, Γεώργιε Ὅσιε, σὺ γὰρ καθάπερ φοῖνιξ, ἐν ἀσκήσει βλαστήσας, τρέφεις τὴ δωρεά σου, τὴν Χριστοῦ Ἐκκλησίαν ὅθεν ἀεὶ εὐχαρίστως, τιμᾷ τὴν μνήμη σου.Ἕτερον
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Γεώργιε Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Γεωργός πανάριστος, τῆς ἐγκρατείας ἐγένου, τὸ δοθέν σοι τάλαντον, ἀσκητικῶς ἐπαυξήσας· ὅθεν σοι, ἡ ἐπουράνιος κληρουχία, δίδοται, ἀνθ᾽ὧν διήνυσας Πάτερ πόνων· ὁ Χριστός γάρ σε δοξάζει, ὃν ἵλεών μοι δίδου Γεώργιε.
- Όσιος Ζωσιμάς.

- Άγιοι Θεόδουλος και Αγαθάπους.
- Αγία Φερφούθη μετά της αδελφής και ανιψιάς της.
-
Όσιος Πόπλιος.
-
Όσιος Πλάτων ηγούμενος της Μονής Στουδίου.
-
Όσιοι Θεωνάς. Συμεών και Φερβίνος
- Όσιος Ιωσήφ ο Πολύαθλος.
- Άγιος Ισίδωρος Επίσκοπος Σεβίλλης.
Ο Άγιος Ισίδωρος γεννήθηκε μεταξύ των ετών 565 – 570 μ.Χ. στην Καρθαγένη της Ισπανίας, στην οποία η οικογένειά του είχε καταφύγει εξαιτίας του διωγμού του αρειανού Γότθου βασιλέως Αγίλα (549 – 554 μ.Χ.). Από την παιδική του ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα και ανατράφηκε από τους μεγαλύτερους αδελφούς του Λέανδρο (βλέπε 27 Φεβρουαρίου) και Φουλγέντιο και την αδελφή του Φλωρεντίνη. Ο αδελφός του, Λέανδρος, που ήταν Επίσκοπος Σεβίλλης, φρόντισε με περισσή φροντίδα για την μόρφωση του Αγίου.
Όταν ενηλικιώθηκε, εργάσθηκε κοντά στον δάσκαλο και αδελφό του Λέανδρο βοηθώντας το θεολογικό και ποιμαντικό του έργο. Κυρίως ασχολήθηκε με την μεταστροφή των Βησιγότθων από τον αρειανισμό και αντιστάθηκε και αυτός σθεναρά στον κακόδοξο τότε βασιλέα Λέβεγκιλντ. Κατά την διάρκεια της εξορίας του Αγίου Λεάνδρου ο Ισίδωρος σήκωσε στους ώμους του, μόνο αυτός, το βάρος του αντιαιρετικού αγώνα και υπεράσπισε με θάρρος την ορθόδοξη πίστη και τα αληθινά συμφέροντα της Ισπανικής Εκκλησίας. Όταν αργότερα στο θρόνο ανέβηκε ο ορθόδοξος υιός του Λεβιγκίλντ, ο Ρεκαρέντ, ο λαός επέστρεψε στην Ορθοδοξία.
Ο Άγιος Ισίδωρος αναχώρησε σε ένα μοναστήρι, για να επιδοθεί ολόψυχα στην ησυχία, την μελέτη και την προσευχή. Αυτό όμως δεν κράτησε για πολύ. Ο θάνατος του Αγίου Λεάνδρου ανάγκασε τον Ισίδωρο να υπακούσει στον κλήρο και τον λαό και να αναλάβει το έτος 600 μ.Χ., ως Επίσκοπος τον θρόνο της Σεβίλλης.
Στην Β’ Τοπική Σύνοδο της Σεβίλλης, το έτος 619 μ.Χ., στην οποία προήδρευε, κατατροπώθηκε ένας αιρετικός μονοφυσίτης μαθητής του Σεβήρου, ενώ ο Άγιος θεράπευσε έναν τυφλό με το απλό άγγιγμά του. Το έτος 633 μ.Χ. ο Άγιος προήδρευσε και της Συνόδου του Τολέδο.
Ο Άγιος Ισίδωρος υπήρξε έξοχος διδάσκαλος της Εκκλησίας και κόσμημα αυτής. Λίγοι δύνανται να παραβληθούν με τον Άγιο ως προς την πολυμάθεια και τη γνώση.
Η εκκλησιαστική τάξη βρήκε στο πρόσωπο του Αγίου Ισιδώρου τον μεγάλο διαμορφωτή. Πίστευε ότι οι ιερές τελετές και οι Ακολουθίες πρέπει να αντικατοπτρίζουν όσο πιο πολύ γίνεται την μεγαλοπρέπεια της ουράνιας ιεραρχίας. Θεωρείται ο θεμελιωτής του λειτουργικού τυπικού που επιζεί μέχρι σήμερα, την μοζαραβικής λειτουργίας. Πλήθη συνέρρεαν στη Σεβίλλη για να ακούσουν τον λόγο του. Λεγόταν ότι η σοφία του υπερέβαινε τη σοφία και αυτού του βασιλέως Σολομώντος. Τα θεία κηρύγματά του συνοδεύονταν συχνά από θαύματα που πιστοποιούσαν του λόγου το αληθές.
Ο μοναχικός βίος βρήκε στο πρόσωπο του Αγίου Ισιδώρου τον θερμό υποστηρικτή και βοηθό του. Ίδρυσε και οργάνωσε πολλά μοναστήρια και έχτισε θεολογική σχολή για την μόρφωση των κληρικών, στην οποία σχολή και ο ίδιος συχνά δίδασκε. Η εκπαίδευση και όχι μόνο η εκκλησιαστική, αποτέλεσε μέλημα και φροντίδα του καλού ποιμένα. Καμία πτυχή της γνώσεως δεν του ήταν αδιάφορη ή ξένη, γι αυτό και δίδαξε και έγραψε εντυπωσιακά κείμενα όλων των τότε γνωστών επιστημών, όπως το έργο «Ετυμολογίες ή περί της αρχής των πραγμάτων».
Ο Άγιος Ισίδωρος, όταν ήταν πλέον πλήρης ημερών και έργων ευσεβείας, ασθένησε. Αισθάνθηκε ότι η πορεία του εδώ στη γη έφθασε στο τέλος της. μοίρασε όλα τα υπάρχοντά του στους φτωχούς και προετοίμασε την έξοδό του με προσευχή και μετάνοια. Προφήτεψε ακόμη την θλιβερή ιστορική πορεία της Ισπανικής Εκκλησίας και τα δεινά που την περίμεναν. Τέσσερις ημέρες πριν από την κοίμησή του ζήτησε να τον μεταφέρουν στο κέντρο του καθεδρικού ναού και να τον τοποθετήσουν, ενδεδυμένο με ένα απλό στιχάριο, επάνω σε στάχτη. Τότε προσευχήθηκε στον Θεό και Τον παρακάλεσε να τον συγχωρέσει.
Ο Άγιος Ισίδωρος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 636 μ.Χ. Το ιερό λείψανό του εναποτέθηκε μεταξύ των λειψάνων του Αγίου Λεάνδρου και της αδελφής του Φλωρεντίνης στον μητροπολιτικό ναό της Σεβίλλης. Αργότερα μετά το σχίσμα της Δυτικής Εκκλησίας από τον κορμό της Μίας, Αγίας και Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, το τίμιο σκήνωμά του Αγίου Ισιδώρου μεταφέρθηκε στην πόλη Λεόν.
- Όσιος Ζωσιμάς εκ Ρωσίας.
- Όσιος Ιωσήφ.
-
Σύναξη της Παναγίας της Θεοσκέπαστης στην Άνδρο
Κάτασπρη και μεγαλόπρεπη υψώνεται κοντά στο όμορφο λιμάνι η Εκκλησιά της Παναγίας της Θεοσκέπαστης, που γιορτάζει του Ακαθίστου Ύμνου.
Σύμφωνα με την παράδοση ένα φουρτουνιασμένο βράδυ η εικόνα της Παναγίας ερχόταν από το πέλαγος προς την ακρογιαλιά με ένα παράξενο φώς. Άνθρωποι του νησιού ακολούθησαν το φώς που τους οδήγησε σε μια μικρή σπηλιά. Έκπληκτοι, μέσα στην σπηλιά, πάνω σε φύκια, είδαν την εικόνα της Παναγίας. Την προσκύνησαν και την μετέφεραν στο παρεκκλήσι του Αγίου Αθανασίου. Την άλλη μέρα όμως η εικόνα γύρισε στην σπηλιά της! Έτσι, οι νησιώτες αποφάσισαν να χτίσουν Ναό πάνω από την σπηλιά. Οι εργασίες για την ανέγερση του ναού έγιναν με γοργούς ρυθμούς και η Εκκλησιά ήταν σχεδόν έτοιμη σε ελάχιστο χρόνο. Έλειπε όμως η σκεπή, γιατί δεν υπήρχε ξυλεία. Η ίδια η Παναγία φρόντισε γι’ αυτό.
Ένα καράβι φορτωμένο με ξυλεία κινδύνευσε ανοιχτά στο πέλαγος έξω από την Άνδρο. Ο καπετάνιος μαζί με τους ναυτικούς παρακαλούσαν την Παναγία να τους σώσει από τον επικείμενο κίνδυνο. Φωτισμένος ο καραβοκύρης έριξε την ξυλεία στη θάλασσα. Έτσι το πλοίο σώθηκε. Η ξυλεία σιγά σιγά βγήκε στην ακτή κοντά στην σπηλιά, για να σκεπάσουν οι μάστορες την ξεσκέπαστη Εκκλησία. Επειδή η ξυλεία βρέθηκε αναπάντεχα και μάλιστα στην ώρα της, πραγματικά θεόσταλτη, η Εκκλησία της Παναγίας ονομάστηκε «Θεοσκέπαστη». Ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη Σύρου.
-
Σύναξη της Παναγίας της Ακαθής στην Σχοινούσα
Το όνομα «Ακαθή» υπάρχει σχεδόν μόνο στη Σχινούσα και προέρχεται από μία εικόνα της Παναγίας που βρίσκεται εκεί. Της Παναγίας της Ακαθής, όπως την λένε. Και λέγεται έτσι, επειδή είναι από τις λίγες εικόνες που ο Χριστός αντί να τον κρατά αγκαλιά η Παναγία, στέκει όρθιος μπροστά της. Δηλαδή Ακάθιστος.
Η εικόνα αυτή πήγε στη Σχινούσα από τη Σαντορίνη, που κι εκεί βρέθηκε με θαυματουργικό τρόπο.
Μια γυναίκα, κάτοικος της Σαντορίνης, άκουγε κατά καιρούς από ένα συγκεκριμένο σημείο του σπιτιού της χτυπήματα στον τοίχο. Δεν μπορούσε να το εξηγήσει αλλά δεν έδωσε ως φαίνεται και την πρέπουσα σημασία.
Ένα βράδυ λοιπόν είδε ένα όνειρο. Της παρουσιάστηκε μια γυναίκα και της είπε ότι είναι η Παναγία η Ακαθή και γιορτάζει του Ακαθίστου. Να σκάψει της είπε στο σημείο που ακούει το κτύπημα.Έσκαψε λοιπόν η γυναίκα αυτή και βρήκε ένα κούφωμα και μέσα την εικόνα μαζί με ένα καντηλάκι και σταμνάκι με λάδι.
Την εποχή εκείνη η Σαντορίνη ήταν πολύ φτωχό νησί και οι κάτοικοί της τα έφερναν πολύ δύσκολα βόλτα. Ακούγοντας λοιπόν στο χωριό για την θαυματουργή εικόνα έτρεχαν όλοι να προσκυνήσουν και κάτι άφηναν στη γυναίκα. Άλλος λίγο λάδι, άλλο κάποια λεφτά. Με τον τρόπο αυτό ζούσε τώρα η γυναίκα που βρήκε την εικόνα καλύτερα.
Κάποτε σκέφθηκε να πάρει την εικόνα και να τη φέρει στα γύρω νησιά και ο κόσμος που προσκυνούσε άφηνε τον οβολό του. Πήγε λοιπόν σε κάποια περιοδεία της και στη Σχινούσα και επειδή εκεί την καλοδέχτηκαν και της έδωσαν ίσως και κάποια δουλειά — το νησάκι ήταν εύφορο και υπήρχε δουλειά για όλους — αποφάσισε να εγκατασταθεί.
Την εικόνα την είχε πάντα στο σπίτι της και κατά κάποιο τρόπο την εκμεταλλευόταν. Σε κάποια επίσκεψή του όμως εκεί ο Σεβασμιώτατος Θήρας Γαβριήλ δεν του άρεσε αυτή η εκμετάλλευση που γινόταν. Έκαμε λοιπόν τις απαιτούμενες ενέργειες και η εικόνα μεταφέρθηκε στην ενορία του νησιού που ήταν αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου.
Σήμερα η εκκλησία γιορτάζει την Παρασκευή του Ακαθίστου και γίνεται μεγάλη πανήγυρις.
-
Σύναξη της Παναγίας της Πλατσανής στην Οία της Σαντορίνης
Ο Ιερός Ναός της Παναγίας της Πλατσανής είναι αφιερωμένος στον Ακάθιστο Ύμνο της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Το έτος 626 μ.Χ. αμέτρητες ορδές Αράβων και Περσών περικύκλωσαν την Κωνσταντινούπολη, όμως οι ελάχιστοι υπερασπιστές της ενθαρρυνόμενοι από τον Πατριάρχη Σέργιο και βοηθούμενοι από την Παναγία, κατόρθωσαν να αποκρούσουν τους επιδρομείς. Ύστερα από τη νίκη αυτή όλοι οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης συγκεντρώθηκαν στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, και όλη τη νύκτα έψαλαν τον Ακάθιστο Ύμνο ευχαριστώντας Την για την Προστασία της πόλεως. Οι εκκλησιαζόμενοι όλη τη νύκτα έψαλαν χωρίς να καθίσουν, γι αυτό και ο ύμνος ονομάστηκε «Ακάθιστος».
αρχικά ο Ιερός Ναός της Παναγίας της Πλατσανής ήταν κτισμένος στην άκρη του χωριού μέσα στο κάστρο, εκεί που σήμερα όλοι οι επισκέπτες της Σαντορίνης μαζεύονται καθημερινά για να απολαύσουν το καταπληκτικό ηλιοβασίλεμα της Οίας. Με τον καταστροφικό σεισμό όμως της 9ης Ιουλίου 1956 μ.Χ. ο Ναός γκρεμίστηκε και επειδή το έδαφος στο σημείο αυτό δεν είναι σταθερό η εκκλησία ξανακτίστηκε στο κέντρο του χωριού.
Η παράδοση αναφέρει ότι η εικόνα της Παναγίας που βρίσκεται στο τέμπλο βρέθηκε στη θάλασσα. Κάποιος ψαράς την ώρα που ψάρευε είδε καταμεσής στο πέλαγος ένα φως που έμοιαζε με αναμένο καντήλι. Πηγαίνοντας κοντά είδε την εικόνα της Παναγίας η οποία όμως όσο την πλησίαζε απομακρυνόταν. Τότε ειδοποίησε τους ιερείς και τους κατοίκους του χωριού οι οποίοι με δεήσεις και παρακλήσεις, με θυμιάματα και λαμπάδες κατέβηκαν στον αιγιαλό και με ευλάβεια μεγάλη μετέφεραν την εικόνα σε εκκλησία του χωριού. Την άλλη μέρα όταν πήγε να ανάψει τα καντήλια ο ιερέας δεν βρήκε στο Ναό τη νεοφανή εικόνα. Ύστερα από έρευνες αρκετών ωρών η εικόνα βρέθηκε στα τείχη του κάστρου απ’ όπου μεταφέρθηκε πάλι στο Ναό. Αλλά και πάλι την επόμενη μέρα οι κάτοικοι τη βρήκαν στο κάστρο, τη μετέφεραν ξανά στο Ναό και έτσι ακολούθησε πολλές φορές η μεταφορά μέχρι που οι κάτοικοι αποφάσισαν να συνεισφέρουν όλοι για να κτιστεί η εκκλησία στο μέρος όπου η ίδια η Παναγία είχε διαλέξει για να βλέπει τις θάλασσες από όπου είχε έρθει και για να ευλογεί τα ιστιοφόρα που ξεκινούσαν να φύγουν για τα μακρινά τους ταξίδια. Το όνομα «Πλατσανή» της το έδωσαν από το θόρυβο «πλατς – πλατς» που έκαναν τα κύματα όταν κτυπούσαν την εικόνα στη θάλασσα όπου βρέθηκε.
Όλα τα Ιερά σκεύη είναι αφιερώματα ευσεβών Οιατών, κυρίως ναυτικών, για να τους προστατεύει στα ταξίδια τους. Τα περισσότερα από αυτά προέρχονται από την Ορθόδοξη Ρωσία, όπου με τα ιστιοφόρα τους μετέφεραν το φημισμένο κρασί της Σαντορίνης. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο. Υπάρχει πάνω σ’ αυτό η χρονολογία 1820 μ.Χ. η οποία όμως είναι πιθανόν η χρονολογία επιχρύσωσής του, γιατί η κατασκευή του τοποθετείται από τους ειδικούς πολύ παλαιότερα. Η Αγιογράφηση του ναού έγινε σε τρία στάδια από Θηραίους αγιογράφους.
-
Σύναξη της Παναγίας «Ρόδον Αμάραντον» στον Πειραιά
Η ιστορία της ενορίας Παναγίας «Ρόδον Αμάραντον» Πειραϊκής, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των παλαιών κατοίκων της περιοχής, αρχίζει περίπου το έτος 1890 μ.Χ., όταν κάποιος ψαράς ανέσυρε μία παλαιά εικόνα από τα βράχια της Πειραϊκής η οποία εικόνιζε την Παναγία να κρατά τον Χριστό, καθήμενο σε παιδική ηλικία, κρατώντας στο χέρι ένα «Ρόδον». Το γεγονός έγινε αμέσως γνωστό στην περιοχή. Μια ευλαβής οικογένεια, ονομαζόμενη Κατσαρού, έχοντας την επιθυμία να προσφέρει «οίκον» προς στέγαση της εικόνας της Παναγίας, με ιδία πρωτοβουλία έκτισε ιδιωτικό παρεκκλήσιο με το όνομα Παναγία «Ρόδον Αμάραντον». Εκεί στεγάσθηκε η παλαιά αυτή εικόνα και λατρεύθηκε από τους κατοίκους της περιοχής.
Πέρασαν τα χρόνια, ολοένα και περισσότερος κόσμος συνέρεε στην περιοχή και υπήρξε ανάγκη να δημιουργηθεί ενορία που θα δεχθεί τους πιστούς. Μέχρι τότε, η ευρύτερη περιοχή του Πειραιά υπήγετο εκκλησιαστικά στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Το πρόβλημα διευθετήθηκε με τη δωρεά της οικογένειας Κουτσοδόντη η οποία διέθεσε το οικόπεδο για να κτισθεί σε πρώτη μορφή (ο ισόγειος) ο Ιερός Ναός και να δημιουργηθεί η νέα ενορία. Στα επόμενα έτη απαιτήθηκαν αγώνες, και κατεβλήθησαν κόποι και θυσίες για να δοθεί η άδεια κάτι το οποίο επετεύχθει επι δημαρχίας Σκυλίτση.
Το 1973 μ.Χ., ο μακαριστός Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ Χρυσόστομος ο Α΄ τέλεσε τα θυρανοίξια του νέου Ιερού Ναού και τον παρέδωσε προς λατρεία στους ενορίτες πιστούς. Λίγο πριν τα θυρανοίξια, δια Αρχιερατικού γράμματος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, έγινε και επισήμως ενορία ξεχωριστή, η ενορία της Παναγίας Ρόδο Αμάραντο.
Ο πρώτος Ιερός Ναός λειτουργεί κανονικά μέχρι το έτος 1983 μ.Χ. όταν αποφασίζεται από το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο να οικοδομηθεί νέος, λαμπρότερος και μεγαλύτερος Ναός πάνω από το ισόγειο. Στο διάστημα αυτό, έχουν διακονήσει αρκετοί ιερείς που έδωσαν ο καθένας την προσωπική του σφραγίδα για την αποπεράτωση, την καλή λειτουργία και ευταξία του οίκου του Θεού: ο αείμνηστος π. Αντώνιος, ο π. Μάξιμος, μετέπειτα Μητροπολίτης Σερρών, ο π. Μιχαήλ Βασιλάκης, ο π. Χαράλαμπος Πετρόγγονας, ο π. Ευάγγελος Μισαργόπουλος, ο π. Ιάκωβος Φραγκιαδάκης, ο αείμνηστος π. Στέφανος Μιχαηλίδης, ο π. Αντώνιος Βάλβης, ο π. Γερμανός Αδραχτάς, ο π. Βενέδικτος, ο οποίος και εργάσθηκε επιμελώς για την ανέγερση του ισογείου του Ναού αλλά και του νέου μεγαλύτερου Ναού. Το έργο για την αποπεράτωση του Ναού όπως αυτός υπάρχει σήμερα διήρκεσε 2 έτη. Προϊστάμενος του Ναού κατά τα έτη αυτά και μέχρι σήμερα είναι ο π. Μιχαήλ Χαλάς με συνεφημέριο τον π. Ιωάννη Μαυροκουκουλάκη.
Το 1986 μ.Χ., ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ. Καλλίνικος τελεί τα θυρανοίξια και εγκαίνια του νέου λαμπρού Ιερού Ναού της Παναγίας «Ρόδον Αμάραντον», που εορτάζει κάθε χρόνο στον Ακάθιστο Ύμνο.
Το ισόγειο παρεκκλήσιο του Ναού μετονομάστηκε σε «Ταξιάρχη Μιχαήλ της Σύμης» και πανηγυρίζει στις 9 Νοεμβρίου. (Η μετονομασία έγινε διότι ο Ταξιάρχης Μιχαήλ της Σύμης τιμάται ιδιαιτέρως από τους Συμιακούς πολλοί εκ των οποίων διαβιούν στην περιοχή της Πειραϊκής).