Κατά τη διάρκεια έργων ανακαίνισης στην Piazza San Giovanni in Laterano, ενόψει του Ιωβηλαίου του 2025, αρχαιολόγοι προχώρησαν σε μια απρόσμενη και συμπωματικά τυχαία ανακάλυψη: Στην Ρώμη, βρέθηκαν τα ερείπια ενός μεγαλοπρεπούς παλατιού, πιθανώς κατοικίας των Παπών, προτού εγκατασταθούν στο Βατικανό.
To Πατριαρχείο της Ρώμης
Μάλιστα, η τοιχοποιία που εντοπίστηκε χρονολογείται μεταξύ του 9ου και του 13ου αιώνα. Σύμφωνα με το ιταλικό Υπουργείο Πολιτισμού, οι τοίχοι αυτοί πιθανότατα ανήκουν στο Πατριαρχείο, την πρώιμη έδρα της παπικής εξουσίας στη Ρώμη.
Το Πατριαρχείο περιλάμβανε αρχικά μια μεγαλοπρεπή αίθουσα υποδοχής, τη λεγόμενη «μνημειακή βασιλική», η οποία με την πάροδο των αιώνων επεκτάθηκε ώστε να στεγάσει την παπική διοίκηση. Η χρήση του συγκροτήματος από την παπική εξουσία εκτιμάται ότι συνεχίστηκε έως το 1305, όταν η Αγία Έδρα μεταφέρθηκε προσωρινά στην Αβινιόν της Γαλλίας.

Σε σχετικό δελτίο τύπου, το υπουργείο ανέφερε πως οι τοίχοι του ανασκαφέντος συγκροτήματος έχουν κατασκευαστεί με υλικά από προγενέστερα οικοδομήματα που πλέον δεν υπάρχουν, ενώ εντοπίστηκαν και ίχνη πολλαπλών επεμβάσεων συντήρησης. Η ανέγερση του κτίσματος φαίνεται να συνέπεσε με περιόδους αναταραχής ανάμεσα σε αριστοκρατικές οικογένειες της Ρώμης, γεγονός που ενισχύει την εκτίμηση ότι το τείχος χρησίμευε και ως αμυντική δομή γύρω από τη βασιλική.
«Κάθε πέτρα μας αφηγείται μια ιστορία»
Ο Ιταλός Υπουργός Πολιτισμού, Gennaro Sangiuliano, χαρακτήρισε την ανακάλυψη «εξαιρετικής σημασίας» για την ιστορία της πόλης, σημειώνοντας πως «η Ρώμη είναι ένας ανεξάντλητος θησαυρός αρχαιολογικών ευρημάτων».
Το Ιωβηλαίο, που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2024, αποτελεί καθολική ιερή χρονιά, κατά την οποία παραχωρούνται ειδικές άφεσες αμαρτιών. Η εκδήλωση προσελκύει εκατομμύρια προσκυνητές και συνοδεύεται από μεγάλης κλίμακας έργα αναβάθμισης υποδομών.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που οι εργασίες για το Ιωβηλαίο οδηγούν σε ιστορικές αποκαλύψεις. Τον Ιούλιο του 2024, κατά την αναδιαμόρφωση της Piazza Pia, κοντά στο Βατικανό, αρχαιολόγοι εντόπισαν έναν «ενδιαφέροντα κηποτεχνικό σχεδιασμό», όπως περιγράφηκε από το υπουργείο. Μια επιγραφή σε μολύβδινο σωλήνα χρονολόγησε τον χώρο μεταξύ 37 και 41 μ.Χ., οδηγώντας τους επιστήμονες στην υπόθεση πως επρόκειτο για κήπο της πολυτελούς κατοικίας του αυτοκράτορα Καλιγούλα, την οποία πιθανότατα κληρονόμησε μετά τον θάνατο των γονιών του, Germanicus και Agrippina της Πρεσβύτερης.

Όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα θα παραμείνουν στις θέσεις τους, ενώ ήδη συζητείται η περαιτέρω μελέτη και αξιοποίησή τους.
«Κάθε πέτρα μας αφηγείται μια ιστορία», δήλωσε ο υπουργός Sangiuliano. «Χάρη σε αυτές τις σημαντικές ανακαλύψεις, οι αρχαιολόγοι μπορούν να φωτίσουν καλύτερα το παρελθόν μας».
