Για τις δηλώσεις Αντώναρου

Αποκάλεσε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα-Κίνημα Αλλαγής, ως «πολιτικό απολειφάδι»

  • ΣΙΜΟΣ ΑΝΔΡΟΝΙΔΗΣ

Ο υποψήφιος βουλευτής Ανατολικής Αττικής του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς Ευάγγελος Αντώναρος, αποκάλεσε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα-Κίνημα Αλλαγής, ως «πολιτικό απολειφάδι». Ήτοι, ως μικρό και ασήμαντο πολιτικό παίκτη που δεν διαδραματίζει ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή.

Μετά τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν, ο άλλοτε κυβερνητικός εκπρόσωπος της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας με πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή, έσπευσε να δικαιολογήσει πολιτικά την συγκεκριμένη αναφορά του.1

Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως μία τέτοια αναφορά δεν μας ωθεί στο να εντάξουμε τον Ευάγγελο Αντώναρο, στην κατηγορία των «θυμόσοφων»2 πολιτικών, στους οποίους ο γλωσσολόγος Γεώργιος Μπαμπινιώτης, συμπεριλαμβάνει και τον κομμουνιστή πολιτικό, Χαρίλαο Φλωράκη.

Υπό αυτό το πρίσμα, θα τονίσουμε πως μέσω αυτού του άτοπου και εσφαλμένου χαρακτηρισμού που φλερτάρει με την προσβολή, καθότι εάν εστιάσουμε στην μεταφορική χρήση του γλωσσικού όρου ‘απολειφάδι, τότε θα αντιληφθούμε πως σημαίνει τον ‘μικρό’ και ασήμαντο, αυτό που δεν του δίνει κανείς σημασία, όσο και αν προσπαθεί, ο Αντώναρος δηλώνει το δικό του γλωσσικό-πολιτικό ‘παρών’, με το που εισέρχεται μέσα στην Συριζαϊκή «ενδοχώρα των λαϊκιστών»,3 σύμφωνα με τη διατύπωση του Moffit.

Επιθυμώντας να προκαλέσει «οχλοβοή» (βλέπε την ανάλυση του Craig) και επευφημίες μελών και υποψήφιων βουλευτών και εκλογέων (στους οποίους συστήνεται), γιατί ‘είπε αυτό που σκέφτονται και λένε πολλοί’. ‘Το μικρό ΠΑΣΟΚ πλέον δεν θέλει παρά να γίνει ‘ουρά’ του ‘Μητσοτακισμού.’

Οι εσωκομματικές αντιδράσεις όμως, δείχνουν πως τα αποτελέσματα ήσαν αντίθετα από τα προσδοκώμενα, από την στιγμή όπου αρκετά μέλη και στελέχη του κόμματος (εδώ συμπεριλαμβάνουμε για λόγους ‘οικονομίας’ στην ανάλυση, και υποψήφιους βουλευτές), θεώρησαν πως ένας τέτοιος χαρακτηρισμός, και μάλιστα από ένα στέλεχος που ‘μετεγγράφηκε’ στο κόμμα από μία άλλη παράταξη, δεν βοηθά στην πραγματοποίηση του μείζονος εκλογικού-πολιτικού στόχου του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι η προσέγγιση του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής για τον σχηματισμό ‘προοδευτικής κυβέρνησης’ με το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής.4

Δεν βοηθά στην υλοποίηση της προεκλογικής στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ που είναι εστιασμένη στη διαμόρφωση ενός ‘αντι-Μητσοτακικού’ κλίματος εντός κοινωνίας που θα συμπαρασύρει και κόμματα-δυνητικούς εταίρους για τον ίδιο, όπως είναι το ΠΑΣΟΚ, καθότι μετατοπίζει το ενδιαφέρον από το μείζον (‘αντι-Μητσοτακισμός’)5 στο έλασσον που είναι η προεκλογική αντιπαράθεση με ένα κόμμα που διαθέτει συγκροτημένο εκλογικό μηχανισμό τον οποίο έχει ήδη θέσει σε λειτουργία εν όψει εκλογών.

Ο υποψήφιος βουλευτής με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, βολικά ξεχνά πως παρά την σημαντική μείωση της εκλογικής-πολιτικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ την τελευταία δεκαετία, τις σημαντικές αλλαγές που έχουν συντελεσθεί στο κομματικό-πολιτικό spectrum, το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής διατηρεί ισχυρότερη επιρροή από τον ΣΥΡΙΖΑ στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στις επαγγελματικές ενώσεις και στο συνδικαλιστικό κίνημα.

Όπως επίσης, αρκετά στελέχη του συγκεκριμένου πολιτικού φορέα, διαθέτουν μεγαλύτερη επιρροή και περισσότερες δυνατότητες να καταστούν κεντρικοί πολιτικοί παίκτες από ότι ο ίδιος.

Μέσω ενός τέτοιου χαρακτηρισμού, απευθύνεται σε εκείνη την κατηγορία Κεντρώων και συντηρητικών εκλογέων που μπορεί να ψήφιζαν Νέα Δημοκρατία έως τις βουλευτικές εκλογές του 2019, αλλά τώρα έχουν πάρει διακριτές αποστάσεις διαμαρτυρόμενοι για το ‘ύφος της Μητσοτακικής διακυβέρνησης’, ‘υπενθυμίζοντας’ τους πως το ΠΑΣΟΚ (το οποίο σκέφτονται να ψηφίσουν) υπήρξε ο σημαντικότερος πολιτικός αντίπαλος τα χρόνια της Μεταπολίτευσης, διεκδικώντας την υποστήριξη τους ώστε να εκλεγεί βουλευτής.

Έτσι, δεν ζητά παρά την άτυπη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κόμμα «ατομικής εκπροσώπησης»,6 κατά τον Kircheimer, το οποίο λειτουργεί ή πρέπει να λειτουργεί και για να εκλέξει βουλευτή ένα «επιφανές» πρόσωπο του δημόσιου βίου σαν τον ίδιο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Έχει ιδιαίτερο θεωρητικό ενδιαφέρον το να επισημάνουμε πως η αντίδραση του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής και πιο συγκεκριμένα κεντρικών του στελεχών, δεν υπήρξε τόσο έντονη όσο υποστηρίζουν κάποιο. Αντιθέτως, υπήρξε στοχευμένη (περιστράφηκε δηλαδή στο πρόσωπο, και ήσαν τύπου ‘γιατί λέει κάτι τέτοιο;’ ), και προπάντων ειρωνική. Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως τα κεντρικά στελέχη του εν Ελλάδι Κεντροαριστερού πολιτικού φορέα, έσπευσαν συνειδητά να υιοθετήσουν (προφανώς ήθελαν να απαντήσουν και το έκαναν ώστε να μη μείνει κάποια αμφιβολία), μία γλωσσική-πολιτική στρατηγική που παραπέμπει στην αντίστοιχη του άλλοτε πρωθυπουργού και επικεφαλής του κόμματος της Ένωσης Κέντρο, Γεώργιου Παπανδρέου. Ο οποίος, όταν ρωτήθηκε ποιος είναι αυτό που φωνάζει εντόνως και αντιδρά στην ομιλία του από το βήμα της Βουλής και έλαβε την απάντηση, αποκρίθηκε με σκωπτικό τρόπο, με τρόπο που συνδυάζει ειρωνεία και απάθεια, αδιαφορία για ‘αυτόν που μιλάει’ και ‘για αυτό που λέει’: ‘Α, αυτός μιλούσε και φώναζε τόση ώρα; Πιστέψτε, δεν έχει καμία σημασία.’ Μία τέτοιου τύπου στρατηγική υιοθέτησε το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, που και δεν έδωσε παραπάνω σημασία από όσο έπρεπε στα λεγόμενα Αντώναρου, και επίσης, δεν σήκωσε τους τόνους, ακριβώς διότι ‘το πολιτικό μέγεθος του ανδρός δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο.’ Οπότε, τι μένει, θα αναρωτηθούμε το ίδιο σκωπτικά; Μένει η ατόφια ειρωνεία μέσω της οποίας ο Ευάγγελος Αντώναρος κατατάσσεται στη θέση του πολιτικού ΄τελάλη’ που έψαχνε εναγωνίως θέση στα Συριζαϊκά ψηφοδέλτια και την βρήκε, προσπαθώντας πλέον να αποδείξει την χρησιμότητα του και να προκαλέσει το ενδιαφέρον με όποιον τρόπο. Και τι απομένει πολιτικά; Η πιο έντονη αντίδραση στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.

2 Βλέπε σχετικά, Μπαμπινιώτης, Γεώργιος., ‘Ο πολιτικός μας λόγος,’ στο: Μπαμπινιώτης, Γεώργιος., ‘Η Γλώσσα μας. 180 κείμενα για τη γλώσσα,’ Κέντρο Λεξικολογίας, Εφημερίδα ‘Το Βήμα της Κυριακής,’ 2023, σελ. 483. Ασφαλώς, ο πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών λαμβάνει υπόψιν του την συστηματική χρήση ιδιωματικών εκφράσεων από τον Χαρίλαο Φλωράκη, εκφράσεων που είναι ό,τι πιο εγγύτερο διαθέτουμε σε αυτό που σχηματικά και απλοϊκά αποκαλείται ως ‘λαϊκή σοφία,’ στην οποία σχεδόν πάντα ήθελε να αναφέρεται ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Δύο παρατηρήσεις επ’ αυτού: Πρώτον, η θυμοσοφία του Χαρίλαου Φλωράκη δεν καθίσταται πολύ επιδραστικά ακόμη και έναν ψηφοφόρο και μέλος του ΚΚΕ, εκτός εάν προσθέσουμε δίπλα σε αυτόν την Αλέκα Παπαρήγα. Τότε συγκροτείται ένα γλωσσικό-πολιτικό δίδυμο που προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αποφύγει τις γλωσσικές ‘παγίδες’ της κοινότοπης και εν πολλοίς δυσνόητης κομμουνιστικής ορολογίας (καπιταλισμός, ιμπεριαλισμός, προλεταριάτο, κεφάλαιο, μονοπώλια/Ο όρος ‘μονοπώλια’ άρχισε να χρησιμοποιείται στην πιο ύστερη Μεταπολιτευτική φάση του ΚΚΕ, συνυπάρχοντας με τον πιο κλασικό όρο ‘κεφάλαιο’), να επανεφεύρει γλωσσικά το κόμμα εντάσσοντας με ομαλό τρόπο μέσα στον ‘αστερισμό’ της συνθηματολογίας που κέρδιζε διαρκώς έδαφος, να συμβάλει στην ανα-διαμόρφωση της πολιτικής ταυτότητας δια της γλώσσας και συγκεκριμένων γλωσσικών επιλογών, προκειμένου να καταστεί πιο ελκυστικό το κόμμα, αποτινάσσοντας από πάνω του την κατηγορία του ‘αρτηριοσκληρωτικού’ στις πολιτικές και στη γλώσσα: ‘Βλέπετε; Αδίκως δεν μας πλησιάζατε τόσο καιρό. Μιλάμε την ίδια γλώσσα ρε παιδιά.’ Δεύτερον, παρά την ισχυρή γλωσσική παρουσία αυτού του διδύμου, ένα στέλεχος του ΚΚΕ που έχει αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς πολιτικού-συναισθηματικού ‘ανήκειν’ με το κόμμα του, είναι προτιμότερο να επηρεασθεί γλωσσικά από την ιδιόλεκτο που χρησιμοποιεί η εφημερίδα ‘Ριζοσπάστης.’

3 Βλέπε σχετικά, Moffit, Benjamin., ‘How to perform crisis: Α model for understanding the key role of crisis in contemporary populism,’ Government and Opposition, 2014. Οφείλουμε να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί. Γιατί ο όρος ‘απολειφάδι’ ναι μεν μπορεί να έχει και έχει υποτιμητική χροιά, εκφράζοντας τάσεις υποτίμησης και απαρέσκειας που εδώ είναι πολιτική, εμπάθειας για τον άλλο που ‘δεν λέει να προσπαθήσει να αλλάξει,’ από την άλλη όμως δε, δεν είναι όρος υβριστικός.

4 Στην απάντηση του που δόθηκε μέσω ‘Twitter’ (θα επανέλθουμε σε αυτό), ο Ευάγγελος Αντώναρος υποστήριξε πως «Ήθελα απλά να πω ότι σήμερα αποτελεί πλέον μικρό μέρος του μεγάλου ιστορικού ΠΑΣΟΚ του Ανδρ. Παπανδρέου. Η αναφορά δεν ήταν απαξιωτική». Ως προς αυτό, μπορούμε να πούμε με το Τουϊτερικό του ‘τιτίβισμα’, κάνει τα πράγματα χειρότερα, διότι υποπίπτει σε ένα θεωρητικό-πολιτικό σφάλμα στο οποίο υποπίπτουν και άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ανά περιόδους. Δηλαδή, παραγνωρίζει πως το ΠΑΣΟΚ και η ιστορία του δεν εξαντλούνται μόνο στην περίοδο Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά είναι πολύ ευρύτερα αυτής, πολιτικά, αξιακά, κυβερνητικά. Μήπως δεν υπήρξε κυριαρχικό και ‘μεγάλο’ το ΠΑΣΟΚ επί προεδρίας Κώστα Σημίτη; Μήπως δεν έπιασε ένα σημαντικό εκλογικό ποσοστό επί προεδρίας Γιώργου Παπανδρέου; Μήπως δεν παρήγε πολιτικά γεγονότα, στρατηγικές, στελέχη, ιδέες και πολιτικές αφηγήσεις και μετά την πολιτική-εκλογική του συρρίκνωση το 2012, τάση που έφθασε στην κορύφωση της στις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2015; Μήπως δεν συνέβαλλε στην πολιτική διαπαιδαγώγηση των μελών του; Μήπως δεν συνδέεται με μεγάλα επιτεύγματα και μεταρρυθμίσεις (μπορούμε να αναφερθούμε και στα λάθη και στις παραλείψεις, στη ‘γοητεία’ του λαϊκισμού), από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα; Στην προσπάθεια του να προσαρμόσει την ιστορία του ΠΑΣΟΚ στα δικά του μέτρα και σταθμά, και ειδικότερα, στις Συριζαϊκές εθνικο-λαϊκιστικές νόρμες, ο Ευάγγελος Αντώναρος υιοθετεί μία αντι-επιστημονική προσέγγιση. Και το σφάλμα στην περίπτωση του φαίνεται μεγαλύτερο, διότι λόγω ηλικίας και προηγούμενης ένταξης στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, γνωρίζει πολύ καλά τι σήμαινε ‘κυριαρχικό ΠΑΣΟΚ.’ Ο Αντώναρος επέλεξε να απαντήσει στο προσφιλές του ‘Twitter’ διότι, σε αυτή την περίπτωση, και ενώ έχει προηγηθεί το λάθος, μόνο ένα τέτοιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης του προσφέρει την απαραίτητη γλωσσική ‘ασφάλεια’ (ένας συστηματικός χρήστης είναι κάτι παραπάνω από εξοικειωμένος με το ‘Twitter’: Συνιστά τμήμα της εν ευρεία εννοία κουλτούρας του), την δυνατότητα να απαντήσει και να αποκαταστήσει μέρος της ΄ζημίας,’ την ευκαιρία να ξεφύγει από τον απροσποίητο προφορικό λόγο που ενίοτε, αναλόγως της συγκυρίας, μπορεί να συνδεθεί με λάθη λόγω βιασύνης, έντονης συναισθηματικής φόρτισης, συσσωρευμένου άγχους, εκνευρισμού από επίπονες ερωτήσεις του συνομιλητή ή του δημοσιογράφου. Οπότε, επανασυνδέεται με τον γραπτό λόγο για να ‘ξαναβρεί τα πατήματα’ του εντός ΣΥΡΙΖΑ. Βλέπε και, Σαδανά, Γεωργία., ‘Ευάγγελος Αντώναρος: Χαρακτήρισε «απολειφάδι» το ΠΑΣΟΚ και προσπάθησε να το… μαζέψει με ανάρτηση στο Twitter,’ Ιστοσελίδα εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’ 11/04/2023, Ευάγγελος Αντώναρος: Χαρακτήρισε «απολειφάδι» το ΠΑΣΟΚ και προσπάθησε να το… μαζέψει με ανάρτηση στο Twitter (protothema.gr) Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής είναι κάτι πολύ περισσότερο και από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου και από το ΠΑΣΟΚ της περιόδου της κρίσης.

5 Ο Ευάγγελος Αντώναρος δεν είναι ένας ‘νεο-προσήλυτος’ στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως εκτιμούν μονοσήμαντα αρκετοί. Ούτε εκφράζει την πολυπόθητη διεύρυνση εν όψει των βουλευτικών εκλογών που θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής. Εντοπίζουμε το σημείο τομής επί τη βάσει του οποίου ξεκίνησε η πολιτική προσέγγιση του με τον ΣΥΡΙΖΑ, όχι στις αντι-μνημονιακές αφηγήσεις, αλλά, το 2016, λίγο πριν ή λίγο μετά την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας. Η εξέλιξη αυτή, ενεργοποίησε τα πολιτικά ανακλαστικά Αντώναρου και ‘απελευθέρωσε’ την προϊούσα αντιπάθεια του προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού της χώρας, αντιπάθεια η οποία αρχικά προσέγγισε, εν συνεχεία αλληλεπίδρασε και τελικά συνδέθηκε με τις πολιτικές στοχεύσεις ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο θεωρεί με πάθος ‘ζηλωτή,’ το μόνο κόμμα (‘ποιος άλλος μπορεί να το κάνει αυτό; Το ‘πολιτικό απολειφάδι’ ΠΑΣΟΚ; Ας γελάσω!!’), που μπορεί να ‘απαλλάξει’ το κόμμα από τα ‘δεινά’ που ‘επισώρευσε’ ο ‘Μητσοτακισμός.’ Η ένταξη του στα ψηφοδέλτια διευκολύνθηκε από το γεγονός πως μοιράζεται την ίδια αντιπάθεια προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού με όχι λίγα στελέχη του κόμματος. Ο χαρακτηρισμός ‘πολιτικό απολειφάδι’ που επιφύλαξε για το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, φανερώνει και ‘καταπιεσμένα’ αντι-Πασοκικά σύνδρομα, τα οποία δεν είχαν εκδηλωθεί τα προηγούμενα χρόνια.

6 Βλέπε σχετικά, Kircheimer, Otto., ‘The transformation of the Western European Party System,’ στο: La Palombara, Joseph., & Weiner, Myron., (επιμ.), ‘Political parties and political development,’ Princeton, Princeton University Press, 1966, σελ. 177-210. Με αυτόν τον τρόπο, επιδιώκει να μειώσει τις διαρροές ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προς το ΠΑΣΟΚ.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com