Η επιλογή του έργου «Το Τέλος του Παιχνιδιού» του Σάμουελ Μπέκετ και η αποστολή του ως πρόταση στο Υπουργείο Πολιτισμού, ήταν μία ιδέα του Θωμά Θάνου (σκηνοθέτη της παράστασης), με τον οποίο έχουμε δημιουργήσει την Contratiempo AMKE. Από τη στιγμή της έγκρισής της, ξεκίνησε και ο σχεδιασμός/έρευνα για ένα έργο και έναν συγγραφέα πολύ πολύπλοκο και αρκετά δυσνόητο στο ευρύ κοινό. Ο Μπέκετ έχει ένα τρομερό στοιχείο, έχει φανατικούς οπαδούς και ανθρώπους που τον αποστρέφονται. Για να σας είμαι απόλυτα ειλικρινής πέρασα και εγώ αρκετές φορές από αυτά τα δύο στάδια. Νομίζω είναι μία διαδικασία την οποία την επιβάλλει ο ίδιος μέσω της γραφής του, στον ηθοποιό και στον αναγνώστη/ακροατή κατά συνέπεια. Έχει ένα φοβερό τρόπο να χτίζει και να γκρεμίζει, να προτείνει και να αναιρεί, να δημιουργεί και να καταστρέφει. Αυτό το στριφογύρισμα συναισθημάτων και καταστάσεων δεν είναι τίποτα παραπάνω από την πραγματικότητα της ζωής. Όλα χτίζονται και όλα καταστρέφονται, με μικρό ή μεγάλο κρότο στην πτώση τους, όλα τελειώνουν και όλα αρχίζουν ξανά, παίζεις για να χάσεις, χάνεις για να μπορέσεις να παίξεις κι άλλο. Το παιχνίδι αποκτά τη σημασία του, γίνεται αυτοσκοπός και κάπου εκεί στη προσπάθεια να τερματίσεις, χάνεται ο κόσμος κάτω από τα πόδια σου, το περιβάλλον, η ώρα, η στιγμή. Έχεις πετάξει τα πάντα κι όμως νιώθεις τη πίεση να έρχεται από παντού. Το χρόνο να μην φτάνει, τη ζωή να ξεπετάγεται μέσα από το τίποτα και να σου θυμίζει πως υπάρχεις, τιποτένιες στιγμές να φαντάζουν ως οι σπουδαιότερες στιγμές της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτό κάνει το έργο τόσο ζωντανό, τόσο αληθινό, τόσο τρομακτικά αστείο. Να βλέπεις και να νιώθεις τη φθορά, το τίποτα που είμαστε και την ανάγκη αυτό τίποτα να γίνει κάτι, πριν ξαναγίνει τίποτα πριν το κάτι.
Έχοντας ξεκινήσει πια τις παραστάσεις, συνειδητοποιούμε καθημερινά τη σπουδαιότητα του κειμένου και την τύχη να είσαι μέρος αυτού. Είναι ένας πραγματικός αγώνας η ολοκλήρωσή του, λες και σε αυτά τα 80 λεπτά περνάει μία ολόκληρη ζωή από μπροστά σου και κατά συνέπεια από τα μάτια των θεατών. Μάλλον πρέπει να καταστραφούν τα πάντα, τίποτα να μην έχει αξία, να χαθεί η γνώση και γνώμη του τετριμμένου, του σίγουρου, του γνωστού..για να καταλάβουμε τι πραγματικά έχουμε μέσα μας, τι αξίζει τον κόπο, για ποιό πράγμα αγωνιούμε καθημερινά. Τι μας φτάνει,τι δεν και τι μας περισσεύει; Ο Μπέκετ, δίνει ένα μάθημα ζωής, «ο άνθρωπος μπορεί να τα καταφέρει παντού» αλλά και το αντίστροφο. Μπορεί να φτιάξει και να καταστρέψει τα πάντα. Η επιτυχία και η αποτυχία είναι το ίδιο πράγμα, είναι απλά θέμα οπτικής, θέμα θέσης.
Ο Θωμάς Θάνος με τη σκηνοθεσία του και την επιμονή του στη λεπτομέρεια των λέξεων/φράσεων του κειμένου, κατάφερε να κρατήσει το κείμενο ατόφιο. Να γεννήσει αυθεντικούς χαρακτήρες που ζουν μέσα σε αυτό το διστοπικό περιβάλλον. Ένα έργο χωρίς μουσική μόνο με τους φυσικούς ήχους που παράγουν τα αντικείμενα και οι άνθρωποι. Η κίνηση της Γαβριέλας Αντωνοπούλου που μας απέδειξε πως πάντα ρέουν ακόμα και ακίνητα. Το σκηνικό της Γεωργίας Μπούρδα «αποπνέει» ασφυξία.
Όλα μαζί συνθέτουν μια παράσταση που δεν διδάσκει αλλά αποδομεί. Μία παράσταση που δίνει περισσότερα απ’ όσα σου παίρνει, ακόμα και αν αυτό δεν είναι εύκολα αντιλήψιμο.