Η αξιοπρέπεια εις τον βωμόν του κέρδους και το «Περί Ευθύνης Αναγνωστών»

Σημεία των καιρών μας, η παντελής έλλειψις αξιών.

  • Γράφει ο Πάνος Χατζηγεωργιάδης
  • Του Φιλολογικού Συλλόγου «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ» και της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών

Συνήθως εις την λογοτεχνίαν καθώς και την τέχνην γενικώς, υφίστανται δύο σχολές σκέψεως.

Η σχολή της εξιδανικεύσεως, προσώπων, καταστάσεων και πλοκής η οποία και άνθισε δεκαετίες πίσω εις τον χρόνον και αυτή της “ρεαλιστικής’ ενίοτε ωμής ως και ευτελούς είδους λογοτεχνίας εντός εισαγωγικών, όπου τα γεγονότα και τα πρόσωπα αποδίδονται εις τον θεατήν, αναγνώστην, δέκτην, παντελώς γυμνά απο κάθε ευπρέπεια υποτίθεται προς πιο παραστατική απεικόνιση, ενώ επί της ουσίας δεν προσφέρουν τίποτε ουσιώδες εις τον τελευταίον πέραν της στρέβλώσεως του αισθητηρίου περί καλλαισθησίας ενός έργου υπό την οιαδήποτε μορφήν τούτο λαμβάνει σάρκα και οστά.

Διότι η πρόκλησις δεν σημαίνει τίποτε και δεν προσφέρει τίποτε μιάς και ως αναφέρω συχνώς, «Τα γυμνά έργα, έχουν την ανάγκη του γυμνού». Ενταύθα ο όρος εμπεριέχει γενικότερην έννοιαν.

Ο υποφαινόμενος θεωρεί όπως και είναι, την πρώτη σχολή της σκέψεως περί εξιδανικεύσεως ως μίαν άποψη προσεγγίσεως ενός κειμένου – μηνύματος η οποία προσφέρει εις τον θεατήν, τον ανορθώνει πνευματικώς και (ενδεχομένως με δική του θέληση και πρωτοβουλία βεβαίως) τον κάμει έτι καλύτερον απο την προτεραίαν μίας και ο σκόπός της οιασδήποτε μορφής τέχνης δεν είναι μόνον η μεταφορά μυνημάτων προς τον δέκτην, αλλά και η καλυτέρευσις του πνευματικού του επιπέδου. Η πνευματική του ανάτασις αλλά και ο εμπλουτισμός των πνευματικών του ποιοτήτων.

Δυστυχώς όλο και συχνότερα εις τις ημέρες μας, παρατηρεί ο υποφαινόμενος ένα επαίσχυντο φαινόμενο δια τον δημόσιον λόγον. Την απρέπεια εις τους τίτλους των βιβλίων. Απρέπεια επιτηδευμένη βεβαίως, με σκοπόν βαθύτερον οχι βεβαίως απλώς ένα κοινό “λάθος“ προερχομένου εκ της μεταφράσεως (εφόσον πρόκειται περί ξένων συνήθως έργων δίχως και η “Ελληνόφωνη” αθλιότητα να στερείται επουδενί τοιαύτης βιβλιογραφίας) αλλά και την πρόκληση, η οποία και σκοπεύει εις περισσότερες πωλήσεις αντιτύπων τοιαύτων κάκιστα τιτλοφορημένων έργων με “αιχμήν του δόρατος”, την απρέπεια και την πρόκληση.

Σημεία των καιρών μας, η παντελής έλλειψις αξιών.

Και η ευπρέπεια δια όσους τουλάχιστον δύνανται να την εκτιμήσουν δεόντως, αποτελεί μία εξ αυτών και η οποία τελευταία βάλλεται διαρκώς και αδιαλλείπτως είτε απο αδυναμία του υποτιθέμενου δημιουργού να την μεταχειρισθεί επαρκώς, είτε (και τούτο ομοιάζει το χειρότερον), εκ προθέσεως ποταπής, το κέρδος και αι πωλήσεις με κάθε δυνατόν τρόπον.

Είναι όμως τούτος ο τρόπος της διαθέσεως υποτιθέμενων πνευματικών έργων ένας τρόπος ο οποίος και απηχεί την ουσία της λογοτεχνικής διαδικασίας απο έναν δημιουργό – πομπό, προς έναν αναγνώστη – δέκτη μιλώντας εν προκειμένω περί βιβλίων;

Εις ποίαν ακριβώς ποιότητα μέλλει να οδηγηθεί ο δέκτης ενός τοιουτοτρόπως εκφρασθέντος μηνύματος ; Είναι η λογοτεχνία ισοπέδωσις των πάντων, εξισώσεως του ποταπού με την άξιαν λογοτεχνικήν παραγωγήν, του αισχρού και μιάς “κουρελαρίας” δημοτικής γλώσσης ως την εκατήντησαν αι τόσαι δεκαετίαι Α – ΠΑΙΔΕΙΑΣ πτυχιούχων ΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ και κυρίως μη πεπαιδευμένων εις ανώτερες ποιότητες πέραν των ακαδημαΐκών γνώσεων, αι οποία προετοίμασαν το έδαφος – αναγνώστη – δέκτη ώστε ουχί μόνον να αποδέχεται αλλά και να επιζητά το επαίσχυντο και να μην τον αηδιάζει τούτο το τελευταίο αλλά τουναντίον να τον προκαλεί ώστε να μετέλθει ενός απολύτως αισχρώς διατυπωθέντος μύνηματος, “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του;

Εν τέλει αναγιγνώσκουμε ότι απηχεί εμάς και απεχθανόμεθα το ανώτερον το οιοδήποτε μας βελτιώνει;

Αρεσκόμεθα ιστάμενοι εις την θέσιν του πεζοδρομίου και δεν επιθυμούμε περαιτέρω άνοδο του πνεύματος ημών διότι εώς εκεί ευρίσκονται αι αντοχαί μας;

Μήπως τελικώς το ζήτημα μας δεν είναι ορισμένα χρήματα ακόμη εις το ταμείον ενός εμποροεκδότου μετερχομένου κάθε είδους προωθητικής ενεργείας εις τον βωμόν του κέρδους, αλλά ζήτημα «περί ευθύνης αναγνωστών»;

Μήπως ομιλούμε εκ νέου περί καταχρήσεως της ελευθερίας του λόγου υπό το πρίσμα μίας εντελώς στρεβλής «δημοκρατίας» όπου απο την φρόνιμον ελευθερίαν του Κολοκοτρώνη έφθασε εις τον κρημνόν της παντελούς ασυδοσίας εις άπασες τις εκφάνσεις δημοσίου και ιδωτικού λόγου;

«Ο Άνθρωπος δεν γεννιέται άνθρωπος. Γεννιέται κτήνος όπου καθημερινώς παλεύει προς τον εξανθρωπισμόν». Νικηφόρος Βυζαντινός

Σχετικά Άρθρα

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή