Κοπιώδης έλεγχος και η ανάπτυξη της συνείδησης

Σημαντικά βήματα έχουν γίνει για την κατανόηση του ρόλου της ιδιοσυγκρασίας στην ικανότητα των ανθρώπων να ασκούν επιρροή ή να ρυθμίζουν τα δικά τους συναισθήματα και τις πράξεις τους.

by Times Newsroom

Η ψυχολόγος Mary Rothbart και οι συνάδελφοί της για παράδειγμα, διατείνονται ότι χρειάζεται μια συγκεκριμένη ψυχολογική ιδιότητα για τη ρύθμιση των συναισθημάτων και των πράξεών μας. Αυτή είναι μια ιδιότητα που αποκαλούν κοπιώδη έλεγχο. Οι άνθρωποι συχνά χρειάζεται να σταματήσουν να κάνουν ένα πράγμα έτσι ώστε να κάνουν κάτι άλλο. Ένα άτομο μπορεί να σταματήσει να βλέπει τηλεόραση για να αρχίσει να μελετάει, να σταματήσει να μιλάει σε ένα φίλο για να δώσει προσοχή στον καθηγητή, να σταματήσει να τρώει ντόνατς για να χάσει βάρος.

Ο κοπιώδης έλεγχος αναφέρεται σε αυτή την ικανότητα. Είναι η ικανότητα να απωθούμε μια κυρίαρχη αντίδραση, έτσι ώστε να εκδηλώσουμε μια λιγότερο επικρατούσα αντίδραση. Ένα γνώρισμα της έρευνας πάνω στον κοπιώδη έλεγχο που την καθιστά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα για τη θεωρία της προσωπικότητας είναι η ενδεχόμενη σχέση ανάμεσα στις διεργασίες του κοπιώδους ελέγχου και στην ανάπτυξη μιας ψυχολογικής ικανότητας που έχει τραβήξει την προσοχή των θεωρητικών του κλάδου από την εποχή του Φρόυντ. Αυτή η ικανότητα είναι η ηθική συνείδηση ή αυτό που ο Φρόιντ αποκαλούσε λειτουργία του Υπερεγώ. Είναι η ικανότητα προσκόλλησης σε κοινωνικές νόρμες μέσω της εσωτερίκευσης ηθικών και δεοντολογικών προδιαγραφών για τη συμπεριφορά.

Το βασικό ερώτημα που απευθύνει η σύγχρονη έρευνα είναι ένα ερώτημα με το οποίο ασχολήθηκε και ο Φρόυντ: τι καθορίζει την ανάπτυξη της αίσθησης της συνείδησης; Γιατί οι άνθρωποι διαφέρουν στον βαθμό προσκόλλησης στις κοινωνικές νόρμες και τους περιορισμούς;

Επιχειρώντας να απαντήσει στο ερώτημα αυτό, ο Φρόυντ επικεντρώθηκε στην εμπειρία του παιδιού με τους γονείς και της σχέσης που αναπτύσσεται. Εναλλακτικά, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε τις διαφορές στα κληρονομικά χαρακτηριστικά. Μια τρίτη και πιο ενδιαφέρουσα πιθανότητα είναι ότι τόσο τα κληρονομικά χαρακτηριστικά όσο και η επίδραση των γονέων επηρεάζουν από κοινού το επίπεδο συνείδησης του παιδιού. Αυτή η τρίτη πιθανότητα διερευνήθηκε από τους Grazyna Kochanska και τους συνεργάτες της.

Οι Kochanska και Knaack (2003), εξέτασαν τις σχέσεις ανάμεσα:

1ον στον κοπιώδη έλεγχο,

2ον στην ανάπτυξη της συνείδησης και

3ον σε μια συγκεκριμένη πτυχή της φροντίδας των παιδιών από τους γονείς, στον βαθμό δηλαδή στον οποίο οι μητέρες επιβάλουν με τη βία την εξουσία τους στην επικοινωνία τους με τα παιδιά.

 

Το παιδί με αυταρχικούς γονείς ενδέχεται να μην εσωτερικεύσουν κανόνες για την κατάλληλη κοινωνική συμπεριφορά. Οι Kochanska & Knaack υπέθεσαν ότι αυτό μπορεί να συμβεί για λόγους που αφορούν τον κοπιώδη έλεγχο. Παιδιά με αυταρχικούς γονείς υπάρχει πιθανότητα να αποτύχουν να αναπτύξουν τις δεξιότητες αυτοελέγχου, οι οποίες τα καθιστούν ικανά να ρυθμίζουν ανεξάρτητα τη συμπεριφορά τους.

Τα ευρήματα της έρευνας τεκμηρίωσαν τις προβλέψεις όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο η αυταρχική συμπεριφορά των γονέων και ο κοπιώδης έλεγχος συμβάλλουν στην ανάπτυξη της συνείδησης.

Τα ευρήματα γίνονται περισσότερο κατανοητά με μια σειρά βημάτων:

Η επιβολή από τις μητέρες της γονικής εξουσίας διαπιστώθηκε πόσο προβλέπει τις ατομικές διαφορές στην ποιότητα του κοπιώδους ελέγχου. Σε έναν πολύ σημαντικό βαθμό οι πιο αυταρχικές μητέρες είχαν παιδιά λιγότερο ικανά να επιτύχουν στις μετρήσεις του κοπιώδους ελέγχου.

Ο κοπιώδης έλεγχος προέβλεπε τις ατομικές διαφορές στη συνείδηση για μια ακόμη φορά. Επρόκειτο για αρκετά ξεκάθαρο αποτέλεσμα σε πολύ σημαντικό βαθμό. Τα παιδιά που επιδείκνυαν μεγαλύτερη ικανότητα για κοπιώδη έλεγχο επέδειξαν χρόνια αργότερα μια υψηλότερη αίσθηση συνείδησης.

Τέλος, οι παραλλαγές στον κοπιώδη έλεγχο εξήγησαν τη σχέση ανάμεσα στη συμπεριφορά των γονέων και στην ανάπτυξη της συνείδησης. Στατιστικές αναλύσεις απέδειξαν ότι ο κοπιώδης έλεγχος μετρίασε τις συνέπειες που είχε η συμπεριφορά των γονέων.

Πηγή: Cervone & Pervin, 2013. Θεωρίες προσωπικότητας. Έρευνα και εφαρμογές. Αθήνα: Gutenberg, σελ. 420-422.

_______________________________________________________________

Κουραβάνας Νικόλαος, Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Posted by Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc at 4:09 π.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια: 

Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείουBlogThis!Μοιραστείτε το στο TwitterΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com