Το πρώτο από τα δύο κοντσέρτα χαρακτηρίζεται από μεγάλες ιδιαιτερότητες, τόσο στη δομή όσο και στην ενορχήστρωσή του. Το πιάνο συνοδεύεται από ένα δεύτερο «σολιστικό» όργανο, την τρομπέτα, ενώ η ορχήστρα αποτελείται μόνο από έγχορδα. Το δεύτερο, πιο παραδοσιακό ως προς τη φόρμα, έχει αγαπηθεί ιδιαίτερα χάρη στο μαγικό αργό του μέρος. Και τα δύο έργα συνδυάζουν γνωρίσματα της ταυτότητας του Ντμίτρι Σοστακόβιτς, όπως είναι η ζωντάνια του ρυθμού και το χιούμορ, αλλά και οι έντονες εναλλαγές διαθέσεων. Σολίστ στο πιάνο είναι ο Ρώσος Πάβελ Κολέσνικοφ, ο οποίος διακρίθηκε συχνά για το προσωπικό στίγμα των ερμηνειών του, και μαζί του ο Γιάννης Καραμπέτσος στην τρομπέτα.
Στο δεύτερο μέρος της συναυλίας θα ακουστούν οι πιανιστικές Εικόνες από μία έκθεση του Μόντεστ Μούσοργκσκυ, στην εμβληματική ενορχήστρωση του Μωρίς Ραβέλ. Το πρωτότυπο έργο για σόλο πιάνο περιγράφει διαφορετικούς πίνακες από την έκθεση ενός φίλου του συνθέτη επιστρατεύοντας μια μεγάλη παλέτα δυναμικών, ηχοχρωμάτων και υφών, ενώ ο Μωρίς Ραβέλ αξιοποιεί στον μέγιστο βαθμό το εύρος τής συμφωνικής ορχήστρας για να αποδώσει τα χρώματα της αρχικής σύνθεσης.
Το πρόγραμμα με μία ματιά
- ΝΤΜΙΤΡΙ ΣΟΣΤΑΚΟΒΙΤΣ (1906-1975)
Κοντσέρτο για πιάνο, τρομπέτα και ορχήστρα αρ. 1 σε ντο ελάσσονα, έργο 35
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ. 2 σε φα μείζονα, έργο 102 - ΜΟΝΤΕΣΤ ΜΟΥΣΟΡΓΚΣΚΥ (1839-1881)
Εικόνες από μια έκθεση
ΣΟΛΙΣΤ:
Πάβελ Κολέσνικοφ | πιάνο
Γιάννης Καραμπέτσος | τρομπέτα
ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Βασίλης Χριστόπουλος
Για την Ιστορία
- ΝΤΜΙΤΡΙ ΣΟΣΤΑΚΟΒΙΤΣ (1906 – 1975)
Κοντσέρτο για πιάνο, τρομπέτα και ορχήστρα εγχόρδων αρ.1 σε ντο ελάσσονα, έργο 35
Allegretto
Moderato
Lento
Allegro con brio
Στα χρόνια της νεότητάς του, ο Σοστακόβιτς υπήρξε εκτός από φέρελπις συνθέτης και βιρτουόζος πιανίστας με ένα μέλλον που προδιαγραφόταν λαμπρό. Σύμφωνα με μαρτυρίες, το παίξιμό του ήταν ακριβές, καθόλου επιρρεπές σε συναισθηματισμούς ή ακραίες διαφοροποιήσεις δυναμικής, αποτέλεσμα πάντα διαυγούς σκέψης. Αυτά τα χαρακτηριστικά καθόρισαν σε έναν βαθμό και τη σύλληψη του Πρώτου Κοντσέρτου, που γράφτηκε την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1933. Η πρεμιέρα του δόθηκε τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς με τον συνθέτη στον ρόλο του σολίστα και τη Φιλαρμονική του Λένινγκραντ υπό τη διεύθυνση του Φριτς Στίντρυ, ενώ τρομπετίστας ήταν ο κορυφαίος τρομπετίστας της ορχήστρας και φίλος του συνθέτη, Αλεξάντρ Σμιτ. Αν και ο ρόλος της τρομπέτας είναι αναμφισβήτητα σολιστικός και προβεβλημένος, το έργο δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «διπλό» κοντσέρτο, μιας και το πιάνο είναι ο πανταχού παρών πρωταγωνιστής παίρνοντας τη «μερίδα του λέοντος» όσον αφορά στην εκφορά και ανάπτυξη του μουσικού υλικού. Ο νέος Σοστακόβιτς επιχείρησε με το Κοντσέρτο αυτό να πειραματιστεί ελεύθερα με τις νέες τάσεις του μοντερνισμού και του νεοκλασικισμού, καθώς και να δημιουργήσει ένα ηχητικό τοπίο, όπου κυριαρχεί το πνευματώδες χιούμορ, το γκροτέσκο και η παρωδία.
- ΝΤΜΙΤΡΙ ΣΟΣΤΑΚΟΒΙΤΣ (1906 – 1975)
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ.2 σε φα μείζονα, έργο 102
Allegro
Andante
Allegro
Το δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο γράφτηκε από τον Σοστακόβιτς το 1957 για τον γιο του Μαξίμ ως δώρο για τα 19α γενέθλιά του. Ο Μαξίμ, που σήμερα είναι ένας διεθνώς αναγνωρισμένος αρχιμουσικός, έδωσε την πρώτη εκτέλεση του κοντσέρτου ανήμερα στα γενέθλιά του, στις 19 Μαΐου 1957. Η πρεμιέρα δόθηκε στο Ωδείο της Μόσχας με την Κρατική Συμφωνική Ορχήστρα της Σοβιετικής Ένωσης υπό τη διεύθυνση του Νικολάι Ανόσοφ· χάρη στην εκτέλεση αυτή, ο Μαξίμ έγινε δεκτός ως σπουδαστής στο Ωδείο. Σε αντίθεση με τη μοντερνιστική μουσική γλώσσα και τους αιχμηρούς σαρκασμούς του Πρώτου Κοντσέρτου, το Δεύτερο είναι γεμάτο νεανική φρεσκάδα, γλυκύτητα και ασυννέφιαστη αισιοδοξία. Αυτή την αίσθηση επιτείνει και η δομική απλότητα του έργου, που αποτυπώνεται σε τρία σύντομα και μορφολογικά διαυγή μέρη.
- ΜΟΝΤΕΣΤ ΜΟΥΣΟΡΓΚΣΚΥ (1839 – 1881)
«Εικόνες από μία έκθεση» (ενορχήστρωση: Μωρίς Ραβέλ)
Περίπατος (Promenade)
Ο νάνος (Gnomus)
Περίπατος
Ο παλιός πύργος (Vecchio castello)
Περίπατος
Κεραμεικός (Tuileries)
Βοϊδάμαξα (Bydlo)
Περίπατος
Μπαλέτο των κλωσσόπουλων στο τσόφλι τους (Ballet des poussins dans leurs coques)
Σαμουήλ Γκόλντενμπεργκ και Σμουίλε (Samuel Goldenberg et Schmuyle)
Η αγορά της Λιμόζ (Le marche de Limoges)
Κατακόμβες (Catacombes)
Sepulcrum romanum (Ρωμαϊκός τάφος)
Cum mortuis in lingua mortua (Με τους νεκρούς σε νεκρή γλώσσα)
Η καλύβα με τα κοτοπόδαρα, της Μπάμπα Γιάγκα (Cabane sur des pattes de poule)
Η μεγάλη πύλη του Κιέβου (La grande porte de Kiev)
Ο Ρώσος ζωγράφος και αρχιτέκτονας Βίκτωρ Χάρτμαν (1834-1873), στενός φίλος του Μόντεστ Μούσοργκσκυ, έφυγε αιφνίδια από τη ζωή σε ηλικία 39 ετών. Αμέσως μετά τον θάνατό του, ο μεγάλος κριτικός της εποχής Βλαντιμίρ Στάσωφ οργάνωσε μία έκθεση με έργα του Χάρτμαν στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Αγ. Πετρούπολης (Φεβρουάριος – Μάρτιος 1874). Ο Μούσοργκσκυ, που δάνεισε μάλιστα έργα από την ιδιωτική του συλλογή για τις ανάγκες της έκθεσης, την επισκέφτηκε και ως απόρροια της εμπειρίας του αυτής συνέλαβε το έργο Εικόνες από μία έκθεση για σόλο πιάνο, που γράφτηκε τελικά τον Ιούνιο του 1874. Αν και οι απόπειρες ενορχήστρωσης του πιανιστικού πρωτοτύπου υπήρξαν πολλές, η ενορχήστρωση του Ραβέλ (1922) αποτελεί μέχρι σήμερα την πιο επιτυχή και καθιερωμένη στο συναυλιακό ρεπερτόριο. Το έργο ξεκινά με τον λεγόμενο «περίπατο» (promenade), που επανέρχεται ως ιντερλούδιο σε διάφορα σημεία του έργου συμβολίζοντας την πορεία του θεατή-συνθέτη από τον ένα πίνακα στον άλλο.
Κείμενα «για την Ιστορία»: Τίτος Γουβέλης