Πολλοί επιμένουν ότι χωρίς το πραξικόπημα δεν θα γινόταν η λεγόμενη «ειρηνική επιχείρηση» του ευγενέστατου Αττίλα. Η ιστορία ωστόσο έχει χρέος να ερμηνεύει τα πράγματα με ενοχλητικά ερωτήματα. Λόγου χάρη, πώς ήταν δυνατό σε πέντε μέρες (μεταξύ 15-20 Ιουλίου) να προετοιμαστούν και να εισβάλουν συντεταγμένα από θαλάσσης και αέρος χιλιάδες μεχμετζίκ; Μήπως το ξένου σχεδιασμού και ελληνικής εκτέλεσης πραξικόπημα αποτελούσε την πρώτη πράξη μιας από χρόνων πολλών επικείμενης εισβολής;
Θα πω μια ιστορία, που την έζησα στην Αμμόχωστο. Μιλάμε για το 1968. Είχαμε πάει τότε με τους μαθητές του Γυμνασίου για ένα ανοιξιάτικο διάλειμμα στην παραλία. Οι μαθητές παιχνίδιζαν στην άμμο και οι καθηγητές έπιναν τον καφέ τους στο παραπλήσιο κέντρο «Ακταίον». Κάποια στιγμή τρέξαν κοντά μου με ξεφωνητά μερικοί μαθητές που κρατούσαν μια πελώρια τουρκική σημαία. «Κύριε», είπαν, «δείτε τι βρήκαμε σκάβοντας στην άμμο!» Το γεγονός ήταν τρομερά παράδοξο. Πήραμε τη σημαία στην αστυνομία για… περαιτέρω ανάκριση. Δεν δόθηκε ωστόσο καμία εξήγηση ως προς το τι υπηρετούσε η κρυμμένη θηριώδης σημαία στην αμμουδιά της Αμμοχώστου.
Πέρασαν κάποια χρόνια –έγινε στο μεταξύ και η τουρκική εισβολή– κι έτυχε μια μέρα να δω στην τηλεόραση τη συνέντευξη ενός Άγγλου, που χρημάτισε οδηγός αξιωματικού των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών. Ο οδηγός ομολογούσε ότι τον κυνηγούσαν οι τύψεις για κάτι φρικτό που έκανε στο παρελθόν, και ήθελε να ξαλαφρώσει την ψυχή του ζητώντας δημόσια συγγνώμη. Ποιο ήταν το αμάρτημά του, το εξήγησε λέγοντας ότι, στη δεκαετία του ’60, συνόδευε τον αξιωματικό του σε διάφορα παράλια της Κύπρου όπου έχωναν θηριώδεις τουρκικές σημαίες, ώστε αυτές να χρησιμεύσουν ως σινιάλο και σηματοδότες σε μελλοντική τουρκική εισβολή. Προσέξτε, μιλάμε για το 1968!
Είχα την ευκαιρία να συζητήσω το θέμα με τον βετεράνο δημοσιογράφο Κώστα Γεννάρη, που μου ισχυροποίησε την εικόνα μιας τέτοιας εγγλέζικης ατιμίας. Μου είπε δηλαδή πως συνέλεξε παρόμοιες μαρτυρίες στη διάρκεια της επαγγελματικής του διερεύνησης. Εκείνο που με αφήνει άναυδο, είναι γιατί δεν αξιοποιήθηκε μια τέτοια μαρτυρία, και αναμασούμε συνεχώς ότι η εισβολή οφειλόταν απλώς στο ανόσιο πραξικόπημα που προηγήθηκε. Στην ουσία οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις του κυπριακού κράτους συνέβαλαν μεθοδικά, καθεμιά με τον τρόπο της, στην καταστροφή της Κύπρου. Η μία έκανε πραξικόπημα, η δεύτερη εισέβαλε, η τρίτη ένιψε τας χείρας της.
Είναι δεδομένο ότι με το αίμα της Κύπρου η Ελλάδα κατάφερε να αποτινάξει τη δικτατορία, αφού προηγουμένως η τρισηλίθια θεότης του φανατισμού και του φασισμού οδήγησε στην κυπριακή τραγωδία. Κι ας λεν οι εν Ελλάδι ιστορικά αγραμμάτιστοι, ότι η παλινόρθωση της Δημοκρατίας οφειλόταν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Και ας τιμά ο εκάστοτε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας την ένδοξη Ημέρα της αποκατάστασης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, χωρίς να περιλαμβάνει ένα δείγμα κυπριακού, ας πούμε, χαρακτήρα. Εννοώ ότι το αίμα που έχυσε η Κύπρος δεν επαρκεί ακόμα να ζωογονήσει την αίσθηση που πρέπει να καταλαμβάνει και να ενώνει το Μέγα Πανελλήνιον. Δεν μας απέμεινε άλλωστε άλλη ένωση πέρα από αυτήν.
Φέτος μνημονεύουμε τα 50χρονα της τραγωδίας, προσπαθώντας να συγκεράσουμε ή να συγκολλήσουμε διάφορα ετερογενή στοιχεία στο ιστορικό μας παζλ, με τρόπο που να δίνουμε μια μεταβατική ερμηνεία και εξήγηση στο αδιέξοδο, ανάλογα με τις προσδοκίες και τις λαχτάρες μας. Η βασική αιτία του κακού μετακινεί σιγά σιγά τον άξονα και τους πόλους της «μη λύσης» του κυπριακού προβλήματος, σε βαθμό που η επιμονή μας στους όρους «εισβολή-κατοχή» να φαντάζει πλέον ως στερούμενη ρεαλισμού ή ως ντεμοντέ.
Η ανακύκληση των θεσπισμένων «πραγματικοτήτων» εδραιώνεται υποσυνείδητα και υιοθετείται σταδιακά από τον λαό. Για παράδειγμα, εννιά στους δέκα Τουρκοκύπριους, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, επιθυμούν τη μόνιμη παραμονή του τουρκικού στρατού στην Κύπρο. Η αριστερά ηγεσία επίσης των Τουρκοκυπρίων φαίνεται πως αρχίζει να λοξοθωρεί προς Άγκυρα μεριά. Οι βαθύτατα ανθρώπινες επαναπροσεγγίσεις, όσο κι αν είναι θερμά ελπιδοφόρες και απόλυτα αναγκαίες, δεν μπορούν εντέλει να ακυρώσουν τον πνιγερό εναγκαλισμό της Κύπρου από την Τουρκία. Μακάρι να εξαλειφόταν το καρκίνωμα, για να λυθούν αυτόματα τα μάγια. Όμως αυτά συμβαίνουν μονάχα στα παραμύθια, και η Κύπρος δεν είναι εξοχική κατοικία ρομαντικής ουτοπίας.
Το αδιάσειστο στοιχείο λοιπόν παραμένει, ότι σ’ αυτά τα 50 χρόνια εισβολής και κατοχής δεν καταφέραμε να πείσουμε την Ευρώπη πως κινδυνεύουμε από το θηρίο που έχει ήδη μπήξει τα νύχια του στο λαιμό μας. Η Ευρώπη, που πασχίζει με πάθος να υποστηρίξει την κινδυνεύουσα Ουκρανία, αδυνατεί να αναλάβει και την ευθύνη της τελειωτικής σωτηρίας της πατρίδας μας. Φυσικά, οι ξένοι δεν μπορούν να αρθούν στο ύψος ή έστω στον βυθό του κινδύνου μας– έχουν άλλωστε τους δικούς τους ισολογισμούς, και ποιος νοιάζεται για το μικρό μας νησί. Ακόμη και ο Ζελένσκι, μάς έκλεισε κατάμουτρα τη ραδιοτηλεοπτική μας σύνδεση μαζί του, όταν η Πρόεδρος της Κυπριακής Βουλής των Αντιπροσώπων επιχείρησε να του εξηγήσει πόσο κατανοούμε τη δεινή του θέση και πόσο συμπάσχουμε μαζί του, εφόσον κι εμείς διαθέτουμε πρόβλημα κατοχής εξαιτίας της Τουρκίας. Σε κείνο το σημείο ο πρόεδρος Ζελένσκι μας έκοψε τον βήχα, μη τυχόν και κακοφανιστεί η κυρά Τουρκία. Κατά τα άλλα έστειλε αργότερα τον υπουργό του να ζητιανέψει από την Κύπρο… όπλα και άλλη βοήθεια. Αυτά να βλέπει η Ευρώπη και να στοχάζεται την ευθύνη της και την έκπτωσή της από τον θρόνο των αξιών χάριν άλλων κερδών.
Ακόμα μεγαλύτερη ευθύνη έχει ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, εφόσον δεν ενεργεί ως κηδεμόνας της οικουμενικής και πανανθρώπινης δικαιοσύνης. Δεν ζητούμε πολλά: Απλώς του υπενθυμίζουμε το κύριο καθήκον του να ενεργεί, και στην περίπτωση της Κύπρου, ως θεματοφύλακας αξιών. Όχι ωσάν τροχονόμος σε κυκλοφοριακή συμφόρηση ιδεών, χρησιμοποιώντας δηλαδή λογοκρατική και νομικίστικη φρασεολογία, και αποκλείοντας την πνευματική θεώρηση του κόσμου.
Αλλά για να φτάσει κανείς σε αυτό το σημείο, θα έπρεπε το μυαλό και η καρδιά του να συλλαμβάνουν τα δρώμενα φιλοσοφότερα και ποιητικά. Κοντολογίς, να συλλαμβάνουν το ουσιώδες και το υπερουσιώδες ή, ακριβέστερα, το υπερούσιο της Ιστορίας. «Δεν υπάρχει άλλη ιστορία, παρά η ιστορία της ψυχής», όπως είπε κάποτε ο Νταγκ Χάμμερσκελντ, ο ανεπανάληπτος εκείνος οδοδείκτης της πνευματικής αποστολής των Ηνωμένων Εθνών. Φυσικά ως Γενικός Γραμματέας του Διεθνούς Οργανισμού, πλήρωσε τον φόρο του αίματός του. «Το δυσκολότερο απ’ όλα», έγραψε, «είναι να πεθάνεις σωστά».
Έχω την αίσθηση πως ο Χάμμερσκελντ δεν απευθυνόταν μονάχα προς τη συνείδηση των μετρίων διαδόχων του, αλλά και προς όλους εμάς, είτε μιλάμε για τα 50 χρόνια εισβολής και κατοχής είτε τα καταργούμε προμαντεύοντας.
Ελεύθερα, 21.7.2024
Πηγή: www.philenews.com