- Της Σμαράγδας Μιχαλιτσιάνου
Εκατόν δεκαεννέα χρόνια (14 Ιουνίου 1904) πέρασαν από τότε που έφυγε από τη ζωή ο Τηνιακός ζωγράφος Νικηφόρος Λύτρας, ο οποίος υποστήριζε, ότι «Η Τέχνη είναι ευεργέτης της ανθρωπότητος, ο δε καλλιτέχνης παρηγορητής».
Από τους μελετητές ο Λύτρας έχει αποκληθεί «γενάρχης και πατριάρχης» της ελληνικής τέχνης και είναι αυτός που είναι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο δημιουργός και δάσκαλος με καθαρά προσωπικές και γόνιμες διατυπώσεις.
Ο Νικηφόρος Λύτρας μαζί με τον Νικόλαο Γύζη και τον Κωνσταντίνο Βολανάκη συγκροτούν την τριανδρία των ζωγράφων της Σχολής του Μονάχου, που διαμόρφωσαν τη νεοελληνική ζωγραφική.
Ο Νικηφόρος Λύτρας γεννήθηκε το 1832 στον Πύργο της Τήνου. Ήταν γιος του λαϊκού μαρμαρογλύπτη Αντωνίου Λύτρα που μύησε τον Νικηφόρο στην τέχνη και ο οποίος ήταν επιστάτης κατά την ανέγερση του ανακτόρου του Όθωνα το 1839.
Από μικρός ο Νικηφόρος εκδήλωσε τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες και το 1850 έγινε δεκτός στο «Σχολείον των Τεχνών» (σημερινή Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) στην Αθήνα, όπου φοίτησε έως το 1856 με δασκάλους τον Ραφαέλο Τσέκολι, τους αδελφούς Μαργαρίτη και τον Λούντβιχ Τιρς (γνωστός και ως Λουδοβίκος Θείρσιος).
Ο Τιρς διέγνωσε το ταλέντο του και τον πήρε ως βοηθό του στην αγιογράφηση της Ρωσικής Εκκλησίας στην Αθήνα. Παράλληλα με το εικαστικό του έργο, που άρχισε ν’ αναγνωρίζεται και να βραβεύεται, ο Λύτρας δίδαξε στοιχειώδη γραφική στο «Σχολείο των Τεχνών».
Πιστεύοντας ότι «Η αγάπη προς το ωραίον είναι η γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου» όπως συνήθιζε να λέει ο Λύτρας φοίτησε από το 1860 έως το 1865 στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου, αρχικά ως κρατικός υπότροφος και μετά την έξωση του Όθωνα (1862) με τη συνδρομή του βαρώνου Σίμωνος Σίνα. Εκεί, με συμμαθητή τον Νικόλαο Γύζη, μαθήτευσε στα εργαστήρια του Μόριτς Σβιντ και του Καρλ φον Πιλότι.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα διορίστηκε καθηγητής στο «Σχολείον των Τεχνών», στο οποίο δίδαξε και το οποίο διηύθυνε έως τον θάνατό του. Μαθητές του υπήρξαν μεταξύ άλλων οι Ιωάννης Αλταμούρας, Νικόλαος Βώκος, Πολυχρόνης Λεμπέσης, Περικλής Πανταζής, Γεώργιος Ροϊλός και Γεώργιος Ιακωβίδης, ο οποίος τον διαδέχθηκε στην έδρα την οποία κατείχε στο «Σχολείο των Τεχνών».
Το 1873 επισκέφθηκε με τον φίλο του Νικόλαο Γύζη τη Μικρά Ασία (Σμύρνη και τις γύρω περιοχές), υπακούοντας στο γενικότερο πνεύμα του οριενταλισμού που χαρακτήριζε την εποχή του, και φιλοτέχνησε πολλά σκίτσα, τα οποία αξιοποίησε αργότερα. Την ίδια χρονιά έλαβε μέρος στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης.
Το 1876, πάλι με τον Γύζη, επισκέφτηκε το Μόναχο και το 1878 το Παρίσι, όπου εξέθεσε έργα του και τιμήθηκε με αργυρό μετάλλιο. Παράλληλα ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα και στην Ελλάδα, συμμετέχοντας το 1881 στην έκθεση της Οικίας Μελά, το 1888 στην Πανελλήνια του Ζαππείου, το 1896 στην Πανελλήνια που οργανώθηκε στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων, σε εκθέσεις του Παρνασσού κ.ά. Μετά το θάνατό του έργα του παρουσιάστηκαν σε διάφορες διοργανώσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, όπως η έκθεση “Η σχολή του Piloty 1858-1886”, που έγινε το 1909 στη γκαλερί Heinemann στο Μόναχο και η Διεθνής Έκθεση της Ρώμης το 1911. Το 1933 εξάλλου, η Σχολή Καλών Τεχνών οργάνωσε μεγάλη αναδρομική παρουσίαση του έργου του.
Η προσωπική του ζωή
Τον επόμενο χρόνο νυμφεύτηκε την Ειρήνη Κυριακίδη, κόρη εμπόρου από τη Σμύρνη, με την οποία απέκτησε έξι παιδιά (πέντε αγόρια κι ένα κορίτσι). Δύο από τους γιους του, ο Νικόλαος Λύτρας (1883-1927) και ο Περικλής Λύτρας (1888-1940), διακρίθηκαν ως ζωγράφοι, ενώ ο Λύσανδρος Λύτρας (1885-1921) ακολούθησε καριέρα ηθοποιού.
Ο ζωγράφος Νικηφόρος Λύτρας και τα έργα του
Ο Νικηφόρος Λύτρας υπήρξε από τους βασικότερους εκπροσώπους της Σχολής του Μονάχου. Αν και είχε γνωρίσει τον ιμπρεσιονισμό, παρέμεινε πιστός στην ακαδημαϊκή παράδοση και ασχολήθηκε με όλες σχεδόν τις θεματογραφικές περιοχές: προσωπογραφίες, νεκρές φύσεις, ιστορικές σκηνές και μυθολογικά θέματα. Το σημαντικότερο όμως μέρος του έργου του αποτέλεσαν οι ηθογραφικές παραστάσεις, τις οποίες εκείνος ουσιαστικά εισήγαγε στην ελληνική ζωγραφική και περιλαμβάνουν σκηνές από την ελληνική επαρχία και τον αστικό χώρο, την ελληνική οικογένεια και τον κόσμο του παιδιού, αλλά και θέματα από την Ανατολή. Ανανεωτής θεωρείται και στον τομέα της προσωπογραφίας, όπου είναι εμφανής η προσπάθεια ψυχολογικής διείσδυσης στην προσωπικότητα του εικονιζομένου. Εξαιρετικά σημαντική υπήρξε επίσης η διδακτική του προσφορά, επηρεάζοντας αποφασιστικά τις επόμενες γενιές με τη σαραντάχρονη σχεδόν διδασκαλία του στο Σχολείο των Τεχνών, στη διάρκεια της οποίας κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για την αναβάθμιση των σπουδών και την αναδιοργάνωση του καλλιτεχνικού τμήματος.
Ως δημιουργικός καλλιτέχνης, ο Νικηφόρος Λύτρας επιδόθηκε στην απεικόνιση ιστορικών σκηνών («Απαγχονισμός του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε’», «Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη», «Η Αντιγόνη εμπρός στο νεκρό Πολυνείκη» κ.ά ) – ως γνήσιος μαθητής του Πιλότι – και σε προσωπογραφίες (πορτρέτα του Όθωνα και της Αμαλίας, πολιτικών και μεγαλοαστών της Αθήνας), αλλά κύριο πεδίο του ήταν η ηθογραφία, η απεικόνιση της καθημερινής ζωής («Τα Κάλαντα», «Όρθρος», «Το αυγό της Λαμπρής», «Ο γαλατάς», «Ναυτικός που καπνίζει», «Σαρδελοπώλης», «Το φίλημα», «Επιστροφή από το πανηγύρι της Πεντέλης» κ.ά.).
Το φίλημα
Ο πασίγνωστος πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα με τον τίτλο «Το φίλημα» είναι έργο που ο καλλιτέχνης φιλοτέχνησε πριν από το 1878 και φυσικά υπακούει στο ηθογραφικό είδος· στην απεικόνιση της απλής, μικρής, κλειστής κοινωνίας. Στα χαρακτηριστικά του έργου επισημαίνουμε το φτωχό φθαρμένο πλακόστρωτο, την κρεμασμένη από το ταβάνι πλεξάνα με τα σκόρδα, τα σκόρπια ρούχα από το κοφίνι με τα ρούχα της μπουγάδας προφανώς, τα οποία, μαζί με την παντόφλα που έχει φύγει από το πόδι της κόρης, συνιστούν δείγμα της βιασύνης να προλάβει τον νέο που έφτασε στο παραθυράκι της. Όλα υποβάλλουν την αίσθηση μιας αόρατης παρουσίας. Είναι ο Έρωτας και η ψυχική ταραχή που έχει επιφέρει στην αγνή ψυχή της κόρης.
Το τέλος
Ο Νικηφόρος Λύτρας πέθανε τα ξημερώματα της 14ης Ιουνίου 14 Ιουνίου 1904 στην Αθήνα, σε ηλικία 72 ετών. Πιθανή αιτία θανάτου η δηλητηρίαση που του προκάλεσαν οι αναθυμιάσεις από τις χημικές ουσίες των χρωμάτων. Λίγους μήνες αργότερα, την έδρα του στο Σχολείο Καλών Τεχνών κατέλαβε ο παλαιός μαθητής του Γεώργιος Ιακωβίδης.
Έργα του εκτίθενται στην Εθνική Πινακοθήκη, στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας (συλλογή Κατσίγρα) και στην Πινακοθήκη Αβέρωφ στο Μέτσοβο.
Πηγές:
- Εθνική Πινακοθήκη
- San Simera
- max Mag