Οι κοινωνικο-ψυχολογικές συνέπειες της ανεργίας

Οι περισσότεροι μακροχρόνια άνεργοι, με την πάροδο του χρόνου αναπτύσσουν χαμηλό επίπεδο αυτοεκτίμησης και βρίσκονται σε μια συνεχόμενη κατάσταση φόβου και αγωνίας ή άγχους και στρες, με αποκορύφωμα την πυροδότηση καταθλιπτικών επεισοδίων.

by Times Newsroom

Στο άρθρο αυτό θα εξετάσουμε τις κοινωνικο-ψυχολογικές συνέπειες της ανεργίας. Θα προσπαθήσουμε τουλάχιστον να προσεγγίσουμε κάποιες διαστάσεις της εστιάζοντας στα άτομα εκείνα που ουσιαστικά αποκλείονται από την εργασία, που όπως γνωρίζουμε αποτελεί κι ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου.

Στο καπιταλιστικό σύστημα, έτσι όπως αυτό έχει διαμορφωθεί κυρίως τα τελευταία χρόνια, κι έτσι όπως αυτό προωθείται από τα μέσα παραγωγής, δηλαδή από τις πλουτοπαραγωγικές πηγές που «δίνουν» ή αν θέλετε «προσφέρουν» εργασία στους ανθρώπους, θα λέγαμε ότι πριμοδοτούνται κάποιες νέες μορφές απασχόλησης και/ή απασχολησιμότητας, και σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται η σοβαρότερη διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν.

Τα νέα αυτά εργασιακά μοντέλα διακρίνονται λόγου χάρη στην εποχιακή απασχόληση, στο ευέλικτο ωράριο χωρίς περιορισμούς, στα συμβόλαια της παραγωγικότητας, στα διαφορετικά συμβόλαια αμοιβής για τους εργαζομένους, όπου συνήθως πλήττονται οι γυναίκες, εφόσον λαμβάνουν χαμηλότερη αμοιβή, για τα ίδια ακριβώς προσόντα με τους άνδρες.

Συνεπώς, έχουμε περάσει από την πενθήμερη οκτάωρη πλήρη απασχόληση, στην τετράωρη, δηλαδή την ημιαπασχόληση, αλλά και στην «εκ περιτροπής» απασχόληση. «Εκ περιτροπής απασχόληση θεωρείται η απασχόληση κατά λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή κατά λιγότερες εβδομάδες το μήνα ή κατά λιγότερους μήνες το έτος ή συνδυασμός αυτών κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας» (www.gov.gr).

Όλα αυτά τα νέα καθεστώτα απασχόλησης και όλα αυτά τα μοντέλα που ξεκίνησαν από τη Δύση, με ταχείς ρυθμούς διαρκώς εξαπλώνονται παγκοσμίως σε όλες τις χώρες, και δημιουργούν κάποια επιμέρους προβλήματα, ίσως μεγαλύτερα ή περισσότερα από αυτά που υποσχέθηκαν ότι θα αντιμετωπίσουν και/ή θα επιλύσουν. Αυτά τα μοντέλα απασχόλησης θεωρείται ότι αποτελούν μονόδρομο για τις εργασιακές σχέσεις, αλλά το ζητούμενο εδώ έγκειται στο κατά πόσο εξυπηρετούν το Κεφάλαιο ή τους εργαζόμενους… Επίσης, ποιες είναι οι κοινωνικο-ψυχολογικές συνέπειες για τα άτομα που προσπαθούν να προσαρμοστούν σε αυτά τα μοντέλα απασχόλησης.

Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, προφανώς η ημι-απασχόληση, αλλά και η περιστασιακή εργασία, προσφέρουν πολύ χαμηλότερες αποδοχές, και δεν είναι αυτονόητο ότι αποτελούν πάντα ελεύθερες επιλογές, αλλά λύσεις ανάγκης, ειδικά όταν ο/η εργαζόμενος/η εξαναγκάζεται να αλλάξει τη σύμβαση από πλήρους, σε μερική απασχόληση, ή εκ περιτροπής εργασία κοκ, προκειμένου να μην απολυθεί.

Μπροστά στο δίλημμα: «εκ περιτροπής απασχόληση» ή «απόλυση» τι επιλέγει κανείς; Πόσο εύκολο ή πόσο δύσκολο είναι να επιλέξει κανείς; Ακόμη, πώς επιβιώνει κανείς όταν ξαφνικά θα περικοπεί το μισό ή και παραπάνω από το μισό του μισθού του; Με ποιο τρόπο το άτομο μπορεί να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί το στρες που προκύπτει από μια τέτοια δύσκολη κατάσταση;

Προφανώς, το πρόβλημα της ανεργίας θα πρέπει να ιδωθεί και να αντιμετωπιστεί διεπιστημονικά, δηλαδή με τη συμμετοχή, τη συμβολή και τη συνεργασία πολλών ειδικοτήτων και επιστημονικών κλάδων, όπως λόγου χάρη, κοινωνιολόγων, ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών, καθώς και επιστημόνων με εξειδίκευση στη διοίκηση/διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού.

Πέραν αυτών των μοντέλων απασχολησιμότητας που αναφέραμε, οφείλουμε να σημειώσουμε και τη μορφή της αποκαλούμενης «μαύρης» εργασίας, δηλαδή της αδήλωτης, της ανασφάλιστης εργασίας, που κι αυτή διαδραματίζει έναν σοβαρό ρόλο στη συμπίεση των μισθών προς τα κάτω, με αποτέλεσμα να πλήττονται κάποιες εργασιακές κατακτήσεις και εργασιακά δικαιώματα.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η οπτική του Πιέρ Μπουρντιέ για τα άτομα που προέρχονται από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Ο Μπουρντιέ στο έργο του «Διάκριση», διαπραγματεύεται το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό κεφάλαιο καθορίζοντας τη διάκριση των κοινωνικών τάξεων, με βάση αυτά. Το οικονομικό κεφάλαιο περιλαμβάνει τα κληρονομημένα κυρίως υλικά αγαθά που προέρχονται από την οικογένεια, το κοινωνικό κεφάλαιο περιλαμβάνει το επάγγελμα, την κοινωνική τάξη, το φύλο, την ηλικία και την καταγωγή, δηλαδή συμβολικούς και πραγματικούς πόρους που αφορούν διάφορα δίκτυα. Το πολιτισμικό κεφάλαιο περιλαμβάνει τις γνώσεις του ατόμου, τη μουσική, την κουλτούρα, τη γλώσσα, τις προδιαθέσεις και τη συμπεριφορά. Το κατεχόμενο επάγγελμα μπορεί να προϋποθέτει είτε τη συντήρηση είτε την αύξηση του πολιτισμικού κεφαλαίου (Μπουρντιέ, 2018).

Με απλά λόγια, τα άτομα που προέρχονται από τα οικονομικά αδύναμα στρώματα, δεν έχουν την οικονομική δύναμη προκειμένου να υποστηρίξουν μια καλύτερη εκπαίδευση-μόρφωση, να αποκτήσουν περισσότερα εφόδια , να πληρώσουν σεμινάρια – μεταπτυχιακά κοκ, έτσι ώστε να μπορέσουν να εξελιχθούν και να οδηγηθούν σε μία κοινωνική ανέλιξη. Πώς θα μπορούσε άλλωστε ένα άτομο που δεν έχει λάβει τα εφόδια που θα απαρτίζουν ένα πλούσιο βιογραφικό να είναι ανταγωνιστικό ούτως ώστε να βελτιώσει την κοινωνική και οικονομική του κατάσταση;

Από την άλλη, παρά τις οικονομικές αντιξοότητες, μια μειοψηφία, καταφέρνει να αποκτήσει πτυχία, αλλά όμως τα πτυχία αυτά στις μέρες μας δεν έχουν το ίδιο αντίκρισμα στην αγορά εργασίας που είχαν παλιότερα. Το φαινόμενο αυτό ο Μπουρντιέ το περιέγραψε ως ένα είδος «εξαπάτησης» της νέας γενιάς. Συνεπώς, διαπιστώνεται ένα σοβαρό πλήγμα στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου, καθώς και ένας σοβαρός αντίκτυπος σε όλο το πλέγμα των ανθρώπινων σχέσεων, εφόσον τα άτομα των χαμηλών οικονομικά στρωμάτων, παρά τις προσπάθειές τους, οδηγούνται σε μια «ανελιξιακή πλάνη». Το αποτέλεσμα όλου αυτού του αναπτυξιακού μοντέλου του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος, είναι η δημιουργία μιας νέας ομάδας ή τάξης ανθρώπων, των επονομαζόμενων: «εργαζόμενων φτωχών» (working poors). Ως εκ τούτου, η αναζήτηση λύσης στις μέρες μας είναι επιτακτική.

Το πρόβλημα της ανεργίας, οπωσδήποτε είναι ατομικό, αλλά πρωτίστως είναι πολιτικό! Δυστυχώς, ο πολιτικός λόγος αντί να προσανατολιστεί στο πώς θα τονωθεί η απασχόληση, πλέον αναφέρεται στην «απασχολησιμότητα». Οι πραγματικά κοινωνικά και οικονομικά αποκλεισμένοι άνθρωποι, οι άνεργοι, μερικές φορές, εξωθούνται σε φαινόμενα βίας και/ή εγκληματικότητας, επίσης, στα ναρκωτικά και στο κοινωνικό περιθώριο. Διαπιστώνεται ένας φαύλος κύκλος, όπου το άτομο δεν μπορεί να ξεφύγει από τη δυσμενή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει και αυτό αντικατοπτρίζεται στους λεγόμενους «μακροχρόνια» ανέργους, οι οποίοι βρίσκονται για εξαιρετικά μεγάλες χρονικές περιόδους σε κατάσταση ανεργίας, ακόμη και για πολλά χρόνια.

Όπως είναι εύλογα αντιληπτό, οι συνέπειες επηρεάζουν την ψυχοσωματική υγεία αυτών των ατόμων, εφόσον η οικονομική ανέχεια ενός μακροχρόνια ανέργου ατόμου δεν του επιτρέπει να έχει πρόσβαση στην Ιδιωτική ή ακόμη και στη Δημόσια Υγεία. Επιπροσθέτως, η ποιότητα των τροφών που καταναλώνει ένα άνεργο άτομο είναι εξαιρετικά χαμηλή, ενώ μια μεγάλη μερίδα δεν μπορεί να μετακινηθεί με τα ΜΜΜ, για την αναζήτηση εργασίας, αλλά ακόμη χειρότερα δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν για τις υπηρεσίες τηλεφώνου και διαδικτύου, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αναζητήσουν αγγελίες εργασίας στο διαδίκτυο, ούτε να αποστείλουν το βιογραφικό τους.

Οι περισσότεροι μακροχρόνια άνεργοι, με την πάροδο του χρόνου αναπτύσσουν χαμηλό επίπεδο αυτοεκτίμησης και βρίσκονται σε μια συνεχόμενη κατάσταση φόβου και αγωνίας ή άγχους και στρες, με αποκορύφωμα την πυροδότηση καταθλιπτικών επεισοδίων. Η κατάθλιψη συνδέεται με τα αισθήματα ανημπόριας ή όπως το περιέγραψε ο Seligman, με την «μαθημένη αβοηθησία» (learned helplessness). Δηλαδή, ο μακροχρόνια άνεργος, πιστεύει πως όσο κι αν προσπαθήσει, δε θα μπορέσει να ξεφύγει από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται κι έτσι τείνει να μην κάνει τίποτα… και με την πάροδο του χρόνου, παραιτείται.

Αυτή η παραίτηση δεν έρχεται ξαφνικά, αλλά αποτελεί το τελευταίο στάδιο, αν φυσικά χωρίσουμε νοερά την πορεία του μακροχρόνια ανέργου ατόμου σε στάδια. Έτσι, στα δύο πρώτα στάδια, του «ρεαλισμού-ελπίδας» και της «αποφασιστικότητας», το άνεργο άτομο, προσπαθεί να βρει με ζέση και όρεξη κάποια εργασία, συχνά έχει και την υποστήριξη από το οικογενειακό του περιβάλλον, το οποίο φροντίζει για τα έξοδά του. Βλέποντας όμως ότι όσα βιογραφικά κι αν έχει στείλει και από όσες συνεντεύξεις κι αν έχει περάσει, παραμένει άνεργο και δεν έρχεται η πολυπόθητη πρόσληψη, τότε επέρχεται σιγά σιγά το επόμενο στάδιο της «απογοήτευσης», όπου το άτομο αρχίζει να αισθάνεται ντροπή που ακόμη δεν έχει καταφέρει να βρει εργασία, επίσης, αισθάνεται αναξιότητα, απόρριψη, θλίψη, και η οικογένεια αρχίζει να μεταδίδει το άγχος γι’ αυτό που συμβαίνει και εφόσον περνάνε τα χρόνια, τότε το άνεργο άτομο εισέρχεται στο στάδιο της «παραίτησης», όπου υπάρχει παθητικότητα, και έχει επέλθει πλήρης ηθική και ψυχολογική κατάρρευση, κυριαρχούν αισθήματα εξάρτησης από τους άλλους και το άνεργο άτομο έχει εναποθέσει τις ελπίδες του στους άλλους αντί για τον εαυτό του. Το αίσθημα αδιεξόδου παγιώνεται και δεσπόζουν οι αυτόματες αρνητικές σκέψεις, για τον ίδιο τον εαυτό, για τους άλλους και για το μέλλον. Τα αισθήματα ανημπόριας και οι σκέψεις παραίτησης, οδηγούν το άτομο στο να κλείνεται στον εαυτό του, να έχει αυξημένο θυμό και αισθάνεται ότι πλέον η ζωή έχει χάσει το νόημά της. Η απογοήτευση, η μοναξιά, ο φόβος, η έλλειψη ικανοποίησης, είναι έκδηλα και θα λέγαμε ότι για να στηριχθεί ο άνεργος δεν αρκούν κάποια προγράμματα συνήθως εκμάθησης νέων δεξιοτήτων ή κάποια επιδόματα, που σαφώς μπορούν να προσφέρουν έστω και παροδικά ανακούφιση και αναπτέρωση του ηθικού. Σίγουρα το άνεργο άτομο θα πρέπει να ιδωθεί ως ένα ψυχοσωματικό ον, το οποίο έχει περισσότερο ανάγκη από ψυχολογική και ηθική υποστήριξη.

Πηγές:

__________________________________________________________

Κουραβάνας Νικόλαος, Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc.

Posted by Κουραβάνας Νικόλαος- Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγοι, MSc

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com