Πέτερ Στάιν: Φολκλόρ η αρχαία τραγωδία για τους Έλληνες σκηνοθέτες

Ο Πέτερ Στάιν ομολογεί, ότι ποτέ δεν του άρεσε η προσέγγιση των Ελλήνων σκηνοθετών στην αρχαία τραγωδία.

Μια καλλιτεχνική συνεργασία, που σίγουρα θα συζητηθεί και εκτός των τειχών, φέρνει τον Απρίλιο του 2023, στην Κεντρική Σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, τον διεθνούς φήμης σκηνοθέτη Πέτερ Στάιν, ο οποίος θα σκηνοθετήσει τον «Μισάνθρωπο» του Μολιέρου, με αφορμή τα 400 χρόνια από τη γέννηση του θεατρικού συγγραφέα.

Άλλωστε αυτή ήταν η απασχόληση της σκέψης ή και της δραστηριότητας του καλλιτεχνικού διευθυντή του Δ.Π.Θ Λευτέρη Γιοβανίδη για συνεργασίες με μεγάλα ονόματα και θέατρα του εξωτερικού από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντά του.

Τον Αλσέστ θα ερμηνεύσει, ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, ρόλος-σταθμός της κλασικής δραματουργίας.

Ο Πέτερ Στάιν, λάτρης της Ελλάδας και τις αρχαίας τραγωδίας, επίτιμος διδάκτορας θεατρικών σπουδών του πανεπιστημίου Αθηνών, θα κάνει τη δική του ανάγνωση στην κωμωδία τού Μολιέρου, που επικρίνει με δριμύτητα την υποκριτική ευγένεια και την ανέντιμη κολακεία.

Ο ερχομός του μεγάλου δημιουργού μου θύμισε τη συνέντευξη που ακολουθεί και μου είχε παραχωρήσει στους Δελφούς…

  • Συνέντευξη στη Σμαράγδα Μιχαλιτσιάνου

Η ζωή του Πέτερ Στάιν ταυτίζεται με την «Ορέστεια». Και είναι μοιραίο, αφού χρησιμοποίησε υλικές και πνευματικές δυνάμεις για την επίτευξη του σκοπού, και συνεχίζει την έρευνα πάνω στο μεγάλο κείμενο του Αισχύλου.

Ο διάσημος Δυτικογερμανός σκηνοθέτης βρέθηκε κοντά μας. Τον ανταμώσαμε στους Δελφούς, όπου συμμετείχε στην Ε΄ Διεθνή Συνάντηση Αρχαίου Ελληνικού Δράματος.

Άτομο με έντονη προσωπικότητα, σνομπ για όσους δεν του αρέσουν, με δύο μάτια που διεισδύουν στην ψυχή των συνομιλητών του και που ώρες-ώρες τα κρύβει πίσω από τα μικρά ασημένια γυαλάκια του, μιλάει σαν δάσκαλος…

Ο Πέτερ Στάιν ομολογεί, ότι ποτέ δεν του άρεσε η προσέγγιση των Ελλήνων σκηνοθετών στην αρχαία τραγωδία.

«Νομίζω, ότι πρόκειται για μία τουριστική αηδία στο 99 τοις εκατό» δήλωσε στο «Έθνος» .

Το λόγο τώρα έχει ο μεγάλος δημιουργός, που κάτω από την σκηνοθετική του μπαγκέτα μας μεταφέρει τις περιπλανήσεις του στον κόσμο της «Ορέστειας».

«Άρχισα να δουλεύω την τριλογία του Αισχύλου πριν από πολλά χρόνια. Η πρεμιέρα της παράστασης δόθηκε το ΄80 στο δυτικό Βερολίνο. Συνέχισα να εργάζομαι πάνω στην «Ορέστεια» για μεγάλο διάστημα. Η τελευταία παράσταση ήταν το ΄85 στο Θέατρο Πέτρας στην Πετρούπολη. Μετά απ’ αυτήν αποφασίσαμε να συνεχίσουμε αυτό το μεγάλο έργο, που έχει την ιδιαιτερότητα των δύο χορών, του ανδρικού και του γυναικείου. Όταν έχεις ηθοποιούς, που μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τον Χορικό λόγο, είναι κρίμα να μην προχωρήσεις. Άρχισα να σκέφτομαι, πως θα μπορούσα να ασχολούμαι με την «Ορέστεια», που είναι ένα πλούσιο έργο και θα μπορείς να δουλεύεις όλη σου τη ζωή με αυτό. Κάνοντας αλλαγές υποκλέπτεις καινούργιες εμπειρίες.»

  • Και στην προσπάθειά σας να συνεχίσετε, σκεφθήκατε την πρόταση που σας είχαν κάνει εδώ και 15 χρόνια οι Σοβιετικοί;

Είναι αλήθεια. Δεν ξέρω γιατί, πιθανόν να ήξεραν τη δουλειά μου και να τους άρεσε. Στους ανθρώπους του θεάτρου βέβαια, όχι στο κοινό. Στη Σοβιετική Ένωση έχει αλλάξει το πολιτιστικό και καλλιτεχνικό σκηνικό. Έτσι είδα μία πιθανότητα να δουλέψω εκεί, γιατί σαν καλλιτέχνης χρειάζεσαι ελευθερία. Αν δεν στην παρέχουν, είσαι αναγκασμένος να δουλεύεις κάτω από το τραπέζι. Πρότεινα λοιπόν, την «Ορέστεια», κι αυτό γιατί δεν έχει ξαναγίνει μέχρι τώρα στην Σοβιετική Ένωση. Κι είναι μία πρόκληση το να το κάνεις εσύ πρώτη φορά. Από την άλλη εκτιμώ πολύ τους Σοβιετικούς ηθοποιούς. Είναι δυναμικοί και αφοσιωμένοι στη δουλειά τους.

  • Σε αυτή την παράσταση θα συνεργαστείτε με τον Διονύση Φωτόπουλο;

Ο Διονύσης ενδιαφέρεται για τη δουλειά μας. Έχει έρθει συχνά να τη δει στο Βερολίνο και μας βοήθησε να βρούμε χώρο στην Ελλάδα να την ανεβάσουμε. Με όλα αυτά δημιουργήθηκε ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Θεώρησα, λοιπόν, καλό να επιμεληθεί ο Διονύσης την αρχιτεκτονική και την σκηνική άποψη. Μας παραχώρησαν ένα πολύ μεγάλο χώρο μέσα στη Μόσχα, όπου εμείς θα κατασκευάσουμε την ορχήστρα, τις κερκίδες και ό,τι άλλο είναι αναγκαίο.

  • Γιατί όταν δώσατε παράσταση στη χώρα μας, επιλέξατε την Πέτρα και όχι την Επίδαυρο;

Γιατί η Επίδαυρος για μένα είναι πολύ μεγάλη. Επίσης πολύ μνημειακή. Δεν έχει να κάνει τίποτα με τον Αισχύλο. Ο μεγάλος τραγικός δεν ανέβασε ποτέ παράσταση σε τέτοιο θέατρο. Γι’ αυτό θα ανασκευάσουμε τις αυθεντικές συνθήκες, κι αυτό που χρειαζόμαστε είναι η δουλειά ενός αρχιτέκτονα.

  • Πώς κρίνετε την προσέγγιση των Ελλήνων σκηνοθετών στην αρχαία τραγωδία;

Νομίζω, ότι πρόκειται για μία τουριστική αηδία στο 99 τοις εκατό. Οι Έλληνες σκηνοθέτες τα έχουν κάνει όλα. Έχω δει πολλές παραστάσεις ελληνικές. Ούτε είναι το θέμα, αν το κάνεις με παραδοσιακό, μεταμοντέρνο ή μετατηλεφωνικό τρόπο. Η όλη προσέγγιση είναι βασικά επιπόλαιη και αυτό είναι ένα πρόβλημα με τους ανθρώπους του θεάτρου, που είναι συνήθως ηλίθιοι. Και τα αποτελέσματα είναι τραγικά, όταν είσαι ηλίθιος. Δεν μιλάω μόνο για τους Έλληνες κι οι Γερμανοί το ίδιο είναι. Οι Έλληνες έχουν κι αυτά τα φανταστικά θέατρα, αλλά δεν καταλαβαίνουν, ότι έχουν γίνει γι’ αυτό το λόγο. ‘Ίσως τώρα αρχίζουν να το νιώθουν. Έτσι κι αλλιώς το θέατρο είναι μία βρώμικη τέχνη.

  • Το λέτε εσείς αυτό;

Ναι! Λειτουργούμε σαν πίθηκοι που μιμούνται τα πάντα. Μόνον όταν υπάρχει πειθαρχία το πράγμα γίνεται διασκεδαστικό και ενδιαφέρον. Η μίμηση θυμίζει νηπιαγωγείο. Το ενδιαφέρον για το θέατρο είναι, ότι είναι παραδοξολογικό. Υπάρχουν όμως από τη μία η απόλυτη ελευθερία και η ηλιθιότητα και από την άλλη η πειθαρχία, η ευφυΐα και η ακρίβεια. Έτσι μπορείς να δεις δουλειές από αστείες έως ηλίθιες και από την άλλη πολύ καλά δομημένες δουλειές.

  • Είδατε την «Ορέστεια» του Χανς Γκίντερ Χάιμε, που παρουσιάστηκε την πρώτη μέρα της Συνάντησης;

Όχι δεν την είδα. Το ενδιαφέρον, όμως, με τον Χάιμε είναι, ότι του έχουν γίνει έμμονη ιδέα οι Έλληνες. Έχει κάνει τις καλύτερες δουλειές του με ελληνικές τραγωδίες στο παρελθόν.

  • Σας απασχολούν ιδιαίτερα τα κοστούμια και τα εξωτερικά στοιχεία μιας παράστασης;

Όχι, αλλά είναι ένα πρόβλημα σημαντικό, αφού ανήκουν στα στοιχεία εκείνα της τραγωδίας, που έχουν χαθεί για πάντα. ‘Έτσι ό,τι και να προτείνεις, μοντέρνο στυλ, παλιό στυλ, αφρικάνικο στυλ, καταντάει σχεδόν πάντα γελοίο. Ακόμα κι αν προτείνετε ένα τελείως διαφορετικό στυλ, υπάρχει πάλι ο κίνδυνος να βγει γελοίο. Προσωπικά, ακολουθώ την τακτική, να κλείνω τα μάτια, πού και πού για να ευχαριστηθώ μία παράσταση.

  • Θα προτείνατε ίσως γυμνούς ηθοποιούς;

Όχι, αυτό θα ήταν το χειρότερο. Θα είχα συνεχώς τα μάτια μου στα στήθη των γυναικών. Είμαι σεξιστής βλέπετε…

  • Θα συνεργαζόσαστε με την Μελίνα Μερκούρη στο εξής, που δεν θα είναι τόσο πολυάσχολη;

Δε νομίζω. Δουλεύω εκτός Γερμανίας κατ’ εξαίρεση. Η Μελίνα δεν μιλάει ρωσικά, ούτε ιταλικά και σε καμία περίπτωση γερμανικά. Το να διαλέξεις ηθοποιούς είναι κάτι πραγματικά περίπλοκο. Η Μελίνα μού αρέσει! Είναι κι ένα σύμβολο της νιότης μου.

  • Για ποιο λόγο αποχωρήσατε από τον «Προμηθέα Δεσμώτη» κατά Πάνικαρ από το Ινδικό Θέατρο Σόπαναμ στο αρχαίο Στάδιο των Δελφών;

Γιατί βαρέθηκα τρομερά. Αν κι δεν είναι πολύ ευγενική συμπεριφορά απέναντι σε συναδέλφους που δουλεύουν πολύ σκληρά, μου δόθηκε η εντύπωση, ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν δουλέψει όσο σκληρά θα έπρεπε. Το πρόβλημα της παράστασης δεν ήταν, αν ήταν όντως ο Προμηθέας. Το πρόβλημα ήταν, ότι ήταν κακό θέατρο.

  • Ποιο θέμα θα αναπτύξετε στην εισαγωγή σας;

Δεν πρόκειται να βγάλω κανένα λόγο. Θα κάτσω στο τραπέζι και θα ζητήσω να συζητήσουμε. Είμαι άνθρωπος του θεάτρου και όχι καθηγητής Πανεπιστημίου. Θα προτιμούσα, ίσως να είμαι καθηγητής ή συγγραφέας, αλλά δεν είμαι αρκετά δυνατός για κάτι τέτοιο.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com