Το project Youths έχει σκοπό να δώσει τη δυνατότητα και την οφειλόμενη ευκαιρία σε νέους/ες δημιουργούς που δεν έχουν ακόμα πραγματοποιήσει ατομική έκθεση σε γκαλερί να δείξουν τη δουλειά τους μέσα από μια ομαδική έκθεση που είναι επικεντρωμένη στις δικές τους ιδέες και στο δικό τους έργο. Μετά από το εξαιρετικά επιτυχημένο Youths της περσινής χρονιάς, στο χώρο τέχνης Space 52, με δέκα συμμετέχοντες /ουσες, ο επιμελητής και μουσειολόγος Δημήτρης Τρίκας συστήνει φέτος δεκατρείς καλλιτέχνες, καλλιτέχνιδες και καλλιτεχν@ μέσα από το project Youths II με τίτλο τη φράση του Βρετανού θεωρητικού του πολιτισμού, συγγραφέα και μουσικοκριτικού Μαρκ Φίσερ «Κανείς δεν βαριέται, απλώς όλα είναι βαρετά», σκέψη που αποτυπώνει και ερμηνεύει κριτικά και εύστοχα την εποχή μας, και ιδιαίτερα τη λειτουργία του καπιταλιστικού κυβερνοχώρου και της κυρίαρχης κουλτούρας στις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα. Στόχος μας είναι να συνεχίσουμε να παρουσιάζουμε νέους/ες καλλιτέχνες/ιδες και να αναδεικνύουμε τη δουλειά τους, με τη βεβαιότητα, μετά από ενδελεχή έρευνα και πολλές επισκέψεις στα ατελιέ τους , ότι το προτεινόμενο project έχει νόημα και αξία.

melancholyuntamed Σοφία Δαμουλή-Πλαϊνή
Οι δεκατρείς καλλιτέχνες/νιδες/@ που συμμετέχουν στο project YOUTHS II, εξετάζουν με ευφάνταστους, δημιουργικούς τρόπους και σύγχρονη γλώσσα τις σχέσεις πραγματικού και ψηφιακού κόσμου, τέχνης και τεχνολογίας, αλήθειας/αληθοφάνειας και ψεύδους/ψευδαίσθησης. Χτίζουν τη δική τους πραγματικότητα με γήινες υλικότητες αλλά και χωρίς να φοβούνται τα ψηφιακά μέσα, για να συγκροτήσουν μια άλλη κοσμολογία. Έναν κόσμο χειροπιαστό και χειροποίητο χωρίς την επιφανειακή λάμψη και μακριά από την πληκτική ομογένεια του «σήμερα» που θέλει να φαντάζει μονόδρομος…

Κώστας Κοϊνός_
Η έκθεση πραγματοποιείται με την υποστήριξη του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας Δήμου Αθηναίων και σε συνεργασία με την ΑΜΚΕ «Ομάδα Θεάματος Η Άλλη Πλευρά».
Συντελεστές:
- Επιμέλεια- Ιδέα: Δημήτρης Τρίκας
- Συμμετέχουν: Σοφία Βλάχου, Δημήτρης Γερούκαλης, Kildi Drasa, Εριφύλη Θεοφίλου, Αναστάσης Καρράς, Κώστας Κοϊνός, Δiμiiτρiii, Shekine Naidi, Δημήτρης Νεβεσκιώτης, Ανδριάννα Παναγιωτάκη, Σοφία Πλαϊνη-Δαμουλή, Βαγγέλης Σάββας, Γιάννης Τούρλας
- Βοηθός Επιμέλειας: Ελπίδα Χαρίτου

Δημήτρης Νεβεσκιώτης
Επιμελητικό Κείμενο:
Στη σκέψη και τα γραπτά του Άγγλου θεωρητικού του πολιτισμού Μαρκ Φίσερ μπορεί κάποιος να διακρίνει τρία σημεία για την καλύτερη κατανόηση του κόσμου (μας):
Πρώτον, η τεχνολογία συνεχίζει να εξελίσσεται όπως σε όλες τις ιστορικές περιόδους του ανθρώπου, στην εποχή μας όμως αυτό που συμβαίνει και καταγράφεται είναι ότι η τεχνολογία έχει αποσυνδεθεί από την πολιτισμική μορφή και διάσταση της ανθρώπινης δραστηριότητας. Όπως περιγράφει την παρούσα κατάσταση ο Φίσερ, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η εποχή μας χαρακτηρίζεται από την μεγεθυμένη απόκλιση «ανάμεσα στην τεχνολογική πρόοδο και στην επιβράδυνση, την στασιμότητα και την οπισθοδρόμηση της κουλτούρας». Η τεχνολογία σπανίως συμβάλει πλέον στην έκρηξη της δημιουργικότητας του υποκειμένου. Ο μόνος τρόπος που κάνει αισθητή την παρουσία της είναι στο πεδίο της διανομής και της κατανάλωσης. Το κλου της εποχής είναι το downloading και το web 2.0 αλλά εξαντλούνται απλά σε νέους τρόπους πρόσβασης στην κουλτούρα και όχι στη δημιουργία της. Οι καινοτομίες αυτές λειτουργούν παρασιτικά πάνω στα παλιά μέσα, επισημαίνει ο Φίσερ και γράφει με το σαρκασμό που αξίζει στην εποχή μας: “Ο νόμος του Web 2.0 είναι ότι τα πάντα επιστρέφουν, είτε πρόκειται για διαφημίσεις, είτε για δημόσια τηλεοπτικά σποτ, είτε για ξεχασμένες τηλεοπτικές σειρές: η ιστορία συμβαίνει τη μία φορά ως τραγωδία και την άλλη ως βίντεο στο You Tube”!… (Μαρκ Φίσερ, Η ακύρωση του μέλλοντος, σ. 134-136, μτφ. Αλέξανδρος Παπαγεωργίου. Εκδόσεις Αντίποδες. Αθήνα. 2025).

Δημήτρης Γερούκαλης

Ανδριάννα Παναγιωτάκη

Εριφύλη Θεοφίλου
Δεύτερον, ποτέ δεν βιώνουμε τα γεγονότα σε πραγματικό χρόνο, καθώς είμαστε υπερβολικά απασχολημένοι με την καταγραφή τους.
Ζούμε το σύνδρομο της μεγάλης ευκρίνειας. Στην πραγματικότητα βλέπουμε τα ίδια πράγματα όπως παλιά μόνο που τώρα είναι πιο φωτεινά, πιο γυαλιστερά. Το λαμπερό, το απαστράπτον, το τέλεια καθαρό, αντικαθιστά και υποκαθιστά το νόημα, το λούστρο κρύβει το δέρμα. Τα γρέζια, οι ρωγμές, τα εξογκώματα, οι σχισμές εξοβελίζονται στη χώρα της «ασχήμιας» και το «άσχημο» δεν είναι αποδεκτό από το κυρίαρχο αφήγημα. Το «άσχημο», το παράταιρο, το θαμπό ή το σκοτεινό περνούν στην παρανομία της κρατικής αισθητικής. Η λαμπερή, χρωματιστή και συγκαλυμμένα ανέμελη νέο-pop κερδίζει την προσοχή της αγοράς και το βλέμμα του ανθρώπου- ομοιώματος, αλλά στο τέλος του party όλα είναι ακόμα πιο βαρετά. Το μη νόημα είναι βαρετό. Η ομογενοποίηση των πάντων είναι βαρετή. Οι επιθυμίες και η εκπλήρωση τους είναι η απόλυτη επιτυχία του νέο- φιλελεύθερου ατόμου αλλά η επιβεβλημένη ομοιογένεια καταργεί τις πραγματικές επιθυμίες αφήνοντας ελεύθερη στον αέρα να πλανάται μόνον η επιθυμία «να είμαι κι εγώ σαν τους άλλους»… επιτυχημένος/η/ο.
Τρίτον, αν στο φορντικό σύστημα παραγωγής του καπιταλισμού κυριαρχούσε η πλήξη- από την ατέρμονα επανάληψη των κινήσεων και η εργασιακή και κοινωνική ασφάλεια ήταν παρεπόμενο της ομοιομορφίας που αγαπούσε η σοσιαλδημοκρατική γραφειοκρατία, στον νεοφιλελευθερισμό που ήρθε να κυριαρχήσει ανά την υφήλιο μετά την μεγάλη κρίση της δεκαετίας του ΄70, πρωταγωνιστεί το άγχος! Ο Φίσερ διατυπώνει εφευρετικά το αποτέλεσμα της ιδεολογικής σύγκρουσης νεοφιλελευθερισμού- σοσιαλδημοκρατίας στο τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα: “οι νεοφιλελεύθεροι έσπευσαν να συνδέσουν τα φορντικά εργοστάσια καθώς και τη σταθερότητα και την ασφάλεια της σοσιαλδημοκρατίας, με την ανία, την προβλεψιμότητα και τη γραφειοκρατική ιεραρχία. Αντί γι΄ αυτά οι νεοφιλελεύθεροι προσέφεραν τον ενθουσιασμό και το απρόβλεπτο- αλλά το μειονέκτημα αυτών των νέων ρευστών συνθηκών ήταν το διαρκές άγχος. Το άγχος είναι η συναισθηματική κατάσταση που σχετίζεται με την οικονομική, κοινωνική, υπαρξιακή επισφάλεια την οποία έχει κανονικοποιήσει η νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση”. Την ίδια ώρα η αντίστοιχη κουλτούρα εξατομικεύει ή ιδιωτικοποιεί αν προτιμάτε, την κατάθλιψη και το άγχος μετατρέποντας τους πολιτικούς και οικονομικούς ανταγωνισμούς σε ιατρικές παθήσεις για τις οποίες μάλιστα υπεύθυνο είναι το (αδύναμο και ανεπαρκές) άτομο!… Στο σημείο αυτό δύο τρεις σκέψεις ακόμα φωτίζουν εξαιρετικά το πεδίο: Από τη μία στο εντατικό περιβάλλον 24/7 του καπιταλιστικού κυβερνοχώρου ο εγκέφαλος δεν έχει πλέον το χρόνο να είναι αδρανής. Αντίθετα κατακλύζεται από μια αδιάλειπτη ροή χαμηλού επιπέδου ερεθισμάτων (ίδιο, σ.82). Ο σύγχρονος καπιταλισμός εξάλειψε την πλήξη αλλά όχι και το βαρετό. Αντίθετα, το βαρετό είναι παντού. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε εγκαταλείψει την προσδοκία να εκπλαγούμε ευχάριστα από την κουλτούρα, ακόμα και την αυτοπροσδιοριζόμενη ως πειραματική και πολύ περισσότερο από τη λαϊκή/pop κουλτούρα. Είτε πρόκειται για τη μουσική, είτε για τον χολιγουντιανό κινηματογράφο με τα κυριαρχικά μπλοκμπάστερ του και φυσικά την τηλεόραση είτε ακόμα για το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης τέχνης, το τετριμμένο, το κοινότυπο, το επαναλαμβανόμενο, το στερεοτυπικό και εν τέλει το βαρετό είναι παντού. Όπως παρατηρεί ο Φίσερ «κινούμαστε ακατάπαυστα μέσα στο βαρετό, αλλά το νευρικό μας σύστημα δέχεται τόσα ερεθίσματα που δεν έχουμε ποτέ την πολυτέλεια να νιώσουμε βαρεμάρα. Κανείς δεν βαριέται, απλώς όλα είναι βαρετά»…
Οι δεκατρείς καλλιτέχνες/νιδες/@ που συμμετέχουν στο project YOUTHS II, εξετάζουν με ευφάνταστους, δημιουργικούς τρόπους και σύγχρονη γλώσσα τις σχέσεις πραγματικού και ψηφιακού κόσμου, τέχνης και τεχνολογίας, αλήθειας/αληθοφάνειας και ψεύδους/ψευδαίσθησης. Χτίζουν τη δική τους πραγματικότητα με γήινες υλικότητες αλλά και χωρίς να φοβούνται τα ψηφιακά μέσα, για να συγκροτήσουν μια άλλη κοσμολογία. Έναν κόσμο χειροπιαστό και χειροποίητο χωρίς την επιφανειακή λάμψη και μακριά από την πληκτική ομογένεια του «σήμερα» που θέλει να φαντάζει μονόδρομος…
Η Σοφία Βλάχου με την βιντεοπροβολή “Soseol” (Σοσόλ) διερευνά τη σχέση σωματικότητας και ψηφιακότητας με όχημα τις τελετουργίες. Τα τελετουργικά δρώμενα είναι χορογραφίες και διαδικασίες του σώματος· δημιουργούν έναν ενσώματο δεσμό. Η ψηφιοποίηση, αντιθέτως, καταργεί αυτόν τον δεσμό, αναιρώντας τη φυσική σύνδεση, δημιουργεί ωστόσο ένα καινούργιο, διαφορετικό πλαίσιο. Στο βίντεο, παρατηρούμε μια Μουντάν (Κορεάτισσα σαμάνα) να εκτελεί ένα κουτ (σαμανικό τελετουργικό) για έναν συγκεκριμένο σκοπό. Αν και ο “λήπτης” του τελετουργικού απουσιάζει από την οθόνη, η τελετή φαίνεται να εκτυλίσσεται για το κοινό, σαν οι θεατές να έχουν γίνει οι ίδιοι οι “συμμετέχοντες”. Η τελετή αφηγείται μια ιστορία που όμως πραγματώνεται όχι μέσα από λέξεις αλλά στον μακρύ ρυθμό της επανάληψης.
Ο Δημήτρης Γερούκαλης με το project «Μπανταλή αφήγηση και κάτι ακόμα», επιχειρεί μια καταβύθιση στην καταγωγική ρίζα για να βρει το προσωπικό του λεξιλόγιο και να αναρωτηθεί για τη σχέση παρελθόντος – παρόντος. Οικειοποιείται παραδοσιακά και λαϊκά μοτίβα, υδατογραφίες και στοιχεία της ορθόδοξης εικονογραφίας των Βαλκανίων, ερμηνεύοντας και μεταφέροντας τα στο σήμερα με μια σύγχρονη ψηφιακή γλώσσα. Θέματα όπως ο θάνατος, ο έρωτας, η τιμωρία, η σεξουαλικότητα και η δεισιδαιμονία συγκροτούν αφηγηματικούς πυρήνες που ενεργοποιούν προσωπικές προβολές και συναισθηματικές ταυτίσεις. Η εικόνα δεν περιορίζεται σε μια κλειστή ιστορία, αλλά λειτουργεί ως ζωντανό μέσο, καλώντας τον θεατή να συμμετάσχει στην κατασκευή της δικής του αφήγησης μέσα από προσωπική πρόσληψη των συμβόλων και των μοτίβων.
Ο Kildi Drasa, εδώ και καιρό επιδίδεται σε μια ευφάνταστη λαθροχειρία εξαπατώντας τις αισθήσεις και διαταράσσοντας τα όρια του «πραγματικού». Πειράζει ημιθανείς εκτυπωτές και χρώματα και δημιουργεί ζωγραφικές συνθέσεις και αποτυπώματα που θα μπορούσαν να είναι χειροποίητος ιμπρεσιονισμός αλλά δεν είναι ή θα μπορούσαν να είναι ψηφιακές εκτυπώσεις αλλά δεν είναι. Τα έργα του κλείνουν το μάτι σε μια άλλη πραγματικότητα, αυτή της ψευδαίσθησης που αίρει τα όρια πραγματικού και ψηφιακού, αλήθειας και ψέματος, δισδιάστατης επιφάνειας ή της αίσθησης του τρισδιάστατου την ώρα που ένα δυνατό, εκτυφλωτικό φως δημιουργεί εντάσεις και σκιές που προκαλούν το βλέμμα.
H Εριφύλη Θεοφίλου με το έργο «One sock on» κάνει ένα πικρό και ταυτόχρονα στοχαστικό σχόλιο για τη θέση της γυναίκας στον κόσμο της πατριαρχίας και κυρίως για το πως εκπαιδεύεται το γυναικείο σώμα ώστε να μην αντιδρά στην επιβολή της αρρενωπής τοξικότητας. Η Θεοφίλου χρησιμοποιεί ένα στρώμα, ένα καθημερινό αντικείμενο δηλαδή, οικείο σε όλους και πάνω στο ύφασμα κεντάει ένα γυναικείο σώμα, από τη μέση και κάτω, ξαπλωμένο μπρούμυτα, με ένα χέρι να αγκαλιάζει τη μέση του. Γύρω από το έργο είναι ραμμένη η φράση «Ποτέ δεν παραπονέθηκα». Στο τρίπτυχο με τίτλο «Δικό μου, δικό σου, δικό μου» εξετάζει τις αντιφατικές δυνάμεις που ασκούνται πάνω στο σώμα και στην ταυτότητα. Η τρυφερότητα, η φροντίδα και η ευαλωτότητα συνυπάρχουν με στοιχεία περιορισμού, επιβολής και ελέγχου.
O Αναστάσης Καρράς μέσα από τα έργα του, εξερευνά τα όρια ανάμεσα στη φύση, την τέχνη και την τεχνολογία. Το έργο “Laista II” είναι ένα μηχάνημα σχεδιασμένο να παράγει κελαηδίσματα πουλιών, αποδίδοντας ένα φυσικό ηχοτοπίο με ηλεκτρομηχανικά μέσα. Στο “TypeRrr” μια ηλεκτρική γραφομηχανή χακάρεται και μετατρέπεται σε αυτοματοποιημένο μηχάνημα παραγωγής κειμένου. Το έργο ενεργοποιείται από δεδομένα που συλλέγονται από τη φύση, μετατρέποντάς τα σε χαοτικά, χωρίς νόημα κείμενα.
O Κώστας Κοϊνός μιλάει για το παρελθόν χωρίς να το αναπαριστά ή να το περιγράφει. Το σχολιάζει και το ερμηνεύει συνθέτοντας γλυπτά από φυσικές ύλες, καπλαμά, ίνες, μαλλί, ξύλο και δημιουργεί υβριδικές μορφές και σώματα που παραπέμπουν στον ανθρωπομορφισμό και τις τελετουργίες της παράδοσης. Παρατηρεί υφαίνει, συνθέτει και πλέκει με τον ίδιο ρυθμό που κάποτε οι γυναίκες της οικογένειάς του έπλεκαν «φυσικά» κι από ανάγκη. Η μάσκα, το σώμα και η απουσία του προσώπου γίνονται μέσα εξερεύνησης της μνήμης και της ταυτότητας στο εδώ και τώρα.
Η Βιντεοπροβολή «_82bf7a2c33d9_7bec3269b5ca_Head_Set», τ@ Δiμiiτρiii αποτελεί ένα μικρό μέρος του X.T-O.B προϊόν της κοινής έρευνας σε εξέλιξη τ@ Δiμiiτρiii και της Mar Osés σε διάλογο με το έργο της συλλογικότητας XenoVisualStudies (XVS). Μαζί διερευνούν την έννοια της Ξενο-Προσθετικής (Xeno Prosthesis) δηλαδή την υποθετική ενσωμάτωση μη αναπαραστατικών μορφών που έχουν παραχθεί από τεχνητή νοημοσύνη. Το πρότζεκτ εξετάζει πώς η τεχνολογία, η ύλη και τα σώματα μπορούν να συγχωνευτούν με ρευστούς, συναισθηματικούς δεσμούς, δημιουργώντας νέες σχέσεις μεταξύ οργανικού και συνθετικού.
H Shekine Naidi με την εγκατάσταση “The Stars Below” επιχειρεί να αναστρέψει την φυσική κατάσταση των πραγμάτων «κατεβάζοντας» στη γη θραύσματα του ουράνιου θόλου για να δημιουργήσει μια προσωπική κοσμολογία. Η εικόνα του θόλου με τους αστερισμούς αντλεί έμπνευση από την παιδική ανάμνηση ενός βυζαντινού τρούλου και το βίωμα του τοπίου των ορυχείων της Πτολεμαΐδας όπου μεγάλωσε. Το έργο λειτουργεί ως φορέας γνώσης, μεταφυσικού μυστηρίου και διαχρονικότητας, προσκαλώντας τον θεατή να γίνει μέρος μιας υπαρξιακής και ποιητικής αφήγησης. Από τα βάθη του ορυχείου ως τον ουράνιο θόλο, η ύλη μεταμορφώνεται σε φορέα μνήμης και μύθου. Σπαράγματα πολιτισμού γεννούν έναν νέο μύθο, έναν κοινό τόπο για το ανθρώπινο, το άγριο και το πνευματικό. Έναν ουρανό από γη.
O Δημήτρης Νεβεσκιώτης με την κεραμική του σύνθεση και τον επιτοίχιο καμβά με παστέλ, ανανεώνει με ενδιαφέροντα τρόπο τη γλώσσα του σχεδιάζοντας και χρωματίζοντας τις επιφάνειες των γλυπτών με ύφος street artist. Ο Νεβεσκιώτης σε μια αρχέγονη τέχνη προσθέτει τη σύγχρονη εικαστική ματιά του και δημιουργεί νέες μυθολογίες της καθημερινότητας. Χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό παραδοσιακών και ψηφιακών μέσων, οι αφηγήσεις/μύθοι αναδεικνύουν τόσο το σαρκαστικό χιούμορ, όσο και την κοινωνική κριτική, προκαλώντας κατ΄αυτόν τον τρόπο έναν ουσιαστικό διάλογο για την σύγχρονη πραγματικότητα. Χαρακτήρες γυμνοί, βίαιοι και αυτάρκεις δεν ψάχνουν καταφύγιο, παρά μόνο εκθέτουν τις δικές τους πραγματικές στιγμές. Η εσκεμμένα ακατέργαστη φόρμα των έργων, είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην πρωτόγονη τέχνη και τη σύγχρονη κουλτούρα. Ωστόσο δεν αναδεικνύονται μόνο οι προϊστορικές καταστάσεις και η φύση του ανθρώπου σαν «ον», αλλά μέσα στα έργα εντοπίζει ο θεατής και το παρελθόν του εσωτερικού «εγώ» του.
H Ανδριάννα Παναγιωτάκη με τα έργα της επιχειρεί να διερευνήσει την συνεχόμενη αναζήτηση της ισορροπίας μεταξύ του οικείου και του ανοίκειου του γνώριμου και του ανέστιου, του παρελθόντος και του μέλλοντος, του φυσικού και του κοινωνικού, του ψηφιακού και του χειροποίητου. Δημιουργεί εγκαταστάσεις, σχέδια και ηχητικές συνθέσεις, εκτείνεται στη ζωγραφική, τη φωτογραφία και το βίντεο με αναφορές στη λογοτεχνία, το θέατρο και την μυθολογία. Στα έργα της «Co-existance» και «Μεταμόρφωση», διερευνά την ένταση που αναπτύσσεται ανάμεσα στο οργανικό και το βιομηχανικό στοιχείο. Στο πρώτο, η συνύπαρξη των δύο μορφών -ψαριού και πλοίου- λειτουργεί ως μεταφορά για τη δυναμική σχέση μεταξύ ανθρώπου και φύσης, και θέτει ερωτήματα γύρω από τις συνθήκες της επιβολής, της αλλοίωσης και της αλληλεξάρτησης. Στη «Μεταμόρφωση», δημιουργεί ένα υβρίδιο μέσω ενός ατυχήματος που λειτουργεί ως ρήγμα∙ Το τρακαρισμένο αυτοκίνητο, άδειο και εκτός λειτουργίας, γίνεται φορέας μιας βίαιης μεταμόρφωσης. Οργανικά και μηχανικά μέλη συγχέονται, χάνουν την ταυτότητά τους και αποκτούν τη μορφή ενός μετασώματος, ακίνητου μεν, ζωντανού δε.
H Σοφία Πλαϊνη-Δαμουλή με το project «Νυκτόβιες Μηχανές» που αποτελείται από αφίσες που οικειοποιούνται τη γλώσσα της διαφήμισης, θέλει να υποσκάψει ακριβώς αυτές τις αξίες που η διαφήμιση η ίδια αρέσκεται να λατρεύει. Στα έργα της πρωταγωνιστούν αντικείμενα που αποκτούν μια δεύτερη ζωή κατά την οποία γιορτάζουν τη φθορά τους. Τα σλόγκαν που κατασκευάζει θα ήθελαν να μας πείσουν ότι τα πάντα είναι εφικτά. Οι αφηγήσεις είναι ελλειπτικές και έχουν σκοπό να επαναφέρουν την πίστη στο τυχαίο και το απρόσμενο.
O Βαγγέλης Σάββας με το Faded Traces (Empty Husk) συνθέτει μια γόνιμη και ευφάνταστη σχέση πραγματικού και ψηφιακού. Κατασκευάζει την ψηφιακή ρέπλικα ενός τόπου, αποκομμένης από το φυσικό της περιβάλλον. Το έργο γίνεται αποτύπωμα μνήμης και φθοράς, επιχειρώντας να διασώσει τα ίχνη ενός τόπου/ τοπίου που χάνεται. Μέσα από την ημιδιαφανή υλικότητα και την ψηφιακή μεταφορά, το τοπίο παραμένει ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, στο πραγματικό και στο θραύσμα μιας ανάμνησης.
O Γιάννης Τούρλας στο έργο του «Μετατόπιση» εστιάζει στην οπαδική βία ως έκφραση συλλογικού πάθους και ως συνθήκη σύγκρουσης. Η «Μετατόπιση» είναι μια εγκατάσταση από κάθετα τοποθετημένο συρματόπλεγμα, σκισμένα πανιά, τελάρα με πάστα και υλικά που στην τελική τους σύνθεση μεταφέρουν τη σωματικότητα της έντασης στον εκθεσιακό χώρο. Το συρματόπλεγμα διαχωρίζει τους οπαδούς από τον αγωνιστικό χώρο, λειτουργώντας ως σύνορο μεταξύ του «εμείς» και «αυτοί». Το πλήθος χάνει την ατομικότητά του γίνεται μάζα, φωνή, σύγκρουση. Οι συνθέσεις δεν καταγράφουν γεγονότα, αλλά συναισθήματα, εκρήξεις, εντάσεις. Η ζωγραφική παύει να είναι επιφάνεια και γίνεται σώμα. Μια μαρτυρία του πώς η πίστη και η ταυτότητα μεταμορφώνονται σε κραυγή, σε εικόνα, σε υλικό.
-Δημήτρης Τρίκας
Κεντρική φωτογραφία θέματος: Αναστάσης Καρράς, TypeRrr