26 Απριλίου γιορτάζουν…

Αγίου ιερομάρτυρος Βασιλέως, επισκόπου Αμασείας, Αγίας Γλαφυρής, Οσίας μητρός ημών Ιούστας, Οσίου πατρός ημών Νέστορος, Οσίου πατρός ημών Ανατολίου του Σιναίτου, Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Λεοντος, επισκόπου Σαμου, Οσίου πατρός ημών Γεωργίου, κτίτορος της μονής του Χρυσοστόμου, Οσίου πατρός ημών Καλανδίωνος η Καλανδίου, Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Στεφάνου, επισκόπου Περμ, Η Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του οσίου πατρός ημών Ιωαννικίου του Αναχωρητού, του εκ Σερβίας

by Times Newsroom
  • Άγιος Βασιλέας Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Αμασείας
  • Αγία Γλαφυρή
  • Οσία Ιούστα
  • Όσιος Νέστωρ
  • Άγιος Στέφανος Επίσκοπος Περμ
  • Όσιος Καλανδίων
  • Άγιος Λέων Επίσκοπος Σάμου
  • Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του οσίου πατρός ημών Ιωαννικίου του Αναχωρητού, του εκ Σερβίας
  • Όσιος Ανατόλιος ο Σιναΐτης

*******************************************************************************************************

  • Άγιος Βασιλέας Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Αμασείας.

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Βασιλεύς έζησε κατά τους χρόνους του βασιλέως Λικινίου (307-323 μ.Χ.) και ήταν Επίσκοπος της Αμασείας του Πόντου. Ο Επίσκοπος Βασιλεύς διακρινόταν για τον ζήλο του υπέρ της πίστεως και την ακοίμητη δραστηριότητα στην επιτέλεση των καθηκόντων του. Επειδή παντού υπήρχαν και πλάνες και κίνδυνοι, έσπευδε παντού και ο ίδιος κηρύττοντας, συμβουλεύοντας, παρηγορώντας, ενισχύοντας, στηρίζοντας, ελκύοντας, πυκνώνοντας και εγκαρδιώνοντας τις Χριστιανικές τάξεις και αναδεικνύοντας αυτές όσο το δυνατόν ισχυρότερες πνευματικά έναντι του ειδωλολατρικού κόσμου.

Γι’ αυτόν τον λόγο οι ιερείς και οι άρχοντες των ειδωλολατρών, έτρεφαν εναντίον του σφοδρή έχθρα. Και όταν ο Λικίνιος, το έτος 322 μ.Χ., προέβη στα δυσμενή και διωκτικά μέτρα εναντίον των Χριστιανών, κατήγγειλαν προς αυτόν τον Επίσκοπο Αμασείας, Βασιλέα.

Ένα ιδιαίτερο περιστατικό κορύφωσε την οργή του Λικινίου εναντίον του Επισκόπου Βασιλέως. Κοντά στην αυτοκράτειρα Κωνσταντία διέμενε άλλοτε ως ακόλουθος μια νεαρή και ωραιότατη κόρη, που ονομαζόταν Γλαφύρα. Εξαιτίας της ομορφιάς της ο Λικίνιος ανεφλέγη από αμαρτωλό πάθος, ως δούλος σαρκικών παθών, καθώς ήταν. Η κόρη αντιλήφθηκε τον κίνδυνο που απειλούσε την τιμή της. Ως γνήσια Χριστιανή όμως δεν δελεάσθηκε καθόλου από το βασιλικό έρωτα, αλλά έφριξε και ζήτησε την σωτηρία της στην φυγή. Ενδύθηκε λοιπόν με ανδρικά ρούχα και κάποια νύχτα, βοηθούμενη από την βασίλισσα που έμαθε όσα συμβαίνουν, άφησε την Κωνσταντινούπολη και έφθασε στην Αμάσεια, όπου παρουσιάσθηκε στον Επίσκοπο Βασιλέα και ζήτησε την ηθική του προστασία.

Ο Επίσκοπος επαίνεσε την γνήσια ευσέβεια και την αδούλωτη σύνεση της νέας, την τοποθέτησε δε κοντά σε ηλικιωμένη Χριστιανή γυναίκα που ήταν εντελώς αφοσιωμένη στην υπηρεσία του Χριστού και βοηθούσε σημαντικότατα τον Επίσκοπο στο έργο των γυναικών της Εκκλησίας. Η Γλαφύρα εξέφρασε την βαθιά ευγνωμοσύνη της και χάρηκε ιδιαίτερα που της δόθηκε η ευκαιρία να ασχοληθεί και αυτή με θεάρεστες ασχολίες. Βοηθούσε λοιπόν στην κατήχηση γυναικών και νεαρών κοριτσιών, που ήθελαν να ασπασθούν την χριστιανική πίστη και να γίνουν μέλη της Εκκλησίας, ευεργετούσε φτωχά και ορφανά παιδιά και επιπλέον κατέβαλε όλη τη δαπάνη που προϋπολογίσθηκε για την οικοδομή Χριστιανικού ναού στην Αμάσεια.

Μάταια ο Λικίνιος την είχε αναζητήσει σε όλη την πρωτεύουσα και στα περίχωρα. Όμως οι εχθροί του Επισκόπου Βασιλέως, πληροφόρησαν τον Λικίνιο ότι η κόρη εκείνη είχε καταφύγει κοντά στον Ιεράρχη της Αμάσειας και ότι την προστάτευσε και κατόρθωσε να εκμεταλλευθεί τα πλούτη της υπέρ των σκοπών της Εκκλησίας. Η είδηση άναψε πυρκαγιά στη σαρκοβόρα και μοχθηρή ψυχή του Λικινίου. Υπέθετε ότι η Γλαφύρα ζούσε ακόμη και ότι θα την έφερνε κάτω από την εξουσία του. Αλλά η σεμνή κόρη, είχε ήδη πεθάνει και ο τάφος ματαίωσε για πάντα τους χυδαίους πόθους του. Τότε η μανία του έγινε σφοδρότερη κατά του Επισκόπου Βασιλέως. Διέταξε, λοιπόν, να τον φέρουν σιδηροδέσμιο στη Νικομήδεια. Η διαταγή εκτελέσθηκε και ο Άγιος κλείσθηκε στη φυλακή.

Τον Άγιο ακολούθησαν δύο από τους διακόνους της Εκκλησίας της Αμάσειας, ο Θεότιμος και ο Παρθένιος, τους οποίους φιλοξένησε ένας ευσεβής και φιλάνθρωπος Χριστιανός, ονόματι Ελπιδοφόρος. Οι παρεχόμενες αγαθοεργίες του Ελπιδοφόρου προς όλους είχαν καταστήσει φίλους του ακόμα και τους φρουρούς των φυλακών. Μπορούσαν λοιπόν οι δύο διάκονοι να εισέρχονται ορισμένη ώρα στη φυλακή, όπου απολάμβαναν την ευχαρίστηση να συνδιαλέγονται με τον Επίσκοπό τους, να ακούνε από το στόμα του τον λόγο της αλήθειας και να δέχονται ηθική ενίσχυση και παρηγοριά.Λίγες ημέρες μετά, ο Λικίνιος διέταξε να φέρουν τον φυλακισμένο Επίσκοπο ενώπιον του. Τον έλεγξε με δριμύτητα ως ένοχο για την απόκρυψη της Γλαφύρας και για τον ζήλο με τον οποίο υπεράσπιζε την χριστιανική του πίστη περιφρονώντας τα βασιλικά διατάγματα. Ο Επίσκοπος για την Γλαφύρα, απάντησε ότι δεν μπορούσε να μην παράσχει άσυλο και προστασία στη χριστιανική κόρη, η οποία ήταν εξόριστη και ήθελε η ίδια να περισώσει και να διαφυλάξει την τιμή της, και ότι αυτή η ίδια από ευσεβή διάθεση χρησιμοποίησε την περιουσία της υπέρ των φτωχών και για την ανέγερση ναού, πράγματα για τα οποία ένας Επίσκοπος οφείλει να προτρέπει τους πιστούς και όχι αν τους εμποδίζει. Και για την περιφρόνηση των βασιλικών διαταγών, οι οποίες απέβλεπαν στην εξόντωση της χριστιανικής πίστεως, ο Άγιος αποκρίθηκε ότι ο ίδιος ο βασιλέας Λικίνιος άλλοτε είχε αναγνωρίσει μαζί με τον Κωνσταντίνο το καθήκον του να επιτρέψουν στους Χριστιανούς την πλήρη ελευθερία της λατρείας τους και του δόγματός τους και ότι αυτός (ο Επίσκοπος) εξακολουθεί να θεωρεί ορθό και έγκυρο το παλαιότερο εκείνο βασιλικό διάταγμα, διότι ήταν αξιότερο σε όλα. Εν τέλει δε, παρακάλεσε τον Λικίνιο, στο όνομα της ίδιας της δικής του σωτηρίας και του μέλλοντος του κράτους του, να ανακαλέσει τα νέα μέτρα και να αναγνωρίσει στους Χριστιανούς την ελευθερία της θρησκευτικής τους συνειδήσεως.

Ο βασιλέας Λικίνιος απέπεμψε τον Επίσκοπο, κρατώντας επιφυλακτική στάση και ανέθεσε σε έναν από τους άρχοντές του να τον δει κατ’ ιδίαν και να προσπαθήσει να τον αποσπάσει από την πίστη του. Η συγκεκριμένη αποστολή απέτυχε και διατάχθηκε έτσι η καταδίκη του Επισκόπου. Αυτός άκουσε ατάραχος την απόφαση και προσευχήθηκε προς τον Θεό να δεχθεί με έλεος την ψυχή του. Προσευχήθηκε, επίσης, υπέρ της ασφάλειας του ποιμνίου του και για τη νίκη της Εκκλησίας. Ύστερα ασπάσθηκε και ευλόγησε τους δύο διακόνους και τον Ελπιδοφόρο, τους παρηγόρησε στην θλίψη τους και τους επιτίμησε γιατί έκλαιγαν, λέγοντας τον έξοχο εκείνο λόγο ότι σε τέτοιου είδους κινδύνους οι Χριστιανοί οφείλουν να φυλάνε τα δάκρυά τους και να χύσουν με προθυμία το αίμα τους. Έπειτα με προθυμία έκλινε την τίμια κεφαλή του στον δήμιο, ο οποίος την απέκοψε. Έτσι ο Άγιος έλαβε το στέφανο του μαρτυρίου.

Μετά από αυτό η τίμια κεφαλή και το λείψανο του Αγίου Βασιλέως ρίχθηκαν στη θάλασσα με βασιλική διαταγή. Αλλά ένα αλιευτικό πλοίο, που έριχνε τα δίχτυα του στον κόλπο της Σινώπης, ανέσυρε από εκεί το λείψανο του Αγίου. Ο δε Ελπιδοφόρος, καθώς πληροφορήθηκε το γεγονός σε όνειρο, ήλθε με τους διακόνους Θεότιμο και Παρθένιο και αφού παρέλαβαν το Άγιο λείψανο, το έφεραν στην Αμάσεια, στην ιερή αυτή ακρόπολη των Αγίων του κόπων και αγώνων και το ενταφίασαν στο προσφιλές του έδαφος. Η Σύναξη του Αγίου Βασιλέως ετελείτο στην Μεγάλη Εκκλησία, στην οποία ίσως φυλασσόταν μέρος του ιερού σκηνώματός του.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος α’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Λειτουργὸς τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης, τῷ παρανόμῳ βασιλεῖ ἀντετάξω, Ἱερομάρτυς ἔνδοξε παμμάκαρ Βασιλεῦ, ὅθεν τὸν αὐχένα σου, ἐκτμηθεῖς διὰ ξίφους, χαίρων προσεχώρησας, πρὸς οὐράνιον λῆξιν, ἧς καὶ ἠμᾶς δυσώπει μετασχεῖν, τοὺς εὐφημούντας τὴν ἔνθεον μνήμην σου.
  • Αγία Γλαφυρή.
Η Αγία αυτή ήταν θεραπαινίδα της βασίλισσας Κωνστάντιας, συζύγου του Λικινίου, η οποία βασίλισσα απομάκρυνε τη Γλαφυρά από τις ερωτικές διαθέσεις του Λικινίου, αφού την εφοδίασε με πολλά χρήματα. Η Αγία πήγε προς την Ανατολή, όπου περιπλανήθηκε σε πολλούς τόπους. Τελικά κατάληξε στην Αμάσεια και παρουσιάστηκε στον επίσκοπο της πόλης αυτής Βασιλέα (εορτάζει στις 26 Απριλίου), στον όποιο παρέδωσε τα χρήματα της για την ανέγερση Ναού, και απεβίωσε ειρηνικά στην Αμάσεια.
  • Οσία Ιούστα.
Η Οσία Ιούστα, αφού ασκήτεψε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη.
  • Όσιος Νέστωρ.
Ο Όσιος Νέστωρ αφού εγκατέλειψε τους γονείς του, έγινε μοναχός και απεβίωσε ειρηνικά.
  • Άγιος Στέφανος Επίσκοπος Περμ.

Ο Άγιος Στέφανος, Φωτιστής της πόλεως Περμ και Απόστολος των Ζυριανών, γεννήθηκε το έτος 1345 στην πόλη Ούστιουγκ της επαρχίας Βολογκντά της Ρωσίας από την οικογένεια του ιερέα Συμεών και της Μαρίας. Στην διάπλαση του χαρακτήρα του, επηρεάστηκε πάρα πολύ από την ευσεβή μητέρα του. Προικισμένος με πολλές δυνατότητες είχε ήδη δείξει ένα ασυνήθιστο ζήλο για τον λειτουργικό βίο της Εκκλησίας. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα είχε μάθει να διαβάζει τα ιερά βιβλία και βοηθούσε τον πατέρα του στο ναό κατά την διάρκεια των Ακολουθιών, εκτελώντας χρέη κανονάρχου και αναγνώστου.

Ο νεαρός Στέφανος εκάρη μοναχός στη μονή του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, στο Ροστώβ. Το μοναστήρι ήταν διάσημο για την περίφημη βιβλιοθήκη του. Επειδή ο Άγιος Στέφανος θέλησε να μελετήσει τους Πατέρες στην αυθεντική τους γλώσσα, σπούδασε τα Ελληνικά.

Κατά την περίοδο της νεότητάς του, όταν βοηθούσε τον ιερέα πατέρα του στην εκκλησία, πολύ συχνά συνομιλούσε με τους Ζυριανούς. Τώρα πια, έχοντας εντρυφήσει στην πλούσια παράδοση της Εκκλησίας, ο Στέφανος φλεγόταν από την επιθυμία να κηρύξει στους Ζυριανούς το Ευαγγέλιο του Χριστού.

Για να επιτύχει τον φωτισμό των Ζυριανών σχεδίασε ένα αλφάβητο από την γλώσσα τους και μετέφρασε μερικά από τα εκκλησιαστικά βιβλία. Γι’ αυτή την σπουδαία πολιτιστική, ιεραποστολική και θεολογική εργασία ο Επίσκοπος Ροστώβ Αρσένιος (1374-1380) τον χειροτόνησε διάκονο.

Έχοντας ετοιμασθεί για ιεραποστολική δραστηριότητα, μετά από παραμονή δεκατριών ετών μέσα στο μοναστήρι, ο Άγιος Στέφανος ταξίδεψε στη Μόσχα, το έτος 1379, για να δει τον Επίσκοπο Κολόμνας Γεράσιμο, ο οποίος τότε προΐστατο της διοικήσεως στη μητροπολιτική περιφέρεια. Ο Άγιος τον ικέτευσε: «Ευλόγησέ με, Γέροντα, για να πάω σε μια ειδωλολατρική χώρα, το Περμ. Θέλω να διδάξω την Αγία Πίστη στους άπιστους ανθρώπους. Έχω αποφασίσει είτε να τους οδηγήσω στον Χριστό, είτε να θυσιάσω την ζωή μου γι’ αυτούς και τον Κύριο». ο Επίσκοπος με χαρά τον ευλόγησε και τον χειροτόνησε Πρεσβύτερο. Του πρόσφερε μάλιστα ένα αντιμήνσιο, Άγιο Μύρο και λειτουργικά βιβλία, ενώ ο μεγάλος πρίγκιπας Δημήτριος του έδωσε ένα έγγραφο για ασφαλή διάβαση.

Από την πόλη Ούστιουγκ, ο Άγιος Στέφανος, ξεκίνησε για τον βόρειο ποταμό Ντβίνα μέχρι τη συμβολή του ποταμού Βικέγκντα, περιοχή μέσα στην οποία υπήρχαν οικισμοί των Ζυριανών. Ο πρόδρομος της πίστεως του Χριστού υπέφερε πολλές μοχθηρίες, αγώνες, στερήσεις και πικρίες, ζώντας ανάμεσα σε ειδωλολάτρες, οι οποίοι τιμούσαν είδωλα με φωτιά, νερό, δένδρα, πέτρες, μια χρυσή γυναικεία φιγούρα και εμπιστεύονταν την ζωή τους σε μάγους.

Το ιεραποστολικό έργο του Αγίου με την βοήθεια του Θεού άρχισε να καρποφορεί. Εκεί που άλλοτε υψωνόταν ένα είδωλο, οικοδομήθηκε ναός προς τιμήν του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, νικητή του σκότους. Ο ιερέας των ειδωλολατρών, μετά από μια ισχυρή δοκιμασία κατά την οποία αποκαλύφθηκε η πλάνη των ειδώλων, αρνήθηκε να δεχθεί το Φως της Θεότητας και αυτοεξορίσθηκε. Και ο Άγιος Στέφανος, για να ευχαριστήσει τον Θεό, έχτισε στο Βισερό μια εκκλησία προς τιμήν του Αγίου Νικολάου.

Το έτος 1383 ο Άγιος Στέφανος χειροτονήθηκε Επίσκοπος της Περμ. Ως στοργικός πατέρας αφοσιώθηκε στο ποίμνιό του. Για να ενθαρρύνει τους νεοβαπτισθέντες άνοιξε σχολεία δίπλα στις εκκλησίες, όπου μελετούσαν τα ιερά κείμενα στην περμιανή γλώσσα. Τους δίδαξε τι έπρεπε να ξέρουν προκειμένου να γίνουν ιερείς και διάκονοι για να διακονήσουν την Εκκλησία, όπως επίσης και το πώς να γράφουν στην περμιανή γλώσσα.

Ο Άγιος Στέφανος προστάτευε το ποίμνιό του από τις απάτες των διεφθαρμένων αξιωματούχων, προσέφερε ελεημοσύνη και το βοηθούσε στην οργάνωση της άμυνάς του εναντίων των εισβολών των άλλων φυλών. Άλλοτε πάλι ταξίδευε στη Μόσχα και το Νόβγκοροντ, για να υποστηρίξει τα συμφέροντα των Ζυριανών, που πολλές φορές καταπιέζονταν από τους Ρώσους υπαλλήλους.

Η ιεραποστολική προσπάθεια του Αγίου και η προσευχή του απέδωσαν καρπούς. Οι κάτοικοι της περιοχής της Περμ ασπάσθηκαν τον Χριστιανισμό και την αλήθεια.

Όταν το έτος 1390 ο Άγιος Στέφανος ταξίδευε στην Μόσχα για υποθέσεις της Εκκλησίας, πέρασε από το μοναστήρι του Αγίου Σεργίου του Ραντονέζ. Το μοναστήρι απείχε από τον τόπο που βρισκόταν ο Άγιος Στέφανος περί τα δέκα χιλιόμετρα. Ο Άγιος Στέφανος διακαώς αγαπούσε τον Άγιο ασκητή του Ραντονέζ και επιθυμούσε πάρα πολύ να τον επισκεφθεί, δεν είχε όμως χρόνο για να το κάνει. Τότε ο Άγιος Στέφανος γύρισε προς την κατεύθυνση του μοναστηριού και κάνοντας μία υπόκλιση είπε: «Ειρήνη σε εσένα, πνευματικέ μου αδελφέ». Ο Άγιος Σέργιος, ο οποίος εκείνη την στιγμή γευμάτιζε μαζί με τους αδελφούς, σηκώθηκε, έκανε μια προσευχή και υποκλινόμενος προς την κατεύθυνση όπου βρισκόταν ο Άγιος Στέφανος απάντησε: «Χαίρε και σε εσένα, αρχηγέ του ποιμνίου του Χριστού. Είθε η ειρήνη του Θεού να είναι μαζί σου».

Ο Άγιος Στέφανος ίδρυσε, επίσης, αρκετές μονές για τους Ζυριανούς: τη μονή του Σωτήρος στην έρημο του Ουλιάνωβ, τη μονή του Στεφάνωβ, τη μονή του Αρχαγγέλου στο Ουστ-Βιμ και τη μονή του Αρχαγγέλου στο Ιάρενκ.

Το έτος 1395 ο Άγιος Στέφανος πήγε πάλι στη Μόσχα για υποθέσεις του ποιμνίου του. Εκεί ασθένησε και μετά από λίγες ημέρες κοιμήθηκε με ειρήνη. Το ιερό λείψανό του τοποθετήθηκε στην εκκλησία της Μεταμορφώσεως, στο Κρεμλίνο της Μόσχας. Οι Ζυριανοί με πικρία θρήνησαν το θάνατο του ποιμένα τους. Με ειλικρίνεια παρακάλεσαν τον πρίγκιπα της Μόσχας και τον Μητροπολίτη να στείλουν το σκήνωμα του προστάτου τους, πίσω στην Περμ, αλλά η Μόσχα δεν θέλησε να φύγουν από εκεί τα ιερά λείψανα του Αγίου Στεφάνου.

  • Όσιος Καλανδίων.

Στο χωριό Πάνω Αρόδες στην επαρχία της Πάφου βρίσκεται η μοναδική εκκλησία στον κόσμο η οποία είναι αφιερωμένη στον Άγιο Καλανδίωνα. Είναι η κεντρική εκκλησία του χωριού και κτίστηκε το 18ο μ.Χ. αιώνα. Ο Άγιος Καλανδίων είναι ένας από τους Αγίους της Πάφου που είναι άγνωστοι όχι μόνο στον ευρύτερο ελληνικό χώρο, αλλά και στις άλλες επαρχίες της Κύπρου.

Σύμφωνα με τον Κύπριο χρονογράφο Λεόντιο Μαχαιρά, ο οποίος έζησε κατά την 15ο μ.Χ. αιώνα, ο Όσιος αυτός είναι ένας από τους «Τριακόσιους» Αλαμάνους Αγίους που ήρθαν στη Κύπρο κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα όταν οι Σαρακηνοί κυρίευσαν τη Παλαιστίνη και τη Συρία, χώρες που ήσαν τότε τα μεγάλα κέντρα του Μοναχίσμου. Ο Άγιος Καλαντίων ήταν επίσκοπος στην Αντιόχεια και αφού έχασε το ποίμνιό του, μετέβει στη Κύπρο μαζί με τον Άγιο Αγάπιο και τον Άγιο Βαρλαάμ, όπου αποφάσισαν να ζήσουν πλέον ως ασκητές. Σύμφωνα ξανά με τον χρονογράφο Μαχαιρά οι τρεις αυτοί Όσιοι ασκήτεψαν στο χωριό Αρόδες της Πάφου. «… εις την Αρόδαν ο Άγιος Καλάντιος, ο Άγιος Αγάπιος και ο Άγιος Βαρλαάμ..».

Για τα θαύματά τους αναδείχθηκαν Άγιοι μετά το θάνατό τους και οι πιστοί τους έκτισαν εκκλησία. Νότια της εκκλησίας βρίσκεται μαρμάρινη λάρνακα, η οποία φέρει το όνομα του Αγίου Αγαπίου ή Αγαπητικού. Πρόκειται για τον Όσιο Αγάπιο. Στα βόρεια βρίσκεται άλλη λάρνακα η οποία φέρει το όνομα του Αγίου Μίσιου ή Μισιτικού. Αυτά τα ονόματα τα άλλαξαν δεισιδαίμονες κάτοικοι. Το πιθανότερο είναι ότι ανήκει στο Όσιο Βαρλαάμ. Ακολουθία του Αγίου εξεδόθη το 1914 μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

  • Άγιος Λέων Επίσκοπος Σάμου.
Ο Άγιος Λέων έζησε κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ. Όπως περιγράφεται στο Συναξάρι του ήταν απλούς, ευσεβής, ταπεινός, φιλάνθρωπος, υπερασπιστής της Ορθοδόξου πίστεως και παραδόσεως, διδάσκαλος της ευσέβειας. Γνωρίζουμε ότι αρχικά η μνήμη του εορταζόταν στις 29 Απριλίου. Σήμερα όμως τιμάται από την τοπική Εκκλησία της Σάμου, της οποίας θεωρείται Επίσκοπος, στις 26 Απριλίου. Και σε αυτόν τον θαυματουργό Άγιο η διάκριση της μοναστικής μορφής του συνυπάρχει με την επισκοπική αγιότητα. Ο Άγιος Λέων κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.
  • Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του οσίου πατρός ημών Ιωαννικίου του Αναχωρητού, του εκ Σερβίας.

Η μνήμη του Οσίου Ιωαννικίου, τιμάται από την Εκκλησία στις 2 Δεκεμβρίου. Ο Όσιος Ιωαννίκιος ήταν Σέρβος από τη περιοχή της Ζέτας (σημερινό Μαυροβούνιο) και έζησε τον 13ο αιώνα μ.Χ. Από μικρή ηλικία είχε την μεγάλη αγάπη προς τον Χριστό και νεαρός ακόμα, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη κοσμική ζωή και το πατρικό του σπίτι και να ξεκινήσει το μοναχικό του βίο για τον οποίο είχε μεγάλο ζήλο.

Πρώτα μόνασε σε ένα βουνό που ονομάζεται Crna Reka (Μαύρο Ποτάμι) όπου πριν απ΄ αυτόν μόνασε άλλος ένας γνωστός ασκητής, ο Όσιος Πέτρος του Κόρης (st. Petar Koriski). Αλλά όταν έγινε γνωστός για την μεγάλη άσκηση του στους ανθρώπους, ο Όσιος έφυγε στη Ντρένιτσα (Drenica) και κρύφτηκε στο πυκνό δάσος όπου πέρασε ολόκληρη τη ζωή του στην άσκηση και την προσευχή.

Σύμφωνα με την παράδοση, ο Δεσπότης της Σερβίας, Γεώργιος Μπράνκοβιτς (Đurađ Brankovic) έφερε την άρρωστη κόρη του στον Άγιο, την οποία ο Άγιος Ιωαννίκιος θεραπεύτηκε. Για να τον ευχαριστήσει, ο Δεσπότης έχτισε ένα μοναστήρι στην περιοχή εκείνη, που σήμερα είναι γνωστό ως μοναστήρι Ντέβιτς. Στο μοναστήρι αυτό, που βρίσκεται στη περιοχή του Κοσσόβου, βρίσκονται και τα Ιερά λείψανα του Οσίου.Δεν έχουμε λεπτομέρειες για το γεγονός της ανακομιδής.

  • Όσιος Ανατόλιος ο Σιναΐτης. 
Ο Όσιος Πατέρας Ανατόλιος έζησε και ασκήτεψε στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων κατά τον 5ο αιώνα μ.Χ. Ήταν από τους πρώτους μαθητές του Αγίου Ευθυμίου του Μεγάλου (τιμάται 20 Ιανουαρίου). Ο Όσιος Ανατόλιος καταγόταν από τη Ραϊθώ. Κοιμήθηκε με ειρήνη.
ΠΗΓΗ: http://www.saint.gr

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com