8 Ιουλίου γιορτάζουν…

Προκοπίου, Θεοφίλου εκ Ζίχνης

by Times Newsroom
  • Άγιος Προκόπιος ο Μεγαλομάρτυς
  • Όσιος Θεόφιλος ο Αγιορείτης
  • Άγιος Αναστάσιος ο εξ Αγίου Βλασίου, ο Γουναράς
  • Αγία Θεοδοσία μητέρα του Αγίου Προκοπίου
  • Όσιος Προκόπιος ο δια Χριστόν σαλός ο εν Ουστούζη, ο θαυματουργός
  • Αγίες Δώδεκα Γυναίκες Συγκλητικές
  • Άγιοι Αντίοχος και Νικόστρατος οι Τριβούνιοι
  • Άγιος Αβδάς
  • Άγιος Σάββας
  • Άγιος Προκόπιος του Ούσια Βόλογκντα
  • Άγιος Προκόπιος ο εφορκιστής
  • Σύναξη πάντων των Στρατιωτικών Αγίων
****************************************************************************************************************
  • Άγιος Προκόπιος ο Μεγαλομάρτυς

Ο Άγιος Προκόπιος, έζησε και μεγάλωσε στην Ιερουσαλήμ τα χρόνια που αυτοκράτορας των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός. Ο πατέρας του, ο Χριστοφόρος, ήταν ευσεβής άνθρωπος, σε αντίθεση με την μητέρα του που πίστευε στα είδωλα. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του τον πήγε στον αυτοκράτορα, ο οποίος τον έκανε ηγεμόνα της πόλης των Αλεξανδρέων και του έδωσε εντολή να καταδιώκει και να βασανίζει τους χριστιανούς. Έτσι ο Προκόπιος ξεκίνησε για την Αλεξάνδρεια. Κατά την πορεία του όμως, ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν αστραπές και βροντές και ταυτόχρονα άκουσε φωνή να τον καλεί με το όνομά του, που τον απειλούσε με θάνατο επειδή θα κατεδίωκε τους χριστιανούς και ταυτόχρονα και τον Αληθινό Θεό.

Μετά από αυτό το γεγονός ο Προκόπιος παρακάλεσε Εκείνον πού του μιλάει να του φανερωθεί περισσότερο για να δει ποίος είναι. Τότε εμφανίστηκε μπροστά του ένας Σταυρός από κρύσταλλο και ακούστηκε μία φωνή να του λέει: «Εγώ είμαι ο Εσταυρωμένος Υιός του Θεού». Μετά από αυτό το θαύμα πίστευσε και έγινε χριστιανός.

Λίγο αργότερα επιστρέφοντας από νικηφόρα αποστολή, η μητέρα του προσπάθησε να τον πείσει να θυσιάσει στα είδωλα. Κατάλαβε όμως ότι είχε γίνει χριστιανός και τον πρόδωσε στον αυτοκράτορα. Εκείνος διέταξε τον ηγεμόνα της Καισάρειας Ουλκιο να τον ανακρίνει. Αυτός τον χτύπησε πολύ μέχρι λιποθυμίας και μετά τον έκλεισε στην φυλακή. Με την χάρη του Κυρίου όμως οι πληγές επουλώθηκαν και απελευθερώθηκε από τα δεσμά.

Στη συνέχεια οδηγήθηκε στον ναό των ειδώλων όπου με την προσευχή του κατάφερε και συνέτριψε τα είδωλα. Το θαύμα αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πιστεύσουν σ’ αυτόν πολλοί ανάμεσα τους και η μητέρα του. Αμέσως δόθηκε εντολή να αποκεφαλιστούν όλοι όσοι είχαν πιστεύσει. Μετά από αυτό, δόθηκε εντολή να γίνουν φρικτά βασανιστήρια στον Προκόπιο. Ο Άγιος υπέμενε με πάρα πολύ μεγάλη καρτερία όλα αυτό και μάλιστα κατάφερνε να τα ξεπερνά με την βοήθεια του Θεού. Τέλος δόθηκε εντολή να τον αποκεφαλίσουν και έτσι παρέλαβε το στεφάνι της αιωνίου ζωής.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀγρευθεῖς οὐρανόθεν πρὸς τὴν εὐσέβειαν, κατηκολούθησας χαίρων ὥσπερ ὁ Παῦλος Χριστῷ, τῶν Μαρτύρων καλλονὴ Μάρτυς Προκόπιε, ὅθεν δυνάμει τοῦ Σταυροῦ, ἀριστεύσας εὐκλεῶς, κατήσχυνας τὸν Βελίαρ, οὐ τῆς κακίας ἄτρωτους, σῷζε τοὺς πόθω σὲ γεραίροντας.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῷ ζήλῳ Χριστοῦ, τῷ θείῳ πυρπολούμενος, καὶ ἐν τῷ Σταυρῷ, τῷ τιμίῳ φρουρούμενος, τῶν ἐχθρῶν τὸ φρύαγμα, καὶ τὰ θράση καθεῖλες Προκόπιε, καὶ τὴν σεπτὴν Ἐκκλησίαν ὕψωσας, τῇ πίστει προκόπτων, καὶ φωτίζων ἡμᾶς.
  • Όσιος Θεόφιλος ο Αγιορείτης

Ο Όσιος Θεόφιλος γεννήθηκε στη Ζίχνη της Μακεδονίας περί το 1460 μ.Χ. από γονείς φιλόθεους, φιλάγαθους και φιλάρετους. Στην πατρίδα του έμαθε τα πρώτα γράμματα κι έδειξε πως τα αγαπούσε ιδιαίτερα και πρόκοπτε και προόδευε μελετώντας και εντρυφώντας στις ιερές γραφές. Μάλιστα επιδόθηκε στην καλλιγραφία και έγινε άριστος καλλιγράφος.

«Απαρνηθείς πατρίδα και συγγένειαν και πλούτον και πάσαν κοσμική ματαιότητα, έγινε μοναχός· μετ’ ολίγον δε καιρόν έλαβε και το αξίωμα της ιερωσύνης· έκτοτε δε περιεπάτει εις διαφόρους τόπους διδάσκων και ωφελών τους Χριστιανούς δια του λόγου και του παραδείγματος της εαυτού ζωής». Κατόπιν γνωρίσθηκε και συνδέθηκε πνευματικά με τον ενάρετο κι ευλαβή επίσκοπο Ρενδίνης Ακάκιο, τον όποιο είχε χειροτονήσει αρχιερέα ο άγιος Νήφων (βλέπε 11 Αυγούστου), όταν ήταν μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1482 – 1486 μ.Χ.). Δια του Ακακίου συνδέθηκε με τον άγιο Νήφωνα και ο άγιος Θεόφιλος.

Αξίζει σύντομα και παρενθετικά να σημειώσουμε πως η μεγάλη μορφή του αγίου Νήφωνος, εκτός των δύο οσιομαρτύρων μαθητών του Μακαρίου (+1507) και Ιωάσαφ (+1516) που αναφέραμε και του εδώ αγίου Θεοφίλου, συνδεόταν και με άλλες μορφές Αγιορειτών αγίων, όπως των οσιομαρτύρων Γέροντος Ιακώβου, Ιακώβου διακόνου και Διονυσίου μοναχού (+1519), που συμμαρτύρησαν στην Αδριανούπολη, Θεωνά μητροπολίτου Θεσσαλονίκης (+1541-2), των αυταδέλφων Αψαράδων Θεοφάνους (+1544) και Νεκταρίου (+1550) κτιτόρων της ιεράς μονης Βαρλαάμ Μετεώρων και Μαξίμου του Γραικού και Βατοπαιδινού (+1556).

Ο άγιος Νήφων, ως πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, κατόπιν επιστολών που έλαβε, εμπιστευόμενος τον Θεόφιλο για τη σοφία και την αρετή του, τον έστειλε το 1486 μ.Χ. με τον ομόφρονα Γέροντά του επίσκοπο Ακάκιο στην Αίγυπτο, για να διαπιστώσουν τα γενόμενα θαύματα υπό του μακαρίου πατριάρχου Αλεξανδρείας Ιωακείμ, ότι μετακίνησε δια προσευχής το όρος Ντουρ Νταγ και ήπιε φαρμάκι δίχως να πάθει κανένα κακό, ύστερα από πρόκληση Ιουδαίων και μουσουλμάνων. Ο πατριάρχης Ιωακείμ «τον Όσιον πολλά ηγάπησε και ηυλαβήθη ως σοφόν και ενάρετον». Διαπίστωσαν τα υπερφυή αυτά θαύματα ως αληθινά γεγονότα και αναχώρησαν για το θεοβάδιστο όρος Σινά, τα Ιεροσόλυμα και την Δαμασκό. Στα Ιεροσόλυμα ο επίσκοπος Ακάκιος ανεπαύθη κατόπιν ασθενείας και τον εκήδευσε ο Θεόφιλος. Με επιστολές από τους πατριάρχες Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων και Αντιοχείας μετέβη στην Κωνσταντινούπολη ο Θεόφιλος. Ο άγιος Νήφων όμως είχε εκθρονισθεί και παρέδωσε τις επιστολές στον διάδοχό του Παχώμιο, που ήταν από την ιδιαίτερη πατρίδα του.

Ο πατριάρχης Παχώμιος «εχάρη μεγάλως ως συμπατριώτης, και ευλογήσας αυτόν και ευχηθείς, παρεκάλεσεν, ίνα μείνη εις το Πατριαρχείον δια βοήθειαν, ως λίαν χρήσιμος δια την σοφίαν αυτού και την αρετήν. Υπακούσας δε κατά την ώραν εις την παράκλησιν του πατριάρχου ο Όσιος έμεινεν. Όθεν και διωρίσθη Νοτάριος και Έξαρχος της Μεγάλης Εκκλησίας, και έμεινεν εκεί ικανόν καιρόν εις αυτό το διακόνημα, αγαπώμενος και τιμώμενος υπό πάντων».

Αλλά η φιλέρημη και φιλήσυχη ψυχή του δεν αναπαυόταν στις τιμές και τις δόξες. Κατεφρόνησε τα μεγαλεία και ήλθε στο Άγιον Όρος, για να απολαύσει τα μεγαλεία του Θεού. Στον ιερό και ευλογημένο Άθωνα «πρώτον μετέβη εις την Μονήν του Βατοπεδίου, και κατώκησε μετά του αγιωτάτου Επισκόπου Μεθύμνης, εκεί τότε ευρισκόμενου, και υπετάχθη εις αυτόν μετά πάσης προθυμίας και ταπεινώσεως· αφού δε εκείνος ετελεύτησεν, απήλθεν».

Από τη μονή Βατοπαιδίου, όπου δεν γνωρίζουμε τον χρόνο παραμονής του, που δεν νομίζουμε όμως ότι ήταν μικρός, μετέβη το 1511 μ.Χ. στη μονή Ιβήρων, όπου ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αντιγραφή χειρογράφων και την καλλιγραφία. Αναδείχθηκε έμπειρος βιβλιογράφος και αρκετά έργα του, περίπου τριάντα, λειτουργικού κυρίως περιεχομένου, σώζονται στην πλούσια βιβλιοθήκη της μονης Ιβήρων. Η φήμη της αρετής του είχε φθάσει μακριά. Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Θεόκλητος τον ζητούσε με τρόπο να μεταβεί πλησίον του, με σκοπό να τον χειροτονήσει μητροπολίτη Θεσσαλονίκης. Ο φυγόδοξος Αγιορείτης κατανοώντας τον λόγο της προσκλήσεως, για να αποφύγει την προαγωγή, παραιτήθηκε της ιερωσύνης. Εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός, δήλωσε ασθένεια και αδυναμία, και αποσύρθηκε σε καλύβη, κοντά στον ενάρετο Προηγούμενο Διονύσιο Ιβηρίτη στο Κελλί του Τιμίου Προδρόμου, το 1522 μ.Χ., ύστερα από δωδεκαετή παραμονή στη μονή Ιβήρων, κατά ιδιόγραφό του σημείωμα σε κώδικα. Κατόπιν μετέβη σε συνοδεία του επίσης ενάρετου Γέροντος Κυρίλλου στις Καρυές. Εκεί απέκτησε στενό πνευματικό σύνδεσμο με τον φιλόθεο Πρώτο του Αγίου Όρους Σεραφείμ, τον λάτρη και υμνητή της Θεοτόκου του Άξιον Έστι, τον μετέπειτα βιογράφο του, που κάποτε υπογράφει· «Ο πρώτος του Αγίου Όρους Σεραφείμ ο θυηπόλος και ηγούμενος των ηγουμένων και πατήρ πατέρων και μέγας πρωτοσύγκελλος πατριαρχικός».

Ο θείος Θεόφιλος επιθυμώντας μεγαλύτερη και ακριβέστερη ησυχία, αναχώρησε και από τις Καρυές. Μετέβη στην πλησιόχωρη ησυχαστική περιοχή της Καψάλας, που ανήκε στη μονή Παντροκράτορος, και με τη συνδρομή του φιλάδελφου Πρώτου Σεραφείμ, παρέλαβε το Κελλί του Αγίου Βασιλείου, το όποιο και ανεκαίνισε. Είχε μαζί του και ένα μοναχό ονομαζόμενο Ισαάκ. Συχνά τον επισκεπτόταν και ο Πρώτος Σεραφείμ ανταλάσσοντας πνευματικές εμπειρίες και νουθεσίες.

Ο φιλόθεος Θεόφιλος πάντοτε, και ιδιαίτερα τώρα, ασκούσε συστηματικά τη νοερά προσευχή. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο όποιος αργότερα θα ησκείτο στην δια περιοχή, γράφει: «Αφού ησύχασεν ο Όσιος, τότε δη τότε εμεταχειρίσθη την νοεράν προσευχήν, ήτις είναι ανωτέρα της θεωρίας της έξω φιλοσοφίας… Ο Άγιος Θεόφιλος έχοντας παντοτινόν έργον, εις την ησυχία ευρισκόμενος, να προσεύχεται αδιαλείπτως και να μελετά με όλον του τον νουν και τον ενδιάθετον λόγον τον εν τη καρδία λαλούμενον και με όλην την θέλησιν και αγάπην της ψυχής του, την μονολόγιστον προσευχήν, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», καθώς οι νηπτικοί θείοι Πατέρες διδάσκουσι. Και με την νοεράν ταύτην εργασίαν και ιεράν προσευχήν και με το πένθος και τα δάκρυα καθαρτικά, όπου γεννώνται εκ ταύτης της νοεράς προσευχής, εκαθάρισε την καρδίαν του από τα πάθη και εκατέκαυσε τας προσβολάς των πονηρών λογισμών και ελυτρώθη από τας κακάς προσλήψεις, απόκτησε ταπείνωσιν, πραότητα, ειρήνην και τας λοιπάς αρετάς και άναψεν από θεϊκόν πυρ θεϊκής και του πλησίον αγάπης…

Καταφλεγόμενος από την θείαν αγάπην δεν ήτο πλέον με τον εαυτό του, αλλά με τον ηγαπημένον του Θεόν και άλλο δεν εφαντάζετο παρά μόνο τον Ιησούν… ανέβη εις την θείαν θεωρίαν και επλουτίσθη από τα ύπερφυή χαρίσματα αξιωθείς του θείου φωτισμού· και ού μόνον διάκρισιν απόκτησε και διόρασιν, αλλά και προόρασιν των μελλόντων· και συντόμως ειπείν ως ασώματος έγινεν άγγελος και εις όλα τέλειος ώφθη».

Προείδε το τέλος του, έγραψε ομολογία πίστεως, ιδιόχειρη διαθήκη, τέλεσε ευχέλαιο, ζήτησε και έδωσε συγχώρηση από όλους και σε όλους, μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων, ευχαρίστησε ολόψυχα και ολόθερμα τον Θεό και ζήτησε από τον αγαπητό και υπάκουο μαθητή του Ισαάκ: «Όταν αποθάνω, μη ομολογήσης τούτο εις ουδένα, αλλ’ ουδέ τα έθιμα της ταφής εκτελέσης, μόνον δέσε σχοινίον εις τους πόδας μου και σύρε με και ρίψε με εις το δάσος εις μέρος κρύφιον, ίνα με φάγωσι τα θηρία· πλην λειτουργίας και μνημόσυνα ποίησον όσα δυνηθής». Ο άγιος από τη μεγάλη του ταπείνωση δεν ήθελε να τιμάται ούτε μετά θάνατον. Οι τελευταίοι λόγοι του ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου».

Ο καλός υποτακτικός του έπραξε όπως του μήνυσε ο όσιος Γέροντάς του και απόθεσε το τίμιο λείψανο σε απόκρυφο μέρος του δάσους. Πολλοί όμως το ζητούσαν. Όταν κάποτε βρέθηκε, η μονή Παντοκράτορος θέλησε να το κρατήσει. Τελικά αποφασίσθηκε να κρατήσει το χέρι του, το όποιο υπάρχει ως σήμερα σε στάση ευλογίας, και να δοθεί το σώμα στον υποτακτικό του Ισαάκ, που το έθεσε στην Εκκλησία του Αγίου Βασιλείου. Από τότε άρχισε ο άγιος να μυροβλύζει και ο άγιος να ονομάζεται Μυροβλύτης. Γράφει πάλι χαρακτηριστικά και γι΄ αυτό ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Τούτο το θαύμα οπού έδειξεν ο Θεός εις το Άγιον Λείψανον του Οσίου Πατρός ημών Θεοφίλου, δεν είναι ολίγον και παραμικρόν, αλλά είναι μέγα και εξαίσιον, επειδή το θαύμα τούτο της μυροβλύσεως σπανίως γίνεται εις ολίγους Αγίους. Διότι πολλά Αγίων Λείψανα Μαρτύρων και Οσίων ευρίσκονται, αμή ουχί και αναβλύζουσι μύρον διότι το μυροβλύζειν είναι μία απόδειξις και σημείον βεβαιότατον μιας άκρας καθαριότατος και παρθενίας και αγνείας, όχι μόνον από εμπαθείας μολυσμών, αλλά και από ηδυπαθείας λογισμών ακαθάρτων του νοός· και εάν η χάρις του Αγίου Πνεύματος δεν κατοικήση έτι ζώντος του ανθρώπου εις όλον τον νουν και ψυχήν και καρδίαν και εις όλα τα μέλη του σώματος, να τα καθαρίση και αγιάση έως μέσα εις αυτά τα κόκκαλα και τους μυελούς, αδύνατον είναι να ευωδιάση το σώμα μετά θάνατον».

Την βιογραφία του Οσίου Θεοφίλου επηύξησε ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο όποιος είναι και συνθέτης της Ακολουθίας του. Ο άγιος Θεόφιλος θεωρείται ένας από τους διασημότερους αντιγραφείς χειρογράφων του Αγίου Όρους του 16ου μ.Χ. αιώνα. Το έργο αυτό συνέχισε ως το τέλος του βίου του.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς τοῦ Σωτῆρος γνησιώτατον φίλον, καὶ τῶν ἐν Ἄθῳ εὐωδέστατον κρῖνον, καὶ νοητὸν ἀλάβαστρον ὁσίων ἀρετῶν, ἱεροὶς ἐν ἄσμασιν, εὐφημοῦμεν σὲ Πάτερ, εἰς ὀσμὴν τῶν μύρων σου, εὐλαβῶς συνδραμόντες, δι’ ὧν εὐφραίνει πάντοτε ἠμᾶς, τοὺς σὲ τιμώντας, Θεόφιλε Ὅσιε.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῖς ἀνθρώποις Κύριος, θέλων γνωρίσαι τρισμάκαρ, ὅτι ἦν ὁ βίος σου, πάνυ εὐάρεστος τούτῳ, ἔδειξε, τὸ λείψανόν σου πηγὴν τῶν μύρων, ἅπαντας, εὐωδιάζον τοὺς προσιόντας· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, οἱ σοὶ ἱκέται, Θεόφιλε Ὅσιε.
Μεγαλυνάριον
Πλήρης μυριπνόου πέλων ὀσμῆς, Μυροβλύτα Πάτερ, ὦ Θεόφιλε ἱερέ, λύτρωσαί με πάσης, γηΐνης δυσωδίας, καὶ ἀκαθάρτων ῥῦσαι, παθῶν με δέομαι.
  • Άγιος Αναστάσιος ο εξ Αγίου Βλασίου, ο Γουναράς

Ο ένδοξος ιερομάρτυς του Χριστού Αναστάσιος γεννήθηκε περί τα τέλη του 17ου με αρχές του 18ου αιώνος μ.Χ. Κατάγονταν από το χωριό Άγιος Βλάσιος (Σούβλιαση η παλαιότερη ονομασία) της Θεσπρωτίας, κοντά στην πόλη της Ηγουμενίτσας. Οι πληροφορίες που έχουμε γι’ αυτόν προέρχονται από τον Βίο του που σώζεται στο έργο «Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», όπου κυρίως αναφέρεται το μαρτυρικό του τέλος. Δεν γνωρίζουμε κάτι σχετικό με την παιδική και νεανική του ηλικία, εύκολα όμως μπορούμε να υποθέσουμε, ότι μέσα στα δύσκολα χρόνια που έζησε, έλαβε από την οικογένειά του ευσεβή ανατροφή «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου». Η ευσεβής του ανατροφή και η κλήση του Θεού οδήγησαν αργότερα τον μακάριο Αναστάσιο στην απόφαση να ενταχθεί στον Ιερό Κλήρο και να διακονήση τον Θεό και τον λαό Του ως πρεσβύτερος.

Σε κάποια χρονική στιγμή της ιερατικής του ζωής και ενώ εφημέρευε σε κάποιο Ναό έξω από την βασιλεύουσα, την Κωνσταντινούπολη, αρχίζει την εξιστόρησή του ο Συναξαριστής. Συνέβη τότε το μαρτύριο του Αγίου Κωνσταντίου του Ρώσσου (βλέπε 21 Μαΐου) και ο Άγιος Αναστάσιος ένιωσε μέσα του να ανάβει ο πόθος του μαρτυρίου και παρακαλούσε κάθε μέρα τον Θεό να τον αξιώση να δώση κι αυτός το αίμα του για την πίστη του Χριστού.

Εκείνη την εποχή στην Κωνσταντινούπολη ζούσε κι ένας Κύπριος ιερομόναχος ο οποίος λόγω της αμαρτωλής ζωής που ζούσε, εγκαταλείφθηκε από την χάρη του Θεού και στα εβδομήντα του χρόνια, έχοντας χάσει και το φως του, αρνήθηκε τον Χριστό και ασπάστηκε την πίστη του Μωάμεθ. Οι Τούρκοι, όπως συνήθιζαν σε τέτοιες περιπτώσεις, του προσέφεραν πολλά δώρα και τιμές και εκείνος, τυφλωμένος περισσότερο πνευματικά από ότι σωματικά, έφθασε να μεταβαίνει μαζί με τους Σέχηδες στο Γενί-Τζαμί και να κηρύττει στα σκαλοπάτια του, διδάσκοντας στους εισερχόμενους μουσουλμάνους τους μύθους της θρησκείας των, λαμβάνοντας από αυτούς και χρήματα.

Μία μέρα ενώ ο Άγιος μετέβαινε στην αγορά, πέρασε έξω από το Γενί-Τζαμί και βλέποντας στα σκαλοπάτια τον εξομώτη, πρώην ιερομόναχο, να διδάσκη τους Τούρκους, πόνεσε με την καρδιά του και στάθηκε εκεί παρατηρώντας τον αναλογιζόμενος από ποιό ύψος της αληθείας του Χριστού εξέπεσε και κατακρημνίσθηκε σε τέτοιο βάθος σκοτισμού, όπως ο πατέρας του κακού, ο Εωσφόρος. Βλέποντας τον Αναστάσιο να στέκεται σκεπτικός, οι διερχόμενοι Τούρκοι, του είπαν με την συνηθισμένη τους βαρβαρότητα. «Μπρε, παππά, βλέπεις αυτόν τον Σέχη; Και αυτός παππάς ήταν και γνώρισε την πίστη μας και έγινε Τούρκος. Έλα κι εσύ να γίνης Τούρκος για να κερδίσης τον Παράδεισο. Αυτά και άλλα παρόμοια έλεγαν οι Αγαρηνοί. Ο δε Άγιος Αναστάσιος άνοιξε το ευλογημένο του στόμα και τους απάντησε με λόγια σκληρά όμως αληθινά. «Ω τυφλοί και πλανεμένοι, τι τον ακούτε; Αυτά που σας λέει είναι όλα ψέματα. Εσείς, που είστε Τούρκοι από τους προγόνους σας, αυτόν τον σαπρόγερο βάλατε να σας διδάξη την πίστη; Αυτόν που τον εγκατέλειψε ο Θεός για την πολλή του κακία και αρνήθηκε την πίστη του, τώρα στα γεράματα; Που γνωρίζει την πίστη σας αυτός που ακόμη δεν γιατρεύτηκε από το σουνέτισμα; Κρίμα στη γνώση σας και λέτε ότι έχετε και πίστη».

Αφού είπε αυτά και ακόμη περισσότερα με μεγάλη τόλμη και θάρρος στην τουρκική γλώσσα, ο Άγιος, σιώπησε. Οι δε Αγαρηνοί ακούγοντάς τα, όρμησαν καταπάνω του με μίσος και αρπάζοντάς τον, τον παρουσίασαν στον Κατή, δηλαδή τον ιεροδικαστή των μουσουλμάνων και από εκεί στον Βεζύρη. Ο δε Μάρτυς είπε και σ’ αυτούς τα ίδια λόγια γι’ αυτό και απεφάσισαν να εξορισθή στο νησί της Χίου. Όταν λοιπόν επρόκειτο να τον ανεβάσουν στο πλοίο για την εξορία, ο Άγιος, φλεγόμενος από τον πόθο του μαρτυρίου, με φρόνιμο τρόπο τους ξεγέλασε και τον έφεραν πάλι μπροστά στον Βεζύρη, στον οποίο είπε τα εξής: «Ενδοξότατε αφέντη, για ποιό λόγο με στέλνεις στην εξορία; Επειδή σου είπα την αλήθεια; Μάλλον να με τιμήσης θα έπρεπε και όχι να με εξορίσης. Αλλά εσείς δεν θέλετε να ακούσετε την αλήθεια, γι’ αυτό και έχετε αυτούς τους τυφλούς και πλανεμένους να σας διδάσκουν». Τόσο έντονα και με θάρρος εχλεύασε την θρησκεία των Τούρκων και εκύρηξε την πίστη των Χριστιανών, ομολογώντας έτσι τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν Θεόν αληθινόν, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιον Πνεύμα και όλη την ένσαρκον Αυτού οικονομίαν, ώστε όλοι που τον άκουγαν να μείνουν άφωνοι. Μη μπορώντας να αντέξουν τον έλεγχο αυτής της φωνής της αληθείας, κατά διαταγή του Μουφτή, έστειλαν και τον απεκεφάλισαν μπροστά στο Γενί-Τζαμί. Έτσι ο τρισμακάριστος Αναστάσιος έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου, που με τόση λαχτάρα ποθούσε και η αγία του ψυχή πέταξε για να μεταβή κοντά στον Σωτήρα Χριστό, που από την παιδική του ηλικία αγάπησε. Ήταν η 8η Ιουλίου του 1743 μ.Χ.

Μετά την αποτομή της τιμίας αυτού κεφαλής, φως ουράνιο παρουσιάστηκε τη νύκτα πάνω από το Άγιο λείψανο του ιερομάρτυρος και έγινε αντιληπτό από τους φρουρούς που το εφύλαγαν, καθώς και από όσους πέρασαν από εκεί, Χριστιανούς και Τούρκους και όλοι εθαύμασαν για το παράδοξο θέαμα. Οι μεν Αγαρηνοί καταισχύνθηκαν από την θεοσημεία, οι δε Χριστιανοί εδόξασαν τον Θεό, που αντιδοξάζει τους πιστούς Του δούλους. Στη συνέχεια το Άγιο Λείψανο, παραδόθηκε στους χριστιανούς για να ταφή. Δυστυχώς όμως, η παράδοση δεν διέσωσε τον τόπο της ταφής του μαρτυρικού σώματος, ούτε άλλη πληροφορία σχετικά με τον Άγιο Ιερομάρτυρα, μετά το θάνατό του.

  • Αγία Θεοδοσία μητέρα του Αγίου Προκοπίου
Η Αγία Θεοδοσία ήταν μητέρα του Αγίου Προκοπίου (8 Ιουλίου). Πρώην ειδωλολάτρισσα, η οποία, από τα θαύματα και το μαρτύριο του γιου της, επέστρεψε στον Χριστό και μαρτύρησε δια ξίφους.
  • Όσιος Προκόπιος ο δια Χριστόν σαλός ο εν Ουστούζη, ο θαυματουργός 

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Οσίου Προκοπίου του δια Χριστόν σαλού παρά μόνο το εξής θαύμα: Κάποτε ο Όσιος, διασχίζοντας τους δρόμους του Ουστιούγκ, έφτασε τρέχοντας στην εκκλησία. Γονάτισε μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και φώναξε: «Μητέρα του Θεού, σώσε μας· σώσε μας!» Γύρισε προς τον κόσμο, που παρευρισκόταν εκείνη την στιγμή μέσα στην εκκλησία και τους φώναξε δυνατά να μετανοήσουν, να παύσουν να αμαρτάνουν, διαφορετικά ο Θεός θα τους λιθοβολήσει. Ο κόσμος τον θεώρησε τρελό. Και αφού τον έδειραν, τον έδιωξαν.

Ύστερα από καιρό, όμως, ο ουρανός της πόλης καλύφθηκε από ένα τεράστιο μαύρο σύννεφο. Όλες οι εκκλησίες γέμισαν από πιστούς. Ο Όσιος Προκόπιος τότε, άρχισε να ελέγχει τον κόσμο και τους παρότρυνε να προσευχηθούν. Και προσευχήθηκαν όλοι και το σύννεφο διαλύθηκε· ο ουρανός καθάρισε και όλοι οι κάτοικοι, σαν κάτι να τους έσπρωχνε, έτρεξαν έξω από την πόλη! Εκεί αντίκρισαν μια τεράστια έκταση σκεπασμένη με μαύρες πέτρες-μετεωρίτες. Αν οι πέτρες αυτές έπεφταν επάνω στην πόλη, δεν θα έμενε άνθρωπος ζωντανός. Οι πέτρες βρίσκονται εκεί ακόμη μέχρι σήμερα. Οι επιστήμονες που τις εξέτασαν βεβαίωσαν ότι, πράγματι οι πέτρες αυτές είναι μετεωρίτες. Για το πώς όμως βρέθηκαν όλες μαζί σε ένα σημείο, δεν μπόρεσαν να δώσουν εξήγηση. Αυτό βέβαια το γνώριζε μόνο ο δούλος του Θεού, που το είχε προβλέψει. Ο Όσιος Προκόπιος ο δια Χριστόν σαλός ο εν Ουστούζη, ο θαυματουργός κοιμήθηκε το 1303 μ.Χ. και η Αγιοκατάταξη του από την Ρώσικη Εκκλησία έγινε το 1818 μ.Χ.

  • Αγίες Δώδεκα Γυναίκες Συγκλητικές

Οι Αγίες αυτές, προσήλθαν στον Χριστιανισμό από τα θαύματα του Αγίου Προκοπίου (βλέπε 8 Ιουλίου) και μαρτύρησαν δια ξίφους.

  • Άγιοι Αντίοχος και Νικόστρατος οι Τριβούνιοι

Οι Άγιοι Αντίοχος και Νικόστρατος μαρτύρησαν δια ξίφους, μαζί με τον Άγιο Προκόπιο (βλέπε 8 Ιουλίου).

  • Άγιος Αβδάς

Ο Άγιος Αβδάς (ή Αυδάς) μαρτύρησε δια ξίφους, μάλλον μαζί με τον Άγιο Προκόπιο (βλέπε 8 Ιουλίου).

  • Άγιος Σάββας

Ο Άγιος Σάββας μαρτύρησε δια ξίφους, μάλλον μαζί με τον Άγιο Προκόπιο (βλέπε 8 Ιουλίου).

  • Άγιος Προκόπιος του Ούσια Βόλογκντα

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Ρώσου Αγίου παρά μόνο ότι ήταν δια Χριστόν σαλός.

  • Άγιος Προκόπιος ο εφορκιστής

Η μνήμη του αγίου αυτού δεν συναντάται στον Συναξαριστή του Αγίου Νικόδημου. Αναγράφεται στον Συναξαριστή του Delehaye έτσι: «Τὴ αὕτη ἥμερα (Ἰουλίου 8) ἄθλησις τοῦ ἁγίου Προκοπίου τοῦ ἐφορκιστοῦ, τοῦ ἐν Καισαρείᾳ τῆς Παλαιστίνης». Προφανώς είναι άλλος συνώνυμος του μεγαλομάρτυρα Προκοπίου και πιθανόν ο ίδιος μ’ αυτόν της 22ας Νοεμβρίου.

  • Σύναξη πάντων των Στρατιωτικών Αγίων

Η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου θέσπισε την 8η Ιουλίου για την εορτή πάντων των Στρατιωτικών Αγίων. Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν συνεδρίαν αὐτῆς τήν Πέμπτην, 14ην Φεβρουαρίου 2019, πρός ἐξέτασιν τῶν ὑπολοίπων ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένων θεμάτων, ἐφ’ ὧν καί ἐλήφθησαν αἱ προσήκουσαι ἀποφάσεις.
Κατ᾿ αὐτήν, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος, ὁμοφώνως ἀποδεχθεῖσα εἰσήγησιν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ρόδου κ. Κυρίλλου, ὥρισεν ὅπως ἡ ἀπουσιάζουσα ἐκ τοῦ Ἑορτολογίου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἱερά μνήμη πάντων τῶν Στρατιωτικῶν Ἁγίων ἐπιτελῆται τήν 8ην Ἰουλίου ἑκάστου ἔτους.
Ἐν τέλει τῆς τελευταίας ταύτης συνεδρίας, ἀντηλλάγησαν μεταξύ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Βρυούλων κ. Παντελεήμονος, ἐκ μέρους τῶν ἀποχωρούντων μελῶν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, καί τῆς Α. Θ. Παναγιότητος προσφωνήσεις καί ἀντιφωνήσεις ἐπί τῇ λήξει τῆς παρούσης συνοδικῆς περιόδου.
Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 15ῃ Φεβρουαρίου 2019
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας
τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου»

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com