«Οι ΗΠΑ θα πρέπει να είναι διατεθειμένες να αναλάβουν συγκεκριμένες δράσεις για να αντιταχθούν» σε αυτού του είδους τις πρακτικές, τονίζουν στην ανοικτή επιστολή που απέστειλαν στον Μπάιντεν, ακόμη και επιβάλλοντας «περιορισμούς στην παροχή (αμερικανικής) βοήθειας (στο Ισραήλ) σύμφωνα με τους αμερικανικούς νόμους».
Μεταξύ αυτών που υπέγραψαν την επιστολή είναι περισσότεροι από 10 πρώην πρεσβευτές των ΗΠΑ καθώς και άλλοι πρώην αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, πρώην αξιωματούχοι του Πενταγώνου, των υπηρεσιών Πληροφοριών και του Λευκού Οίκου.
Η επιστολή αποτελεί ένδειξη της ανησυχίας που επικρατεί στις ΗΠΑ λόγω των ισραηλινών επιχειρήσεων στη Λωρίδα της Γάζας, οι οποίες ξεκίνησαν μετά την επίθεση της Χαμάς εναντίον του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου η οποία κόστισε τη ζωή σε περίπου 1.200 ανθρώπους.
Μεγάλο μέρος της Γάζας έχει καταστραφεί πλήρως, ενώ σχεδόν 32.000 Παλαιστίνιοι, στην πλειονότητά τους γυναίκες και παιδιά, έχουν σκοτωθεί. Ο ΟΗΕ τονίζει ότι οι 2,3 εκατομμύρια κάτοικοι του παλαιστινιακού θύλακα διαθέτουν πολύ λίγα τρόφιμα και πόσιμο νερό, ενώ προειδοποιεί για το ενδεχόμενο λιμού.
Στην επιστολή αυτή οι Αμερικανοί πρώην αξιωματούχοι υπογραμμίζουν ότι η ισραηλινή στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της Χαμάς είναι «απαραίτητη και δικαιολογημένη».
Ωστόσο προσθέτουν ότι οι επιχειρήσεις του Ισραήλ «έχουν σημαδευτεί από επανειλημμένες παραβιάσεις» του διεθνούς δικαίου, το οποίο απαγορεύει τους φόνους αδιακρίτως και τη χρήση όπλων που δεν επιτρέπουν να γίνεται διάκριση μεταξύ ενόπλων και αμάχων.
«Δεκάδες χιλιάδες άμαχοι στη Γάζα έχουν σκοτωθεί, η πλειονότητα των οποίων είναι γυναίκες και παιδιά», καταγγέλλει η ομάδα που υπογράφει την επιστολή. «Ο φόνος αμάχων με αυτό τον τρόπο και σε αυτή την κλίμακα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί».
Η ομάδα στηρίζει ένθερμα την έκκληση του Μπάιντεν για την κήρυξη άμεσα εκεχειρίας διάρκειας τουλάχιστον έξι εβδομάδων, τη δημιουργία ενός αξιόπιστού συστήματος παράδοσης ανθρωπιστικής βοήθειας και την απελευθέρωση των ομήρων που κρατά ακόμη η Χαμάς στη Γάζα.
Εξάλλου ζητεί από τον στρατό του Ισραήλ να εφαρμόζει κανόνες εμπλοκής σύμφωνους με το διεθνές δίκαιο.