“Έφυγε” ο δημοσιογράφος Νίκος Νικολάου

Πέθανε στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο δημοσιογράφος, Νίκος Νικολάου.

by Times Newsroom

Η ελληνική δημοσιογραφία θρηνεί την απώλεια ενός από τους σημαντικότερους δημοσιογράφους των τελευταίων δεκαετιών, του Νίκου Νικολάου, ο οποίος έφυγε σήμερα από τη ζωή, σε ηλικία 91 ετών. Ο Νίκος Νικολάου είχε διατελέσει διευθυντής της εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”, αναπληρωτής διευθυντής της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ» και διευθυντής του περιοδικού «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ». Θα ακολουθήσει αναλυτική ανακοίνωση της Ενώσεως.

Ο εκλιπών, στα 47 χρόνια της καριέρας του, εργάστηκε σε μεγάλες εφημερίδες -ανάμεσά τους και το Βήμα»- και ταύτισε το όνομά του με την οικονομική δημοσιογραφία.

Γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1931. Αετόπουλο και επονίτης. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών (ΑΣΟΕΕ).

Ήταν από το 1951 μέλος της παράνομης ΕΠΟΝ. Μέλος της ΕΔΑ. Εξόριστος στον Άη Στράτη (από το 1952 έως τα μέσα του 1955) ο Νίκος Νικολάου, συναντήθηκε από τα νιάτα του με τους δημοκρατικούς αγώνες για ελευθερία και Δημοκρατία, υπήρξε της Αριστεράς συνοδοιπόρος, διώχθηκε, εξορίστηκε για τις ιδέες του.

Η δεκαετία του ’60 τον βρήκε ρεπόρτερ της Αυγής, να συντονίζεται με τον Γρηγόρη Γιάνναρο, την αδελφή του οποίου παντρεύτηκε και μαζί της απέκτησε τη Γιόρκα, την μονάκριβη κόρη του.

Ο Νίκος Νικολάου ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του πορεία ως οικονομικός συντάκτης στην Αυγή το Σεπτέμβριο του 1955. Παράλληλα, εργάστηκε στη Ναυτεμπορική και την Εξπρές. Από το 1967 ήταν ανταποκριτής της εφημερίδας Ελεύθερη Ελλάδα, έκδοσης της Ελεύθερης Πατρίδας στη Ρώμη.

Από το 1974 έως το 1989, που έγινε και διευθυντής, εργάστηκε στη Καθημερινή, από το 1990 έως το 2004 στο Βήμα, όπου διετέλεσε αναπληρωτής διευθυντής και το 2005 επέστρεψε στη Καθημερινή.

Εργάστηκε, επίσης, στους ραδιοφωνικούς σταθμούς Flash και Αθήνα 9,84.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή