Επαναστάτες μετά τη νίκη στις 18 Μαρτίου 1848 στην οδό Μπράιτε (Breite Straße) του Βερολίνου
Οι Γερμανική Επαναστάσεις του 1848-1849 (Deutsche Revolution 1848/1849), αναφερόμενη και ως Επανάσταση του Μαρτίου (γερμανικά: Märzrevolution) αποτέλεσαν στην αρχική τους φάση μέρος των Επαναστάσεων του 1848, που ξέσπασαν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Ήταν μια σειρά από μερικώς συντονισμένες διαμαρτυρίες και εξεγέρσεις στα κράτη της Γερμανικής Συνομοσπονδίας, συμπεριλαμβανομένης της Αυστριακής Αυτοκρατορίας. Οι επαναστάσεις, οι οποίες αύξησαν τα αισθήματα του πανγερμανισμό, έδειξαν τη λαϊκή δυσαρέσκεια με την παραδοσιακή, σε μεγάλο βαθμό απολυταρχική, πολιτική δομή των τριάντα εννέα ανεξάρτητων κρατών της Συνομοσπονδίας, τα οποία κληρονόμησαν το γερμανικό έδαφος της πρώην Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μετά τη διάλυσή της ως αποτέλεσμα των Ναπολεόντειων Πολέμων. Οι διεργασίες που οδήγησαν στις επαναστάσεις ξεκίνησαν κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1840.
Η λεγόμενη μεσαία τάξη ήταν προσηλωμένη σε φιλελεύθερες αρχές, ενώ η εργατική τάξη επεδίωκε ριζικές μεταρρυθμίσεις των συνθηκών εργασίες και στην διαβίωσή τους. Καθώς οι διάφορες συνιστώσες της μεσαίας και της εργατικής τάξης διασπάστηκαν κατά τη διάρκεια των επαναστάσεων, η συντηρητική αριστοκρατία κατάφερε να τις καταστείλει. Οι φιλελεύθεροι, γνωστοί ως «Οι Σαράντα Οκτώ», αναγκάστηκαν να εξοριστούν για να ξεφύγουν από τις πολιτικές διώξεις. Πολλοί μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Αυστραλία.
Υπόβαθρο
Οι βάσεις των εξεγέρσεων του 1848 τέθηκαν ήδη από το Φεστιβάλ του Χάμπαχ του 1832, όταν οι δημόσια αγανάκτηση άρχισε να αυξάνεται μπροστά στη βαριά φορολογία και την πολιτική λογοκρισία. Το Φεστιβάλ του Χάμπαχ είναι επίσης αξιοσημείωτο καθώς εκεί χρησιμοποιήθηκαν από τους δημοκρατικούς τα χρώματα μαύρο, κόκκινο και χρυσαφί για την σημαία τους, χρώματα που χρησιμοποιούνται και στη σημερινή σημαία της Γερμανίας.
Ο ακτιβισμός για τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις εξαπλώθηκε σε πολλά από τα γερμανικά κράτη, σε καθένα από τα οποία εκδηλώθηκαν επαναστατικά κινήματα. Πηγή έμπνευσης αποτέλεσαν οι εργατικές διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Παρίσι τον Φεβρουάριο του 1848 και προκάλεσαν την παραίτηση και εξορία του Βασιλιά Λουδοβίκου Φιλίππου. Στη Γαλλία η επανάσταση του 1848 έγινε γνωστή ως Επανάσταση του Φεβρουαρίου.
Από τη Γαλλία, οι επαναστάσεις εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη. Μέσα σε λίγες ημέρες εκδηλώθηκαν στην Αυστρία και τη Γερμανία, ξεκινώντας με μεγάλες διαδηλώσεις στις 13 Μαρτίου του 1848 στη Βιέννη. Οι διαδηλώσεις προκάλεσαν την παραίτηση του Πρίγκιπα Κλέμενς φον Μέττερνιχ από τη θέση του Καγκελαρίου του Αυτοκράτορα Φερδινάνδου Α΄ της Αυστρίας και την εξορία του στη Βρετανία. Λόγω του γεγονότος ότι οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν στην Βιέννη τον Μάρτιο, οι γερμανικές επαναστάσεις αποκαλούνται και ως «Επανάσταση του Μαρτίου» (Märzrevolution).
Φοβούμενοι τη μοίρα του Λουδοβίκου Φιλίππου, ορισμένοι μονάρχες στη Γερμανία αποδέχτηκαν ορισμένα από τα αιτήματα των επαναστατών, τουλάχιστον προσωρινά. Στα νότια και δυτικά, πραγματοποιήθηκαν μαζικές διαδηλώσεις και μεγάλες λαϊκές συνελεύσεις. Απαίτησαν την ελευθεροτυπία, την ελευθερία του συνέρχεσθαι, την παραχώρηση συνταγμάτων, το δικαίωμα κατοχής όπλων από το λαό και κοινοβούλια.
Αυστρία
Το 1848 η Αυστρία ήταν το σημαντικότερο γερμανικό κράτος. Μετά την κατάρρευση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία είχε διαλυθεί από τον Ναπολέοντα το 1806, την διαδέχθηκε ένας εξίσου χαλαρός συνασπισμός κρατών, γνωστός ως Γερμανική Συνομοσπονδία (1815). Η Αυστρία διετέλεσε προεδρεύουσα χώρα αυτής της Συνομοσπονδίας. Ο Αυστριακός Καγκελάριος Κλέμενς φον Μέττερνιχ κυριάρχησε στην αυστριακή πολιτική σκηνή από το 1815 έως το 1848.
Στις 13 Μαρτίου του 1848 φοιτητές του Πανεπιστημίου της Βιέννης πραγματοποίησαν μια μεγάλη διαδήλωση στους δρόμους της Βιέννης, που έγινε γνωστή σε όλα τα γερμανόφωνα κράτη. Είχαν, ωστόσο, προηγηθεί στις 9 Φεβρουαρίου οι σημαντικές, αλλά σχετικά μικρές, διαδηλώσεις κατά της βασιλικής ερωμένης Λόλα Μοντέζ στη Βαυαρία. Οι εξεγερμένοι φοιτητές στη Βιέννη ήταν ανυποχώρητοι και ενθαρρύνθηκαν από το κήρυγμα του φιλελεύθερου ιερέα Άντον Φίστερ. Απαίτησαν την παραχώρηση ενός συντάγματος και μια συντακτική εθνοσυνέλευση, εκλεγμένη από τους άρρενες πολίτες.
Ο Αυτοκράτορας Φερδινάνδος και ο Καγκελλάριός του Μέττερνιχ χρησιμοποίησαν στρατιωτικά μέσα για να διαλύσουν τη διαδήλωση. Όταν οι διαδηλωτές βρέθηκαν κοντά στο παλάτι, τα στρατεύματα πυροβόλησαν εναντίον των φοιτητών, σκοτώνοντας αρκετούς. Η νέα εργατική τάξη της Βιέννης συμμετείχε στις φοιτητικές διαδηλώσεις, αναπτύσσοντας μια ένοπλη εξέγερση. Η Δίαιτα της Κάτω Αυστρίας απαίτησε την παραίτηση του Μέττερνιχ. Ο Φερδινάνδος συμμορφώθηκε απρόθυμα και τον απέλυσε, ενώ ο πρώην ισχυρός άνδρας της Αυστρίας εξορίστηκε στο Λονδίνο.
Ο Φερδινάνδος διόρισε νέους, φιλελεύθερους, υπουργούς, που συνέταξαν ένα σύνταγμα στα τέλη Απριλίου του 1848. Ο λαός όμως το απέρριψε, καθώς η πλειοψηφία δεν είχε δικαίωμα ψήφου. Εξαιτίας της συνεχιζόμενης αναταραχής, ο Φερδινάνδος κατέφυγε στο Ίνσμπρουκ, από όπου εξέδωσε δύο διατάγματα στις 16 Μαΐου και στις 3 Ιουνίου 1848, με τα οποία έδινε σημαντικές παραχωρήσεις στο λαό. Μετέτρεψε την Αυτοκρατορική Δίαιτα σε Συντακτική Εθνοσυνέλευση, η οποία θα εκλεγόταν από τον λαό. Άλλες παραχωρήσεις ήταν λιγότερο σημαντικές και γενικά αφορούσαν την αναδιοργάνωση του κράτους και τα μέτρα ενοποίησης της Γερμανίας.
Ο Φερδινάνδος επέστρεψε στη Βιέννη από το Ίνσμπρουκ στις 12 Αυγούστου. Λίγο μετά την επιστροφή του, μέλη της εργατικής τάξης βγήκαν ξανά στους δρόμους στις 21 Αυγούστου για να διαμαρτυρηθούν για την υψηλή ανεργία και το διάταγμα της κυβέρνησης για μείωση των μισθών. Στις 23 Αυγούστου αυστριακά στρατεύματα άνοιξαν για άλλη μία φορά πυρ εναντίον των διαδηλωτών.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου, ο Αυτοκράτορας Φερδινάνδος, ο οποίος ήταν επίσης Βασιλιάς της Ουγγαρίας, αποφάσισε να στείλει αυστριακά και κροατικά στρατεύματα στην Ουγγαρία για να καταστείλει μία εξέγερση των δημοκρατικών εκεί. Στις 29 Σεπτεμβρίου, τα αυστριακά στρατεύματα ηττήθηκαν από τις ουγγρικές επαναστατικές δυνάμεις. Στις 6 και τις 7 Οκτωβρίου οι πολίτες της Βιέννης διαδήλωσαν ενάντια στις ενέργειες του Αυτοκράτορα στην Ουγγαρία. Ως αποτέλεσμα, ο Φερδινάνδος Α΄ εγκατέλειψε τη Βιέννη στις 7 Οκτωβρίου και εγκαταστάθηκε στο Όλομοουτς της Μοραβίας. Στις 2 Δεκεμβρίου παραιτήθηκε από τον θρόνο, τον οποίο ανέλαβε ο ανιψιός του Φραγκίσκος Ιωσήφ.
Βάδη
Το Μεγάλο Δουκάτο της Βάδης είχε αποκτήσει ένα φιλελεύθερο σύνταγμα από το 1818, το οποίο ανεστάλη το 1825, εξαιτίας των πολιτικών διαφωνιών. Το 1830 ο Λεοπόλδος της Βάδης έγινε Μεγάλος Δούκας. Η ηγεμονία του έφερε φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στο συνταγματικό, αστικό και ποινικό δίκαιο και στην εκπαίδευση. Το 1832 η Βάδη εντάχθηκε στην Γερμανική Τελωνειακή Ένωση. Μετά τη δημοσιοποίηση των ειδήσεων για επαναστατικές νίκες, τον Φεβρουάριο του 1848 στο Παρίσι, ξέσπασαν εξεγέρσεις και στη Βάδη, παρά τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις που είχαν εφαρμοστεί. Αρχικά, υπήρξαν πολλές ανοργάνωτες εξεγέρσεις αγροτών που πυρπόλησαν τις επαύλεις των αριστοκρατών και κινήθηκαν εναντίον τους.
Στις 27 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε μια συνέλευση στο Μάνχαϊμ,όπου υιοθετήθηκε ένα ψήφισμα που απαιτούσε την παραχώρηση μιας χάρτας δικαιωμάτων. Παρόμοια ψηφίσματα υιοθετήθηκαν στο Βασίλειο της Βυρτεμβέργης, στο Μεγάλο Δουκάτο της Έσσης, στο Δουκάτο του Νάσσαου και σε άλλα γερμανικά κράτη. Η απροσδόκητα ισχυρή λαϊκή υποστήριξη προς αυτά τα κινήματα ανάγκασε τους ηγεμόνες να υποχωρήσουν σε πολλά από τα αιτήματα του Μαρτίου, σχεδόν χωρίς αντίσταση.
Από τις 31 Μαρτίου έως τις 4 Απριλίου 1848 συγκλήθηκε ένα πρώιμο κοινοβούλιο στην εκκλησία του Αγίου Παύλου της Φρανκφούρτης, επιφορτισμένο με τη σύνταξη μίας χάρτας, που ονομάστηκε «Θεμελιώδη Δικαιώματα και Αιτήματα του Γερμανικού Λαού». Η πλειοψηφία των αντιπροσώπων στο πρώιμο κοινοβούλιο ήταν υπέρ της συνταγματικής μοναρχίας. Η Βάδη έστειλε δύο δημοκράτες αντιπροσώπους σε αυτό το πρώιμο κοινοβούλιο, τον Φρίντριχ Χέκερ και τον Γκούσταφ Στρούβε. Αποτελώντας μία μειοψηφία και απογοητευμένοι με την έλλειψη προόδου, Ο Χέκερ και ο Στρούβε αποχώρησαν διαμαρτυρόμενοι στις 2 Απριλίου. Κύριο αίτημά τους ήταν η δημιουργία μίας Πανγερμανικής Εθνοσυνέλευσης.
Στις 8 Απριλίου εγκρίθηκε από τη συνέλευση ένας νόμος που επέτρεπε την καθολική ψηφοφορία και ένα έμμεσο (δύο σταδίων) σύστημα εκλογών. Ακόμη, σχηματίστηκε μία Εθνοσυνέλευση, στις 18 Μαΐου 1848, αποτελούμενη από 809 αντιπροσώπους (585 εκ των οποίων εκλεγμένοι), η οποία ονομάστηκε «Εθνοσυνέλευση της Φρανκφούρτης». Ο Καρλ Μάτι, ένας δεξιός δημοσιογράφος, ήταν μεταξύ εκείνων που εξελέγησαν βουλευτές στην Εθνοσυνέλευση της Φρανκφούρτης.
Η αναταραχή που υποδαυλίστηκε από δημοκρατικούς ταραξίες συνεχίστηκε στη Βάδη. Φοβούμενη μεγαλύτερες ταραχές, η κυβέρνηση άρχισε να αυξάνει το μέγεθος του στρατού της και να ζητά βοήθεια από γειτονικά κράτη. Η κυβέρνηση της Βάδης προσπάθησε να καταστείλει τις εξεγέρσεις συλλαμβάνοντας τον Γιόζεφ Φίκλερ, έναν δημοσιογράφο που ήταν ο επικεφαλής των δημοκρατικών στη Βάδη. Οι συλλήψεις προκάλεσαν οργή και έξαρση των διαδηλώσεων. Μια μεγάλη εξέγερση (Εξέγερση του Χέκερ) ξέσπασε στις 12 Απριλίου, όμως η κυβέρνηση κατάφερε να την καταστείλει με τη βοήθεια πρωσικών στρατευμάτων στις 20 Απριλίου.
Τον Μάιο του 1849 αναζωπυρώθηκε η επαναστατική δραστηριότητα στη Βάδη. Τα γεγονότα συνδέθηκαν στενά με την εξέγερση του Παλατινάτου.
Βιβλιογραφία
- Veit Valentin: Geschichte der deutschen Revolution 1848–1849. 2 Vols. Beltz Quadriga, Weinheim-Berlin 1998 (Reprint), (ISBN 3-88679-301-X)
- Γεωργίου, Θεόδωρος (5 Απριλίου 1998). «Το Γερμανικό 1848». Το Βήμα.