Η αναγκαιότητα των Ελληνικών Επαναστατικών Συνταγμάτων

Από την πρώτη στιγμή της Ελληνικής Επανάστασης, οι ξεσηκωμένοι Ρωμηοί γνώριζαν πως ήταν επιτακτική η ανάγκη της θεσμικής κατοχύρωσης του αγώνα τους σε νομικό και διπλωματικό επίπεδο. Οι επαναστατημένοι Έλληνες έπρεπε εξαρχής να γνωρίζουν, έστω και αμυδρά, την πολιτική δομή του ελεύθερου ελληνικού κράτους για το οποίο πολεμούσαν και υφίσταντο ανείπωτες θυσίες.

by ΗΛΙΑΣ ΛΙΑΜΗΣ
  • ΗΛΙΑΣ ΛΙΑΜΗΣ

Από την πρώτη στιγμή της Ελληνικής Επανάστασης, οι ξεσηκωμένοι Ρωμηοί γνώριζαν πως ήταν επιτακτική η ανάγκη της θεσμικής κατοχύρωσης του αγώνα τους σε νομικό και διπλωματικό επίπεδο. Οι επαναστατημένοι Έλληνες έπρεπε εξαρχής να γνωρίζουν, έστω και αμυδρά, την πολιτική δομή του ελεύθερου ελληνικού κράτους για το οποίο πολεμούσαν και υφίσταντο ανείπωτες θυσίες. Συγχρόνως όμως, εξίσου επιτακτική ήταν η ανάγκη να διεκδικήσουν την νομιμοποίηση του αγώνα τους και σε βάθος χρόνου, τη νομιμοποίηση του ελεύθερου κράτους τους εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας, χωρίς την οποίαν όλες οι θυσίες θα απέβαιναν μάταιες. 

Από νομική άποψη, μπορεί να γίνει λόγος περί ελληνικού κράτους από τη στιγμή που η πρώτη Εθνοσυνέλευση ψήφισε το πρώτο Σύνταγμα του αγώνα, βάσει του οποίου συγκροτήθηκε κεντρική κυβέρνηση για να εκπροσωπήσει το μαχόμενο γένος. Μετά την διακήρυξη του Συντάγματος της Επιδαύρου, το οποίον θεωρείται ως η γενέθλια πράξη του νέου κράτους που διεκδικεί με τα όπλα την  πολιτική του ύπαρξη, μαχόμενο κατά της οθωμανικής εξουσίας, η Ευρώπη καλείται να αναγνωρίσει την Ελλάδα ως μία εμπόλεμη δύναμη κατά το διεθνές δίκαιο[1].

Τα Συντάγματα του Αγώνα αποτελούν για μας σήμερα πολύτιμα ντοκουμέντα στα οποία αποκρυσταλλώνεται η πολιτική σκέψη, η ιδεολογία αλλά και το όραμα της Ελληνικής Επανάστασης. Συγχρόνως, τα κείμενα αυτά αποτυπώνουν την επίδραση από ένα ευρύτερο ιστορικό περιβάλλον που περιελάμβανε την Γαλλική και την Αμερικανική Επανάσταση, αλλά και τα εντελώς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αγώνα του Γένους μας, επακόλουθα της ελληνορθόδοξης – ρωμαίικης παράδοσης, στην οποία οι πρόγονοί μας θέλησαν να θεμελιώσουν την πολιτική, πολιτιστική και πνευματική τους ταυτότητα[2].

Το πρώτο πολιτειακό κείμενο- Πατρίς

Στις 26 Μαΐου 1821, στη Μονή Καλτεζών της Πελοποννήσου, πραγματοποιήθηκε η πρώτη Συνέλευση των επαναστατημένων Ελλήνων[3].

Πήρε το όνομα «Γερουσία όλου του Δήμου των επαρχιών της Πελοποννήσου» ή «Γερουσία των Καλτεζών» ή, ακριβέστερα «Πελοποννησιακή Γερουσία». Αν και δεν θεωρείται αντιπροσωπευτική όλων των επαναστατικών ομάδων της Πελοποννήσου, καθώς έλειπαν οι περισσότεροι επίσκοποι του Μοριά[4] και κυρίως οι οπλαρχηγοί[5].

Η συνέλευση αυτή απετέλεσε την πρώτη προσπάθεια συνένωσης των τοπικών επαναστατικών ομάδων υπό ενιαία διοίκηση. Στο τέλος των εργασιών της, στη μία και μοναδική πανηγυρική συνεδρίασή της, εξέδωσε πρακτικό το οποίο ονομάστηκε «αποδεικτικόν και κυρωτικόν γράμμα»[6].

Πρόκειται για τη μόνη γνωστή πράξη της η οποία στην προμετωπίδα της φέρει τη λέξη Πατρίς. Η Πατρίς χαρακτηρίζεται ως το πρώτο πολιτειακού χαρακτήρα κείμενο της Επαναστάσεως και η Γερουσία παρουσιάζεται ως συλλογικό όργανο το οποίο ασκεί νομοθετική και διοικητική εξουσία. Περιέχει οργανωτικές διατάξεις και προτροπές ομοφροσύνης και κοινής ειρήνης. Με την πράξη αυτή, οι εκλεγέντες Γερουσιαστές εξουσιοδοτήθηκαν να ενεργήσουν «καθ΄ όποιον τρόπον η θεία Πρόνοια  τους φωτίσει και γνωρίσωσιν ωφέλιμον»[7] και τους ανατέθηκε η ευθύνη της γενικής ευταξίας των υποθέσεων της Πελοποννήσου και, ακολούθως, η αίσια έκβαση του ιερού αγώνα για την ελευθερία του Γένους.

Τα τρία όμως πολιτειακά κείμενα πού διαμόρφωσαν τον πολιτειακό βίο των επαναστατημένων Ελλήνων ήταν τα συντάγματα της Επιδαύρου (1822), του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας (1827). Η δημιουργία τους αποτελούσε γεγονός πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα. Υπεύθυνοι γι΄ αυτόν τον νεωτερισμό ήταν κατεξοχήν οι Έλληνες από την Ευρώπη όπως ο Μαυροκορδάτος. Για τους Έλληνες που ήταν εξοικειωμένοι με τις ευρωπαϊκές ιδέες και τα Δυτικά συστήματα, το Σύνταγμα συνιστούσε κοινωνικό συμβόλαιο, μία συμφωνία ελεύθερων και φωτισμένων ανθρώπων[8].

Συγχρόνως αποτελούσε σαφή και κατανοητή προβολή της ελληνικής υπόθεσης στην Ευρώπη. Είχε δε σκοπό να σημάνει την αρχή του τέλους κάθε αυθαιρεσίας, όχι μόνον του Οθωμανικού κράτους  αλλά και κάθε άλλης κρατικής εξουσίας στο μέλλον[9].

Οι Έλληνες ηγέτες, όχι μόνο κατανοούσαν τη λειτουργία των Συνταγμάτων γενικά, αλλά είχαν διαμορφώσει και συγκεκριμένες απόψεις για τους βασικούς στόχους των δικών τους συνταγμάτων στα οποία προβλεπόταν:

  • Η σύσταση ενός συγκεντρωτικού κράτους που θα βασιζόταν σε ένα έθνος και μιας κεντρικής εξουσίας αρκετά ισχυρής ώστε να φέρει σε πέρας τη δοκιμασία της επανάστασης.
  • Η λήψη μέτρων για την προστασία της ατομικής ελευθερίας από την εσωτερική απολυταρχία
  • Ο διαχωρισμός των εξουσιών και το προβάδισμα της νομοθετικής έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, γεγονός που θα εξασφάλιζε την επιβίωση κάθε κοινωνικής και τοπικής ομάδας και θα εμπόδιζε την επιβολή δικτατορίας.

Παράλληλα, για τον απλό λαό, το Σύνταγμα είχε εξιδανικευτεί, προσλαμβάνοντας ιδιότητες πανάκειας. Στα μάτια των απλών Ελλήνων, το Σύνταγμα ήταν κάτι σαν ακλόνητο τείχος προστασίας από την αυθαιρεσία, πρώτα της κάθε μορφής εξουσίας που θύμιζε τον Σουλτάνο και κατόπιν της όποιας κρατικής δομής, που, μετά την απελευθέρωση, θα επιχειρούσε να ασκήσει απολυταρχική και ανεξέλεγκτη εξουσία.

Παραπομπές:

[1] Λένας Διβάνη, Η εδαφική ολοκλήρωση της Ελλάδας (1830-1947), απόπειρα πατριδογνωσίας, εκδ. Καστανιώτης 2000, 87.

[2] Αικατερίνης Ρωξάνας, «Ο πρωτοποριακός χαρακτήρας των Συνταγμάτων του Αγώνα και η συνάντηση ελληνικών και αμερικανικών πολιτειακών αντιλήψεων κατά τη διαμόρφωση θεσμών κράτους δικαίου στη χώρα μας» στο : Οι φιλελεύθεροι θεσμοί του αγώνος της Ελληνικής Επαναστάσεως. Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, πρακτικά Ζ΄ Συνεδρίου, εκδ. Αρχονταρίκι, 56.

[3] Αθηνάς Κονταλή, Η Συνέλευση της Ιεράς Μονής Καλτεζών και το πρώτο πολιτειακό κείμενο της επαναστατημένης Ελλάδας (1821) στο: Οι φιλελεύθεροι θεσμοί…, 146-160.

[4] Φ. Χρυσανθόπουλού ή Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνησιν 1858, 164-165.

[5] Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής, Αθήνα 1846, 74.

[6] Πράξις των Καλτεζών (Πελοπόννησος 1821), http://library.parliament.gr. 4/7/2021.

[7] Ό. παρ.

[8] John Petropoulos, Πολιτική και συγκρότηση κράτους στο ελληνικό βασίλειο 1823-1843, ΜΙΕΤ 1985, 61.

[9] Δημητρίου Πυργάκη, «Τα δικαιώματα του ανθρώπου και η προστασία τους κατά τα Συντάγματα του Αγώνα» στο: Οι φιλελεύθεροι θεσμοί…, 95.

Πηγή: /www.pemptousia.gr/

The following two tabs change content below.

ΗΛΙΑΣ ΛΙΑΜΗΣ

Ο Ηλίας Λιαμής γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παρακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Οικουμενικό Ινστιτούτο του Bossey. Συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου και άρχισε την εκπόνηση της διδακτορικής του διατριβής. Το 2002 αναγορεύτηκε διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο πεδίο της Νηπτικής Θεολογίας. Αμέσως μετά έγινες δεκτός ως υποψήφιος διδάκτωρ στο τμήμα Μουσικολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα τις σύγχρονες μουσικοπαιδαγωγικές μεθόδους. Παράλληλα με τις θεολογικές του σπουδές πήρες τα πτυχία πιάνου και ανώτερων θεωρητικών (αρμονίας, αντίστιξης και φούγκας) από το Ελληνικό Ωδείο, ενώ παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα μουσικολογίας και διεύθυνσης χορωδίας και ορχήστρας στην Αγγλία και την Ουγγαρία. Ορίστηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος μέλος της Συνολικής Επιτροπής Εορτασμού του Ιωβηλαίου Έτους (1998), μέλος της Συνοδικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων (2003), ενώ από το 2000 είναι μέλος της Συνοδικής Επιτροπής Χριστιανικής Αγωγής της Νεότητος και Πρόεδρος της Συνοδικής Υποεπιτροπής Καλλιτεχνικών Εκδηλώσεων. Υπό την τελευταία αυτή ιδιότητα, διοργάνωσε πλήθος εκδηλώσεων κα συνεδρίων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Είναι πρόεδρος και ιδρυτικός μέλος του Ερευνητικού Ιδρύματος Πολιτισμού και Εκπαίδευσης (Ε.Ι.Π.Ε.) το οποίο εκπονεί ελληνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας. Αποτελεί μόνιμο συνεργάτη του Γραφείου Νεότητας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος, ενώ μετέχει συστηματικά σε Σχολές Γονέων και σεμινάρια επιμόρφωσης κατηχητικών πολλών Ιερών Μητροπόλεων. Διδάσκει επί 25 έτη στην Ελληνογαλλική Σχολή "St Joseph", ως καθηγητής θεολόγος και μουσικός ενώ από το 2000 μέχρι το 2015 κατείχε την θέση του Υποδιευθυντή του Γυμνασίου. Ανέλαβε την αναδιοργάνωση της παιδικής χορωδίας της Σχολής η οποία συμμετείχε σε πλήθος εκδηλώσεων. Είναι συγγραφέας βιβλίων, κατηχητικών βοηθημάτων και θεατρικών παραστάσεων, οι οποίες έχουν παρουσιαστεί στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στο Ίδρυμα "Μιχάλης Κακογιάννης", στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά κ.ά. Αρθρογραφεί συστηματικά, ενώ, επί εικοσιπενταετία, είναι και παραγωγός ραδιοφωνικών εκπομπών με θέμα την ανάλυση θεμάτων Βιβλικής και Πατερικής Θεολογίας σε σχέση με τη σύγχρονη πραγματικότητα.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή