- Μιχάλης Κουτσός, Φιλόλογος – Συγγραφέας
Στα νεότερα χρόνια του Νεοελληνικού κράτους έχουμε δυο νομπελίστες, τον Γιώργο Σεφέρη και τον Οδυσσέα Ελύτη. Και τα δύο νόμπελ είναι μόνο στην Λογοτεχνία και όχι σε άλλες επιστήμες. Οι δυο αυτοί νομπελίστες έχουν κοινά σημεία αλλά περισσότερες διαφορές. Και οι δύο αγαπούν την Ελλάδα αλλά ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Ο Ελύτης είναι πιο αισιόδοξος και λατρεύει την ελληνική φύση, ο Σεφέρης μάλλον απαισιόδοξος. Αισθάνεται ότι βρίσκεται σε μια Ελλάδα, γεμάτη συντρίμμια από παλιά μνημεία. Και οι δύο βίωσαν φοβερούς πολέμους, την Μικρασιατική εκστρατεία ο Σεφέρης, το Αλβανικό έπος ο Ελύτης. Ο Ελύτης βίωσε κακουχίες αλλά έζησε και μεγάλες νίκες, ενώ ο Σεφέρης βίωσε τραγικά γεγονότα, όπως ήταν η Μικρασιατική καταστροφή. Αυτή η καταστροφή, μια δυνατή ερωτική αποτυχία και οι οικογενειακές πιέσεις σημάδεψαν την ψυχοσύνθεση του Σεφέρη, με αποτέλεσμα να βλέπει τα πράγματα από την απαισιόδοξη μεριά όχι από την αισιόδοξη. Γι’ αυτόν το ποτήρι της πορείας του Ελληνισμού ήταν μισοάδειο. Όλη αυτή η πίκρα, η μελαγχολία και η απογοήτευση διαπνέει ολόκληρη την ποίηση του Σεφέρη. Αυτό όμως δεν σημαίνει αυτοκτονική απελπισία αλλά πιο πολύ αυτοκριτική και επανεξέταση της πορείας του Ελληνισμού. Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν την πορεία της ποιητικής του δημιουργίας που είναι αντίστοιχη με την πορεία του Ελληνισμού.
Μερικά βιογραφικά στοιχεία
Ο Γιώργος Σεφέρης (φιλολογικό όνομα του Γεωργίου Σεφεριάδη) γεννήθηκε στην Σμύρνη το 1900. Από το 1914 η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα και ο πατέρας του έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1919. Ο Γιώργος τελείωσε το γυμνάσιο στην Αθήνα και στη συνέχεια πήγε στο Παρίσι και για λίγο έπειτα στο Λονδίνο για σπουδές στην Νομική Σχολή μετά από πίεση από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν διπλωμάτης, για να ενταχθεί και αυτός στο διπλωματικό σώμα. Τα νεανικά του χρόνια από το 1918-1924 τα πέρασε στην Ευρώπη, όπου ήρθε σε επαφή με τα σύγχρονα ποιητικά ρεύματα, από τα οποία επηρεάστηκε πχ, από τον Έλιοτ, του οποίου μετάφρασε και ένα έργο «η Έρημη χώρα».
Ακολούθησε το διπλωματικό στάδιο και γι’ αυτό πολλά χρόνια της ζωής του έζησε μακριά από την Αθήνα (Κορυτσά, Ν. Αφρική, Αίγυπτος, Άγκυρα, Βηρυτός, Λονδίνο κ.ά.). Αποχώρησε από τη διπλωματική υπηρεσία με το βαθμό του Πρέσβη. Αναγνώριση της ποιητικής του αξίας αποτέλεσε κι η απονομή του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και κηδεύτηκε με τιμές εθνικού ποιητή.
Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε το 1931 με την ποιητική συλλογή Στροφή. Στη συλλογή αυτή τα περισσότερα ποιήματα κινούνται μέσα στο κλίμα του συμβολισμού και της καθαρής ποίησης, όπως και η επόμενη (Στέρνα, 1932). Στη Στροφή όμως υπάρχουν και ποιήματα που δείχνουν τη διαφοροποίηση της ποιητικής του γραφής και την απελευθέρωσή του από τα παραδοσιακά μετρικά πλαίσια. Η ολοκληρωτική ανανέωση της ποιητικής του γραφής άρχισε με το Μυθιστόρημα (1935) και συνεχίστηκε ως το τέλος.
Τα έργα του
1) Ποιητικές συλλογές:
Στροφή (1931), ΗΣτέρνα (1932), Μυθιστόρημα (1935), Τετράδιο Γυμνασμάτων (1940), Ημερολόγιο Καταστρώματος Α’ (1940), Ημερολόγιο Καταστρώματος Β’ (1944), Κίχλη (1947), …Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν… (1955), Τρία Κρυφά Ποιήματα (1966)
2) Δοκίμια:
Διάλογος πάνω στην ποίηση (1939), Δοκιμές (1944)
3) Ταξιδιωτικά: Τρεις Μέρες στα Μοναστήρια της Καππαδοκίας (1963).
4) Μεταφράσεις: Η Έρημη Χώρα και άλλα ποιήματα του Τ.Σ. Έλιοτ (1940), Αντιγραφές (μεταφράσεις ποιημάτων ξένων ποιητών),
Άσμα ασμάτων (1965), Η αποκάλυψη του Ιωάννη (1960).
Συνεργάστηκε στα περιοδικά Τα Νέα Γράμματα, Νεοελληνικά Γράμματα, Έλλην (Αλεξάνδρεια), Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, Κυπριακά Γράμματα, Πάλι, Νέα Εστία.
(Συνεχίζεται)
Η ποιητική δημιουργία του Γιώργου Σεφέρη
Η ποίησή του, που διακρίνεται για τη λιτότητα των εκφραστικών της μέσων και τον ήρεμο και χαμηλό της τόνο. Αποτυπώνει τις αγωνίες του ποιητή για την τραγική μοίρα της φυλής μας (ο Σεφέρης έζησε το δράμα δύο παγκόσμιων πολέμων και της μικρασιατικής καταστροφής). Η καταστροφή της Σμύρνης και του Μικρασιατικού ελληνισμού, ο ξεριζωμός των προσφύγων, η τραγική μοίρα του ανθρώπου, είναι βιώματα που σφράγισαν ανεξίτηλα τον ψυχικό του κόσμο κι αποκρυσταλλώθηκαν στην ποίησή του, που συντίθεται κάτω από το βάρος ενός δυσβάσταχτου παρελθόντος κι ενός αγωνιώδους παρόντος. Θεωρείται σήμερα ένας από τους πιο σημαντικούς νεοέλληνες ποιητές, που άνοιξε νέους ορίζοντες στη νεοελληνική ποίηση κι η συμβολή του στην ανανέωσή της υπήρξε αποφασιστική. Ο Σεφέρης όμως δεν υπήρξε μόνο μεγάλος ποιητής, αλλά και εξαίρετος δοκιμιογράφος. Εφάμιλλα με τα ποιήματά του, τα δοκίμιά του συγκεντρώνουν δύο βασικές αρετές: τον απαραίτητο θεωρητικό οπλισμό και την πνευματική οξυδέρκεια σε συνδυασμό με την ποιητική ευαισθησία και αποτελούν υποδείγματα γραφής, με κύρια χαρακτηριστικά τους την απλότητα, τη σαφήνεια και τη γλωσσική καθαρότητα. Το έργο του:
Η ΣΤΡΟΦΗ
Το 1931 κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική συλλογή του Σεφέρη, την οποία ονόμασε «Στροφή». Και πράγματι ήταν στροφή για την νεότερη Νεοελληνική Λογοτεχνία, γιατί μεταβαίνουμε από τον παραδοσιακό στίχο στον ελεύθερο. Βέβαια την αρχή την έκανε ο Καβάφης πριν είκοσι χρόνια, αλλά από τον Σεφέρη και μετά εγκαινιάζεται και καθιερώνεται ο νέος τρόπος γραφής της ποίησης. Πρόκειται για μια μικρή συλλογή δεκαέξι περίπου μικρών ποιημάτων, που εγκαινιάζουν μια νέα εποχή. Από την πρώτη κιόλας συλλογή του Σεφέρη εμφανίζονται και τον ακολουθούν σε όλη την ποιητική του δημιουργία τα ίδια χαρακτηριστικά, το ελλειπτικό ύφος, το ξάφνιασμα των εκφράσεων και κυρίως το απαισιόδοξο ύφος του. Παρατηρεί τις ελλείψεις, τονίζει τις αδυναμίες και στέκεται στην αρνητική πλευρά των πραγμάτων. Βέβαια η απαισιοδοξία του δεν είναι πεσσιμιστική όπως του Ρομαντικού Παράσχου ή του Συμβολιστή Γρυπάρη, διότι ενέχει αυτή η απαισιοδοξία ψήγματα αυτογνωσίας και αυτοκριτικής.
Όταν ο Σεφέρης δημοσίευσε την «Στροφή» δύο πράγματα κυριαρχούσαν στην συνείδησή του: πως ήθελε να πει μερικά πράγματα με απλό τόπο και πως η ποίησή του δεν θα ήταν αγαπητή. Αργότερα στο Τετράδιο των Γυμνασμάτων (Ένας γέροντας στην ακροποταμιά), θα γράψει:«Δὲ θέλω τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ μιλήσω ἁπλά, νὰ μοῦ δοθεῖ ἐτούτη ἡ χάρη». Πράγματι μίλησε απλά. Η έκφρασή του ήταν λιτή, δωρική και με ένα πλούτο με νεοκομμένες και άτριφτες εικόνες και τολμηρούς εκφραστικούς τρόπους. Από την πρώτη αυτή συλλογή το ναρκισσευόμενο «εγώ» αντικαταστάθηκε από το «εμείς». Ακόμη και σε ποιήματα καθαρά εξομολογητικά το εγώ διευρύνονταν προς τον διπλανό και το προσωπικό δράμα υψωνόταν στην καθολικότητα της τραγωδίας του ανθρώπου.
Ένα από τα χαρακτηριστικά ποιήματα αυτής της συλλογής είναι «Η Άρνηση», την οποία μελοποίησε ο Μ. Θεοδωράκης και ερμήνευσε ο Γρ. Μπιθικώτσης και πολλοί άλλοι.
Άρνηση
Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι
μα το νερό γλυφό.
Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της..
ωραία που φύσηξε ο μπάτης
και σβήστηκε η γραφή.
Με τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος
πήραμε την ζωή μας.• λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή
Το ποίημα «Άρνηση» είναι το πέμπτο της πρώτης ποιητικής συλλογής «Στροφή», που εξέδωσε ο Σεφέρης το 1931. Τα ποιήματα της συλλογής είναι γραμμένα μετά την επιστροφή του από το Παρίσι (1924) και απηχούν απαισιόδοξα συναισθήματα και δύσκολες ψυχικές καταστάσεις αυτής της περιόδου. Τέτοιες καταστάσεις είναι, για παράδειγμα, οι ίδιες οι σπουδές του στα νομικά που δεν τις ήθελε, που τις ακολούθησε κατ’ απαίτηση του πατέρα του και που τον έκαναν συχνά πολύ δυστυχισμένο. Είναι ακόμη δυο άτυχοι έρωτές του, με την κόρη της σπιτονοικοκυράς του στο Παρίσι και λίγο αργότερα με κάποια άλλη κοπέλα, τη Jacqueline, με την οποία χώρισε, γιατί γνώριζε εκ των προτέρων την αντίδραση της οικογένειάς του.
Το ποίημα χαρακτηρίζεται από άρνηση και όχι κατάφαση στη ζωή. Το περιγιάλι είναι κρυφό, το νερό είναι γλυφό και η δίψα ανικανοποίητη. Η γραφή πάνω στην άμμο την ξανθή, μπορεί να ήταν μια κίνηση αυθόρμητη αλλά δεν κράτησε πολύ, αφού φύσηξε ο αγέρας και σβήστηκε. Έτσι και τα παλάτια που χτίζονται πάνω στην άμμο γκρεμίζονται. Είχαμε καρδιά, είχαμε πνοή, είχαμε πόθους, είχαμε πάθος αλλά δυστυχώς ήταν σε λάθος κατεύθυνση. Εκείνο που μένει είναι να αλλάξουμε ζωή. Αυτή η τελευταία φράση εκφράζει έναν τόνο αισιοδοξίας απροσδιόριστο. Βέβαια το ποίημα χάρη και στην τέλεια μουσική του επένδυση από τον Θεοδωράκη αγαπήθηκε πολύ, τραγουδιέται συνεχώς και είναι από τα πιο δημοφιλή.
Η «Άρνηση» λοιπόν, είναι ποίημα αυτής της περιόδου, ένα ερωτικό ποίημα, αλλά και ποίημα που περικλείει ένα από τα προσφιλή θέματα του Σεφέρη, την τραγικότητα του «ανθρώπου που ξαστόχησε», του ανθρώπου που ξεκίνησε με όνειρα, με επιθυμίες, με πάθος για τη ζωή, αλλά που κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως η ζωή του ήταν ένα μοιραίο λάθος, πως χαράχτηκε πάνω σ’ ένα λανθασμένο δρόμο κι αποφασίζει ν’ αλλάξει ζωή.
Το χαρακτηριστικό της απαισιοδοξίας το συναντούμε και στα υπόλοιπα ποιήματα της Στροφής. Μερικοί χαρακτηριστικοί στίχοι είναι οι εξής:
Οι σύντροφοι του Άδη
Πεινούσαμε στης γης την πλάτη
Σα φάγαμε καλά
Πέσαμε εδώ στα χαμηλά
Ανίδεοι και χορτάτοι
FOG
Τάχα παρηγοριά θα βρούμε:
Η μέρα φόρεσε την νύχτα
Όλα είναι νύχτα, Όλα είναι νύχτα,
Κάτι θα βρούμε ζήτα, ζήτα
Πηγή: www.pemptousia.gr