Οδυσσέας Ανδρούτσος (1788 – 1825) επιφανής αγωνιστής οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.

Πολέμησε μέχρι το 1820 για λογαριασμό του Αλή Πασά και στη συνέχεια αγωνίστηκε για την ελευθερία της Ελλάδας. Βιογραφία του, σύντομη, συνταρακτική και σύγχρονη με τα γεγονότα, συνέγραψε ο Λευκάδιος Ιωάννης Ζαμπέλιος, που γνώριζε τον αγωνιστή από μικρή ηλικία.

by Times Newsroom

Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ή, όπως ο ίδιος υπέγραφε, Οδυσσεύς Ανδρίτσου (Ιθάκη 1788—Αθήνα, 5 Ιουνίου 1825), γιος του Ανδρέα Βερούση που ήταν γνωστός και ως καπετάν Ανδρούτσος, ήταν επιφανής αγωνιστής οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Πολέμησε μέχρι το 1820 για λογαριασμό του Αλή Πασά και στη συνέχεια αγωνίστηκε για την ελευθερία της Ελλάδας. Βιογραφία του, σύντομη, συνταρακτική και σύγχρονη με τα γεγονότα, συνέγραψε ο Λευκάδιος Ιωάννης Ζαμπέλιος, που γνώριζε τον αγωνιστή από μικρή ηλικία.

Από το γάμο του Αρβανίτη Ανδρέα Βερούση από τις Λιβανάτες) με την Ακριβή Τσαρλαμπά από την Πρέβεζα, γεννήθηκε το 1788 ή 1789 στην Πρέβεζα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος. Κατ’ άλλους γεννήθηκε στην Ιθάκη, εξού και το όνομα Οδυσσέας. Ως προς το έτος γεννήσεως, υπάρχουν διαφωνίες. Κατ’ άλλους, ο Οδυσσέας γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1788-1789. Νονοί του ήταν η Μαρία Σοφιανού, σύζυγος του Λάμπρου Κατσώνη, κόρη προύχοντα από την Κέα, και ο Ιωάννης Ζαβός, άρχοντας της Ιθάκης.

Παιδικά χρόνια

Ο πατέρας του Οδυσσέα, καπετάν Ανδρούτσος, είχε λάβει μέρος στην επανάσταση του Λάμπρου Κατσώνη και συνελήφθη από τους Βενετούς, παραδόθηκε στους Τούρκους και αποκεφαλίστηκε το 1797 στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι ο μικρός γιος του, Οδυσσέας, έμεινε ορφανός σε ηλικία 8 περίπου ετών. Η χήρα μητέρα του Οδυσσέα, Ακριβή Τσαρλαμπά, προσέφυγε το έτος 1798 στη Λευκάδα, λόγω του Χαλασμού της Πρέβεζας από τον Αλή πασά Τεπελενλή. Μεταξύ των ετών 1798-1800 ο μικρός Οδυσσέας έκανε παρέα με τον γνωστό μετέπειτα ποιητή Ιωάννη Ζαμπέλιο, ο οποίος και συνέγραψε σύντομη βιογραφία του. Αργότερα επέστρεψαν στην Πρέβεζα, όπου και έζησε μέχρι το 1806. Το 1815 ο Οδυσσέας βαπτίζει στον ναό του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, στην Πρέβεζα, τον γιο του Σωτηράκη Σολδατογιάννη.

Στην αυλή του Αλή Πασά Τεπελενλή

Το έτος 1806 ο Αλή Πασάς Τεπελενλής, ενθυμούμενος την προσωπική φιλία που είχε ο ίδιος με τον εκλιπόντα πατέρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου, τον αναζήτησε και τον πήρε στην αυλή του στα Ιωάννινα ή κατά δεύτερη εκδοχή τον πήγε εκεί με αίτημα της μητέρας του, Ακριβής. Εκεί ο Οδυσσέας Ανδρούτσος φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Αλή Πασά και είχε έναν ταραχώδη βίο, όμως σχεδόν πάντα ο Αλή Πασάς τού συγχωρούσε κάθε παράπτωμα. Όπως ο ίδιος ο Οδυσσέας έλεγε στον Ιωάννη Ζαμπέλιο, στην αυλή του Αλή πασά έμαθε «να μισήση την τυραννίαν, να αγαπήση την ελευθερίαν, να ελπίση την απελευθέρωσιν της Ελλάδος και να γυμνασθή προς τούτο εις τα όπλα, εις την σκληραγωγίαν, και εις το να επιτύχη ωκυπόδης και ιππαστής» (δηλαδή ταχύπους και ιππευτής). Δεκαπενταετής κατατάχτηκε από τον Αλή Πασά στην προσωπική σωματοφυλακή του και σύντομα κατάφερε να γίνει αρχηγός της προσωπικής φρουράς του. Επίσης, φαίνεται ότι προσήλθε (άγνωστο εάν ήταν επιφανειακά ή συνειδητά) στην αλεβιτική θρησκεία των Μπεκτασήδων, στην οποία ανήκε και ο προστάτης του. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το 1819 διορίστηκε δερβέναγας στην ανατολική Στερεά. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος πήρε μέρος στις μάχες του Βερατίου, Αργυροκάστρου και Γαρδικίου, και  ο Αλή Πασάς του έδωσε το αρματολίκι της Λιβαδειάς. Το 1820, όταν και επήλθε η ρήξη του Αλή Πασά με την Υψηλή Πύλη, εγκατέλειψε τη Λιβαδειά, αφού πρώτα μύησε τον Αθανάσιο Διάκο στη Φιλική Εταιρεία και του εμπιστεύθηκε την εξουσία του αρματολικίου του, ως πρωτοπαλίκαρο. Ο ίδιος κατέφυγε στην Αράχωβα, όπου προσπάθησε μαζί με άλλους επιφανείς Έλληνες που όλοι είχαν μεταξύ τους ως κοινό τη θητεία τους στην αυλή του Αλή, να δημιουργήσει μια ελληνοαλβανική συμμαχία, πάντα σύμφωνα με τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας. Το εγχείρημα αυτό όμως απέτυχε, καθώς ο Ομέρ Βρυώνης αρνήθηκε να συμμετάσχει. Μετά από αυτή την εξέλιξη ο Ανδρούτσος κατέφυγε διαμέσου της Ακαρνανίας στα Επτάνησα, στη Λευκάδα. Εκεί, συναντήθηκε στις αρχές του 1821 με τους Γεώργιο Καραϊσκάκη, Γεώργιο Βαρνακιώτη, Γιώργο Τσόγκα, Δημήτριο Μακρή, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και άλλους οπλαρχηγούς του Μοριά και της Ρούμελης. Στη σύσκεψη που έγινε στην αγγλοκρατούμενη Αγία Μαύρα στα τέλη Ιανουαρίου 1821, συμμετείχε και ο Ανδρούτσος. Το θέμα της ήταν οι προετοιμασίες που έπρεπε να γίνουν για να ξεσηκωθεί η Στερεά Ελλάδα. Αποφασίστηκε η ανάθεση της εξέγερσης της Ανατολικής Στερεάς στον Ανδρούτσο και στον Πανουργιά. Οι αποφάσεις της σύσκεψης μπήκαν αμέσως σε εφαρμογή: ο Ανδρούτσος επιτέθηκε με ομάδα ανδρών του στη γέφυρα της Τατάρνας (αρχές γ΄ δεκαημέρου του Μαρτίου), μαζί με τον ηγούμενο της εκεί μονής Κυπριανό, σε 60 Τούρκους, οι οποίοι με αρχηγό τον δερβέναγα Χασάν Μπέη Γκέκα, συνόδευαν μεγάλη χρηματαποστολή. Μετά την επιτυχή επιχείρηση έφυγαν αφήνοντας άθικτα τα χρήματα, για να φανεί έτσι πως η επίθεση ήταν καθαρά επαναστατική πράξη. Χαρακτηριστική για την έναρξη της επαναστάσεως στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα είναι η επιστολή που στις 22 Μαρτίου έστειλε ο Ανδρούτσος στους Γαλαξιδιώτες: Εγώ είμαι στο ποδάρι με τα παλληκάρια μου, τους γράφει και τους προτρέπει να πάρουν και εκείνοι αμέσως τα άρματα.

Στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821

Οδυσσέας Ανδρούτσος και Ιωάννης Γκούρας καταστρέφουν στη διάβαση της Φοντάνας στο όρος Καλλίδρομο, μέγα τουρκικό στρατό το 1822.

Λίγο πριν τον θάνατο του Αλή Πασά Τεπελενλή το 1822, και σε συνεννόηση με αυτόν, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος με ένα ασκέρι 1.500 ανδρών, ανεξαρτητοποιήθηκε και άρχισε έναν τρίχρονο αγώνα εναντίον των Οθωμανών.

Το αποκορύφωμα των μαχών του Ανδρούτσου ήταν η ηρωική Μάχη στο Χάνι της Γραβιάς (8 Μαΐου 1821). Με λίγους Έλληνες οχυρώθηκε μέσα στο χάνι, όπου αντιμετώπισε επιτυχώς πολλαπλάσιο στράτευμα από Οθωμανούς υπό τον Ομέρ Βρυώνη. Ύστερα από την απόκρουση των Οθωμανών, ο Βρυώνης έδωσε διαταγή να φέρουν κανόνια από το Ζητούνι με σκοπό να γκρεμίσει το χάνι, αλλά ο Ανδρούτσος και οι συναγωνιστές του κατάφεραν να αποδράσουν μέσα στη νύχτα με ελάχιστες απώλειες. Τότε γράφτηκε και το γνωστό δημοτικό τραγούδι «Τ’ Αντρούτσου η μάνα χαίρεται, του Διάκου καμαρώνει. Γιατί έχουν γιους αρματολούς, και γιους καπεταναίους. Ανδρούτσος φυλάει τη Γραβιά, Διάκος την Αλαμάνα». Στη μάχη αυτή, η στρατηγική ιδιοφυΐα του Ανδρούτσου θριάμβευσε. Έτσι, δικαιωματικά κατέλαβε τη θέση του αρχηγού των όπλων της Βοιωτίας, και ουσιαστικά αυτός επηρέασε την τύχη της επαναστάσεως στην ανατολική Στερεά Ελλάδα κατά τα επόμενα έτη.

Την άνοιξη του 1822 κατηγορήθηκε από τον Ιωάννη Κωλέττη για συνεργασία με τον εχθρό, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί από το αξίωμά του. Στις 27 Αυγούστου 1822, η Γερουσία του Αρείου Πάγου τού αναθέτει τη Διοίκηση της Αθήνας και εισέρχεται θριαμβευτής φρούραρχος στην Ακρόπολη, συνοδευόμενος από τον Ιωάννη Μακρυγιάννη, τον Ιωάννη Γκούρα, τον Ιωάννη Μαμούρη, τον Στάθη Κατσικογιάννη και 300 ένοπλους επαναστάτες. Η υποδοχή του λαού των Αθηνών ήταν αποθεωτική. Στην Αθήνα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γνώρισε πολλούς ξένους φιλέλληνες, οι οποίοι αναφέρονται ευνοϊκά στα απομνημονεύματά τους σε αυτόν (Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά», 23 Μαρτίου 2009). Ο Βρετανός Εδουάρδος Ιωάννης Τρελώνυ (Edward John Trelawny, 1792-1881), φίλος του Λόρδου Βύρωνα, ήρθε μαζί του στην Ελλάδα. Το Νοέμβριο του 1823 γνώρισε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και γοητεύτηκε από την προσωπικότητά του. Παντρεύτηκε τη 13ετή ετεροθαλή αδελφή του Οδυσσέα, Ταρσίτσα. Τον ακολούθησε παντού και του έμεινε πιστός έως το τέλος. Ο Ανδρούτσος συνέχισε απτόητος την πολεμική του δράση εναντίον των Τούρκων μέχρι το 1824.

Το τέλος του Οδυσσέα Ανδρούτσου

Προτομή του Οδυσσέα Ανδρούτσου στο Πεδίο του Άρεως, βασισμένη σε σχέδιο του Άνταμ Φρίντελ, εκ του φυσικού

Ο Ανδρούτσος εν τέλει κατηγορήθηκε αδίκως για συνδιαλλαγή με τους Τούρκους, καταδιώχθηκε και συνεθλίβη κατά τις εμφύλιες διαμάχες που ακολούθησαν. Ο Ιωάννης Κωλέττης, ισχυρός πολιτικός άνδρας της Επανάστασης, ήταν προσωπικός εχθρός του, όπως και άλλων οπλαρχηγών, τους οποίους προσπαθούσε να ταπεινώσει. Επιπρόσθετα ο Ανδρούτσος είχε προκαλέσει την οργή των τοπικών κοτζαμπάσηδων, οι οποίοι τον μισούσαν γιατί ήταν λαοπρόβλητος ηγέτης και είχε επιχειρήσει επανειλημμένα να περιορίσει τη δύναμή τους. Η δημοκρατικότητα του Οδυσσέα, η οποία είχε γίνει γνωστή και πέρα από τον ελληνικό χώρο και έβλαπτε τη δική τους ολιγαρχία, τους είχε εξοργίσει. Τελικά το μίσος των Φαναριωτών και των κοτζαμπάσηδων οδήγησε στη δολοφονία ενός από τους μεγαλύτερους αγωνιστές της Επανάστασης. Στις 5 Ιουνίου 1825, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, φυλακισμένος από ψευδείς κατηγορίες στην Ακρόπολη, βασανίστηκε και σκοτώθηκε από τους Μήτρο Τριανταφυλλίνα, Ιωάννη Μαμούρη και Παπακώστα με την έγκριση του πρώην πρωτοπαλίκαρού του, Ιωάννη Γκούρα. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν τον προσήγαγαν καν σε δίκη, επειδή φοβήθηκαν ότι ο Ανδρούτσος θα καταδείκνυε την αδικία τους σε βάρος του και θα προκαλούσε γενική κατακραυγή εναντίον τους. Η μνήμη του ως ήρωα της εθνεγερσίας αποκαταστάθηκε από το ελληνικό κράτος μόλις το 1872. 

Τα οστά του Οδυσσέα Ανδρούτσου

Σαράντα χρόνια μετά τη δολοφονία του, τα οστά του Οδυσσέα Ανδρούτσου κηδεύθηκαν στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, την 21η Φεβρουαρίου 1865, όπου εκφώνησε επικήδειο ο παλιός συναγωνιστής του, συνταγματάρχης Κάρπος Παπαδόπουλος. Τα οστά του ήρωα μεταφέρθηκαν, κατόπιν, με στρατιωτική πομπή, στο Α΄ Κοιμητήριο, όπου και τάφηκαν, ενώ στρατιωτικά τμήματα απέδιδαν τιμές με πυροβολισμούς. Εκατό σχεδόν χρόνια αργότερα, στις 15 Ιουλίου 1967, ο στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος, τέως Διοικητής της Ελληνικής Ταξιαρχίας του Ρίμινι και επικεφαλής του Εθνικού Στρατού στον Εμφύλιο Πόλεμο, μετέφερε με πολεμικό σκάφος στην Πρέβεζα μεταλλικό κουτί με τα οστά του Οδυσσέα Ανδρούτσου, καθώς και της γυναίκας του Ελένης, από το Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Τα οστά τοποθετήθηκαν στη βάση του αγάλματος που υπάρχει στην ομώνυμη πλατεία της Πρέβεζας, και του οποίου τα αποκαλυπτήρια έγιναν με μεγαλοπρεπή τελετή την ίδια ημέρα.

Ο Ανδρούτσος παντρεύτηκε την Ελένη Καρέλη, κόρη του εύπορου και ισχυρού Χρήστου Καρέλη (παλαιότερα θαλαμηπόλου της κυρά Βασιλικής) από τους Καλαρρύτες Ιωαννίνων, και απέκτησαν μαζί έναν γιο, τον Λεωνίδα Ανδρούτσο (1824-1837), ο οποίος με την υποστήριξη του Όθωνα στάλθηκε στο Μόναχο, για να μεγαλώσει στο περιβάλλον του βασιλιά Λουδοβίκου Α’. Εκεί όμως, αρρώστησε το 1836 όταν ξέσπασε επιδημία χολέρας και πέθανε στις 11 Δεκεμβρίου σε ηλικία δώδεκα ετών. Η γυναίκα του Οδυσσέα Ανδρούτσου πέθανε στις 22 Ιουνίου 1879, σε ηλικία 86 ετών, και κηδεύθηκε την επομένη.

Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ιππεύων, σχέδιο του Άνταμ Φρίντελ του 1830 περίπου.

Βιβλιογραφικές Πηγές

  • Ιωάννης Ζαμπέλιος: Οδυσσεύς Ανδρούτσου, στο: Τραγωδίαι, Ζάκυνθος, 1860, τόμ. 2, σελ. 318-338 και 403-406.
  • Σύγχρονος Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, τόμος 3ος, σελ.110-111 (1928)
  • Αγαπητός Σ. Αγαπητός (1877). «Οι Ένδοξοι Έλληνες του 1821, ή Οι Πρωταγωνισταί της Ελλάδος». Τυπογραφείον Α. Σ. Αγαπητού, Εν Πάτραις. σελίδες 67–77. Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2009.
  • Συλλογικό: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμ. ΙΒ΄, Αθήνα 1975.
  • Κουκοβέτσος, Ηλίας Π.: Οδυσσέας Ανδρούτσος: Αρχιστράτηγος της Ρούμελης, 2008, Έκδοση 2η.
  • Τατιάνα Μενελαΐδου: Οδυσσέας Ανδρούτσος, μεταπτυχιακή εργασία κατατεθείσα στον Τομέα Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής και Παγκόσμιας Ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τον Ιούλιο του 2013.
  • Σπύρος Α. Σκλαβενίτης: Το πρώτο επίσημο μνημόσυνο του Οδυσσέα Ανδρούτσου το 1865, ηλεκτρονική εφημερίδα atpreveza, 6 Ιουνίου 2021.
  • Διονύσιος Α. Κόκκινος, Η Ελληνική Επανάστασις, τρίτη έκδοσις Ολοκληρωμένη και Βελτιωμένη, Τόμος έκτος, Αθήναι 1958.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή