- Γράφει ο Βασίλης Τακτικός
Στο δρόμο για τις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ είναι σημαντικό να δούμε ποια είναι η μεγάλη εικόνα και πιο είναι το διακύβευμα που θα απαντηθεί στις κάλπες σε σχέση με τον πολιτικό προσανατολισμό της παράταξης. Το ερώτημα είναι τι καινούργιο κομίζει ο κάθε υποψήφιος ως αρχηγός του κόμματος.
Μέχρι τώρα το μεγαλύτερο μέρος του διαλόγου αναλώνεται στο ποιος είναι πρωθυπουργήσιμος, ποιος θα κάνει ξανά μεγάλο και κυβερνητικό το ΠΑΣΟΚ, με βάσει τις ιδιαίτερες ικανότητες που έχει αναπτύξει. Άλλοι προβάλλουν το κομματικό τους πατριωτισμό. Δευτερευόντως μπαίνει το ζήτημα της εσωτερικής οργανωτικής δημοκρατίας και συμμετοχής των μελών στη λειτουργία του κόμματος που είναι κοινό σημείο κριτικής όλων των υποψηφίων προς τον Νίκο Ανδρουλάκη. Αφορά τον συγκεντρωτισμό και το κλειστό κόμμα το οποίο λειτούργησε αποτρεπτικά στη διεύρυνση στην προεδρική του θητεία, στερώντας ζωντάνια αποτελεσματικότητα. Η πλειονότητα των εμπλεκομένων συμφωνεί ότι πραγματικά δεν αξιοποιήθηκε η ευνοϊκή συγκυρία της καθίζησης του ΣΥΡΙΖΑ από το 2019 για τον επαναπατρισμό των ψηφοφόρων του πάλε ΠΑΣΟΚ.
Και αυτό το ζήτημα του επαναπατρισμού ψηφοφόρων δεν είναι ζήτημα πολιτικών δεξιοτήτων του προέδρου αλλά κυρίως ζήτημα πολιτικού προσανατολισμού και ιδεολογικής κατεύθυνσης όλου του κόμματος. Παράδειγμα, η περίοδος του Ευάγγελου Βενιζέλου που είχε εξαιρετικές πολιτικές δεξιότητες και ήταν προφανώς πρωθυπουργήσιμος και όχι μόνο δεν πέτυχε ν’ ανατάξει το κόμμα αλλά οδήγησε το ΠΑΣΟΚ στον πάτο πριν αποχωρίσει από την ηγεσία, προφανώς επειδή οι πολιτικές και ιδεολογικές του επιλογές ήταν αναντίστοιχες με το χώρο.
Στην πορεία έγινε σαφές ότι αυτές οι πολιτικές ήταν κεντρώες φιλελεύθερες σε πλήρη αντίθεση από κείνες της πλειοψηφικής κεντροαριστερής βάσης του ΠΑΣΟΚ. Ενδεχομένως Ε. Βενιζέλος με τις αναμφισβήτητες πολιτικές του δεξιότητες εάν, ήταν ηγέτης της νέας Δημοκρατίας θα τα πήγαινε πολύ καλύτερα γιατί θα εκπροσωπούσε το φυσικό του χώρο της Κεντροδεξιάς. Έτσι αυτό που κληροδότησε η ηγεσία του στο ΠΑΣΟΚ από 2012 και μετά είναι η αποξένωση από την κεντροαριστερή του βάση. Υπό αυτές τις συνθήκες διαμορφώθηκαν οργανωτικά τα στελέχη του εκπαιδεύτηκαν και διεκδικούν σήμερα την εσωκομματική εξουσία είναι κατ ουσίαν κεντρώοι πολιτικοί οι οποίοι δεν μπορούν να ανατάξουν ένα κόμμα που ο χώρος του είναι στην κεντροαριστερά.
Αυτή η πορεία και εξέλιξη μετά το 2012 απέδειξε ότι το διακύβευμα για το χώρο της κεντροαριστεράς δεν είναι μόνο εξουσία για την εξουσία, δεν είναι απλά η ικανότητα στη διαχείριση αλλά η σχέση με την κοινωνία, το πρόταγμα της Κοινωνικής δικαιοσύνης την μείωση των ανισοτήτων και την αντιμετώπιση της φτώχειας. Απεμπολώντας στην πράξη όλα αυτά συρρικνώθηκε και χάνοντας το τέλος την πρόσβαση στην εξουσία ακόμη περισσότερο.
Οι σημερινοί υποψήφιοι για την ηγεσία Ανδρουλάκης, Γερουλάνος, Κατρίνης, Γιαννακοπούλου είναι προϊόν αυτής της προβληματικής περιόδου για το ΠΑΣΟΚ ενώ η Διαμαντοπούλου έχει τη δική της πορεία εκτός κόμματος την τελευταία δεκαετία και ανήκει στη νεοφιλελεύθερη Ευρωπαϊκή ”σοσιαλδημοκρατία” και διάφορες ελίτ. Όλοι αυτοί αδυνατούν να εκφράσουν την κεντροαριστερή βάση του χώρου καθώς και το μεγάλο και κυβερνών ΠΑΣΟΚ το οποίο προβάλλουν και επικαλούνται. Γιατί το μεγάλο και κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ απαιτεί διεύρυνση προς την κεντροαριστερά. Οι όποιες ικανότητες έχουν οι διεκδικητές να παρουσιάσουν, εξαντλούνται στον περιορισμένο χώρο κέντρου, ένα χώρο που διεκδικεί παράλληλα ο Μητσοτάκης. Οι πολιτικές αυτές είναι σύμφωνες με τις ελίτ των Βρυξελών όχι όμως με τις ανάγκες της κοινωνίας. Μέσα σε αυτό το πολιτικό πλαίσιο κάθε προβεβλημένο πρόσωπο ικανό στην επικοινωνία και τις κατάλληλες διασυνδέσεις μπορεί να διεκδικήσει την ηγεσία θα πρέπει όμως να έχει απήχηση και εκτός των σημερινών τειχών του ΠΑΣΟΚ, στην ευρύτερη κεντροαριστερά. Δεν θα ξαναπάει ο λαός στο ΠΑΣΟΚ αν πρώτα δεν πάει το ΠΑΣΟΚ στη ευρύτερη λαϊκή βάση.
Από τους έξι υποψηφίους για την ηγεσία μόνο ο Χάρης Δούκας έχει απήχηση στην ευρύτερη κεντροαριστερά και το αποδεικνύει με το παράδειγμά του στο Δήμο Αθηναίων ως εκλεγμένος Δήμαρχος. Αυτόν φοβάται μόνον η Νέα Δημοκρατία και συγκεντρώνει πάνω του όλα τα πυρά της. Ο Χάρης Δούκας ξεφεύγει από αυτή την κατηγορία της πολιτικής «ορθότητας» και απευθύνεται στην ευρύτερη κεντροαριστερή βάση του ΠΑΣΟΚ.
Ας δούμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των υποψηφίων για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ που αναδεικνύονται μέσα από τη ν διεκδίκηση της ηγεσίας.
Νίκος Ανδρουλάκης
Είναι ικανότατος στα οργανωτικά και μόνον. Ξέρει να χτίζει και να ελέγχει τον κομματικό μηχανισμό. Αξιοποίησε τη θητεία τους γραμματέας του κόμματος ακολουθώντας το δόγμα του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού την σταλινικού τύπου του περίκλειστου κόμματος που βασίζεται στην κομματική γραφειοκρατία ειδικό πελατειακό σύστημα. Έχει περιχαρακώσει το κόμμα και είναι αρνητικός στη συνεργασία με δυνάμεις που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ και για αυτό το λόγο δεν μπορεί να ενσωματώσει φυγόκεντρες δυνάμεις που προέρχονται από το χώρο αυτό. Στην ουσία αυτό που εκφράζει είναι ένα ΚΚΕ του κέντρου. Ελέγχοντας έτσι τον κομματικό μηχανισμό μπορεί ξανά να επικρατήσει.
Άννα Διαμαντοπούλου
Πολιτικο-ιδεολογικά εκφράζει ένα πρότυπο εκσυγχρονισμού της περιόδου Σημίτη. Μια επιλογή που υποστηρίζουν στελέχη που σε μεγάλο βαθμό σήμερα βρίσκονται στη Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη. Εκφράζει δηλαδή τον αναγκαίο τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, τον ψηφιακό μετασχηματισμό της διοίκησης και της οικονομίας, κάτι που όμως το κάνει μία χαρά ο Πιερρακάκης ο οποίος και αυτός θα μπορούσε να θεωρηθεί εκσυγχρονιστής στη Νέα Δημοκρατία. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς σοσιαλδημοκράτης και στο ΠΑΣΟΚ για να έχει αυτή τη στάση και θέση. Κατά τ’ άλλα η Διαμαντοπούλου είναι αντίθετη σε κάθε συνεργασία με στελέχη και δυνάμεις που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ. Πολλοί βλέπουν ότι αν εκλεγεί στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ στο τέλος θα συνεργαστεί σε κυβερνήσεις με τη Νέα Δημοκρατία.
Παύλος Γερουλάνος
Είναι ένας φιλελεύθερος του κέντρου. Τον έφερε στην πολιτική κάπως αργά ο Γιώργος ο Παπανδρέου τον έκανε υπουργό. Δεν ακολούθησε όμως όταν έπεσε από την προεδρία του ΠΑΣΟΚ και στις προηγούμενες εσωκομματικές εκλογές έθεσε υποψηφιότητα για πρόεδρος απέναντί του. Τα τελευταία χρόνια εκφράζει έναν κομματικό πατριωτισμό που δεν συνάδει με την πορεία του. Μιλάει για σχέδιο αναγέννησης του ΠΑΣΟΚ αλλά από ό,τι φαίνεται το αντιλαμβάνεται ως management μεγάλης ιδιωτικής εταιρείας που έχει σχετική εμπειρία και όχι πολιτική στρατηγική, ιδεολογική συγκρότηση και διαδικασία. Ο Παύλος Γερουλάνος ισχυρίζεται πως έχει όραμα, αλλά το όραμά του πρακτικά περιορίζεται προς το παρόν στον ίδιο τον προεδρικό θώκο σε μια λογική εξουσία για την εξουσία.
Μιχάλης Κατρίνης
Είναι ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ που υπηρέτησε τη γραμμή Ανδρουλάκη τελευταία δυόμιση χρόνια στην πρώτη θέση. Τώρα τον καταγγέλλει ότι έκανε ένα συγκεντρωτικό κλειστοφοβικό κόμμα το οποίο δεν μπορεί περαιτέρω να αναπτυχθεί. Πολιτικο-ιδεολογικά όμως δεν διαφοροποιείται από τον Ν. Ανδρουλάκη και δεν έχει να επιδείξει κάτι άλλο σε θεωρητικό και ιδεολογικό επίπεδο που να δικαιολογεί τις αξιώσεις αρχηγού.
Νάντια Γιαννακοπούλου
Άσκησε πράγματι την πιο σφοδρή κριτική στην ηγεσία Ανδρουλάκη και του απέδωσε την ευθύνη για το απογοητευτικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Ήταν η πρώτη που ζήτησε εσωκομματικές εκλογές. Η κριτική της όμως περιορίζεται σε θέματα εσωκομματικής δημοκρατίας και προσωπικών ικανοτήτων ενώ είναι αντίθετη σε κάθε συνεργασία με το έτερο κομμάτι της κεντροαριστεράς που είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Κοινό γνώρισμα και των πέντε υποψηφίων προέδρων του ΠΑΣΟΚ είναι η κεντρώα κατεύθυνση στην πολιτική που έχουν. Φαντασιώνουν βέβαια το μεγάλο και κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ και τη θεαματική ανοδική του πορεία τη δεκαετία του 70 αυτό που πρεσβεύουν πολιτικά μοιάζει περισσότερο με την τότε φθίνουσα ένωση Κέντρου εκείνης της περιόδου. Θεωρούν ότι η διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ με κάποιον αυτοματισμό θα τροφοδοτήσει την άνοδο του ΠΑΣΟΚ. Αλλά μέχρι τώρα δεν έχουμε δει αυτό να συμβαίνει. Το ΠΑΣΟΚ δεν απορροφά ούτε το 10% που φεύγουν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Προτιμούν να δημιουργούν νέα μικρά κόμματα χωρίς να προσχωρούν στο ΠΑΣΟΚ. Αντιθέτως η περίπτωση του Χάρη Δούκα που πίστεψε και εφήρμοσε σε μια ειλικρινή συνεργασία με τον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς απέδωσε καρπούς στο δήμο Αθηναίων. Και το μοντέλο αυτό συνεργασίας θα μπορούσε να εφαρμοστεί για μια κυβέρνηση της ενωμένης κεντροαριστεράς. Ένα πρότυπο που εφαρμόζεται ήδη με επιτυχία στην Ισπανία και την Πορτογαλία. Οι άλλοι πέντε διεκδικητές μεταξύ των οποίων προβάλλουν με αξιώσεις ο Ανδρουλάκης και η Διαμαντοπούλου, έχουν ως ανομολόγητο πρότυπό τους τον Σοσιαλδημοκράτη Σολτς της Γερμανίας και τον κεντρώο Μακρόν. Μια συνταγή δηλαδή της ευρωπαϊκής παρακμής και ιδεολογικής αποσύνθεσης.
Έχοντας μπροστά μας αυτή την εικόνα της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας γράφαμε πριν ένα χρόνο: Το “ΑΝΤΙΣΥΡΙΖΑ μέτωπο” που κυριάρχησε στο ΠΑΣΟΚ λειτούργησε περισσότερο υπέρ της Νέας Δημοκρατίας και πολύ λιγότερο προς όφελος του ΠΑΣΟΚ. Από τις 14 ποσοστιαίες μονάδες που έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές μόνο μία μονάδα πήγε προς το ΠΑΣΟΚ, 8 μονάδες προς τη Νέα Δημοκρατία και το υπόλοιπο στα μικρότερα κόμματα. Προφανώς, οι ψηφοφόροι δεν λειτούργησαν με τις ενθυμήσεις της δεκαετίας του 80 του ένδοξου παρελθόντος του ΠΑΣΟΚ. Αλλά, με τις εκτιμήσεις του πρόσφατου παρελθόντος, της τελευταίας δεκαετίας που το ΠΑΣΟΚ έχει μετασχηματιστεί σε ένα κατά πλειοψηφία κεντρώο κόμμα. Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει να προτείνει μια κεντροαριστερή πρόταση εξουσίας, ένα εναλλακτικό παραγωγικό και οικονομικό μοντέλο. Δεν έχει να προτείνει ένα μοντέλο πλήρους απασχόλησης ούτε μέσω της αγοράς ούτε με κρατικό παρεμβατισμό. Τα επιδόματα ούτως ή άλλως δεν μπορούν να καλύψουν το ένα τρίτο του ενεργού πληθυσμό πού δεν βρίσκει ικανοποιητική εργασία. ΤΟ ΠΑΣΟΚ έχει χάσει την σοσιαλδημοκρατική ιδεολογική του ταυτότητα και δεν μπορεί να την ανακτήσει παρά μόνο με λαϊκό μέτωπο της κεντροαριστεράς όπως στη Γαλλία. Οι εξελίξεις ακολούθησαν και ιδιαίτερα μετά τις ευρωεκλογές δικαιώνουν για τέτοια προσέγγιση.