Πολ Μιούνι (1895 – 1967), Αμερικανός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου βραβευμένος με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου

Κατά τη δεκαετία του '30 θεωρούνταν ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της εταιρίας Warner κι ήταν ένας από τους λίγους ηθοποιούς που είχαν το προνόμιο να επιλέγουν τους ρόλους που ήθελαν να ερμηνεύσουν

by Times Newsroom

Ο Πολ Μιούνι (Paul Muni, 22 Σεπτεμβρίου 1895 – 25 Αυγούστου 1967) ήταν Αμερικανός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου βραβευμένος με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία Λουί Παστέρ (The Story Of Louis Paster) το 1936. Κατά τη δεκαετία του ’30 θεωρούνταν ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της εταιρίας Warner κι ήταν ένας από τους λίγους ηθοποιούς που είχαν το προνόμιο να επιλέγουν τους ρόλους που ήθελαν να ερμηνεύσουν.

Υποδυόταν συνήθως δυναμικούς ήρωες, όπως για παράδειγμα ο Τόνι Καμόντε στην ταινία Σκάρφεϊς (Scarface, 1933) και το υποκριτικό του εύρος ήταν αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και προετοιμασίας για την ερμηνεία του ρόλου που ήθελε να ερμηνεύσει. Πρωταγωνίστησε σε βιογραφικές ταινίες σημαντικών προσωπικοτήτων της παγκόσμιας ιστορίας και μελετούσε τις ιδιομορφίες του κάθε χαρακτήρα με σκοπό να τον απεικονίσει πιστά. Ήταν επίσης ικανός μακιγιέρ, ένα ταλέντο που του μετέδωσαν οι γονείς του που ήταν επίσης ηθοποιοί. Ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός σε παιδική ηλικία, συμμετέχοντας σε παραστάσεις στο γίντις Θέατρο της Νέας Υόρκης. Σε ηλικία 12 ετών υποδύθηκε έναν άνδρα 80 χρονών, ενώ στην ταινία Seven Faces, υποδύθηκε 7 διαφορετικούς χαρακτήρες. Έλαβε συνολικά έξι υποψηφιότητες για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου.

paul muni 1

Ο Πολ Μιούνι ήταν γόνος εβραϊκής οικογένειας, γεννήθηκε στο Λέμπεργκ της πρώην Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, νυν Λβιβ της Ουκρανίας το 1895. Η οικογένειά του μεταφέρθηκε στην Νέα Υόρκη το 1902 κι ο Μιούνι ακολούθησε τα χνάρια των γονιών του, που ήταν ηθοποιοί, συμμετέχοντας σε θεατρικές παραστάσεις στο γίντις Θέατρο της Νέας Υόρκης. Ως έφηβος ανέπτυξε τις γνώσεις του πάνω στο μακιγιάζ, ώστε να μπορεί να μεταμορφώνει τον εαυτό του και να μπορεί να υποδύεται μεγαλύτερους σε ηλικία χαρακτήρες. Ο ιστορικός κινηματογράφου Ρόμπερτ Όσμπορν τόνισε ότι οι ικανότητες του στον τομέα του μακιγιάζ ήταν τόσο δημιουργικές ώστε να αλλάζει εντελώς το πρόσωπό του κι ότι γι’ αυτό το λόγο στα πρώτα του βήματα τον αποκαλούσαν Ο νέος Λον Τσάνεϊ. Έκανε το ντεμπόύτο του σε ηλικία 12 χρονών υποδυόμενος έναν ογδοντάχρονο. Το 1921 παντρεύτηκε την Μπέλα Φίνκελ, επίσης ηθοποιό του θεάτρου και παρέμειναν παντρεμένοι μέχρι και το θάνατό του το 1967.

paul muni 4paul muni 2paul muni 3

Μπροντγουέι και Χόλιγουντ

Ο Μιούνι ξεκίνησε τις εμφανίσεις του στο Μπρόντγουεϊ το 1926. Ο πρώτος του ρόλος ήταν εκείνος ενός ηλικιωμένου Εβραίου στο θεατρικό έργο των Μαξ Σίγκελ και Μίλτον Χέρμπερτ Γκρούπερ We Americans. Ήταν επίσης η πρώτη φορά που ερμήνευε κάποιο ρόλο στα αγγλικά. Το 1929 υπέγραψε συμβόλαιο με την εταιρία Fox και την ίδια χρονιά έλαβε την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Ανδρικής Ερμηνείας για την πρώτη του ταινία με τίτλο The Valiant, παρά το γεγονός ότι ήταν εμπορική αποτυχία. Η δεύτερή του ταινία Seven Facesήταν επίσης εμπορικά αποτυχημένη κι ο ηθοποιός απογοητευμένος από τους ρόλους που του προσέφεραν επέστρεψε στο Μπρόντγουεϊ, όπου πρωταγωνίστησε στην παράσταση Counselor at Law που έκανε μεγάλη επιτυχία.

Το 1932, ο Μιούνι επέστρεψε στο Χόλιγουντ για να πρωταγωνιστήσει σε θρυλικές ταινίες (πριν την καθιέρωση του κώδικα λογοκρισίας Χέιζ), όπως την πρώτη εκδοχή του Σημαδεμένου, με τίτλο Σκάρφεϊς (Scarface) καθώς και το Είμαι Ένας Δραπέτης (I Am a Fugitive from a Chain Gang) για το οποίο έλαβε τη δεύτερή του υποψηφιότητα για βραβείο Όσκαρ. Η κριτική επευφημία που έλαβε ο Μιούνι για τις ερμηνείες του εντυπωσίασε τους παραγωγούς της Warner Bros. που του προσέφεραν συμβόλαιο μακράς διάρκειας. Η εταιρία τον προώθησε παρουσιάζοντάς τον ως τον Μεγαλύτερο Ηθοποιό της Οθόνης“.

Η ταινία Σκάρφεϊς ήταν μια από τις πρώτες σημαντικές γκανγκστερικές παραγωγές της κινηματογραφικής βιομηχανίας του Χόλιγουντ και το σενάριο είχε γραφτεί από έναν από τους σημαντικότερους σεναριογράφους της περιόδου, τον Μπεν Χεχτ. Ο κριτικός κινηματογράφου Ρίτσαρντ Κόρλις τόνισε ότι η ταινία πέρα από την κεντρική της θεματολογία που πραγματεύεται τη ζωή ενός γκάγκστερ, ασκεί κριτική στον τύπο και τον καθιστά υπαίτιο για την προώθηση του τρόπου ζωής του υποκόσμου.

Το 1935 ο ηθοποιός εμφανίστηκε στο πλευρό της Μπέτι Ντέιβις στην ταινία Όνειρα που Σβήνουν (Bordertown) κι έλαβε υποψηφιότητα write-in για την ταινία Μαύρη Κόλαση (Black Fury). Όταν η ακαδημία ανακοίνωσε τους υποψήφιους το όνομα του ηθοποιού δεν συγκαταλεγόταν στην λίστα των υποψηφίων, αλλά επέτρεψε στους ψηφοφόρους να επιλέξουν σε περίπτωση που δε συμφωνούσαν με τους υποψήφιους τα ονόματα άλλων ηθοποιών. Ο Μιούνι ήρθε δεύτερος στην ψηφοφορία με μερικούς ψήφους διαφορά από το νικητή Βίκτορ ΜακΛάγκλεν. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και με την Μπέτι Ντέιβις, ένα χρόνο νωρίτερα με την ταινία Ανθρώπινη Δουλεία (Of Human Bondage, 1934).

Αποτέλεσμα εικόνας για Paul Muni

Το 1936, ο Μιούνι έπεισε τον Τζακ Γουόρνερ να πάρει το ρίσκο κάνοντας την παραγωγή μιας ιστορικής βιογραφίας. Επρόκειτο για τη βιογραφία του Λουί Παστέρ, ρόλος που του χάρισε το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου και αποτέλεσε την πρώτη από τις βιογραφικές ταινίες που πρωταγωνίστησε ο ηθοποιός. Μέχρι εκείνη την περίοδο, οι ταινίες που παρήγαγε η Warner Bros. αντλούσαν τη θεματολογία τους από τη σύγχρονη επικαιρότητα.

Ο ιστορικός Ρόμπερτ Όσμπορν τονίζει ότι ξαφνική επιτυχία της ταινίας Λουί Παστέρ (The Story of Louis Pasteur) έδωσε στην εταιρία Warner την ώθηση για την κατάκτηση της κορυφής του Box-Office κι απεδείχθη κερδοφόρα.. Κατά συνέπεια ο ηθοποιός την επόμενη χρονιά συμμετείχε στην επίσης βιογραφική ταινία Η Ζωή του Εμίλ Ζολά (The Life of Emile Zola) που του χάρισε ακόμη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου και που κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Δυο Χρόνια αργότερα ο ηθοποιός υποδύθηκε τον Μεξικανό επαναστάτη Μπενίτο Χουάρες στην ταινία Χουαρέζ (Juarez, 1939).

Το 1937, ο Μιούνι υποδύθηκε έναν Κινέζο χωρικό στην ταινία Υπό το βλέμμα του Βούδα (The Good Earth). Στο ρόλο της ταπεινής συζύγου του εμφανίστηκε η Λουίζ Ράινερ που κέρδισε Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Περλ Μπακ. Όταν ο παραγωγός της Metro-Goldwyn-Mayer Έρβιν Θάλμπεργκ τον προσέγγισε για να του προσφέρει το ρόλο, ο ηθοποιός του είπε αστειευόμενος Είμαι τόσο Κινέζος όσο κι ο Χέρμπερτ Χούβερ.

Όντας ανικανοποίητος από τη ζωή του στο Χόλιγουντ, ο Μιούνι αποφάσισε να μην ανανεώσει το συμβόλαιό του με την εταιρία Warner Bros. κι επέστρεψε στο θέατρο. Οι εμφανίσεις του στη μεγάλη οθόνη άρχισαν να αραιώνουν. Μια από αυτές ήταν στο ρόλο του καθηγητή του Φρέντερικ Σοπέν στην ταινία του 1945 Σοπέν (A Song to Remember, 1945). Εμφανίστηκε επίσης στην κωμωδία Πίσω μου σ’ Έχω Σατανά (Angel on my Soulder, 1946) στο πλευρό του Κλοντ Ρέινς και της Αν Μπάξτερ όπου υποδύθηκε έναν γκάγκστερ του οποίου ο πρόωρος θάνατος κινεί το διάβολο να μεταφέρει την ψυχή του στο σώμα ενός δικαστή.

Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε στο Μπρόντγουεϊ στην παράσταση A Flag is Born, στην οποία συμμετείχε ένας άσημος ακόμα Μάρλον Μπράντο και την οποία σκηνοθέτησε ο αδελφός της Στέλλα Άντλερ, καθηγήτριας του Actor’s Studio. Το θεατρικό είχε ως σκοπό την προώθηση της ιδέας της ίδρυσης ενός ανεξάρτητου εβραϊκού κράτους. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1955, είχε τη μεγαλύτερή του επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ με το ρόλο του δικηγόρου Χένρι Ντράμοντ στο θεατρικό έργο Κληρονόμησε τον Άνεμο. Η ερμηνεία του του χάρισε Βραβείο Τόνυ.

Στα τέλη του Αυγούστου του 1955, ο Μιούνι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το θεατρικό, λόγω σοβαρής ασθένειας στο αριστερό του μάτι που προκάλεσε πρόβλημα στην όρασή του. Τον ρόλο του στο θεατρικό ανέλαβε ο Μέλβιν Ντάγκλας. Τον Σεπτέμβριο του 1955 του διέγνωσαν καρκίνο του αριστερού ματιού κι ο ηθοποιός υπεβλήθη σε εγχείρηση όπου του αφαιρέθηκε το μάτι. Τον Δεκέμβριο του 1955, ο Μιούνι επέστρεψε στο Μπρόντγουεϊ όπου συνέχισε τις εμφανίσεις του στο Κληρονόμησε τον Άνεμο.

Το 1959 επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη αναλαμβάνοντας το ρόλο ενός ηλικιωμένου γιατρού στην ταινία Ο Μεγάλος Επαναστάτης (The Last Angry Man) για την οποία έλαβε την έκτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου. Μετά από αυτή του την εμφάνιση ο ηθοποιός αποσύρθηκε από τα κινηματογραφικά και θεατρικά δρώμενα εφόσον η όραση στο δεξί του μάτι είχε αρχίσει να χειροτερεύει. Ο Μιούνι έλαβε 6 υποψηφιότητες για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, κερδίζοντας μια φορά, παρά το γεγονός ότι εμφανίστηκε σε 25 ταινίες στην καριέρα του. Τελευταία του εμφάνιση ήταν στην τηλεοπτική σειρά Saints and Sinners το 1962.

Άλλες Θεατρικές Εμφανίσεις

Ο Πολ Μιούνι εμφανίστηκε στο ρόλο του Γουίλι Λόμαν στην θεατρική παράσταση του Άρθουρ Μίλλερ Ο Θάνατος του Εμποράκου. Το θεατρικό έκανε πρεμιέρα στο Λονδίνο τον Ιούλιο του 1949 σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν. Ο ηθοποιός πήρε τη θέση του Λι Τζέι Κομπ που είχε ερμηνεύσει το ρόλο στο Μπρόντγουεϊ.

Προσωπική Ζωή

Ο ηθοποιός κατάφερνε να κρατά την προσωπική του ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Θεωρούταν υπερβολικά ντροπαλός κι έδειχνε νευρικότητα κάθε φορά που τον αναγνώριζαν στο δρόμο. Του άρεσε να διαβάζει και να πηγαίνει βόλτες με τη σύζυγό του σε απόμερα σημεία του Σέντραλ Παρκ, ενώ ήταν πάντα στην ακριβής στην ώρα του στο θέατρο, καθημερινά στις 7:30 μμ για να ετοιμαστεί για τη βραδινή παράσταση. Μετά την απόσυρσή του από την ηθοποιία έμεινε στο Μοντεσίτο της Καλιφόρνιας. Αποκαλούσε τη βιβλιοθήκη του το ησυχαστήριο του, όπου περνούσε τις ώρες του μελετώντας και ακούγοντας το ραδιόφωνο.

Ο ηθοποιός απεβίωσε από καρδιακή ανεπάρκεια, σε ηλικία 71 ετών. Πέθανε την ίδια χρονιά με τον συμπρωταγωνιστή του στην ταινία Πίσω μου σ’ Έχω Σατανά (Angel on my Soulder, 1946) Κλοντ Ρέινς και τον Σπένσερ Τρέισι. Πηγή: wikipedia

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή