- Του Νίκου Τσούλια
Πόσο παράξενη είναι ζωή… Ή, μήπως, παράξενος είναι ο άνθρωπος. Μπορεί να συμβαίνουν και τα δύο μαζί. Οι σκέψεις μας είναι τόσο ελεύθερες, ίσως και «ασύδοτες». Συχνά-πυκνά αναρωτιόμαστε: «πώς το σκέφτηκα αυτό; πώς πήγε η σκέψη μου τόσο μακριά; εγώ οδηγώ τη σκέψη μου ή η σκέψη μου εμένα»;
Η σκέψη μας είναι πάντα ανήσυχη, πάντα αποπειράται να αναζητεί, να ανιχνεύει και συνάμα να δημιουργεί. Ζυμώνει την αντικειμενικότητα με την υποκειμενικότητα και πλάθει διαρκώς ένα αυτόνομο είδωλο. Η δημιουργικότητά της δεν έχει τελειωμό, και όλο και περισσότερο διαστέλλεται σα να συναγωνίζεται του Σύμπαντος τη διαστολή.
Αναρωτιέται, τι είναι πέρα από τα όρια της ή δεν είναι υπάρχουν όρια; Δεν είναι καθόλου τυχαίο που όλοι οι άνθρωποι, όπου γης και όπου χρόνου, πάντα σκέφτονται το μείζον ζήτημα γύρω από το επέκεινα, που υπερβαίνει ακόμα και την ασύλληπτη δυνατότητα της σκέψης μας. Και δεν είναι μόνο ο φόβος του θανάτου, ο φόβος της οριστικής απώλειας που μας οδηγεί εκεί. Είναι στιγμές στοχασμού και προβληματισμού, στιγμές ηρεμίας ακόμα και ομορφιάς που αναζητούμε να βρούμε τι είναι μετά το τέλος της ζωής μας, και η σκέψη μας σχεδιάζει, ανασχεδιάζει, ακυρώνει μετασχηματίζει, αναθεωρεί, επανέρχεται ξανά και ξανά – ατελείωτες τέτοιες στιγμές σε όλη μας τη ζωή.
Πόσες φορές δεν πλάθουμε όνειρα απίθανα και μετά αναρωτιόμαστε «που τα βρήκαμε και πως το επινοήσαμε»; Μα πόσο ισχυρή μπορεί να είναι η φαντασία μας, πόσο δυνατός είναι ο στοχασμός μας, αλλά και κατά πόσο υπαρκτά και κατά πόσο ανύπαρκτα είναι τα δημιουργήματα της σκέψης μας;
Πώς μία σκέψη του ανθρώπου μπορεί να αλλάξει τη ζωή του; Πώς η σκέψη – θεωρία ενός επιστήμονα, του Αϊνστάιν για παράδειγμα, αλλάζει ολόκληρο τον πολιτισμό μας και τον οδηγεί σε άλλους ορίζοντες; Πως ένα λογοτεχνικό πόνημα, η Οδύσσεια για παράδειγμα, μπορεί να αποτελεί το συλλογικό και διαχρονικό αφήγημα ενός λαού – και όχι μόνο -, και ποια δύναμη κρύβεται μέσα στη σκέψη του Ομήρου, που τίποτα δεν την αγγίζει ούτε σκουριά του χρόνου ούτε η εντροπία της φύσης;
Με την επιστήμη και την τεχνολογία, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της έρευνάς μας, προσπαθούμε να κατανοήσουμε την ίδια σκέψη μας, αυτή που παρήγαγε το αποτέλεσμα και κάνουμε το αποτέλεσμα να γνωρίσει το ίδιο το αίτιο! Μελετάμε τον εγκέφαλό μας με κάθε πτυχή του επιστητού. Ψάχνουμε να βρούμε τον πυρήνα της συνείδησης. Εμβαθύνουμε στη φυσιολογία και στην αρχιτεκτονική των νευρώνων μας.
Διαμορφώνουμε ατέλειωτες έρευνες για να κατανοήσουμε την πολιτισμική μας ανάπτυξη, για να βρούμε το δρόμο εκείνο που μας δημιούργησε μέσα από την μακρόχρονη βιολογική εξέλιξη. Κάναμε και κάτι άλλο. Φτιάξαμε τεχνητή νοημοσύνη και της δίνουμε στοιχεία και δεδομένα, ώστε αυτή να σκέφτεται μόνη της και να αντικαθιστά ή να συμπληρώνει τη δική μας νοημοσύνη. Αναρωτιόμαστε. Άραγε θα φτιάξει και αυτή τη δική της συνείδηση και θα αυτονομηθεί από τη δική μας;
Είμαστε παρατηρητές και παρατηρούμενα, υποκείμενα και αντικείμενα της έρευνας. Κάθε τομέας της Γνώσης μας προσπαθεί να βρει λύσεις στα μεγάλα ερωτήματα του ανθρώπου κι όλο εξειδικεύουμε και εξειδικεύουμε, και πολλές φορές δεν μπορεί η μια εξειδίκευση να κατανοήσει τις άλλες και χανόμαστε μέσα στις λεπτομέρειες, στο επιμέρους, στο όλο και πιο μικρό και χάνουμε το νόημα. Είναι ο Μύθος του Σισύφου που μας κατατρέχει ή μήπως το δράμα του Προμηθέα, ο δρόμος της Ελευθερίας είναι εκείνο που μα καθοδηγεί;
Γιατί πράγματι, πώς μπορεί να στομώσει η σκέψη μας; Πώς μπορούμε να πούμε ότι δεν θα προχωρήσει άλλο η επιστήμη και η έρευνα; Είναι δυνατόν ποτέ να ισχυριστούμε ότι βρήκαμε την έσχατη αλήθεια ή το πρώτο κινούν αίτιο. Κάτι τέτοιο δεν θα είναι βασανιστικό, απόλυτα εφιαλτικό;
Ναι, ας μείνει άγνωστη η σκέψη μας. Ας μην την κατανοήσουμε ποτέ. Αρκεί να μας ανοίγει δρόμους και ορίζοντες Ελευθερίας!