Που εφαρμόζεται το τεστ θερμικής απόκρισης (TRT);

by Times Newsroom

Το τεστ θερμικής απόκρισης ή διαφορετικά TRT εφαρμόζεται στην γεωθερμία και κατά κόρον στα κλειστά κατακόρυφα γεωθερμικά συστήματα κλιματισμού. Αποτελεί μια άκρως απαραίτητη διαδικασία για τη σωστή και ομαλή λειτουργία των γεωθερμικών συστημάτων κλιματισμού, την ανίχνευση και επιδιόρθωση τυχόν βλαβών, την αποφυγή αστοχιών κατά τη φάση της αρχικής σχεδίασης και μελέτης των εν λόγω συστημάτων καθώς και για τη βελτιστοποίηση της συμπεριφοράς της εκάστοτε γεωθερμικής εγκατάστασης. Κύριος στόχος και σκοπός της δοκιμής θερμικής απόκρισης είναι η πρόβλεψη της μελλοντικής συμπεριφοράς του συστήματος είτε εκπονείται κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού του συστήματος είτε κατά τη λειτουργία αυτού.

Η δοκιμή θερμικής απόκρισης λαμβάνει χώρα σε μία πιλοτική οπή με όμοια χαρακτηριστικά με εκείνα των κάθετων οπών που πρόκειται να εγκατασταθούν. Ο εξοπλισμός του τεστ θερμικής απόκρισης είναι μικρός και ευέλικτος και μπορεί εύκολα να μεταφερθεί στην τοποθεσία του έργου. Τα βασικά συστατικά του μέρη είναι η συσκευή μετρήσεων, οι κυκλοφορητές ανακυκλοφορίας του εργαζόμενου μέσου, οι σωλήνες σύνδεσης της συσκευής με την κάθετη οπή (οι οποίοι θα πρέπει να διαθέτουν κατάλληλη μόνωση), η συσκευή πρόσδοσης θερμότητας, καθώς και τα ανάλογα μετρητικά όργανα και όργανα προστασίας της εγκατάστασης.

Με τον εξοπλισμό του τεστ θερμικής απόκρισης (TRT) δύναται να πραγματοποιηθούν τρία διαφορετικά πειράματα. Το πρώτο αναφέρεται στη μέτρηση της αρχικής θερμοκρασίας της οπής, το δεύτερο στη συμπεριφορά της οπής όταν αυτή υπόκειται σε θερμικό στρες και το τρίτο στη θερμική ανάκτηση της οπής μετά τη διεξαγωγή του τεστ θερμικής απόκρισης.

Το πρώτο τεστ, το οποίο αναφέρεται στη μέτρηση της αρχικής θερμοκρασίας της οπής δεν είναι τίποτα παραπάνω από τον προσδιορισμό της αρχικής θερμοκρασίας του εδάφους. Το πείραμα αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη βύθιση ενός θερμομέτρου μέσα στο σωλήνα που βρίσκεται μέσα στην οπή για να μετρηθεί κατά αυτό τον τρόπο η θερμοκρασία της οπής σε ολόκληρο το βάθος της.

Το πείραμα αυτό, μας προσδιορίζει τη θερμοκρασία του εδάφους. Επίσης, διευκρινίζει και την επίδραση των κλιματολογικών συνθηκών στα αρχικά στρώματα του εδάφους. Επιπλέον, αξιολογεί την παρουσία υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα και υποδεικνύει την ανοδική ή καθοδική ροή του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα μέσα στην οπή. Ένα από τα προτερήματα αυτού του πειράματος είναι ότι μπορεί να μας διευκρινίσει τη βλάβη ενός κάθετου γεωσυλλέκτη και να εντοπίσει, με αρκετά καλή προσέγγιση, το βάθος στο οποίο βρίσκεται η βλάβη αυτή. Ενδέχεται να εξηγήσει γιατί δημιουργήθηκε η βλάβη και να αποτελέσει το εναρκτήριο ερέθισμα για την επισκευή της βλάβης παρά την κατάργηση της οπής.

Το δεύτερο πείραμα αποτελεί και το κατ’ εξοχήν πείραμα της θερμικής απόκρισης της οπής, γνωστό ως TRT. Στο πείραμα αυτό, εισάγεται σταθερά μικρή ποσότητα θερμικής ενέργειας στην οπή ενώ ταυτόχρονα ανακυκλοφορεί το διάλυμα του γεωσυλλέκτη. Στη συνέχεια καταγράφονται οι θερμοκρασίες εισαγωγής και επιστροφής του διαλύματος από το γεωσυλλέκτη. Με τη μέθοδο αυτή, προσδιορίζεται η θερμική αντίσταση της οπής, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο μετέπειτα σχεδιασμό του συνολικού συστήματος. Με αυτή τη μέθοδο διευκρινίζεται η θερμική διάχυση του συνολικού συστήματος και προσδιορίζεται επ’ ακριβώς το σύστημα του γεωσυλλέκτη.

Το πείραμα της ανάκτησης της θερμότητας της οπής δεν είναι τίποτα παραπάνω από την καταγραφή της θερμοκρασίας της οπής κατά τη συνεχή ανακυκλοφορία του νερού στο γεωσυλλέκτη, χωρίς την εισαγωγή του θερμικού φορτίου στην οπή για αρκετές ώρες, μετά το πέρας του πειράματος της θερμικής απόκρισης. Από αυτό το πείραμα κατανοείται η συνολική συμπεριφορά του εδάφους στην εν λόγω περιοχή.

Εν κατακλείδι, όταν το τεστ εκπονείται κατά τη φάση λειτουργίας του συστήματος έχει ως στόχο την ανίχνευση βλαβών, τον εντοπισμό της αιτίας της βλάβης και την άμεση επιδιόρθωσή του συστήματος. Η δοκιμή που πραγματοποιείται κατά τη λειτουργία του συστήματος βοηθά στην εύρεση του ακριβούς σημείου της οπής που έχει βλάβη, καθώς και την αιτία της βλάβης, δηλαδή αν υπάρχει μια ρωγμή, διαρροή ή ελλιπής τσιμέντωση. Όταν αναγνωριστεί η βλάβη πραγματοποιείται επιδιόρθωση με τα κατάλληλα μέσα και έπειτα το τεστ διεξάγεται ξανά για να διαπιστωθεί ότι τα αποτελέσματα είναι εντός ορίων και ότι η βλάβη έχει διορθωθεί.

Οι δοκιμές, θα πρέπει να πραγματοποιούνται με βάσει τις ανάλογες διεθνείς προδιαγραφές και τους γενικούς κανόνες. Στην κατεύθυνση αυτή έχουν αναπτυχθεί διάφορες αριθμητικές μέθοδοι και μοντέλα επεξεργασίας των αποτελεσμάτων. Πρωταρχικός όμως παράγοντας για την εκπόνηση σωστών μετρήσεων είναι η διάρκεια του τεστ, η οποία σύμφωνα με διεθνείς οδηγίες δε θα πρέπει να είναι μικρότερη από 50 περίπου ώρες.

Σχετικά Άρθρα

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή