Ψυχολογία και τακτική των Ελλήνων κατά την Επανάσταση του ’21

Γενικά η τακτική τού πολέμου των Ελλήνων ήταν του κλεφτοπολέμου

by Times Newsroom

I. Οι ιδεολογικές ζυμώσεις των Ελλήνων πριν από την Επανάσταση του 1821

Η ελληνική Επανάσταση που αποτελεί τη χρονολογική αφετηρία της νεότερης ιστορίας του ελληνικού έθνους, ξεσπάζει σε μια δυσμενή γι’ αυτό περίοδο: η Ευρώπη είναι κουρασμένη από τους ναπολεόντιους πολέμους και οι νικητές μονάρχες απεχθάνονται κάθε επαναστατική κίνηση. Και όμως την εποχή αυτή ξεσηκώνονται οι Έλληνες κατά των τυράννων τους απελπισμένοι από την κτηνωδία ενός ζυγού (ποικίλων ειδών καταπιέσεις, εκτελέσεις κ.λπ.), από την οικονομική εξαθλίωση και την πνευματική τους κατάσταση, τη φοβερά καθυστερημένη, συγκριτικά με τη Δύση. Οι λαϊκές παραδόσεις, τα ιστορικά τραγούδια και οι διάφορες προφητείες, που παρηγορούσαν και ενθάρρυναν τον ελληνικό λαό έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέγερσή του. Κοντά σ’ αυτούς τους λόγους πρέπει να προστεθεί η λόγια παράδοση, δηλαδή η συμβολή των Ελλήνων διανοουμένων, ιδίως από τα μέσα του 18ου αι., προπάντων του εξωτερικού, μάλιστα της Αυστρίας. Εστία των τελευταίων ήταν ο ορθόδοξος ναός της Βιέννης με προϊστάμενο τον αρχιμανδρίτη Άνθιμο Γαζή, (εκδότη του “Λογίου Ερμού”) που εργαζόταν με πάθος για το φωτισμό του Γένους.

Παράλληλα άλλοι λόγιοι με τα ίδια όνειρα, εργάζονται στο Παρίσι, στο Βουκουρέστι, στο Ιάσι. Εξέχουσες θέσεις κατέχουν ο Αδαμάντιος Κοραής και ο Ρήγας Βελεστινλής, εμπνευσμένοι από τις ιδέες της γαλλικής επαναστάσεως. Ο δεύτερος με το Σύνταγμά του και τα επαναστατικά του τραγούδια, ιδίως με το “θούριό” του πλημμυρίζει με ενθουσιασμό τους σκλάβους Έλληνες. Το ρεύμα των νέων Ελλήνων προς την Δυτική Ευρώπη, προς τα πανεπιστήμιά της πυκνώνει.

Η στροφή προς την παιδεία ενισχύεται από την οικονομική άνοδο, που συντελείται με τη μεγάλη ανάπτυξη της ναυτιλίας και του εμπορίου. Έτσι δημιουργείται η μικροαστική και αστική τάξη των Ελλήνων, η οποία -ιδίως του εξωτερικού- διαπνέεται από φιλελεύθερες ή, καλύτερα, από επαναστατικές ιδέες, αποβλέπει με πάθος προς την απελευθέρωση των συμπατριωτών τους και αξιοποιεί γι’ αυτόν το σκοπό τη δύναμη του πλούτου και της παιδείας. Το ότι όμως οι έμποροι και οι λόγιοι του εξωτερικού κινούνται με πρωτοβουλία για τον ξεσηκωμό του ελληνικού έθνους δε σημαίνει ότι η ελληνική επανάσταση του 1821 είναι αποκλειστικό δημιούργημα μιας μόνο τάξης, των αστών. Η ορθή εκτίμηση του ρόλου της -ιδίως του εξωτερικού- είναι η εξής: η άνοδός τους στην οικονομική και κοινωνική ιεραρχία έδωσε την ορμητική ώθηση για την εξέγερση του ελληνικού λαού, που από αιώνες ολόκληρους είχε προετοιμαστεί ψυχικά και ιδεολογικά. Από την ψυχολογική αυτή ακριβώς προετοιμασία και την ωριμότητα των σκλάβων Ελλήνων άντλησε τις μεγαλύτερες πιθανότητες της επιτυχίας η επανάσταση του 1821, η καθολικότερη εξέγερσή τους μετά την Άλωση.

2. Η ψυχολογία του ελληνικού λαού κατά τους τελευταίους μήνες πρις από την Επανάσταση

Στις αρχές λοιπόν του 19ου αι. ο ελληνικός λαός παρουσιάζεται ώριμος για την απελευθέρωσή του, γιατί πιστεύει -πικραμένος ύστερ’ από τόσες απογοητεύσεις του από τη διάψευση των ελπίδων που στήριξε στις ξένες δυνάμεις- πως πρέπει να στηριχτεί στις δικές του δυνάμεις. Αποτέλεσμα η γένεση δυο εταιρειών, της φανερής και μορφωτικής των “Φίλων των Μουσών” ή “Φιλομούσου” (1813) και της μυστικής και επαναστατικής των “Φιλικών” (1814). Οι οπαδοί τής πρώτης, κυρίως λόγιοι που αποδοκιμάζουν την επανάσταση, ισχυρίζονταν πως οι Έλληνες με τις γνώσεις και την επιτηδειότητά τους θα κατόρθωναν να υποσκελίσουν τους αφέντες τους και ν’ αφομοιώσουν τους αλλοεθνείς χριστιανούς και έτσι να ξαναθεμελιώσουν στις ακτές του Βοσπόρου τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Οι οπαδοί πάλι της “Φιλικής”, συνεχίζοντας την παράδοση του Ρήγα, σκοπό είχαν να ξεσηκώσουν σε επανάσταση όλα τα ορθόδοξα και υπόδουλα έθνη της Βαλκανικής. Η “Φιλική” είχε μεγαλύτερη ανταπόκριση στις ψυχλές των Ελλήνων, γιατί τους υποσχόταν άμεση και ολοκληρωτική την απελευθέρωσή τους.

Οι οπαδοί πολλαπλασιάζονται καταπληκτικά κατά τα τελευταία έτη και ο φόβος της ανακαλύψεως των μυστικών σχεδίων της είναι μεγάλος. Ο ερεθισμός μάλιστα των πνευμάτων στις αρχές του 1820 είναι επικίνδυνος: μήνες τώρα κυκλοφορούν έντονα στην Πελοπόννησο διάφορες φήμες και διαδόσεις (για μεγαλειώδη σχέδια των επαναστατών στην Κωνσταντινούπολη, για την πυρπόληση του τουρκικού στόλου κ.λπ.), απόδειξη ότι οι Πελοποννήσιοι είχαν αρχίσει να διαποτίζονται με τη χαρακτηριστική ψυχολογία των επαναστατικών όχλων. Τέτοιος ήταν ο παράλογος ενθουσιασμός τους που ήταν όχι μόνον αδύνατο, αλλά και επικίνδυνο να χαλιναγωγήσει κανείς την ορμή τους, γιατί τον θεωρούσαν ύποπτο, “τουρκόφρονα” ή “τουρκολάτρη”, όπως τον ονόμαζαν.

Οι αλλεπάλληλες φήμες στην Πελοπόννησο, γίνονται συχνότερες με την είσοδο του Αλ. Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία (21 Φεβρουαρίου 1821) και εξάπτουν κάθε μέρα και περισσότερο τα πνεύματα των Ελλήνων, ότι άρχισε κιόλας η επανάσταση, ότι οι Τούρκοι συμπατριώτες έχουν χάσει το ηθικό τους κ.λπ.

Κυριότερη πηγή των συνταρακτικών ειδήσεων και διαδόσεων πρέπει να θεωρηθεί ο απεριόριστα ενθουσιώδης Γρηγ. Δικαίος ή Παπαφλέσσας. Κατά τα μέσα Μαρτίου ο αναβρασμός φτάνει στο κατακόρυφο: η συχνότητα και η ένταση των διαδόσεων είναι τρανή πια απόδειξη της διαμορφωμένης ομαδικής ψυχής των Ελλήνων. Όλοι έχουν αφήσει τις δουλειές τους, καταγίνονται με την πολεμική τους προετοιμασία και περιμένουν τη μεγάλη στιγμή. Όλα είναι εύφλεκτα και δε λείπει παρά μόνον η σπίθα που θ’ ανάψει τη μεγάλη πυρκαγιά. Και τον πρώτο πυροβολισμό τον ρίχνει ο παλιός κάπος (κλέφτης) Νικόλαος Χριστοδούλου ή Σολιώτης στις 14 Μαρτίου, βαλμένος από τον ορμητικό Παπαφλέσσα να κάνει την αρχή της ανταρσίας.

3. Η στάση των Ελλήνων ηγετών εμπρός στην Επανάσταση

Πρώτοι-πρώτοι στην ηπειρωτική Ελλάδα, από τον Αξιό ώς τον Ισθμό, οι κλεφτοκαπεταναίοι αποτελούσαν δυναμικά κοινωνικά στοιχεία και βρίσκονταν πιο κοντά στο λαό από οποιαδήποτε άλλη ομάδα. Ήταν τα υπολείμματα της παλιάς κλέφτικης παράδοσης, οι κυνηγημένοι από τους Τούρκους, οι ύποπτοι, και γι’ αυτό εκείνοι, στους οποίους οι απόστολοι της Φιλικής Εταιρείας μπορούσαν να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη. Άφοβα λοιπόν μπορούσαν να τους πλησιάσουν και να τους μυήσουν στα σχέδια της Εταιρείας.
Επίσης άξιοι εμπιστοσύνης ήταν όχι μόνον ο κατώτερος κλήρος, αλλά και αρκετοί από τους ανώτερους.

Οι έμποροι, δηλαδή οι αστοί, ήταν λίγοι στα ελληνικά αστικά κέντρα. Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα, Λιβαδιά, Αθήνα, Πάτρα κ.λπ., είχαν έντονη την εθνική τους συνείδηση, αλλά δεν είχαν ούτε τον πλούτο ούτε και την επαναστατικότητα των συναδέλφων τους του εξωτερικού, γιατί από πάνω τους κρεμόταν το γιαταγάνι των Τούρκων. Η ανθρώπινη αδυναμία, ο φόβος της ζωής, τους διαφοροποιούσε από τους εμπόρους του εξωτερικού.

Δυσκολίες παρουσίαζε ο προσηλυτισμός των αρματολών της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, γιατί εκεί είχε δημιουργηθεί αποκρυσταλλωμένη, κληρονομική αρματολική παράδοση. Ο καπετάνιος, που όφειλε να κρατά την τάξη στην περιοχή του, αποκόμιζε πολλά ηθικά και υλικά κέρδη από το αξίωμά του, γιατί τίποτε δεν τον εμπόδιζε να κάνει τον κτηνοτρόφο και τον έμπορο και μάλιστα με σίγουρα πάντα κέρδη, χάρη στην υψηλή του θέση. Η πρωτόγονη, κληρονομική και συντηρητική οργάνωση της χώρας συγκρατεί τα παλικάρια της, τα περήφανα, τα γενναία και μαχητικά.

Γι’ αυτό μόλις στις 24 Μαϊου 1821 επαναστάτησαν, δηλαδή δυο μήνες ύστερ’ από τη γενική εξέγερση των άλλων κατοίκων της νότιας Ελλάδας, ενώ οι κάτοικοι της Ανατολικής Στερεάς ξεσηκώθησαν σύγχρονα μαζί τους, γιατί εκεί η εξελιγμένη κοινωνική και κοινοτική οργάνωση βρισκόταν σχεδόν σε ισορροπία με την αρματολική.

Στην Πελοπόννησο κυρίαρχη κοινωνικά τάξη ήταν οι κοτζαμπάσηδες και προπάντων οι λίγοι μεγαλοκοτζαμπάσηδες, οι οποίοι μετά την εξόντωση των κλεφτών (1805-1806), είχαν αποκτήσει σημαντική οικονομική και πολιτική δύναμη. Ανάμεσα σ’ αυτούς βρέθηκαν οι απόστολοι της Φιλ. Εταιρείας, όταν από το 1817 κ.ε. άρχισαν να κατεβαίνουν από τη Ρωσία. Αυτοί, καθώς και οι έμποροι και ανώτεροι κληρικοί της ίδιας χώρας, αν και κατά βάθος επιθυμούσαν και προσδοκούσαν την ανάσταση του έθνους, φοβόνταν την άμεση επανάσταση, μήπως τους καταστρέψει, όπως έγινε και στα 1770. Οι απόστολοι λοιπόν συνάντησαν ορισμένες δυσκολίες. Μεγαλύτερα ήταν τα εμπόδια, όταν θέλησαν να μυήσουν τα πρόσωπα εκείνα που ως διερμηνείς κ.λπ. βρίσκονταν στην υπηρεσία των Τούρκων.

Οι περισσότεροι πάλι πολιτικοί, και διανοούμενοι, όπως ο Καποδίστριας, ο Κοραής, ο Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος, ο Αλέξ. Μαυροκορδάτος κ.ά. ήταν εκπρόσωποι των αντιλήψεων της “Φιλομούσου Εταιρείας” ή αντιλήψεων που μπορούν να θεωρηθούν ως κράμα των απόψεων της “Φιλομούσου” και της “Φιλικής”.

4. Η τακτική, η Ψυχολογία και η πολιτική κατά τόπους οργάνωση των επαναστατημένων Ελλήνων ώς την απόβαση του Ιμπραήμ

Οι Τούρκοι με την έκρηξη του πολέμου της ανεξαρτησίας, μη γνωρίζοντας ακριβώς την έκταση των ταραχών και τα μέσα των επαναστατών, αφήνουν τρομοκρατημένοι την ύπαιθρο και για μεγαλύτερη ασφάλεια αποσύρονται στα πλησιέστερα κάστρα, Τριπολιτσά, Γλαρέντζα, ακρόπολη της Πάτρας, Ρίο, Ακροκόρινθο, Ναύπλιο, Μονεμβασιά, Μεθώνη και Κορώνη. Έτσι ο πόλεμος στην Πελοπόννησο, ύστερ’ από τις πρώτες μικροσυμπλοκές και αψιμαχίες στην ύπαιθρο, παίρνει κυρίως τη μορφή πολιορκίας κάστρων, η οποία χαρακτηρίζει όλη την περίοδο των πολεμικών επιχειρήσεων των Πελοποννησίων ώς την απόβαση των Αιγυπτίων στα 1825, αν εξαιρέσει βέβαια κανείς το ολιγοχρόνιο διάστημα της εισβολής του Δράμαλη.

Γενικά η τακτική τού πολέμου των Ελλήνων είναι του κλεφτοπολέμου. Ο κυριότερος και αποτελεσματικότερος σύμμαχός τους ήταν η δυσκολία και η αδυναμία των εχθρών ν’ ανεφοδιάσουν το κάστρο. Αλλά οι Έλληνες, δεν είχαν ισχυρό πυροβολικό και στρατεύματα εκγυμνασμένα, ώστε να τα καταλάβουν με έφοδο. Έτσι περιορίζονταν να τα πολιορκούν και να περιμένουν απ’ έξω, ώσπου να πεινάσουν και να παραδοθούν. Στις αρχές ο σχηματισμός των στρατοπέδων γινόταν αυτόματα. Αρχηγοί ήταν οι επισημότεροι ντόπιοι κοτζαμπάσηδες ή παλιοί κάποι (κλέφτες) ή και χωρικοί με ηγετικά χαρίσματα και δυνατή θέληση. Η επανάσταση προχωρούσε χωρίς οργάνωση και σχέδιο. Μολαταύτα τα στρατόπεδα εξελίσσονται σιγά-σιγά και αποκτούν σχετική τάξη. Οι Πελοποννήσιοι, αν εξαιρέσει κανείς τους εμπειροπόλεμους Μανιάτες, πέρασαν πολλούς μήνες σκληρής δοκιμασίας ώς την άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821). Κατόπιν, ώς την άφιξη του Καποδίστρια, δεν παρατηρείται σχεδόν καμιά ουσιαστική μεταβολή.

Στην Ελλάδα επάνω από τον Ισθμό τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά: υπάρχουν εκεί τα αρματολίκια και οι κάτοικοι είναι εμπειροπόλεμοι. Και εδώ βέβαια στην αρχή ο πόλεμος έχει τη μορφή της πολιορκίας των κάστρων, αλλά, μετά την πτώση των περισσότερων και την αποστολή τουρκικών εκστρατευτικών σωμάτων για την κατάπνιξη της ανταρσίας, μετασχηματίζεται σε κλεφτοπόλεμο με κύριο χαρακτηριστικό την ενέδρα. Είναι η προαιώνια, ελληνική τακτική, με την οποία μόνο μπορούν οι λίγοι να πολεμούν και να νικούν τους πολλούς. Και η τακτική αυτή ήταν πολύ κατάλληλη, ιδίως στη Δυτική Στερεά Ελλάδα, γιατί είναι ορεινή, με πλούσια βλάστηση και παρουσίαζε πολλά ερείσματα για τη διεξαγωγή του πολέμου αυτού.

Δερβενάκια ο Κολοκοτρώνης αποδεκατίζει ολόκληρη Τουρκική στρατιά υπό τον Μαχμούτ πασά Δράμαλη

Τον επισιτισμό και τη βαθμιαία κινητοποίηση των Ελλήνων την ανέλαβαν οι κοινοτικές αρχές, οι οποίες μεταβάλλονται τώρα σε επαναστατικές επιτροπές, στις λεγόμενες εφορείες, διευθυντήρια κ.λπ., που φαίνονται σαν ξεχωριστές τοπικές κυβερνήσεις χωρίς καμιά συγκεντρωτική τάση.

5. Οι επιχειρήσεις του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο και η τακτική του Κολοκοτρώνη

Τα πράγματα αλλάζουν, όταν αποβιβάζεται ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο με τακτικό στρατό, εκγυμνασμένο από Γάλλους και Ιταλούς αξιωματικούς. Οι εμφύλιοι πόλεμοι 1823-1824 είχαν παραλύσει όχι μόνο την πολιτική, αλλά και προπάντων τη στρατιωτική οργάνωση της χώρας. Η κυβέρνηση Γ. Κουντουριώτη, που έχει επιβληθεί στον Κολοκοτρώνη και έχει συντρίψει τους “αντάρτες”, παραμέλησε να λάβει τα αναγκαία μέτρα, για να παρεμποδίσει όχι μόνο το πέρασμα του Ιμπραήμ από το βαθύ όρμο της Σούδας στην Πελοπόννησο, αλλά και την απόβαση και την εξάπλωσή του σ’ αυτήν. Σωρεία σφαλμάτων ακολουθούν. Αρχιστράτηγος των ελληνικών πεζικών δυνάμεων διορίζεται ο ναυτικός Σκούρτης και παραμερίζονται τόσοι ικανοί αρχηγοί, όπως ο Καραϊσκάκης κ.ά. Αποτέλεσμα να δυσαρεστηθούν πολλοί.

Ο Ιμπραήμ φροντίζει να εδραιωθεί στο προγεφύρωμα της Μεσσηνίας και να εξασφαλίσει την επικοινωνία Μεθώνης-Κορώνης. Οι Αιγύπτιοι είναι τακτικοί και έχουν τελειότερα όπλα με το πλεονέκτημα της λόγχης, που την εφαρμόζουν επάνω στο όπλο, όπως σήμερα, σχηματίζοντας ἐτσι ένα αληθινό φράγμα θανάτου.

Οι Έλληνες ειδοποιούνται έγκαιρα από τον Ιταλό φιλέλληνα Romei, που βρίσκεται στις γραμμές των Αιγυπτίων, ν’ αποφύγουν την κατά παράταξη σύγκρουση και να τους αντιμετωπίσουν με κλεφτοπόλεμο, αλλά δε σπεύδουν ν’ ακολουθήσουν τις συμβουλές του κι έτσι χάνουν τις μάχες εμπρός στο Νεόκαστρο και στο Κρεμμύδι. Μόνον ο αρχηγός των Μακεδόνων Καρατάσος κλεισμένος μέσα στα σπίτια του χωριού Σχοινόλακκα εκμηδενίζει, με προφυλακτήριο τους τοίχους, τα πλεονεκτήματα της λόγχης των Αιγυπτίων και τους τρέπει σε φυγή.

Κάτω από την πίεση των κρίσιμων στιγμών η κυβέρνηση Κουντουριώτη αποφυλακίζει τον Κολοκοτρώνη, και τους άλλους “αντάρτες”, αλλά και αυτός αδυνατεί να συγκρατήσει τους Αιγυπτίους στα σύνορα Μεσσηνίας-Αρκαδίας. Επίσης χάνει και την τακτική μάχη στα Τρίκορφα (23-24 Ιουνίου 1825) εξαιτίας του συνηθισμένου σφάλματος των Ελλήνων, από την έλλειψη συντονισμού των δυνάμεών τους.

Ναυμαχία Ναυαρίνου : Η μάχη που έκρινε την απελευθέρωση

Έτσι από την εποχή αυτή ώς τη ναυμαχία του Ναβαρίνου (8/20 Οκτωβρίου 1827) αναγκάζεται ο Κολοκοτρώνης να εφαρμόσει την τακτική του κλεφτοπολέμου, την οποία διεξάγει με επιμονή και με σύστημα. Η βασική αρχή του “χτύπησε και φύγε” ακολουθείται με συνέπεια. Νύχτα και μέρα μέσ’ από τα βράχια, από τα σπήλαια, από τα δάση, από τα στενά τής Πελοποννήσου ξεχύνονται οι κακοντυμένοι Έλληνες χωρικοί, χτυπούν τις εχθρικές φάλαγγες, προξενούν σ’ αυτές μεγάλες ζημιές ή κάποτε τις εξοντώνουν και έπειτα εξαφανίζονται. Η κατάσταση όμως ήταν τραγική, γιατί έλειπαν τα τρόφιμα και τα πολεμοφόδια και έτσι παρουσιάζονται κρούσματα προσκυνήματος. Τότε πραγματικά ο Κολοκοτρώνης, ύστερ’ από την καταστροφή του Δράμαλη, έσωσε την πατρίδα σ’ αυτόν τον διπλόν αγώνα εναντίον των Αιγυπτίων και των προσκυνημένων.

  • Πηγή: Δελτίο της Εταιρείας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας. Ιδρυτής: Σχολή Μωραϊτη. 1 Αθήνα 1977.

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com