Ρωμανός ο Μελωδός «Ο χρόνος μου συντελείται»

Οι έλληνες και οι ελληνίδες που διαβάζουν και γράφουν ποίηση ακόμα,-αλλά και οι αναγνώστες της-μπορούν να μελετήσουν πλέον το έργο του, να απολαύσουν τα εξαίσια κοντάκιά του, να τα ψάλλουν και εκτός ναών, να χαρούν τις υμνολογικές του μελωδίες την ρυθμική τους γλωσσική ατμόσφαιρα, να σταθούν στους στίχους του, να αντιγράψουν λέξεις του, να ερμηνεύσουν τους ποιητικούς του κώδικες και τα γλωσσικά δικά του δάνεια.

  • ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ

Μεταφέρω το τρίτο κείμενο για τον Βυζαντινό υμνογράφο Ρωμανό τον Μελωδό, τον δημιουργό του Κοντακίου, που συνάντησα στο βιβλίο του θεσσαλονικιού συγγραφέα Γιώργου Δέλιου, «ΕΠΙΛΟΓΗ» ΔΟΚΙΜΙΑ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ, εκδόσεις «ΝΕΑΣ ΠΟΡΕΙΑΣ»-ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1978.

Συνήθως από όσο γνωρίζω, στις γενικές βιβλιογραφικές αναφορές για τον βυζαντινό ποιητή και το έργο του, συναντάμε μελέτες κυρίως από ξενόγλωσσους ευρωπαίους συγγραφείς, και αυτό ίσως είναι εύλογο, μια και η αναστύλωση των Ύμνων του Ρωμανού έγινε πρώτα από ευρωπαίους μελετητές και ερευνητές της βυζαντινής λογοτεχνίας και εκκλησιαστικής γραμματείας. Κάτι που μας φανερώνει το μεγάλο ενδιαφέρον για τον γεννημένο στην Συρία άγιο της χριστιανικής θρησκείας και εκκλησιαστικής παράδοσης Ποιητή.

Τα ονόματα ελλήνων συγγραφέων, και οι μελέτες τους, είναι σχετικά λίγες-από όσο και πάλι γράφω μπορώ να γνωρίζω-στην κατά διαστήματα περιδιάβαση των αναγνωστικών μου περιπλανήσεων στην Βυζαντινή Ιστορία και Λογοτεχνία, αλλά και μέσα στην συνέχεια της ελληνικής λογοτεχνικής γραμματείας.

Αυτή είναι και η «αιτία»,- πέρα από την αγάπη μου και το ενδιαφέρον μου για την ποίησή του-που αντιγράφω μελετήματα από συγγραφείς της θύραθεν παιδείας, έχοντας σαν αφετηρία το ουσιαστικό κείμενο που έγραψε και δημοσίευσε ο νομπελίστας μας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης και πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εκηβόλος». Ένα προσωπικό και ερευνητικό κείμενο στο οποίο εξετάζει το έργο του αγίου Ρωμανού του Μελωδού από την σκοπιά της ποίησης και της σημασίας και συμβολής της μέσα στην ιστορία και την ελληνική παράδοση, και φυσικά την γλώσσα που υιοθετεί και χρησιμοποιεί ο βυζαντινός μοναχός υμνογράφος.

Βλέπουμε πώς ένας σύγχρονος έλληνας ποιητής των ημερών μας ερμηνεύει έναν άλλον παλαιότερό του ποιητή της ελληνικής παράδοσης. Η ματιά του, χωρίς να είναι ασεβής, στέκει πέρα από το θρησκευτικό ή εκκλησιαστικό πλαίσιο ερμηνευτικών αναφορών που γνωρίζουμε για τον Ρωμανό. Αν δεν κάνω λάθος, το έργο του Ρωμανού του Μελωδού, είναι ίσως το μόνο(;) από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς που έχει ερευνηθεί από μεταγενέστερους ποιητές και λογοτέχνες των πρόσφατων αιώνων.

Από πνευματικούς δημιουργούς που δεν ανήκουν θα σημειώναμε στον στενό κύκλο των βυζαντινολόγων, των καθηγητών της βυζαντινής ιστορίας και λογοτεχνίας, της βυζαντινής υμνογραφίας ή υμνολογίας. Ερευνητών ιερέων ή προσώπων που προέρχονται από τον επίσης στενό εκκλησιαστικό κύκλο της θρησκευτικής παράδοσης.

Έχουμε τα παραδείγματα του Κωστή Παλαμά που μεταφράζει το τροπάριο της Κασσιανής, έχουμε επτανήσιου ποιητές που συνθέτου ποιητικά έργα βασισμένα πάνω σε πρόσωπα του Θείου δράματος, βλέπε την περίπτωση του Σπυρίδωνος Μελισσηνού, ποιήματα του Διονυσίου Σολωμού και άλλων.

Έχουμε την περίπτωση του πεζογράφου Άγγελου Βλάχου που γράφει μυθιστόρημα δες «Νιζάν», έχουμε τον έλληνα κρητικό παραμυθά τον Νίκο Καζαντζάκη που όχι μόνο μελετά βυζαντινούς και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, αλλά, συνθέτει και το έργο του «Ο Τελευταίος Πειρασμός» πάνω στα συγγραφικά ίχνη του έργου «Η Εν Χριστώ Ζωή μου» του Νικόλαου Καβάσιλα. (ας ξαναθυμηθούμε, ότι ο Νίκος Καζαντζάκης μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό μετά την επίσκεψή τους στο Άγιον Όρος, θέλησε να δημιουργήσει μια νέα θρησκεία).

Τα παραδείγματα των πεζογράφων μας κυρ Φώτη Κόντογλου, του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη και άλλων μας είναι γνωστά, όσον αφορά την σχέση τους με την ορθόδοξη ελληνική παράδοση. Αξίζει να μνημονεύσουμε και τον φιλόσοφο Στέλιο Ράμφο και τις ερμηνείες του σε παρόμοια κείμενα αλλά και τον Χρίστο Γιανναρά, και το έργο του «Η Μεταφυσική του Σώματος» ή το «Χάιντεγκερ και Αρεοπαγίτης» για να μείνω σε δύο πολύ γνωστά και διαβασμένα του από τα δεκάδες έργα του.

Ποιήτριες σαν την πειραιώτισσα Όλγα Βότση και την Θεσσαλονικιά Ζωή Καρέλλη και άλλων γυναικείων ποιητικών φωνών μας έχουν δώσει άμεσο παράδειγμα της σχέσης της ποίησής τους με την χριστιανική ορθόδοξη παράδοση. Για να μην σταθούμε και στις απόπειρες μεταφράσεων των Ευαγγελίων στην νεοελληνική, δες παράδειγμα του Κατά Ματθαίου από τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο.

Συναντούμε επίσης, την ενασχόληση πολλών συγχρόνων συγγραφέων με το «Άσμα Ασμάτων», το κείμενο του «Εκκλησιαστή» δες την μετάφραση του ποιητή και ζωγράφου Αλέξανδρου Ίσαρη.  Έλληνες και Ελληνίδες ποιητές και λογοτέχνες που παρά του ότι δεν προέρχονταν από τον στενό κύκλο της εκκλησιαστικής γραμματείας επηρεάστηκαν βαθύτατα από τα νάματα της ορθοδοξίας και γραμματείας και μπόλιασαν την σκέψη τους με αυτά. Βλέπε ακόμα την περίπτωση του συγγραφέα Ιωάννη Μ. Χατζηφώτη, του Φώτη Δημητρακόπουλου, του Μάριου Μπέζγου, του Νίκου Τυπάλδου, του Νίκου Αρβανίτη, του Παναγιώτη Σωτήρχου, του Δημήτρη Κοσμόπουλου, και η αλυσίδα συνεχίζεται.

Ο κατάλογος είναι αρκετά μεγάλος και διαρκής, εδώ μνημονεύω ορισμένα μόνο ενδεικτικά πρόσωπα της ελληνικής λογοτεχνίας. Υπάρχει επίσης, και μια μικρή μαγιά χριστιανικού θεατρικού λόγου που αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια. Και ακόμα, έχουμε το παράδειγμα ιερέων συγγραφέων ή μοναχών που συνέγραψαν μελέτες ή σχολίασαν ποιητές και πεζογράφους της θύραθεν παιδείας. Έχουμε θα σημειώναμε μια συνεχή συνομιλία της εθνικής παράδοσης με την ορθόδοξη της θρησκευτικής με την κοσμική.

Άφησα τελευταίο σαν καταγραφή-δεν το έπραξα ούτε στα άλλα δύο κείμενα που έγραψα για τον Ποιητή Ρωμανό τον Μελωδό, το μελέτημα του αντιστασιακού ποιητή και μεταφραστή, «εθνολόγου», μαθητή του Παναγή Λεκατσά, πρώην δημάρχου Υμηττού Ανδρέα Λεντάκη, «ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩΔΟΣ, ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ» εκδόσεις «ΔΩΡΙΚΟΣ» 1991.

Ο ποιητής Ανδρέας Λεντάκης συγκρίνει και επισημαίνει τις επιδράσεις και τις ομοιότητες, του ΚΑ΄ ύμνου του Ρωμανού του Μελωδού, ένα κοντάκιο που αποτελείται από 18 οίκους (240 στίχοι) «Τον δι’ ημάς σταυρωθέντα/δεύτε πάντες υμνήσωμεν/αυτόν γάρ κατείδε Μαρία/ επί ξύλου και έλεγεν΄/Εί και σταυρόν υπομένεις, σύ υπάρχεις/ο υιός και θεός μου» και το ποίημα του κομουνιστή ποιητή Κώστα Βάρναλη, «Πώς οι δρόμοι εβωδάνε με βάγια στρωμένοι,/ηλιοπάτητοι δρόμοι και γύρω μπαξέδες!/Η χαρά της γιορτής όλο πιότερο αξαίνει/και μακριάθε βογγάει και μακριάθε ανεβαίνει.», και ακόμα, τις επιδράσεις που δέχτηκε ο Ρωμανός από τα Απόκρυφα Ευαγγέλια.

Από τον ίδιο τον Λεντάκη πληροφορούμεθα ότι για το κοντάκιο του Ρωμανού που παραθέτει, είχε υπόψη του την έκδοση του καθηγητή Νίκου Α. Λιβαδάρα: «Ρωμανού του Μελωδού Ύμνοι εκδιδόμενοι εκ Πατμιακών κωδίκων (προλεγόμενα Ν.Β. Τωμαδάκη)», τ. Β΄, μέρος β΄ Αθήνα 1954, σ. 140-142. Τη διαφορετική έκδοση του καθηγητή Κ. Τρυπάνη μαζί με τον Μάας. Βλέπε P. Maas-C. A. Trypanis: Sancti Romani Melodi Cantica, t.1 Oxford (Clarendon Press), 1963, βλέπε καιπρόχειρα στο ‘The Penguin Book of Greek Verse”, 1971, p. 404-414.

Βλέπε επίσης τηνθαυμάσια έκδοση του Jose Crosdilier de Matons: Romanos le Melode. Hymnes , v.4, editions Du Cerf, Παρίσι 1967, σ.158-178, στησειρά Sources Chretiennes. Σημείωση 9 του Λεντάκη σελίδα 26 του μελετήματος. Ο Λεντάκης επίσης, μνημονεύει και την νεοελληνική ποιητική μετάφραση του ύμνου από τον Π. Α. Σινόπουλου: Ρωμανού του Μελωδού Κοντάκια, Α΄ έκδοση Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1974.

Μια έκδοση όπως είχα αναφέρει στο προηγούμενο σημείωμα, που πέρασε κάπως «λαθραία» από το μεγάλο αναγνωστικό κοινό. Μια και τα χρόνια εκείνα ήταν τόσο ταραγμένα πολιτικά-βγαίναμε από την επτάχρονη δικτατορία, και οι φιλαναγνώστες και λογοτέχνες, ποιητές και διανοούμενοι, προέβαλαν συνήθως κομμουνιστικά και αριστερού περιεχομένου βιβλία και μελετήματα.

Η στενή και άρρηκτη σχέση της τότε Εκκλησίας με την Χούντα, είχε αρνητικές επιδράσεις στις συνειδήσεις των νεοελλήνων. Μετά την μεταπολίτευση της 24 Ιουλίου 1974, τα θρησκευτικά και εκκλησιαστικά βιβλία δεν διαβάζονταν, σαν αντίδραση της συνεργασίας των θρησκευτικών ηγετών με το καθεστώς.

Η περίπτωση του Νίκου Ψαρουδάκη και της εφημερίδας που εξέδιδε «Η Χριστιανική» ήταν μια εξαίρεση στο γενικό κανόνα και κλίμα της εποχής. Ακόμα και το βιβλίο που είχε εκδοθεί τότε, του πρώην αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, και προσπαθούσε να δικαιολογήσει την στάση της επίσημης διοικούσας εκκλησίας στα γεγονότα του Πολυτεχνείου του 1973,-για όσους έτυχε να το έχουν διαβάσει-δεν έπειθε ο λόγος του.

Έτσι, μέσα στην επαναστατική και αριστερή ατμόσφαιρα των χρόνων εκείνων, τα χριστιανικά βιβλία ήσαν σε ένα είδος «εμπάργκο» από τους θύραθεν νεοέλληνες λογοτέχνες και δικαιολογημένα. Όπως και από την άλλη πλευρά υπήρχε εμπάργκο σε κάθε βιβλίο ή μελέτημα που προέρχονταν από τα κομμουνιστικά περιβάλλοντα και αριστερούς χώρους παιδείας.

Την ανίχνευση της προσέγγισης Χριστιανισμού και Μαρξισμού, θα την συναντήσουμε μερικά χρόνια αργότερα, τόσο μέσα από τα προοδευτικά έντυπα της εποχής, βλέπε περίπτωση εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» όσο και από δύο με τρία μελετήματα που εκδόθηκαν τότε και μιλούσαν για την προσέγγιση αυτή στον ελληνικό χώρο, όσο και στην Νότια Αμερική. Την γνωστή Θεολογία της αριστεράς. Την Θεολογία της Επανάστασης.

Ο Κωστής Μοσκώφ, ο Στέλιος Ράμφος, ο Χρίστος Γιανναράς, ο Κώστας Ζουράρης, ο κοινωνιολόγος Γεώργιος Μουστάκης, κύκλοι του πρωτοποριακού ορθόδοξου περιοδικού «Σύναξη» και ορισμένοι ηγούμενοι του Αγίου Όρους, ήσαν μερικά από τα πρόσωπα της εποχής που πρωτομίλησαν για αυτά τα θέματα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πολιτικών αναφορών και θρησκευτικών συνδηλώσεων της εκδήλωσης της πίστης των ελλήνων οφείλουμε να εξετάσουμε και την προσέγγιση που πραγματοποιεί ο συγγραφέας Ανδρέας Λεντάκης μεταξύ των δύο ποιητών και μας μιλά για την στρατευμένη τέχνη. Σεβόμενος τόσο τον αντιστασιακό αγώνα του Ανδρέα Λεντάκη όσο και το πολύτιμο συγγραφικό και μεταφραστικό έργο που μας άφησε, μάλλον δεν πετυχαίνει και τόσο τον σκοπό του.

Το ζήτημα της στρατευμένης τέχνης είναι ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο μέσα στην ιστορία της παγκόσμιας τέχνης, και ιδιαίτερα αυτής που αναπτύχθηκε και επιβλήθηκε από τα πάνω στα κράτη του πρώην ανατολικού συνασπισμού. Το πείραμα απέτυχε, και η σκοτεινή αυτή περίοδο-της στρατευμένης τέχνης και των εκπροσώπων της έκλεισε τον κύκλο της.

Το βιβλίο αποτελεί ένα ακόμα μελέτημα στην μικρή αλυσίδα των ελληνικών μελετών που γράφτηκαν για τον Ρωμανό Μελωδό συγγραφέων που ανήκουν στην θύραθεν παιδεία, ή είναι δηλωμένοι άθεοι. Η συσχέτιση του Ποιητή με τον Άγιο, όπως έχει ερευνηθεί στον δυτικό κόσμο, δεν είχε μάλλον και μεγάλη επίδραση στον ελληνικό χώρο και τους διανοούμενους τόσο του χριστιανικού όσο και του αριστερού κόσμου και γραμματείας. Οι χώροι κράτησαν την ετερότητά τους και την αυτονομία δράσης τους.

Ο Οδυσσέας Ελύτης με το κείμενό του για την ποίηση του Ρωμανού, μας δίνει την αφορμή να επανεξετάσουμε τα ιερά ποιητικά κείμενα της γραμματείας μας, να αλλάξει ίσως η οπτική μας απέναντί τους, να τα σχολιάσουμε, να τα επαναδιαπραγματευθούμε εκ νέου, και να τα εντάξουμε, μέσα σ’ ένα σύγχρονο πλαίσιο κειμενικών αναφορών και παλαιών δανείων μέσα στην «μοντέρνα» δική μας ποιητική δημιουργία, έρευνα και ανάγνωση, λειτουργικά και αρμονικά όπως ο ίδιος ο σύγχρονος έλληνας νομπελίστας ποιητής έπραξε στο δικό του έργο, και κυρίως, στο «Άξιον Εστί».

Ίσως να μην μπορούμε να μιλήσουμε με ακρίβεια για το δρόμο που άνοιξε ο Οδυσσέας Ελύτης,-με το κείμενο αυτό- σίγουρα όμως, χάραξε μια ποιητική πορεία στην ανάγνωση αυτών των κειμένων της ελληνικής εκκλησιαστικής γραμματείας, που για αρκετούς αιώνες τα συναντούσες μόνο μέσα στους θρησκευτικούς και εκκλησιαστικούς χώρους και βιβλιοθήκες και θεολογικά σπουδαστήρια.

Ο ποιητικός λόγος του Ρωμανού του Μελωδού είναι πλέον προσβάσημος, τόσο στην αρχική του γλωσσική σύνθεση όσο και από τις ελάχιστες μεν αλλά σύγχρονες μεταφράσεις του. Οι έλληνες και οι ελληνίδες που διαβάζουν και γράφουν ποίηση ακόμα,-αλλά και οι αναγνώστες της-μπορούν να μελετήσουν πλέον το έργο του, να απολαύσουν τα εξαίσια κοντάκιά του, να τα ψάλλουν και εκτός ναών, να χαρούν τις υμνολογικές του μελωδίες την ρυθμική τους γλωσσική ατμόσφαιρα, να σταθούν στους στίχους του, να αντιγράψουν λέξεις του, να ερμηνεύσουν τους ποιητικούς του κώδικες και τα γλωσσικά δικά του δάνεια.

Στις μέρες μας, δεν υπάρχει πλέον το παλαιό ταμπού ότι τα κείμενα αυτά της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησιαστικής παράδοσης αφορούν μόνο τους θρησκευόμενους και τους ιερείς και μοναχούς, είναι μόνο για τα εκκλησιαστικά περιβάλλοντα. Ούτε από την άλλη, ότι είναι κείμενα που δεν πρέπει να εξετάζονται από την θύραθεν παιδεία και τους μη θρησκευόμενους συγγραφείς ή ποιητές, ή δημιουργούς που ακολουθούσαν την μαρξιστική ιδεολογία.

Το παράδειγμα του ποιητή Κώστα Βάρναλη με την «Μάνα του Χριστού», εν μέρει ορισμένων συνθέσεων του Γιάννη Ρίτσου, του ιστορικού Νίκου Σβορώνου και άλλων ελλήνων συγγραφέων μας φανερώνουν το σπάσιμο του ερμηνευτικού πάγου, το ξεκλείδωμα της αγκυλωτικός σκέψης και αποφυγής πλησιάσματος και από τις δύο πλευρές. Τα ιερά αυτά κείμενα που γέννησε η ελληνική γλώσσα και παράδοση, ευτυχώς πλέον είναι κοινά σε όλους τους ενδιαφερόμενους. Και ανάλογα με το βαθμό της προσωπικής παιδείας και ευαισθησίας του καθενός μας τα προσεγγίζουμε και τα διαβάζουμε.

Ο Βυζαντινός κόσμος και ο πολιτισμός του, μπορεί φυσικά να ανήκει στον παγκόσμιο πολιτισμό και ιστορία, δεν παύει όμως να κυοφορήθηκε πάνω σε δύο πυλώνες, την εβραϊκή θρησκευτική παράδοση της νέας θρησκείας και την εθνική παράδοση και γραμματεία των αρχαίων ελλήνων, και το Ρωμαϊκό δίκαιο και οργάνωση.

Οι Ομηρικοί Ύμνοι, ή οι Ύμνοι του Πινδάρου προετοίμασαν τους μεταγενέστερους βυζαντινούς υμνογράφους και το έργο τους. Ο ελληνικός λόγος συνεχίστηκε μέσα από άλλα της ιστορίας μονοπάτια, μέσα από τα έργα ανθρώπων φωτισμένων που δεν προέρχονταν κατ’ ανάγκη από την αρχαία παράδοση και θρησκεία, την Εθνική των Ελλήνων, όμως ήσαν κάτοχοι του ελληνικού πνεύματος και φιλοσοφίας.

Ο αρχαίος Ηράκλειτος και ο Πλωτίνος είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα των αμοιβαίων σχέσεων. Το πολύτομο έργο του Φαίδωνος Κουκουλέ, «Βυζαντινός Βίος και Πολιτισμός» μας φανερώνει την ιστορική συνέχεια όχι μόνο της ελληνικής σκέψης αλλά και της ελληνικής καθημερινής ζωής, των ηθών και των εθίμων και πολλών της εκφάνσεων.

Για να μείνω μόνο σ’ ένα παράδειγμα από τα χιλιάδες μελετήματα που έχουν γραφεί για την συνέχεια της ελληνικής σκέψης. Αν η γαλλίδα ελληνίστρια δασκάλα Ζακλίν ντε Ρομιλύ μας φώτισε πολλές πτυχές της ιστορίας της αρχαίας ελλάδας, ο Σπυρίδων Λάμπρου, ο Γεώργιος Μέγας, ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο Νικόλαος Β. Τωμαδάκης, και πολλοί άλλοι νεότεροι έλληνες βυζαντινολόγοι ιστορικοί, μελετητές και έλληνες στοχαστές,-από τους ξένους οφείλουμε να μνημονεύσουμε τον Καρλ Κρουμπάχερ και τον Στήβεν Ράνσιμαν, τον Βασίλιεφ και τον Ντίλ, αλλά και πολλούς άλλους- οι οποίοι μας έδειξαν την συνέχεια του Μεσαιωνικού Ελληνικού Πολιτισμού στην νεότερη ελληνική ιστορία, την άμεση σύνδεσή του τόσο με την Αρχαία Γραμματεία όσο και με τον σημερινό πολιτισμό ημών των νεοελλήνων.

Όπως παλαιότερα έπραξαν ο Ιωάννης Βίνκλεμαν ή ο Ζέγκερ με την «Παιδεία» του, στην προσπάθεια τους για την ανάδειξη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, σκέψης και αισθητικής.

Τα υπόγεια ρεύματα της ελληνικής σκέψης, άρδευσαν όλα τα καρποφόρα δέντρα που άνθισαν και κάρπισαν πάνω στο ελληνικό έδαφος και όπου αλλού απλώθηκε και ξετυλίχτηκε η ελληνική σκέψη. Το υπέδαφος της ελληνικής παιδείας καλλιεργήθηκε με το λίπασμα του αρχαίου και του μεταγενέστερου χριστιανικού λόγου.

Οι δεσμοί δεν έγιναν από τα πάνω, αλλά ζυμώθηκαν από τις ίδιες τις κοινωνικές και μεταφυσικές ανάγκες του λαού. Τις ανάγκες της ίδιας τους της ζωής. Το ελληνικό βλέμμα είχε συνέχεια. Αν δεν ήθελε ο έλληνας άνθρωπος να ακολουθήσει την παράδοση της ορθοδοξίας δεν θα το έκανε, όσες κρατικές απαγορεύσεις προς την παλαιά θρησκεία, των εθνικών και αν υπαγόρευαν οι βυζαντινοί αυτοκράτορες.

Κάτι που μάλλον συμβαίνει στις ημέρες μας, που έχει χαθεί σχεδόν κάθε ιερότητα και πνευματική μυσταγωγία του εορταστικού κύκλου. Που ένα καταναλωτικό φολκλόρ και μια διάθεση εμπορικής σπατάλης έχει αντικαταστήσει τις βαθύτερες και ουσιαστικότερες αιτίες που γέννησαν αυτές οι εθιμικές εορτές καθώς διατηρήθηκαν στο πέρασμα των αιώνων. Ημέρες αργίας που δεν ήσαν αφορμή για μίνι ταξίδια σε εξωτερικά μέρη της άπω ανατολής ή για αγορές σε μεγάλα καταστήματα των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων.

Ο κόσμος μας απομαγεύτηκε ανεπιστρεπτί. Οι εορταστικοί θρησκευτικοί αυτοί κύκλοι, δεν ήσαν ανάμνηση περασμένων εκκλησιαστικών μεγαλείων, ήσαν η έμπρακτη και βιωματική οντολογία των απλών ελλήνων. Μια βαθύτατα ανθρώπινη οντολογία μέσα σε ένα πλέγμα εκκλησιαστικών αναφορών και λαϊκών δρωμένων.

Το παρελθόν, ίσως, δεν κοινωνεί πλέον με το παρόν των ελλήνων. Και δεν μιλώ για ένα εθνικιστικό ελληνικό παρελθόν, για φληναφήματα ελληνικών ανδραγαθημάτων και ιερών μεγαλείων, ένα δήθεν ξεθωριασμένο μεγαλείο της ελληνικής φυλής, μια τάση εξάπλωσης άνευ όρων και σκοπών της ελληνικής ορθόδοξης παράδοσης διεθνώς, αλλά για τα πυρηνικά εκείνα στοιχεία της ζωής των ανθρώπων που ζυμώνουν τις ζωές τους με γαλήνη, παρηγοριά και ελπίδα.

Που κοσμούν μέσα στον καθημερινό τους βίο την φθαρτότητά τους με πνευματική ελπιδοφορία και ανάταση. Δηλαδή το καθαρά ανθρωπιστικό τους μήνυμα και λαϊκή έκφραση κοινωνίας προσώπων. Γύρω από την ξύλινη τάβλα του συμποσίου της πίστης και του γλεντιού, της ψαλμωδίας και του ξεφαντώματος. Της ελληνικής Κλίμακας της ζωής, που γνωρίζει τα όρια και το μέτρο. Το στεφάνι και την λύρα, το ψαλτήρι και την ρεμπέτικη κομπανία.

Αυτή η παγκοσμιότητα του ελληνικού λόγου που δεν καπέλωνε τις άλλες παραδόσεις των άλλων λαών αλλά συμμετείχε ισότιμα μαζί τους και άνοιγε νέους δρόμους. Αλλά και από την άλλη, ένας ελληνικός λόγος ύπαρξης ζωής που δεν αντέγραφε δουλικά και αντιαισθητικά κάθε ξένη κακογουστιά και αναφορά. Δεν αντάλλασε το κολλυβόζουμο με σούσι. Τ

ο Η Παρθένος σήμερον…, με το Τζίνγκι Μπελ.. Δηλαδή την ποίηση με τον εορταστικό χαβαλέ. Όμως φαίνεται, ότι ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός (μαζί και ο ελληνικός) γέρασε, όχι μόνο βιολογικά-των ανθρώπων-αλλά και πνευματικά και ψυχικά. Απώλεσε τους πνευματικούς κόμβους ανατροφοδότησής του. Ίσως. Γι’ αυτό και πολλά ιερά και ποιητικά κείμενα τόσο της αρχαίας γραμματείας όσο και της εκκλησιαστικής έγιναν ωραίες περισπούδαστες μελέτες για τα σπουδαστήρια των πανεπιστημιακών σχολών, των θεολογικών συνεδρίων. Έγιναν διδακτορικές διατριβές και εργασίες για επαγγελματική προαγωγή.

Πέρα από το βίωμα που μπορεί να έχει ο ερευνητής τόσο με τον ποιητικό λόγο όσο και την ορθόδοξη ελληνική παράδοση. Την οντολογία του ήθους των ανθρώπων. Οι εντός και οι εκτός του εκκλησιαστικού χώρου κινούνται πλέον σε άλλους ρυθμούς ζωής. Ένας προαιώνιος Κόσμος σβήνει ένας μελλοντικός Κόσμος γεννάται.

Όσο ακόμα δεν έχει χαθεί εντελώς ο παλαιός Κόσμος, ας διαβάζουμε τα ιερά κείμενα της παράδοσής μας. Αρχαία, Μεσαιωνικά, Μετεπαναστατικά, Νεώτερα. Και ας μνημονεύουμε Ρωμανό τον Μελωδό και Ανδρέα Κάλβο, Οδυσσέα Ελύτη και Ιωάννη τον Σιναϊτη. Καλλίμαχο και Κωνσταντίνο Καβάφη, Αισχύλο και Χριστό Πάσχοντα, Αριστοφάνη και Κώστα Βάρναλη.

Ας διαβάζουμε τον Ισαάκ τον Σύρο αλλά και τον Βιντσέντζο Κορνάρο, τον Ανδρέα της Κρήτης και τον Κωστή Παλαμά, τον Νικόλαο Καβάσιλα και τον Νίκο Καζαντζάκη. Ας μνημονεύουμε τον Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα και τον Άγγελο Σικελιανό, τον Συμεών τον Νέο Θεολόγο και τον Διονύσιο Σολωμό, τον Γιάννη Ρίτσο και την ποιήτρια Ζωή Καρέλλη.

Την ποιήτρια-μοναχή Κασσιανή και την Κική Δημουλά. Ας μνημονεύουμε Μιχαήλ Ψελλό αλλά και Νίκο Σβορώνο, Νικόλαο Πολίτη αλλά και Τάσο Βουρνά, Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο αλλά και Νίκο Εγγονόπουλο. Ευριπίδη αλλά και Ίωνα Δραγούμη. Πηνελόπη Δέλτα και Αγγελική Χατζημιχάλη. Κουκουζέλη και Δόμνα Σαμίου. Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη αλλά και Κωνσταντίνο Θ. Δημαρά, Νικόλαο Λάσκαρη και Γιάννη Σιδέρη.

Ας επανερχόμαστε στα Απομνημονεύματα των Αγωνιστών του Είκοσιένα και τα ημερολόγια του Γιώργου Σεφέρη. Τα λαϊκά συναξάρια και την δημοτική ποίηση, το έργο του Ρήγα Φερραίου και τις διδαχές του Κοσμά του Αιτωλού. Τους βυζαντινούς ιστορικούς και χρονογράφους, αλλά και τον Ξενοφώντα, τον Πλούταρχο. Τον περιηγητή Παυσανία αλλά και την Μαριάννα Κορομηλά.

Η ιστορία δεν σταματά και αρχίζει μόνο στον Θουκυδίδειο ιστορικό λόγο. Ας μελετάμε τα έργα «Προλεγόμενα» του Αδαμάντιου Κοραή και την Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών. Τον Ευγένιο Βούλγαρη  και την «Λογική» του, αλλά και την Ελληνική Νομαρχία. Τον βίο της Μαρίας της Αιγυπτίας αλλά και το έργο του Εμμανουήλ Ροϊδη. Τα Απομνημονεύματα του Ευγένιου Σπαθάρη και εκείνα του Μάρκου Βαμβακάρη. Τα ρεμπέτικα τραγούδια και τα κείμενα του Γιάννη Τσαρούχη. Τον Δημήτρη Πικιώνη και τα τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη. Την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ και τον Κωνσταντίνο Αξελό.

Όλοι αυτοί οι αξιοσημείωτοι Έλληνες,-και μια πλειάδα άλλων-είναι οι πυρηνικοί κόμβοι της ελληνικής ιστορίας και συνέχειας, τα έργα τους, τα λόγια τους το βλέμμα τους συναποτελούν το διαχρονικό οικοδόμημα του ελληνικού πολιτισμού, του ελληνικού λόγου, του ελληνικού βίου μέσα στην καθόλου Ιστορία.

Είναι η ελληνική κατάθεση στον πύργο της βαβέλ του παγκόσμιου πολιτισμού και του ιστορικού γίγνεσθαι. Οι κοινότητες των Αμπελακίων προηγήθηκαν των μαρξιστικών. Οι περιστερώνες της Τήνου του πύργου του Άιφελ. Τα ψηφιδωτά του Μυστρά των μεγάλων Mall.

Η ελληνική αισθητική της ετερότητας καλλιεργήθηκε πριν την αποχαύνωση της ανθρώπινης πολτοποίησης και ανθρώπινης ηθικολογίας και σεμνοτυφίας. Η ελληνική ελευθεριότητα-(βλέπε από την μία το λεξιλόγιο του Ρωμανού που κατέγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης και από την άλλη, το λεξιλόγιο του Ηλία Πετρόπουλου, τα περιβόητα Καλλιαρντά) της ηθικοπλαστικής αμερικάνικης ευαγγελικής ζωής και προτεσταντικού βίου. Τα Άνθη Ευλαβείας της ελληνικής σκέψης και ζωής εξακολουθούν ακόμα να ανθίζουν.

Η φωνή του Χρόνη Αϊδονίδη έρχεται να ενωθεί με εκείνη του Μελωδού Μάνου Χατζιδάκι. Και ο Πινδαρικός λόγος με την επική φωνή του Μίκη Θεοδωράκη. «του βίου το πέλαγος βαδίζων ποντίζομαι»

Το βιβλίο του Γιώργου Δέλιου εκτός από το κείμενο για τον Ρωμανό τον Μελωδό περιέχει και τα εξής ακόμα μικρά μελετήματα:

  • ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ, σ. 9
  • ΑΥΤΟΨΙΑ ΩΣ ΕΝ ΚΑΤΟΠΤΡΩ, σ.24
  • ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΔΕΣΜΕΥΤΗ ΤΕΧΝΗ, σ.37
  • ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ, σ. 46
  • ΤΟ ΥΦΟΣ, σ. 51
  • Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΠΑΡΟΝ, σ. 54
  • Ο ΚΡΙΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΙΟΓΡΑΦΟΣ ΠΕΤΡΟΣ Σ. ΣΠΑΝΔΩΝΙΔΗΣ, σ.63
  • Η ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ. ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΓΕΝΕΕΣ, σ.76
  • ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΗΣΤΟΜΑΝΟΣ, σ.96
  • ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩΔΟΣ, σ. 106
  • ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ, σ.113

ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩΔΟΣ

Η ενδιάθετη και βαθύτατα θρησκευτική πνοή δημιούργησε αριστουργηματικά σ’ όλες τις εκδηλώσεις της τέχνης. Από τη ζωγραφική ως τη γλυπτική και από την ποίηση ως τη μουσική. Εικόνισε τη γέννηση του Χριστού-πού είναι ένα από τα αγαπημένα θέματα της τέχνης-εξέφρασε με τη σμίλη τη σταύρωση, ύμνησε με τον λόγο την ενσάρκωση και τα πάθη του Θεανθρώπου. Διαπνέει τα δημιουργήματα αυτά μια πίστη ζωογόνος κι’ ακλόνητη.

Ανάμεσα στους εκκλησιαστικούς ποιητές κατέχει μια θέση εντελώς εξαιρετική ο Ρωμανός ο μελωδός. Ο Κρουμβάχερ τον θεωρεί ως τον «μεγαλύτερο εκκλησιαστικό ποιητή του κόσμου» κι’ ο Μποβύ τον ονομάζει «Πίνδαρο της ρυθμικής ποιήσεως». Για τον Ελληνοσύριο αυτόν ποιητή των βυζαντινών χρόνων, οι πληροφορίες είναι λειψές. Ο ίδιος αποκαλούσε στις ακροστιχίες τον εαυτό του «ταπεινοί ύμνοι του ταπεινού Ρωμανού». Ίσως κι αυτός ο πέπλος του μυστηρίου που για μεγάλο χρονικό διάστημα κάλυπτε τη ζωή του, να έδινε αίγλη και κύρος υπερκόσμιο στο έργο του.

Έγραψε χίλια κοντάκια «ών τα πολλά ιδιοχείρως υπ’ αυτού εκτεθέντα απόκεινται», λέει ο συναξαριστής. Ελάχιστα από αυτά διασώθηκαν. Γεννήθηκε στην Έμεσα της Συρίας, τον έκτο αιώνα επί Αναστασίου του Α΄ (491-518). Άγνωστος μοναχός, αναφέρει το μηνολόγιο του αυτοκράτορος Βασιλείου του Β΄ «ο όσιος Ρωμανός υπήρχε μεν από Συρίας, διάκονος τυγχάνει της εν Βηρυττώ αγίας εκκλησίας. Καταλαβών δε την Κωνσταντινούπολιν επί των χρόνων Αναστασίου του βασιλέως, απήλθε και κατέμεινεν εν τω ναώ της υπεραγίας Θεοτόκου εις τα Κύρου, όπου και το χάρισμα των κοντακίων εδέξατο. Εν ευλαβεία γάρ διάγων και διανυκτερεύων και λειτανεύων εν τη παννυχίδι των Βλαχερνών υπέστρεφε πάλιν εις τα Κύρου. Εν μια δε των νυκτών, κοιμουμένω αυτώ εφάνη καθ’ ύπνους η υπεραγία Θεοτόκος και απέδωσε τόμον χάρτου και είπε: «Λάβε τον χάρτην και κατάφαγε αυτόν». Ενόμισεν ούν ο Άγιος ανοίξαι το στόμα και καταπιείν τον χάρτην. Ήν δε η εορτή των Χριστουγέννων και ευθέως εγερθείς εκ του ύπνου εθαύμαζε και εδόξαζε τον Θεόν. Είτα αναβάς εις τον άμβωνα, ήρξατο του ψάλλειν. Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει. Ποιήσας δε και ετέρων κοντάκια, ως περί τα χίλια, προς τον Κύριον απεδήμησε».

Σύμφωνα με το ανέκδοτο αυτό που επαναλαμβάνει κι’ ο κώδικας της βιβλιοθήκης των πατριαρχείων της Ιερουσαλήμ, ο Ρωμανός παρουσιάζεται αληθινά Θεόπνευστος. Ο αριθμός των κοντακίων που έγραψε κι’ αν ακόμα θεωρηθεί υπερβολικός, φανερώνει τη γονιμότητα του ποιητή. Ο ίδιος μελοποίησε κι’ όλα τα γνωστά 85 κοντάκια.

Η Παρθένος σήμεροντον υπερούσιο τίκτει.Και η γη το σπήλαιοντω απροσίτω προσάγει.Άγγελοι-μετά ποιμένων-δοξολογούσι.Μάγοι δε-μετά αστέροςοδοιπορούσι-Δι’ ημάς γάρ εγεννήθηπαιδίον νέον-ο πρό αιώνων Θεός.

Πρώτα έχουμε να παρατηρήσουμε γενικότερα πόσο ο Ρωμανός ο μελωδός στάθηκε μ’ ευλάβεια και πιστότητα κοντά στις Γραφές, όπως ευλαβήθηκε, όσο κανένας άλλος,, τους πατέρες της εκκλησίας. Τοποθέτησε το εαυτό του μέσα στο κλίμα της εποχής του-κι’ αυτό το βλέπουμε καθαρότερα τώρα που ο καθηγητής του πανεπιστημίου Αθηνών κ. Νικόλαος Τωμαδάκης, μας προσφέρει σε ωραίο τόμο τα κείμενα του ποιητή σχολιασμένα από τον ίδιον-και δεν αρκέστηκε στην περιγραφή των εξωτερικών στοιχείων, στον ουρανό και στη θάλασσα, στα φυτά και στα ζώα, στους ανθρώπους και τη ζωή, παρά αναζήτησε κι’ επέμεινε περισσότερο στον εσωτερικό, στον ψυχικό πλούτο.

Από την πλευρά της τεχνικής χρησιμοποιεί κατά τρόπον αριστοτεχνικό την ισοχρονία, την ομοτονία, την ισοσυλλαβία και τα μέτρα των μουσικών.

Άς προσέξουμε ιδιαίτερα την ομοτονία του ποιήματος «Είς Χριστού γέννησιν». Με πόση θαυμαστή συντομία και πόση ανάγλυφη παραστατικότητα εκφράζονται τα πρόσωπα του δράματος της γεννήσεως: Το Βρέφος, η Παναγία, οι Άγγελοι, οι Ποιμένες, οι Μάγοι, μέσα στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει», είναι το προανάκρουσμα.

Ο Ρωμανός προχωρεί κατόπιν στις 24 άλλες στροφές, στους οίκους, με το ίδιο εφύμνιον. Οι στίχοι βρήκαν μιάν άμεση ανταπόκριση στην ευαισθησία του κοινού και χάρης στη μουσική, τους έψαλλε ο λαός.

Ο Ρωμανός ήταν ο πρώτος που έγραψε για τη Γέννηση του Χριστού. Και δημιούργησε σχολή. Άλλοι, ύστερ’ από αυτόν ζήλεψαν, το πείραμά του. Και με τον ίδιο ειρμό και τα μέτρα του ύμνου του Ρωμανού, δοκίμασαν να επαναλάβουν το παράδειγμά του. με την ακροστιχίδα «Είς τον πρόδρομον Δομετίου» ο μελωδός Δομέτιος, γράφει το ίδιο ποίημα με τον τίτλο «Προς το η Παρθένος σήμερον».

Μεταφέρουμε εδώ μερικά αποσπάσματα:

Η πριν στείρα σήμερον Χριστού τον Πρόδρομον τίκτει και αυτούς το πλήρωμα απασών των προφητειών ού γαρ οι προφήται προεκήρυξαν τούτον εν τω Ιορδάνη χειροθετήσας ανεδείχθη θείον λόγον προφήτης κήρυξ και πρόδρομος

Γίνεται με το παράδειγμα αυτό φανερό πόσο ο μελωδός Δομέτιος υστερεί από το δάσκαλό του Ρωμανό. Με το «Εις την Χριστού Γέννησιν» ο Ρωμανός ο μελωδός εκφράζει σ’ όλο το πλάτος και σ’ όλη την έκτασή της την πληρότητα της εμπνοής του. Μεταστοιχειώνει σε ποιητικό λόγο το διάλογο της Παναγίας και του βρέφους, την ομιλία του Χριστού, την έκπληξη των Μάγων, την απάντηση της Παναγίας στους Μάγους, κι’ ακολουθούν ερωτοαποκρίσεις για την προέλευσή τους, μια διήγηση του υμνογράφου για την προσφορά των δώρων. Ο ύμνος κλείνει με την παράκληση της Παναγίας προς τον υιόν της-λόγο για την σωτηρία του κόσμου. Ρωτάει, λοιπόν, η Παναγία τον Γαβριήλ του Ευαγγελισμού μ’ αυτούς τους στίχους που εμπνέεται ο Ρωμανός από τον Ευαγγελιστή Λουκά.

Πώς ενεσπάρεις μοι; ή πώς ανεφώνεις μοι; ορώ σε σπλάγχνον, και καταπλήττομαι ότι γαλουχώ και ου νενύμφευμαι.

Σημειώσαμε πρίν από λίγο πώς ο Ρωμανός στάθηκε κοντά στις Γραφές και κοντά στους πατέρες της εκκλησίας. Οι στίχοι του πέμπτου οίκου εμπνέονται από κείμενα που αναφέρουν πως ο μάντης Βαλαάμ στην χώρα των Περσών είπε: «Ανατέλει άστρον εξ Ιακώβ και αναστήσεται άνθρωπος εξ Ισραήλ και θραύση τους αρχηγούς Μωάβ».

Κι ο Ρωμανός μεταστοιχειώνει έτσι την παράδοση.

Ακριβώς γάρ ημίν ο Βαλαάμ παρέθετο των ρημάτων τον νούν ώνπερ προεμαντεύσατο ειπών ότι μέλλει αστήρ ανατέλειν αστήρ σβεννύων πάντα μαντεύματα και τα οιωνίσματα΄αστήρ ελκύων παραβολάς σοφών ρήσεις τε αυτών και τα αινίγματα αστήρ αστέρος του φαινομένου υπερφαιδρότερος πολύ ως πάντων άστρων ποιητής περί ού προεγράφη εξ Ιακώβ ανατέλλει παιδίον νέον ο πρό αιώνων Θεός.

Υπάρχει στον Οίκον αυτόν μια καταύγεια φωτός που κορυφώνεται με τη λέξη «αστήρ» που επαναλαμβάνεται.

Ο υμνογράφος Ρωμανός κατέχει την κορυφαία θέση στο λογοτεχνικό αυτό είδος της εποχής γιατί παρουσιάζεται αγνός και αυτόφωτος γιατί ό,τι είχε να διδαχθεί από την παράδοση προσφερόταν φτωχό κι’ ασήμαντο και άψυχο μορφικά και ουσιαστικά.

Τις υψηλές αρετές της θεολογικής διδασκαλίας, την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη, τις έντυσε με το πάθος και τις έδωσε βάθος, ένα ηθικό περιεχόμενο ανθρώπινο. Εξέλιξη και πληρότητα εξ ίσου θαυμαστή έλαβαν επίσης και τα στιχηρά, δηλαδή τα τροπάρια που ψάλλονται στον εσπερινό μαζύ με τους αίνους του όρθρου. Στις 20,21,22,23, και 24 Δεκεμβρίου ψάλλονται και τα στιχηρά των αίνων του ταπεινού Ρωμανού εις τα Γενέθλια.

 Του απαράμιλλου συνεχιστού της συριακής παραδόσεως, του Ρωμανού του μελωδού, οι μελετηταί δε συγκόμισαν μόνο τη δογματική ιστορία του Χριστιανισμού. Υπογράμμισαν ιδιαίτερα τη αισθητική χαρά που υποβάλλουν τα παθητικά του κείμενα με την εντελώς προσωπική σφραγίδα του υμνογράφου, του αληθινού Χριστιανού που έζησε την ιστορία, την ερεύνησε και κρυστάλλωσε άπειρες όψεις της, μά πού ταυτόχρονα έδωσε και τον τόνο μιάς ξεχωριστής συγκίνησης και μιάς γοητείας, χάρη πρό πάντων στις ιδέες του, στην ειλικρίνεια του αισθήματός του, στην μεγαλοπρέπεια της γλώσσας του.

Δίκαια χαρακτηρίσθηκε ως αριστοτέχνης του λόγου, ως θαυμάσιος χειριστής του γλωσσικού πλούτου πού «επιβάλλεται αμέσως με την σοβαρότητα και την πινδαρική μεγαλοπρέπεια».

Η θεματολογία του δεν ακολουθεί το ρυθμό μιάς έμμετρης διηγήσεως. Άντλησε το λεκτικό του από την εκκλησιαστική λογοτεχνία, όμως σαν αριστοτέχνης στυλίστας έδωσε σ’ αυτό μορφή περισσότερο λαϊκή.

Τα νοήματά του είναι καθαρά σε βαθμό που η δογματική να παραχωρεί τη θέση της στην ποίηση. Αυτούς τους χαρακτηρισμούς δίνει ο Μπουβύ, ένας από τους κυριώτερους μελετητές του. «Ο άγιος Ρωμανός, λέγει, είναι ο πρώτος των μελωδών για την ποιητική του φύση. Τα έργα του εικονίζουν σε τελειότητα το λειτουργικό ύμνο ή καλύτερα το τέλειο θρησκευτικό δράμα. Άς φαντασθούμε το Χριστιανό να προσεύχεται, το μοναχό να κηρύττει, τον άγιο σε έκσταση. Κάτω από τις όψεις του περνούν η μία ύστερ’ από την άλλη οι μεγάλες της Παληάς Διαθήκης μορφές. Βλέπει τους πατριάρχες και τους προφήτες, ακούει και αναλογίζεται τους λόγους των. Ατενίζει το σωτήρα του κόσμου και τη μητέρα του, τους αποστόλους και τους μάρτυρας, στέκεται σαν προσεκτικός κι’ ενθουσιώδης μάρτυρας μπροστά σε όλα τα συμβάντα του παρελθόντος των οποίων ήρως είναι ο ίδιος ο Θεός. Η ενδόμυχη αυτή θεωρία του υπερφυσικού ερεθίζει το πνεύμα του και από την καρδιά του ξεχειλίζει ύμνος, λατρεία και ευγνωμοσύνη προς τον Θεό. Αν μπορείτε με την φαντασία σας να δείτε ένα τέτοιο άντρα, όχι στάς Αθήνας, ούτε στην Κωνσταντινούπολη στα χρόνια του Γρηγορίου και του Χρυσοστόμου, παρά στο Βυζάντιο, το γνήσιο των Βυζαντινών Βυζάντιο, αν επίσης τον δείτε ν’ ανεβαίνει στον άμβωνα της Αγίας Σοφίας τη νύχτα των Χριστουγέννων, ύστερα από το θαυμαστό όνειρο και αν ακούσετε τώρα το προανάκρουσμα του μεγάλου του ύμνου:

Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει μη εκφράζετε τον θαυμασμόν σας, περιμείνατε μέχρι τέλος, περιμείνατε να εκτυλιχθεί η μεγαλοπρεπής σειρά των είκοσι τεσσάρων τροπαρίων. Και τότε θα συναγάγετε, ίσως τότε, ότι ο Χριστιανισμός δεν έχει ανάγκη να φθονεί την αρχαιότητα για κανένα από τους λυρικούς της ποιητές».

Γιώργος Δέλιος, «ΕΠΙΛΟΓΗ» Δοκίμια και μελετήματα, εκδόσεις ΝΕΑΣ ΠΟΡΕΙΑΣ, Θεσσαλονίκη 1978, σ. 106-112.-

«Ρήγνυται νυν ο πενθήρης χιτών»

Σημειώσεις:

Μετέφερα το τρίτο κείμενο για τον ποιητή και άγιο Ρωμανό τον Μελωδό, του συγγραφέα Γιώργου Δέλιου, που νομίζω έχει εξίσου ενδιαφέρον με αυτό του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη. Φυσικά διαφορετικών προδιαγραφών και συγγραφικών δυνατοτήτων.

Το κείμενο του Δέλιου, με τις παραθέσεις άλλων κειμένων συμπληρώνουν την εικόνα μας για τον ποιητή Ρωμανό τον Μελωδό. Και προσθέτοντας το κείμενο του Κ. Μητσάκη έχουμε μια επαρκή σύντομη εικόνα του προσώπου και του έργου του.

«Ο Ρωμανός είναι ολόκληρος μία καθαρή γραμμή, η λαλιά μιάς φυλής. Σε μια οικουμένη, που η περίσκεψη έβριθε, αυτός έφερε τη δωρεά του λαγαρού ενστίκτου. Αυθάδης και λαμπερός, όπως όλες των πολιτισμών οι πρωϊμότητες. Και όπως εκείνες απερίφραστος και συγκεκριμένος. Του θυμικού του θηράματα χειροπιαστά, χειροποίητα, είναι οι οίστροι του, σαν κλουβιά που μέσα τους κλωσσούνται ολοζώντανες εμπειρίες».

Σημειώνει πολύ εύστοχα ένας άλλος σύγχρονός μας ποιητής και μεταφραστής και εκδότης περιοδικού στο επίμετρό του, ο Γιάννης Δάλλας, με τίτλο «Ο Ρωμανός εγκάθειρκτος του σώματος», σελίδα 49, του βιβλίου ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΩΔΟΥ Εις τα άγια νήπια.

Το πρωτότυπο κείμενο σε μετάφραση και επίμετρο του Γιάννη Δάλλα και τριανταοχτώ παράλληλα δημιουργήματα με μολύβι του Άγγελου Γερακάρη, εκδόσεις Απόστροφος-Κέρκυρα Χριστούγεννα 1999. “ROMANOS, called the Melodist (fl. C. A.D. 540) is the greatest poet of the Greek Orthodox church, and one of the most distinguished writers of the early Middle Ages. Modern scholarship has called his major cantica masterpieces of world literature…., σημειώνονται μεταξύ άλλων στην γνωστή έκδοση των PAUL MAAS and C. A. TRYPANIS, SANCTI ROMANI MELODI CANTICA, edited OXFORD AT THE CLARENDON PRESS, Oxford University Press 1963.

Με μια εξαιρετική εισαγωγή του έλληνα παλαιού καθηγητή και υπουργού παιδείας Κωνσταντίνου Τρυπάνη, που μας έχει δώσει μεταξύ άλλων και το μελέτημά του για την Αλεξανδρινή ποίηση.

Μικρή παρένθεση. Την έκδοση αυτή, κατόρθωσα να την προμηθευτώ σε οικονομική τιμή σχετικά πρόσφατα, από τις γνωστές εκδόσεις και βιβλιοπωλείο Καρδαμίτσα στην Αθήνα. Να συμπληρώσω ακόμα ότι κυκλοφόρησαν και τρείς μελέτες για τον άγιο Ρωμανό τον Μελωδό και το έργο του χρήσιμες για όσους θα ήθελαν να εμβαθύνουν στην βυζαντινή και εκκλησιαστική υμνογραφία τις επιρροές που δέχτηκε το Ρωμανός αλλά και τα ίχνη τα ποιητικά που άφησε πίσω του. Αυτή του θεολόγου πανεπιστημιακού Ιωάννη Γ. Κουρεμπελέ, Ρωμανού Μελωδού Θεολογική Δόξα. Σύγχρονη ιστορικοδογματική άποψη και ποιητική θεολογία, εκδόσεις Π. Πουρναρά-Θεσσαλονίκη 2006, σελίδες 334. 20 ευρώ. Το βιβλίο που ο τίτλος του αναγράφεται και στα γερμανικά, Die theologische Ansicht Romanos’des Meloden, περιλαμβάνει έναν εκτενή πρόλογο και μια ομιλία για τον Ρωμανό και 5 μελετήματα, τον επίλογο-και μια οφειλόμενη απάντηση καθώς και ευρετήριο ονομάτων, όρων και εκφράσεων. Και δύο του δόκτορος θεολογίας Αλέξανδρου Σ. Κορακίδη, Ρωμανού του Μελωδού ύμνος και λόγος, Δύο μελέτες, εκδόσεις Π. Πουρναρά-Θεσσαλονίκη 1990, σελίδες 192, τιμή 8 ευρώ. Περιλαμβάνει τα κεφάλαια «Οι Κηρυγματικές πηγές» και οι «Υμνολογικές πηγές», και του ιδίου συγγραφέα, ΤΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΩΔΟΥ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ, εκδόσεις Π. Πουρναρά-Θεσσαλονίκη 2002, έκδοση συμπληρωμένη, σελίδες 622, 32 ευρώ. Περιλαμβάνει 6 κεφάλαια για το έργο του Ρωμανού, συμπληρωματική βιβλιογραφία και πίνακα όρων και πραγμάτων.

Οι τρείς αυτές σύγχρονες μελέτες όπως και αυτές που μνημόνευσα στα προηγούμενα σημειώματα για τον Ρωμανό τον Μελωδό, έρχονται να καλύψουν το ενδιάμεσο κενό (;) μετά τις εργασίες του παλαιού καθηγητή της Βυζαντινής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Νικόλαου Β. Τωμαδάκη και του κύκλου του για τον άγιο Ρωμανό τον Μελωδό και το έργο του.

Βλέπε την έκδοση των Ύμνων του από τον Τωμαδάκη καθώς και τα βιβλία του Η Βυζαντινή Υμνογραφία και Ποίησις, εκδόσεις Π. Πουρναρά-Θεσσαλονίκη 1993, ανατύπωση της έκδοσης του 1965. Το έργο του ΣΥΛΛΑΒΙΟΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΩΝ. Τεύχος Α΄ Η ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΕΟΡΤΗ ΚΑΙ Η ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ, τεύχος Β΄ Πεζογραφία, εκδόσεις εν αθήναις τυπογραφείον αδερφών Μυρτίδη 1964-1966 και, ΣΥΛΛΑΒΟΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΩΝ, εκδόσεις τυπογραφείον Μηνά Μυρτίδη 1961. Που περιέχουν μελετήματα του κυρού καθηγητή για τον Ρωμανό.

Αν στις σύγχρονες και παλαιότερες μελέτες για τον ποιητή Ρωμανό προσθέσουμε και τις σύγχρονες μεταφράσεις ύμνων του από ποιητές όπως ο κύπριος Κυριάκος Χαραλαμπίδης και ο Γιάννης Δάλλας, καθώς και αυτή του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, αναγνωρίζουμε ένα σταθερό ενδιαφέρον για τον ποιητή μέσα στον χρόνο. Ιδιαίτερα το επίμετρο του Γιάννη Δάλλα είναι εξαιρετικό. Προσομοιάζει με εκείνο του Οδυσσέα Ελύτη χωρίς να κάνει εισπήδηση σε εκείνου τα ερμηνευτικά χωράφια.

Υπνούντα με ραθυμία ο πονηρός επαγρυπνών εσυλαγώγησε τον νουν μου επλάνησε, την φρένα εσύλησε και διήρπασε τον της χάριτός σου πλούτον ο ληστής ο αρχέκακος αλλ’ έγειρον πεσόντα με και ανακάλεσαι, σωτήρ, ο θέλων πάντας τους ανθρώπους σωθήναι.

Πηγή: http://giorgosbalurdos.blogspot.com/

Σχετικά Άρθρα

Leave a Comment

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com