10 Μαΐου γιορτάζουν…

Μνήμη του αγίου αποστόλου Σίμωνος του Ζηλωτού, εκ των δώδεκα μαθητών του Κυρίου, Μνήμη των αγίων μαρτύρων Αλφειού, Κυπρίνου και Φιλαδέλφου, των αυταδέλφων, Μνήμη των αγίων μαρτύρων Εράσμου και Ονησίμου και των συν αυτώ δέκα τεσσάρων, Μνήμη του οσίου πατρός ημών Ησυχίου του Ομολογητού, Μνήμη του οσίου πατρός ημών Ισιδώρου του «μωρού», του εν Ταβέννη της Αιγύπτου ασκήσαντος, Μνήμη των οσίων πατέρων ημών Πασσαρίωνος πρεσβυτέρου, Αγαπίου και Φιλήμονος, εν Παλαιστίνη ασκησάντων, Μνήμη του οσίου πατρός ημών Κομγαλλίου, του εξ Ιρλανδίας, Παροδος του ιερού λειψάνου του εν αγίοις πατρός ημών Νικολάου Μυρων της Λυκίας του Θαυματουργού εκ της νήσου της Ζακύνθου, Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Σίμωνος, επισκόπου Βλαδιμίρ και Σουζδαλίας, Μνήμη του οσίου πατρός ημών Λαυρεντίου, του εν τη μονή της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους ασκήσαντος, Μνήμη του αγίου μάρτυρος Ευσταθίου, του εκ Κριμαίας, Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του αγίου ιερομάρτυρος Βασιλείου, επισκόπου Μανγκαζίας της Σιβηρίας, του Θαυματουργού, Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου «των Αδελφών του Κιέβου», εν Ρωσία

by Times Newsroom
  • Μεσοπεντηκοστή
  • Άγιος Σίμων ο Απόστολος, ο Ζηλωτής
  • Άγιοι Αλφειός, Κυπρίνος και Φιλάδελφος οι Αυτάδελφοι Μάρτυρες
  • Όσιος Λαυρέντιος
  • Όσιος Ησύχιος ο Ομολογητής
  • Άγιοι Έρασμος, Ονήσιμος και οι συν αυτώ δεκατέσσερις Μάρτυρες
  • Όσιοι Πασσαρίων ο Πρεσβύτερος, Αγάπιος και Φιλήμων
  • Άγιος Σίμων Επίσκοπος Βλαδιμίρ και Σουζδαλίας
  • Άγιος Comgall
  • Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου «των αδελφών του Κιέβου» εν Ρωσία
  • Όσιος Ισίδωρος ο μωρός

************************************************************************************************************

  • Μεσοπεντηκοστή

Την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μας μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Τα βυζαντινά χρόνια, η εορτή της Μεσοπεντηκοστής ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού. Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει την Έκθεση της Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου για να δει το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 μ.Χ. στον ναό του Αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη, μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ του Σοφού (11 Μαΐου 903 μ.Χ.). Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτωρ το πρωί της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτι για να μεταβεί στον ναό του αγίου Μωκίου, όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία. Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλεύς και πατριάρχης εισήρχοντο επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο έπαιρνε μέρος και ο πατριάρχης. Και πάλι ο βασιλεύς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εἰς πολλούς καί ἀγαθούς χρόνους ὁ Θεός ἀγάγει τήν βασιλείαν ὑμῶν» και με πολλούς ενδιαμέσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτι.

Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδραση της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράταση του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.

Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτάσιμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή. Ωραία το τοποθετεί το πρώτο τροπάριο του εσπερινού της εορτής:

Λιγότερα (-)
«Πάρεστιν ἡ μεσότης ἡμερῶν,
τῶν ἐκ σωτηρίου ἀρχομένων ἐγέρσεως
Πεντηκοστῇ δέ τῇ θείᾳ σφραγιζομένων,
καί λάμπει τάς λαμπρότητας
ἀμφοτέρωθεν ἔχουσα
καί ἑνοῦσα τάς δύο
καί παρεῖναι τήν δόξαν προφαίνουσα
τῆς δεσποτικῆς ἀναλήψεως σεμνύνεται».

Χωρίς δηλαδή να έχει δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ’ ενός και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος αφ’ ετέρου, και «προφαίνει» την δόξα της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορτασθεί μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσσίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον. Έτσι και στα τροπάρια και στο συναξάρι της ημέρας η παρετυμολογία αυτή γίνεται αφορμή να παρουσιασθεί ο Χριστός σαν Μεσσίας – μεσίτης Θεού και ανθρώπων, «μεσίτης καί διαλλάκτης ἡμῶν καί τοῦ αἰωνίου αὐτοῦ Πατρός». «Διά ταύτην τήν αἰτίαν τήν παροῦσαν ἑορτήν ἑορτάζοντες καί Μεσοπεντηκοστήν ὀνομάζοντες τόν Μεσσίαν τε ἀνυμνοῦμεν Χριστόν», σημειώνει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο συναξάρι. Σ’ αυτό βοήθησε και η ευαγγελική περικοπή, που εξελέγη για την ημέρα αυτή (Ιω. 7, 14-30). Μεσούσης της εορτής του Ιουδαϊκού Πάσχα ο Χριστός ανεβαίνει στο ιερό και διδάσκει. Η διδασκαλία Του προκαλεί τον θαυμασμό, αλλά και ζωηρά αντιδικία μεταξύ αυτού και του λαού και των διδασκάλων. Είναι Μεσσίας ο Ιησούς η δεν είναι; Είναι η διδασκαλία του Ιησού εκ Θεού ή δεν είναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ο Χριστός είναι διδάσκαλος. Αυτός που ενώ δεν έμαθε γράμματα κατέχει το πλήρωμα της σοφίας, γιατί είναι η Σοφία του Θεού η κατασκευάσασα τον κόσμο. Ακριβώς από αυτόν τον διάλογο εμπνέεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής. Εκείνος που διδάσκει στον ναό, στο μέσον των διδασκάλων του Ιουδαϊκού λαού, στο μέσον της εορτής, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Αυτός που αποδοκιμάζεται από τους δήθεν σοφούς του λαού Του είναι η του Θεού Σοφία. Εκλέγομε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τροπάρια, το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού του πλ. δ’ ήχου:

«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς
διδάσκοντός σου, Σωτήρ,
ἔλεγον οἱ Ἰουδαῖοι·
Πῶς οὗτος οἶδε γράμματα, μή μεμαθηκώς;
ἀγνοοῦντες ὅτι σύ εἶ ἡ Σοφία
ἡ κατασκευάσασα τόν κόσμον.
Δόξα σοι».

Λίγες σειρές πιο κάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου, αμέσως μετά την περικοπή που περιλαμβάνει τον διάλογο του Κυρίου με τους Ιουδαίους «Τῆς ἑορτῆς μεσούσης», έρχεται ένας παρόμοιος διάλογος, που έλαβε χώρα μεταξύ Χριστού και των Ιουδαίων «τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς», δηλαδή κατά την Πεντηκοστή. Αυτός αρχίζει με μία μεγαλήγορο φράση του Κυρίου.« Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθώς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ιω. 7, 37-38). Και σχολιάζει ο Ευαγγελιστής.« Τοῦτο δέ εἶπε περί τοῦ Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν» (Ιω. 7, 39). Δεν έχει σημασία ότι οι λόγοι αυτοί του Κυρίου δεν ελέχθησαν κατά την Μεσοπεντηκοστή, αλλά λίγες ημέρες αργότερα. Ποιητική αδεία μπήκαν στο στόμα του Κυρίου στην ομιλία Του κατά την Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν εξ’ άλλου τόσο πολύ με το θέμα της εορτής. Δεν μπορούσε να βρεθεί πιο παραστατική εικόνα για να δειχθεί ο χαρακτήρας του διδακτικού έργου του Χριστού. Στο διψασμένο ανθρώπινο γένος η διδασκαλία του Κυρίου ήλθε σαν ύδωρ ζων, σαν ποταμός χάριτος που δρόσισε το πρόσωπο της γης. Ο Χριστός είναι η πηγή της χάριτος, του ύδατος του αλλομένου εις ζωήν αιώνιον, που ξεδιψά και αρδεύει τις συνεχόμενες από βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει τους πίνοντας σε πηγές.« Ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσι ὕδατος ζῶντος» (Ιω. 7, 38). «Καί γενήσεται αὐτῷ πηγή ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον», εἶπε στήν Σαμαρείτιδα» (Ιω. 4, 14). Που μετέτρεψε την έρημο του κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτεμένων παρά τας διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος. Το γόνιμο αυτό θέμα έδωσε νέες αφορμές στην εκκλησιαστική ποίηση και στόλισε την εορτή της Μεσοπεντηκοστής με εξαίρετους ύμνους. Διαλέγομε τρεις, τους πιο χαρακτηριστικούς: Το κάθισμα του πλ. δ’ ήχου προς το «Τήν Σοφίαν καί Λόγον», που ψάλλεται μετά την γ’ ωδή του κανόνος στην ακολουθία του όρθρου:

«Τῆς σοφίας τό ὕδωρ καί τῆς ζωῆς
ἀναβρύζων τῷ κόσμῳ, πάντας, Σωτήρ,
καλεῖς τοῦ ἀρύσασθαι
σωτηρίας τά νάματα·
τόν γάρ θεῖον νόμον σου
δεχόμενος ἄνθρωπος,
ἐν αὐτῷ σβεννύει
τῆς πλάνης τούς ἄνθρακας.
Ὅθεν εἰς αἰῶνας
οὐ διψήσει, οὐ λήξει
τοῦ κόρου σου δέσποτα, βασιλεῦ ἐπουράνιε.
Διά τοῦτο δοξάζομεν
τό κράτος σου, Χριστέ ὁ Θεός,
τῶν πταισμάτων ἄφεσιν αἰτούμενοι
καταπέμψαι πλουσίως
τοῖς δούλοις σου».

Το απολυτίκιο και το κοντάκιο της εορτής, το πρώτο του πλ. δ’ και το δεύτερο του δ’ ήχου:

«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς
διψῶσάν μου τήν ψυχήν
εὐσεβείας πότισον νάματα·
ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας·
Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.
Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι».

«Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης
ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης
πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός·
Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας.
Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν·
Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν,
σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν».

Και τέλος το απαράμιλλο εξαποστειλάριο της εορτής:

«Ὁ τόν κρατῆρα ἔχων
τῶν ἀκενώτων δωρεῶν,
δός μοι ἀρύσασθαι ὕδωρ
εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν·
ὅτι συνέχομαι δίψῃ,
εὔσπλαγχνε μόνε οἰκτίρμον».

Αυτή με λίγα λόγια είναι η εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Η έλλειψη ιστορικού υποβάθρου της στέρησε τον απαραίτητο εκείνο λαϊκό χαρακτήρα, που θα την έκανε προσφιλή στον πολύ κόσμο. Και το εντελώς θεωρητικό της θέμα δεν βοήθησε τους χριστιανούς, που δεν είχαν τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, να ξεπεράσουν την επιφάνεια και να εισδύσουν στην πανηγυριζόμενη δόξα του διδασκάλου Χριστού, της Σοφίας και Λόγου του Θεού, της πηγής του ακενώτου ύδατος. Συνέβη με αυτή κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη με τους περίφημους ναούς της του Θεού Σοφίας, που αντί να τιμώνται στο όνομα του Χριστού ως Σοφίας του Θεού, προς τιμήν του οποίου ανεγέρθησαν, κατήντησαν, για τους ιδίους λόγους, να πανηγυρίζουν στην εορτή της Πεντηκοστής η του αγίου Πνεύματος η της αγίας Τριάδος η των Εισοδίων η της Κοιμήσεως της Θεοτόκου η και αυτής της μάρτυρος Σοφίας και των τριών θυγατέρων της Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διψῶσάν μου τήν ψυχήν εὐσεβείας πότισον νάματα· ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας· Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω. Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’.
Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός· Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας. Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν· Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν, σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον
Μεσούσης ἐπέστης τῆς ἑορτῆς, Οἰκτίρμων διδάσκων, ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Ἱεροῦ, δεῦτε οἱ διψῶντες, προσέλθετε καὶ ὕδωρ, ἐκ τῆς πηγῆς τῶν ὅλων, πάντες ἀρύσασθε.

  • Άγιος Σίμων ο Απόστολος, ο Ζηλωτής
Ο Απόστολος Σίμων ήταν ένας από τους δώδεκα Μαθητές του Κυρίου και ήταν αδελφός του Ιούδα του Λεββαίου. Ο Άγιος Απόστολος Σίμων ονομάσθηκε ζηλωτής, λόγω της θέρμης και του ζήλου με τον οποίο κήρυττε το λόγο του Ευαγγελίου. Καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας και είναι γνωστός ως Σίμων ο Κανανίτης (ή Ναθαναήλ ή Βαρθολομαίος – υιός του Θολομαίου). Μετά την ανάληψη του Χριστού και τη χάρη της Πεντηκοστής, ο Σίμων επιδόθηκε σε ένα ευρύ ιεραποστολικό έργο. Δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Περσία, όπου αφού γκρέμισε το μύθο της πολυθεΐας, φανέρωσε σε πλήθος κόσμου το φως της Ευαγγελικής αλήθειας. Στη συνέχεια μετέβη στην Αφρική, όπου κήρυξε το ζωογόνο Λόγο του αληθινού Θεού και Σωτήρος, από την Αίγυπτο έως τη Μαυριτανία. Ο τελευταίος τόπος της θαυμαστής ιεραποστολικής του δράσης ήταν η Βρετανία. Εκεί αφού δίδαξε στο λαό τη χριστιανική πίστη, συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες βασανίστηκε και υπέστη σταυρικό θάνατο. Σημείωση: Ο Σίμων ο Ζηλωτής εορτάζει και στις 22 Απριλίου.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. 
Ἀπόστολε Ἅγιε Σίμων, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ζῆλος ἔνθεος, καταλαβῶν σε, τοῦ γνωσθέντος σοι, σαρκὸς ἐν εἴδει, ζηλωτὴν ἐν Ἀποστόλοις ἀνέδειξε καὶ τοῦ Δεσπότου ζηλώσας τὸν θάνατον, διὰ Σταυροῦ πρὸς αὐτὸν ἐξεδήμησας, Σίμων ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τὸν ἀσφαλῶς τὰ τῆς σοφίας δόγματα, ἐν ταῖς ψυχαῖς τῶν εὐσεβούντων θέμενον, ἐν αἰνέσει μακαρίσωμεν, τὸν θεηγόρον πάντες Σίμωνα· τῷ θρόνῳ γὰρ τῆς δόξης νῦν παρίσταται, καὶ σὺν τοῖς Ἀσωμάτοις ἐπαγάλλεται, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
  • Άγιοι Αλφειός, Κυπρίνος και Φιλάδελφος οι Αυτάδελφοι Μάρτυρες. 
Οι Άγιοι Μάρτυρες Αλφειός, Κυπρίνος (ή Kύριλλος ή Κυρίνος ή Κυπριανός) και Φιλάδελφος ήταν αδελφοί, υιοί του άρχοντα Πρεφεκτών Βιταλίου και κατάγονταν από την χώρα των Βασκάνων της Νότιας Ιταλίας. Αφού διδάχθηκαν την ορθόδοξη πίστη και βαπτίσθηκαν από κάποιον Όσιο άνδρα που ονομαζόταν Ονήσιμος, κήρυτταν τον Χριστό. Καταγγέλθηκαν για την θεοφιλή δράση τους, συνελήφθηκαν από τον Ανηγγελίωνα επί αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.) και απεστάλησαν δέσμιοι στη Ρώμη. Από εκεί, μετά την πρώτη ανάκριση, μεταφέρθηκαν στους Ποτιόλους προς τον ηγεμόνα Διομήδη, αυτός δε τους παρέπεμψε στον άρχοντα της Σικελίας Τέρτυλλο, ο οποίος, αφού δεν μπόρεσε να τους μεταπείσει, τους καταδίκασε σε θάνατο. Τον μεν Αλφειό αποκεφάλισαν, αφού του απέκοψαν τη γλώσσα, τον δε Φιλάδελφο κατέκαψαν πάνω σε πυρακτωμένη σχάρα, ενώ τον Κυπρίνο τηγάνισαν μέσα σε τεράστιο τηγάνι.
  • Όσιος Λαυρέντιος.
Ο Όσιος Λαυρέντιος έζησε κατά τον 14ο αιώνα μ.Χ. Εκάρη μοναχός στη Μονή της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους. Επειδή όμως στο Άγιον Όρος, και κυρίως στη Λαύρα, επικράτησε η αίρεση των Βαρλαάμ και Ακινδύνου, αναχώρησε από εκεί και έφθασε στην περιοχή του Βόλου, στο χωριό Άγιος Λαυρέντιος, όπου άρχισε να κτίζει μοναστήρι. Τότε βασίλευε ο ευσεβής αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός, ο οποίος απέστειλε στον Όσιο χρυσόβουλλο καθώς και τον απαιτούμενο χρυσό και τα ιερά σκεύη για την οικοδομή του ναού. Ο ναός αποπερατώθηκε το 1378 μ.Χ. Στην συνέχεια ο Όσιος ίδρυσε σκήτη επ’ ονόματι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και του Προφήτη Ηλία, η οποία γρήγορα απέκτησε μεγάλη φήμη και έγινε πόλος έλξεως πολλών νέων και μορφωμένων μοναχών. Ο Όσιος Λαυρέντιος διήλθε το βίο του με νηστεία και προσευχή και κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Μέγαν εὔρατο, ἡ κώμη κλέος. τόν Λαυρέντιον βροτῶν τόν θείον, ὡς ἀσκητήν ἐν ἀσκηταῖς δοκιμότατον, καί ἰατρόν ἀσθενοῦντων πανθαύμαστον. πάτερ ὅσιε Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.
  • Όσιος Ησύχιος ο Ομολογητής.
Ο Όσιος Ησύχιος καταγόταν από την αρχαία πόλη Άνδραπα (ή Άνδράκινα ή – κατά τον Μ. Γαλανό – Νέα Κλαυδιούπολη) της Γαλατίας. Σε νεαρή ηλικία, φλεγόμενος από πόθο για τη μοναχική πολιτεία, εγκατέλειψε την πατρίδα του και κατέφυγε στα προς την θάλασσα μέρη της Αρδανίας, προς το όρος του Μαΐωνος, όπου έκτισε καλύβα και διέμενε καλλιεργώντας τους έρημους αγρούς που βρίσκονταν γύρω από το κελί του. Για το άνυδρο του τόπου κατέβηκε στους πρόποδες του βουνού, όπου βρήκε πηγή νερού και εκεί έκτισε ναό αφιερωμένο στον Απόστολο Ανδρέα. Έζησε αυστηρό ασκητικό βίο και ο Θεός του δώρισε το χάρισμα της θαυματουργίας. Ο Όσιος Ησύχιος κοιμήθηκε σε βαθύ γήρας με ειρήνη και ενταφιάσθηκε εντός του ναού, που είχε οικοδομήσει, πλησίον της δεσποτικής πύλης και μέσα σε λίθινη λάρνακα. Κατά το έτος 781 μ.Χ., ο Επίσκοπος Αμασείας Θεοφύλακτος μετέφερε το ιερό λείψανο αυτού στην Αμάσεια και απέθεσε αυτό στο δεξιό μέρος του Θυσιαστηρίου.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν σὴν κλῆσιν σφραγίζων Πάτερ τῷ τρόπῳ σου, ἐν ἡσυχίᾳ διῆλθες τὴν σὴν ὁσίαν ζωήν, καὶ ἐδόξασας Χριστὸν τῇ πολιτείᾳ σου· καὶ θαυμάτων αὐτουργός, ἀνεδείχθης ἀληθῶς, Ἡσύχιε θεοφόρε, διὰ παντὸς ἱκετεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Χριστὸν τὸν Θεόν, ποθήσας ἐκ νεότητος, αὐτοῦ τὸν Σταυρόν, ἄρας σοφὲ ἐπ’ ὤμων σου, αὐτῷ κατηκολούθησας, καὶ ἰσάγγελον βίον ἐβίωσας· καὶ νὺν δυσώπει ὑπὲρ ἡμῶν, Ἡσύχιε Πάτερ τῶν τιμώντων σε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις ἡσυχίας θεῖος πυρσός, Ἡσύχιε Πάτερ, καὶ θησαύρισμα ἀρετῶν· χαίροις τῆς Τριάδος, θεράπων θεοφόρος, καὶ πρέσβυς ἡμῶν μέγας, πρὸς τὸν φιλάνθρωπον.
  • Άγιοι Έρασμος, Ονήσιμος και οι συν αυτώ δεκατέσσερις Μάρτυρες. 
Οι Άγιοι Μάρτυρες Έρασμος και Ονήσιμος μαρτύρησαν μαζί με άλλους δεκατέσσερις Μάρτυρες, επί αυτοκράτορα Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.), μαζί με τους Άγιους Μάρτυρες Αλφειό, Κυπρίνο και Φιλάδελφο.
  • Όσιοι Πασσαρίων ο Πρεσβύτερος, Αγάπιος και Φιλήμων. 
Ο Οσιος Πασσαρίων ήταν από τους πιο φημισμένους ασκητές της Παλαιστίνης. Ήταν σύγχρονος του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιουβενάλιου (420 – 458 μ.Χ.) και χρημάτισε διδάσκαλος του Μεγάλου Ευθυμίου. Έγινε ιδρυτής γηροκομείου στα Ιεροσόλυμα, στο οποίο υπήρχε και ευκτήριος οίκος αφιερωμένος στο όνομά του και στον οποίο κατά τις 21 Νοεμβρίου ετελείτο η μνήμη του. Οι μετ’ αυτού φερόμενοι Όσιοι Αγάπιος και Φιλήμων ήταν μαθητές του Οσίου Πασσαρίωνος και συνασκητές. Η μνήμη και των τριών αναφέρεται στο Ιεροσολυμιτικό Κανονάριο (σελ. 90, εκδ. Αρχιμανδρίτη Κάλλιστου).
  • Άγιος Σίμων Επίσκοπος Βλαδιμίρ και Σουζδαλίας. 
Ο Άγιος Σίμων, Επίσκοπος Βλαδιμίρ και Σουζδαλίας, ήταν ο συγγραφέας του βιβλίου «Πατερικόν των Σπηλαίων του Κιέβου» και έγινε μοναχός στη μονή των Σπηλαίων κατά το δεύτερο ήμισυ του 12ου αιώνα μ.Χ. Το 1206 μ.Χ. ανεδείχθη ηγούμενος της μονής Γεννήσεως της Θεοτόκου Βλαδιμίρ και το 1214 μ.Χ., με επιθυμία του πρίγκιπα Γεωργίου Βσεβολοντόβιτς (κοιμήθηκε το 1238 μ.Χ.), έγινε ο πρώτος Επίσκοπος Βλαδιμίρ και Σουζδαλίας. Στο αρχιερατικό του κατάλυμα αγωνιζόταν πνευματικά, όπως και στο μοναστήρι. Κάποτε μάλιστα, την ώρα που προσευχόταν, αξιώθηκε να δει σε όραμα την Υπεραγία Θεοτόκο, η οποία συνοδευόταν από πλήθος ακτινοβόλων Αγίων, ενώ στα δεξιά και στ’ αριστερά της στέκονταν οι Όσιοι Αντώνιος και Θεοδόσιος. Ο Άγιος Σίμων, την παραμονή της κοιμήσεώς του, το 1226 μ.Χ., έλαβε το μέγα αγγελικό σχήμα. Αρχικά ενταφιάσθηκε στην πόλη του Βλαδιμίρ, αλλά αργότερα, σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία του, το τίμιο λείψανό του μεταφέρθηκε στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου.
  • Άγιος Comgall.
Ο Όσιος Comgall (ή Comhghall) (Κομγάλλιος) καταγόταν από την Ιρλανδία και γεννήθηκε στην πόλη Ούλστερ το 517 μ.Χ. Ήταν υιός στρατιώτη. Σπούδασε στη σχολή του Αγίου Φινιανού και ίδρυσε την περίφημη μονή του Μπένγκορ, η οποία υπήρξε η πολυπληθέστερη και ενδοξότερη της Ιρλανδίας. Λέγεται ότι επί ημερών του εγκαταβιούσαν στη μονή γύρω στους τρεις χιλιάδες μοναχοί. Εφάρμοσε τους μοναχικούς κανόνες του Μεγάλου Βασιλείου και είχε ως πρότυπο τον Ανατολικό μοναχισμό. Ο Όσιος Comgall κοιμήθηκε με ειρήνη το 602 μ.Χ.
  • Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου «των αδελφών του Κιέβου» εν Ρωσία. 
Η ιερή εικόνα της Θεομήτορος ονομάζεται έτσι από την πόλη του Κιέβου και την μονή στην οποία φυλασσόταν. Αρχικά βρισκόταν στο Βίσγκο – Ροντ και αργότερα μετακομίσθηκε στο Κίεβο. Το 1662 μ.Χ., όταν οι Τάταροι εισέβαλαν στην πόλη του Βίσγκο – Ροντ, κατέστρεψαν το ναό στον οποίο ετιμάτο η εικόνα της Παναγίας και έριξαν στο ποτάμι την εικόνα. Αυτή, επιπλέοντας επάνω στο νερό, έφθασε μέχρι το μοναστήρι Μπράτσκιυ (=των Αδελφών). Οι Πατέρες της μονής με πνευματική χαρά βρήκαν την εικόνα και με ευλάβεια την μετέφεραν στο μοναστήρι τους. Η εικόνα της Θεοτόκου εορτάζει, επίσης, στις 2 Ιουνίου και 6 Σεπτεμβρίου.
  • Όσιος Ισίδωρος ο μωρός. 
Ο Όσιος Ισίδωρος γεννήθηκε το 319 μ.Χ. και καταγόταν από την Αλεξάνδρεια. Υπήρξε μαθητής του Οσίου Αντωνίου του Μεγάλου και συνασκητής του Οσίου Μακαρίου. Μετέβη μετά του Αγίου Αθανασίου στη Ρώμη και από εκεί αναχώρησε με την Οσία Μελανία για την έρημο της Αιγύπτου. Ο Όσιος διακρινόταν για την πραότητά του και, εκτός του δώρου των δακρύων, για την ευκολία με την οποία περιέπιπτε σε έκσταση, ενώ έτρωγε. Με τους Πατέρες της ερήμου Μακάριο και Παμβώ έπληττε τον μη ακτήμονα μοναχό: «Το αργύριόν σου συν σοι είη εις απώλειαν». Υπέφερε πολλά από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόφιλο, ο οποίος αρχικά ήθελε να τον κάνει Επίσκοπο και κατόπιν τον απέλασε όχι μόνο από την Εκκλησία της Αλεξανδρείας, αλλά και από την έρημο που ασκήτευε. Ο Όσιος, με τους μοναχούς μαθητές του, ζήτησε τότε την προστασία του ιερού Χρυσοστόμου. Ο Όσιος Ισίδωρος κοιμήθηκε με ειρήνη το 404 μ.Χ.
ΠΗΓΗ: http://www.saint.gr

Σχετικά Άρθρα

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com