Ο Χέρμαν Μπουλ (Hermann Buhl, Ίνσμπρουκ, 21 Σεπτεμβρίου 1924 – Τσογκόλιζα, 27 Ιουνίου 1957) ήταν Αυστριακός ορειβάτης και θεωρείται ένας από τους καλύτερους ορειβάτες όλων των εποχών. Ήταν ιδιαίτερα καινοτόμος και και εισήγαγε το αλπικό στιλ στην αναρρίχηση των Ιμαλαΐων. Στα επιτεύγματά του περιλαμβάνονται:
- 1953 Πρώτη ανάβαση του Νάνγκα Παρμπάτ, 8.126 metres (26,660 ft) (μοναχική χωρίς βοηθητικό οξυγόνο).
- 1957 Πρώτη ανάβαση του Μπρόουντ Πικ. 8.051 metres (26,414 ft).
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι πριν την επιτυχημένη ανάβαση στο Νάνγκα Παρμπάτ, 31 ορειβάτες έχασαν τη ζωή τους για να πετύχουν την πρώτη ανάβαση. Επίσης, ο Μπουλ είναι ο πρώτος ορειβάτης που έκανε μοναχική αναρρίχηση σε κορυφή 8.000 μέτρων. Εξαιτίας της αργοπορίας του συντρόφου του Όττο, ο Μπουλ ξεκίνησε τη διαδρομή μόνος του, για να επιστρέψει μετά από 41 ώρες, επιβιώνοντας από μία σκληρή διαδρομή 6,5 χλμ από την «Κατασκήνωση 5» στην κορυφή με υψομετρική διαφορά 1.219 μ. Παρόλο που κατηγορήθηκε ότι δεν έπρεπε να κάνει μοναχική ανάβαση, η προσπάθειά του προς την κορυφή και το γεγονός ότι έκανε εκτεθιμένο μπιβουάκ 150 από την κορυφή, τον έκαναν διάσημο.
Λίγες εβδομάδες μετά την επιτυχή πρώτη ανάβαση στο Μπρόουντ Πικ με τον Φριτζ Βιντερστέλερ (Fritz Wintersteller) και τον Μάρκους Σμουκ (Marcus Schmuck), ο Μπουλ και ο Κουρτ Ντιεμπέργκερ (Kurt Diemberger) προσπάθησαν πρώτη ανάβαση στην Τσογκόλιζα (7654 μ) σε αλπικό στιλ. Ο Μπουλ σκοτώθηκε από την κατάρρευση κορνίζας στην ΝΑ κόψη κοντά στην κορυφή. Το σώμα του δεν ανακαλύφθηκε ποτέ και έμεινε θαμμένο στον πάγο.
Ο Μπουλ γεννήθηκε στο Ίνσμπρουκ, ο νεότερος από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειάς του. Μετά τον θάνατο της μητέρας του πέρασε αρκετά χρόνια σε ορφανοτροφείο. Το 1930, ως ευαίσθητος και όχι ιδιαίτερα υγιής έφηβος, άρχισε να σκαρφαλώνει στις αυστριακές Άλπεις. Το 1939 έγινε μέλος του παραρτήματος της Γερμανικής Αλπικής Εταιρείας Deutscher Alpenverein στο Ίνσμπρουκ και σύντομα ανέβασε το αναρριχητικό του επίπεδο στην κατηγορία 6. Ήταν μέλος της ομάδας διάσωσης του Ίνσμπρουκ (Bergrettung Innsbruck).
Ο Β’ Π.Π. διέκοψε τις σπουδές του και κατατάχθηκε στους αλπινιστές, κυρίως στο Μόντε Κασίνο. Μετά την αιχμαλωσία του από τα αμερικανικά στρατεύματα επέστρεψε στο Ίνσμπρουκ και ζούσε κάνοντας διάφορες δουλειές. Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του ως οδηγός βουνού.