ΓΙΩΡΓΗΣ ΕΞΑΡΧΟΣ
…και φαλακρών αφάνες
Παμπόνηρα «καλόπαιδα» και γόνοι «δωσιλόγων»
εις τα δημόσια πράγματα έχουν τον πρώτον λόγον
παντοιοτρόπως νουθετούν, σεμνοτυφώς «διδάσκουν»
ατάκτως πλίνθοι, κέραμοι, χάσκοντας αντιφάσκουν
και ρίχνουν «δηλητήριο», σιρόπι που κοιμίζει
κανείς ποτέ και τίποτε να μην υποστηρίζει
κι ούτε να έχει άποψη, πολλώ δε μάλλον… γνώση
ν’ ανέχεται με σεβασμό τον κάθε καραγκιόζη
ώστε να μένει απείραχτη η πάσα εξουσία
οπού με «τρόπο λαϊκό»… γίνεται τυραννία!…
*
Κι οι νάνοι που ήτανε επτά γίνανε τώρα έξι
εις τον Αντρέα ορκίζονται κοιτώντας τον Αλέξη
κι υπόσχονται τα φούμαρα του όνειρου τις πλάνες
με ράκη γλωσσοπλαστικά και φαλακρών αφάνες
διότι τα κενόλογα που αντλούνται απ’ τις «φαβέλες»
θυμίζουν σκουληκότρυπες που ξωπετάνε βδέλλες
σωτήριες για τις πληγές, που όμως ρουφούν το αίμα`
χλωμά «πράσινα άλογα» – με καλπασμό στο ψέμα
χαρούμενο όμως καλπασμό – δεύτερη, τρίτη θέση
οσφυοκάμπτες άτρωτοι με… λυγισμένη μέση!…
*
Όσοι στο κούτελο κρατούν μυαλό έστω και δράμι
ζουν «κόλπα αμερικάνικα» – Φλόριδα και Μαϊάμι
τι κι αν τους κόψαν συριζα μέζεα και «παπάρια»
αυτοί ήταν ανέκαθεν ήρωες παλικάρια`
υψώνουνε τα λάβαρα και μ’ ένα «εν τούτω νίκα»
από φτωχοί, να-τοι ξυπνούν σε θρόνο «παραλίκα»`
κι άστα να πάρει η ευχή λογής-λογής φωστήρες
μιλούν για την ενότητα και δρουν σαν τους κρατήρες
εκρήγνυνται και λοιδορούν, συντροφικά μαχαίρια
κρατούν σφιχτά στο στόμα τους, και… δίνουνε τα χέρια!…
*
Κι εκείνοι που στο «παίγνιον» είναι «απ’ την απέξω»
-μα τον θεό, θε-να το πω, θα σκάσω δεν θ’ αντέξω-
μισοί κρατούνε το σφυρί και οι άλλοι το δρεπάνι
χασκογελούν χαιρέκακα και αντιδρούν σαν χάνοι
ακούνε των «αναλυτών» τα ποσοστά που παίρνουν
για τα ψηλά τους «νούμερα» σαφώς «αμούν και δέρνουν»
γιατί πολιτική θα πει, κάτι… χωρίς πολίτες
μικρά η μεγάλα κόμματα, -μικρές μεγάλες «πίτες»-
να τρώνε και να πίνουνε και να γλεντοκοπάνε
κι οι ψηφοφόροι «αδαείς»… άι στο καλό να πάνε!…
*
Και κάπως έτσι ξαφνικά, να το κοκού η αγγόνα
με βήματα «βυζαντινά» και δώσ’-του «Δραπετσώνα»
με ζεμπεκιές περήφανες και «φάντασμα» κτισμένο
στην πρόσφατό μας παρελθόν το «καταματωμένο»…
Του τόπου όλοι οι κοκοί, ασήμαντοι… κουκίδες
τρέφουν στην σκέψη και στον νου τις φρούδες τους ελπίδες
πως η Ελλάς κάποια στιγμή, ως παραμυθοχώρα
«κουκί, ρεβίθι, βασιλιά» θα τα ’χει σαν «Πανδώρα»
και όλοι θα καλοπερνούν και θ’ ανταλλάσσουν «ντώρα»
και τον «κακό τους τον καιρό» θε-να χαρούν στην μπόρα!